Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κρητιδική περίοδος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Πρώιμο Κρητιδικό)
Περίοδος Εποχή Στάδιο Μεγααιώνας
(εκατ.χρόνια)
Παλαιογενής Παλαιόκαινος Δάνιο νεότεροι
Κρητιδική Ύστερη Μααστρίχτιο 66.0 72.1
Καμπάνιο 72.1 83.6
Σαντώνιο 83.6 86.3
Κονιάσιο 86.3 89.8
Τουρώνιο 89.8 93.9
Κενομάνιο 93.9 100.5
Πρώιμη Άλβιο 100.5 ~113.0
Άπτιο ~113.0 ~125.0
Βαρρέμιο ~125.0 ~129.4
Ωτερίβιο ~129.4 ~132.9
Βαλανζίνιο ~132.9 ~139.8
Βερριάσιο ~139.8 ~145.0
Ιουράσια Ύστερη Τιθώνιο παλαιότεροι
Υποδιαίρεση της κρητιδικής περιόδου
σύμφωνα με τον ICS (2017)[1].


Η Κρητιδική περίοδος είναι η πιο πρόσφατη περίοδος από τις τρεις περιόδους (τριασική, ιουρασική, κρητιδική) του μεσοζωικού αιώνα. Η ονομασία προέρχεται από την λέξη creta[2], που στα λατινικά σημαίνει κιμωλία, ένα πέτρωμα μαλακό, ασβεστολιθικό και σχεδόν λευκό, που αποτέθηκε κατά το τέλος της περιόδου σε εκτεταμένες ζώνες της βορειοανατολικής Ευρώπης. (για παράδειγμα, στην περιοχή του Ντόβερ μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας, με τους γνωστούς λευκούς βράχους). Το όνομα δόθηκε από τον Τζ. Μπ. Τζ, Ομάλιους ντ' Αλόι (J.B.J. Omalius d’Halloy) το έτος 1822, ο οποίος επρόκειτο να δημιουργήσει τον γεωλογικό χάρτη της Γαλλίας εκείνη την εποχή[2]. Η Κρητιδική περίοδος τελείωσε με μία από τις μεγαλύτερες μαζικές εξαφανίσεις οργανισμών στην ιστορία της Γης, όπως ήταν η εξαφάνιση των δεινοσαύρων, των ιπτάμενων και θαλάσσιων ερπετών και πολλών θαλάσσιων ασπονδύλων.

Πετρώματα και ιζήματα κρητιδικής περιόδου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα περισσότερα ασβεστολιθικά πετρώματα κιμωλίας έχουν εναποτεθεί κυρίως κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Είναι πετρώματα που μας παρέχουν σαφείς και προσβάσιμες λεπτομέρειες της εποχής εκείνης, επειδή δεν έχουν διαβρωθεί ή παραμορφωθεί και βρίσκονται σχετικά κοντά στην επιφάνεια του εδάφους, όπως αναφέρθηκε για τους λευκούς βράχους στο Ντόβερ[2].Η κιμωλία συνίσταται αποκλειστικά από μικροσκοπικούς οργανισμούς, όχι μεγαλύτερους από το κεφάλι μιας καρφίτσας.[3]

Κατά την μεσαία Κρητιδική περίοδο έγινε εναπόθεση ανθρακούχων ή μαύρων σχιστόλιθων, πετρωμάτων που προκύπτουν όταν υπάρχει σοβαρή ανεπάρκεια οξυγόνου στα ύδατα του πυθμένα των ωκεανών και προέρχονται από τη μεταμόρφωση ανθρακούχων ιζημάτων. Αυτοί οι σχιστόλιθοι αποτελούν σημαντικό πέτρωμα προέλευσης του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, όπως για παράδειγμα στην υπόγεια επιφάνεια της Βόρειας Θάλασσας. Μεγάλες ποσότητες οργανικής ύλης συγκεντρώθηκαν τότε στον πυθμένα της περιορισμένης σε διαστάσεις Τηθύος και δημιούργησαν αυτά τα κοιτάσματα[4]. Δημιουργήθηκαν κυρίως από την αποσύνθεση υπολειμμάτων φυκιών, βακτηρίων και άλλων μικροοργανισμών κυρίως θαλάσσιας προέλευσης. Γύρω από τον σημερινό Περσικό Κόλπο συγκεντρώθηκαν σχεδόν τα τρία τέταρτα αυτού του πετρελαίου, ενώ μεγάλο μέρος από τα υπόλοιπα κοιτάσματα πετρελαίου της μεσαίας κρητιδικής περιόδου συγκεντρώθηκαν σε μια άλλη σχετικά μικρή περιοχή της Αμερικής, μεταξύ του Κόλπου του Μεξικού και της Βενεζουέλας και στη λεκάνη της Σύρτης στη Λιβύη.

