Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ζωγραφική σπηλαίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Σπηλαιογραφία)
Σπήλαιο Πεττακέρε, Περιοχή Bantimurung (kecamatan), Νότιο Σουλαέσι, Ινδονησία. Τα αποτυπώματα των χεριών υπολογίζονται να είναι μεταξύ 35.000-40.000 ετών

Η ζωγραφική σπηλαίου ή οι τοιχογραφίες σπηλαίων, είναι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις και σχέδια που βρίσκονται στην επιφάνεια των φυσικών τοιχωμάτων των σπηλαίων, και κατά κύριο λόγο έχουν προϊστορική προέλευση. Αρκετές από αυτές σε Ευρώπη και Ασία χρονολογούνται ως και 40.000 χρόνια πρίν. Ο ακριβής λόγος δημιουργίας των παλαιολιθικών τοιχογραφιών δεν είναι γνωστός, και μια απλή υπόθεση είναι πως αποτελούσαν καλλιτεχνικές εκφράσεις των προϊστορικών ανθρώπων και γενικότερα διακοσμητικά στοιχεία. Ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των τοιχογραφιών της περιόδου αυτής σε όλο τον κόσμο, είναι η λεπτομέρεια στην απεικόνιση ζώων με τους ανθρώπους να απεικονίζονται κυρίως ως απλές μορφές ή με αποτυπώματα των χεριών τους.

Οι αρχαιότερες τοιχογραφίες που έχουν βρεθεί είναι τουλάχιστον 40.000 ετών, στο Μάρος του νησιού Σουλαέζι στην Ινδονησία, σύμφωνα με χρονολόγηση που δημοσιοποιήθηκε το 2014[1]. Πριν τα ευρήματα αυτά, οι παγκοσμίως παλαιότερες τοιχογραφίες που είχαν βρεθεί βρίσκονταν στην Ευρώπη, με αυτές του Σοβέ στη Γαλλία να χρονολογούνται περίπου 30.000 με 32.000 χρόνια πριν.

Διάσημες τοιχογραφίες που έχουν ανακαλυφθεί και φημίζονται για την σύνθεση και τεχνική τους, είναι αυτές του Λασκώ στη Γαλλία με ηλικία περίπου 17.000 ετών, και στην Αλταμίρα της Ισπανίας της ίδιας περίπου περιόδου.

  • Fage, Luc-Henri· Chazine, Jean-Michel (2010). Borneo – Memory of the Caves. Le Kalimanthrope. ISBN 978-2-9536616-1-3. 
  • Heyd, Thomas· Clegg, John, επιμ. (2005). Aesthetics and Rock Art. Ashgate Publishing. ISBN 0-7546-3924-X. 
  • Curtis, Gregory (2006). The Cave Painters: Probing the Mysteries of the World's First ArtistsΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Knopf. ISBN 1-4000-4348-4. 
  • Nechvatal, Joseph (2005). «Immersive Excess in the Apse of Lascaux». Technonoetic Arts 3 (3): 181–192. doi:10.1386/tear.3.3.181/1.