Πάπας Σύμμαχος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάπας Άγιος
Σύμμαχος
Από22 Νοεμβρίου 498
Έως19 Ιουλίου 514
ΠροκάτοχοςΑναστάσιος Β΄
ΔιάδοχοςΟρμίσδας

Ο Πάπας Σύμμαχος (πέθανε στις 19 Ιουλίου 514) ήταν Πάπας της Ρώμης (22 Νοεμβρίου 498 - 19 Ιουλίου 514), η εκλογή του συνοδεύτηκε με μεγάλο διχασμό στον Ρωμαϊκό κλήρο.[1] Γεννήθηκε στο Μεσογειακό νησί της Σαρδηνίας την εποχή που το είχαν κατακτήσει οι Βάνδαλοι, ήταν γιος του Φορτουνάτου. Ο ιστορικός Τζέφρι Ρίτσαρντς σημειώνει ότι γεννήθηκε παγανιστής και πιθανότατα ήταν "ο πιο αξιόλογος από τους πάπας που ήταν αουτσάιντερ", οι περισσότεροι ανήκαν σε αριστοκρατικές οικογένειες.[2] Ο Σύμμαχος βαπτίστηκε στην Ρώμη όπου διορίστηκε Αρχιδιάκονος από τον πάπα Αναστάσιο Β΄. (496–498).

Παπική εκλογή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σύμμαχος εξελέγη Πάπας (22 Νοεμβρίου 498), στην Κωνσταντίνειο Βασιλική του Αγίου Ιωάννη του Λατερανού.[3] Την ίδια μέρα εξελέγη από τους εχθρούς του πιθανότατα στην Σάντα Μαρία Ματζόρε ο Πρωτοπρεσβύτερος της Σάντα Πρασέντε ως Αντίπαπας Λαυρέντιος, είχαν την υποστήριξη του Ανατολικού αυτοκράτορα Αναστάσιου του Δίκορου. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να αποφασίσει ως διαιτητής ο βασιλιάς των Οστρογότθων Θεοδώριχος ο Μέγας, αποφάσισε υπέρ του Σύμμαχου με την αιτιολογία ότι εξελέγη πρώτος.[4] Η απόφαση ήταν καθαρά πολιτική, μια έρευνα αποφάσισε ότι ορθά έγινε Πάπας και η εκλογή του ήταν δίκαιη.[5] Ένα εύρημα ωστόσο "το Λαυρεντιανό θραύσμα" ισχυρίζεται ότι ο Σύμμαχος εξελέγη Πάπας με τις δωροδοκίες των εκλεκτόρων.[6] Ο διάκονος από το Μιλάνο έγραψε αργότερα ότι μοιράστηκαν 400 Σόλιδος σε σημαντικές προσωπικότητες με συμβολή στην εκλογή αλλά αρνήθηκε να τους κατονομάσει.[7] Ο Σύμμαχος συγκάλεσε Σύνοδο στην Ρώμη με 72 επισκόπους (1 Μαρτίου 499), σε αυτή αποφασίστηκε να διοριστεί ο Λαυρέντιος επίσκοπος της Νουτσέρα της Καμπανίας. Το Liber Pontificalis αναφέρει ότι ο Σύμμαχος διόρισε τον Λαυρέντιο από εύνοια και συμπάθεια αλλά το "Λαυρεντιανό θραύσμα" καταγράφει ότι ο Λαυρέντιος "μετακινήθηκε στην Νουτσέρα με την βία και απειλές".[8] Η Σύνοδος αποφάσισε επίσης ότι κάθε κληρικός που θα προσπαθούσε να κερδίσει ψήφους για τον επόμενο Πάπα ενώ ζούσε ακόμα ο προηγούμενος θα καθαιρείται και θα αφορίζεται.[9]