Μέταλλα όπως χρυσός, άργυρος, χαλκός, μόλυβδος, ψευδάργυρος, μολυβδαίνιο, βολφράμιο, κασσίτερος, σίδηρος και μαγγάνιο συγκεντρώθηκαν σε εναποθέσεις ορυκτών διαφόρων διαστάσεων σε διάφορα ορεινά συστήματα και νησιωτικά τόξα αυτής της περιόδου, κατά τη διάρκεια επεισοδίων πυριγενούς δραστηριότητας στα τέλη του Μεσοζωικού αιώνα.[2]

Οι μέσες θερμοκρασίες που επικρατούσαν κατά την Κρητιδική περίοδο πρέπει να ήταν πολύ ψηλότερες από ό,τι σήμερα. Οι θερμοκρασίες ήταν χαμηλότερες στην αρχή της περιόδου, αυξήθηκαν στο μέγιστο κατά τη μεσαία Κρητιδική και στη συνέχεια μειώθηκαν ελαφρά κατά τα τέλη της περιόδου. Οι παγετώνες απουσίαζαν εκτός από τα ψηλά βουνά, ενώ εποχιακό χιόνι έπεφτε και σε περιοχές που ήταν πιο μακρυά από τους πόλους. Αν και στο τέλος της Κρητιδικής περιόδου το κλίμα ήταν πιο δροσερό, εντούτοις ήταν ακόμα πολύ θερμότερο από αυτό που είναι σήμερα.Η διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ των πόλων και του ισημερινού ήταν στο μισό από ό,τι είναι σήμερα. Η αύξηση της Τηθύος Θάλασσας που συνέδεε τους τροπικούς ωκεανούς από ανατολή προς δύση συνέβαλε επίσης στην αύξηση της θερμοκρασίας του παγκόσμιου κλίματος.

Τα χερσαία φυτά της πρώιμης Κρητιδικής ήταν παρόμοια με αυτά της Ιουρασικής περιόδου. Κυριαρχούσαν τα κυκκαδοειδή, τα γκιγκοειδή, τα κωνοφόρα και οι φτέρες. Τα ανθοφόρα φυτά (αγγειόσπερμα) εμφανίστηκαν στην πρώιμη Κρητιδική και κυριάρχησαν στο τοπίο από την μεσαία έως και την ανώτερη Κρητιδική[2]. Βασικά χαρακτηριστικά τους είναι η εμφάνιση εντυπωσιακού άνθους και προστατευτικού περιβλήματος που περικλείει τα σπέρματα. Το παλαιότερο γνωστό απολιθωμένο αγγειόσπερμα είναι το Montsechia vidalii, ένα υδρόβιο φυτό που χρονολογείται από 130 έως 125 εκατομμύρια χρόνια πριν.Στα αγγειόσπερμα περιλαμβάνονταν συκιές, μανόλιες, λεύκες, ιτιές, πλατάνια και ποώδη φυτά. Αρχαιότεροι εκπρόσωποι γενών που ζουν και σήμερα είναι η οξυά, η βελανιδιά, η δάφνη κ.ά. Με την εμφάνιση πολλών νέων τύπων φυτών, τα έντομα επίσης διαφοροποιούνται. [2] Τα δάση εξελίχθηκαν για να μοιάζουν με τα δάση της σημερινής εποχής[5]. Απολιθώματα φυτών της κρητιδικής περιόδου βρέθηκαν σε περιοχές του νότιου πόλου με νότιο γεωγραφικό πλάτος 15 μοίρες.

Κατά τον Μεσοζωικό αιώνα τα ερπετά κυριάρχησαν τόσο στην ξηρά, όσο στη θάλασσα και στον αέρα. Οι Δεινόσαυροι εμφανίστηκαν στην Τριασική περίοδο και υπήρξαν τα κυρίαρχα χερσαία σπονδυλόζωα μέχρι το τέλος της Κρητιδικής περιόδου.

Θαλάσσια ερπετά όπως πλησιόσαυροι, ιχθυόσαυροι και μοσάσαυροι κατοικούσαν τις Μεσοζωικές θάλασσες.Είναι γνωστό ότι οι Δεινόσαυροι ζούσαν παράλληλα με κοινότητες χερσαίων θηλαστικών.

Διάφορα μικρά θηλαστικά που υπήρχαν τις δύο προηγούμενες περιόδους του Μεσοζωικού αιώνα εξαφανίστηκαν. Κατά την Τριασική περίοδο εξελίχθηκαν δύο κυρίως ομάδες θηλαστικών. Αυτά ήταν τα πλακουντοφόρα και τα Μαρσιποφόρα. Στα πλακουντοφόρα, που όλα σχεδόν ήταν μικρότερα από το κουνέλι, περιλαμβάνονταν οι περισσότερες σύγχρονες ομάδες θηλαστικών (τρωκτικά, γάτες, φάλαινες, αγελάδες και πρωτεύοντα).Τα μαρσιποφόρα εξελίχθηκαν κατά τη διάρκεια της Κρητιδικής περιόδου στα σημερινά καγκουρώ και κοάλα της Αυστραλίας και το οπόσουμ της Αμερικής.[2] (Το οπόσουμ ή πόσουμ είναι μικρό μαρσιποφόρο θηλαστικό που ανήκει στην τάξη Διδελφόμορφα -Didelphimorphia).

Εκτός από τα θηλαστικά, στα απολιθώματα ανευρίσκονται πολλές ομάδες εντόμων. Έντονα διαφοροποιημένα εμφανίστηκαν  κατά τη διάρκεια της Κρητιδικής τα παλαιότερα γνωστά μυρμήγκια, τερμίτες και κάποια λεπιδόπτερα, όπως πεταλούδες και σκόροι. Εμφανίστηκαν επίσης αφίδες, ακρίδες και σφήκες. Τα πτηνά εξελίσσονται από την οικογένεια των θερόποδων Δεινοσαύρων. Οι θερόποδες, που το όνομά τους προέρχεται από από την ελληνική λέξη θηρίο και πους( "πόδι"), είναι μια υποομάδα δεινοσαύρων που χαρακτηρίζεται από κοίλα οστά και τρία δάκτυλα στα άκρα. Τα αμφίβια αντιπροσωπεύονται μόνο από υπάρχουσες ομάδες όπως βατράχια και σαλαμάνδρες.[6] Στις θάλασσες, υπήρχαν αμμωνίτες, διάτομα, αστερίες, αχινοί  και τελεόστεοι, καρχαρίες και θαλάσσια ερπετά.[2]

Στην Κίνα (στο Liaoning lagerstätte) υπάρχει ένα θησαυροφυλάκιο συντηρημένων λειψάνων πολυάριθμων τύπων μικρών δεινοσαύρων, πτηνών και θηλαστικών που μας δίνει μια εικόνα σχετικά με το πώς ήταν η ζωή στην πρώιμη Κρητιδική περίοδο.

Στο τέλος της Κρητιδικής περιόδου ένας αστεροειδής χτύπησε τη Γη στη Χερσόνησο του Γιουκατάν του Μεξικού, σχηματίζοντας αυτό που σήμερα ονομάζεται κρατήρας Chicxulub. Πολλά ζώα που ήταν σημαντικά στοιχεία του Μεσοζωικού κόσμου εξαφανίστηκαν. Ο Chicxulub ήταν ένας αστεροειδής διαμέτρου 6 μιλίων, ο οποίος συγκρούστηκε με τη Γη μεταξύ 66.03 - 66.04 Ma.[5] Εξαλείφθηκαν οι δεινόσαυροι και οι αμμωνίτες αλλά όχι τα πτηνά. Η ζωή των φυτών επηρεάστηκε λιγότερο. Συνολικά περίπου το 80% των ζωικών ειδών εξαφανίστηκαν, καθιστώντας την μια από τις μεγαλύτερες μαζικές εξαφανίσεις στην ιστορία της Γης. Ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι πολλά από τα είδη που εξαφανίστηκαν το έκαναν πριν από τον αντίκτυπο, ίσως λόγω των περιβαλλοντικών αλλαγών που συνέβαιναν αυτή τη στιγμή.[2]

Μεσοζωικός αιώνας
Τριαδική Ιουρασική Κρητιδική


  1. Super User. «ICS - Chart/Time Scale». www.stratigraphy.org. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 2,8 Koch, Karl Fred (17 Ιανουαρίου 2018). «cretaceus period». brittanica. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουνίου 2018. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2018. CS1 maint: Unfit url (link)
  3. Δούτσος, Θεόδωρος (2000). Γεωλογια :Αρχές και εφαρμογές. Αθήνα. σελ. 102. ISBN 960-790121-5. 
  4. «Black shale ROCK». britannica. 15 Ιουνίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2018. CS1 maint: Unfit url (link)
  5. 5,0 5,1 Jamie, Boyer (2 Οκτωβρίου 2017). «Plant Evolution & Paleobotany». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2017. 
  6. Chris Clowes. «Palaeos-life through deep time». palaeos.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Δεκεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2002. CS1 maint: Unfit url (link)