Η σύγκρουση με τον επίσκοπο Λαυρέντιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι οπαδοί του Λαυρέντιου κατηγόρησαν σύμφωνα με το "Λαυρεντιανό θραύσμα" τον Πάπα Σύμμαχο για διάφορα εγκλήματα, το πρώτο από αυτά ήταν ο εορτασμός του Πάσχα σε λάθος ημερομηνία. Ο βασιλιάς Θεοδώριχος τον κάλεσε στο Ρίμινι να απαντήσει στην κατηγορία, όταν έφτασε έμαθε ότι είναι ένοχος και για άλλες κατηγορίες όπως η κατάχρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.[10][11] Ο Σύμμαχος τρομοκρατήθηκε και δραπέτευσε με έναν σύντροφο του, η φυγή του ήταν για τους εχθρούς του ένδειξη ενοχής. Ο Λαυρέντιος έφτασε με τους οπαδούς του στην Ρώμη αλλά ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς ανάμεσα τους και ανώτεροι κληρικοί τον εγκατέλειψαν. Ο επισκέπτης επίσκοπος Πέτρος της Αλτίνας ανέλαβε από τον βασιλιά Θεοδώριχο τον εορτασμό του Πάσχα (502), μετά τον εορτασμό συνεκλήθη η Σύνοδος για να αποφασίσει.[12] Στην Σύνοδο που πραγματοποιήθηκε στην Σάντα Μαρία Ματζόρε συμμετείχαν σημαντικοί Μητροπολίτες όπως ο Πέτρος Β΄ της Ραβέννας και ο Λαυρέντιος Α΄ Μεδιολάνων. Η Σύνοδος ήταν αρκετά ταραχώδης μέχρι την στιγμή που έφτασε ο Πέτρος της Αλτίνα ως απεσταλμένος του βασιλιά Θεοδώριχου ύστερα από αίτημα των εχθρών του Συμμάχου.[13] Ο Σύμμαχος απάντησε ότι η παρουσία αυτοκρατορικού επισκόπου πριν την λήξη της Συνόδου σημαίνει ότι ο Παπικός θρόνος είναι κενός, αυτό θεωρείται άκυρο επειδή η Σύνοδος δεν είχε βγάλει τελική απόφαση. Οι επίσκοποι συμφώνησαν αλλά ο Πέτρος της Αλτίνα περίμενε απάντηση από τον βασιλιά Θεοδώριχο για να κάνει επίσης το ίδιο, στην Ρώμη ξέσπασαν μεγάλες ταραχές και οι επίσκοπος ζήτησαν από τον Θεοδώριχο να μεταφέρει την Σύνοδο στην Ραβέννα. Ο βασιλιάς Θεοδώριχος απέρριψε το αίτημα, ζήτησε να συγκληθεί νέα Σύνοδος (1 Σεπτεμβρίου 502) και υποσχέθηκε να στείλει φρουρούς για να γίνει με ασφάλεια.[14] Οι ταραχές ξέσπασαν εκ νέου, οι κατήγοροι διάβαζαν ένα έγγραφο στο οποίο ο βασιλιάς Θεοδώριχος φαίνεται ότι γνώριζε την ενοχή του Σύμμαχου, ζήτησαν να ακουστούν πρώτα τα στοιχεία και κατόπιν να ακολουθήσει η καταδίκη. Την ίδια στιγμή Ρωμαϊκός όχλος επιτέθηκε στους οπαδούς του Συμμάχου με μεγάλες βιαιότητες, πολλοί οπαδοί του σκοτώθηκαν και άλλοι τραυματίστηκαν. Ο Σύμμαχος δραπέτευσε στον Άγιο Πέτρο και αρνήθηκε να βγει από τον ναό παρά τις εκκλήσεις των επισκόπων.[15]

Η τελική επικράτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επίσκοποι ζήτησαν πάλι από τον βασιλιά Θεοδώριχο να διακόψει την Σύνοδο αλλά αρνήθηκε για άλλη μια φορά μέχρι να βγάλουν την τελική απόφαση (1 Οκτωβρίου 502). Στην τελική Σύνοδο που συνεκλήθη στην Πάλμα (23 Οκτωβρίου 502) οι επίσκοποι αποφάσισαν ότι ήταν ανίκανοι να κρίνουν οι ίδιοι έναν εκπρόσωπο του Αγίου Πέτρου και άφησαν την τελική κρίση στον ίδιο τον θεό.[16] Οι εχθροί του Σύμμαχου συμφιλιώθηκαν μαζί του, το ψήφισμα υπέγραψαν 76 επίσκοποι, ανάμεσα τους ο Πέτρος Β΄ Ραβέννας και ο Λαυρέντιος Α΄ Μεδιολάνων.[17] Ο Λαυρέντιος δεν σεβάστηκε ωστόσο το αποτέλεσμα της Συνόδου, επέστρεψε στην Ρώμη με την υποστήριξη του Θεοδώριχου συγκέντρωσε τους ιερείς και τις εκκλησίες του και κυβέρνησε τα επόμενα τέσσερα χρόνια ως κανονικός Πάπας.[18] Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους οπαδούς ήταν σφοδρές ολόκληρη την τετραετία, οι χειρότερες ήταν οι αιματηρές που περιγράφονται λεπτομερώς στο Liber Pontificalis.[19] Το άλλο πεδίο συγκρούσεων ήταν η διπλωματία με πλαστά έγγραφα ιδιαίτερα τα "Συμμαχικά πλαστά", σε αυτά πλαστογραφήθηκαν οι αποφάσεις προηγούμενων Συνόδων για να αποδείξουν τον ισχυρισμό του Σύμμαχου ότι ο Πάπας δεν μπορεί να λογοδοτήσει.[20] Με την λήξη της τετραετίας ο βασιλιάς Θεοδώριχος ανακάλυψε ότι ο Λαυρέντιος έχει μυστικές σχέσεις με την Βυζαντινή αυτοκρατορία και αποφάσισε να αποσύρει την στήριξη απέναντι του, ο Λαυρέντιος παρέδωσε τις εκκλησίες του στον Σύμμαχο και έφυγε από την Ρώμη.[21] Το υπόλοιπο της θητείας του ο Σύμμαχος προσέφερε σημαντική στήριξη στους καθολικούς επισκόπους της Αφρικής που διώκονταν από τους ηγεμόνες των Βανδάλων, οι οποίοι είχαν προσχωρήσει στον Αρειανισμό. Βοήθησε επίσης τους ιθαγενείς της βόρειας Ιταλίας που υπέφεραν από τις καταδρομές των βαρβάρων. Ο Πάπας Σύμμαχος πέθανε (19 Ιουλίου 514) και τάφηκε στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου.[22]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kirsch 1913
  2. Richards 1979, σ. 243
  3. Hughes, Philip (1947). A History of the Church. Τομ. 1. Sheed & Ward. σ. 319
  4. Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 201
  5. Davis 2000, σ. 43, The original Latin in Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 301
  6. Davis 2000, σ. 97
  7. Richards 1979, σ. 70
  8. Davis 2000, σσ. 44, 97, Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 204, Hefele 1895, σ. 59
  9. Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 231
  10. Davis 2000, σ. 98
  11. Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 284; Hefele 1895, σ. 60
  12. Richards 1979, σ. 71
  13. Mansi, Labbe & Martin 1762, σ. 201, "Life of Symmachus"
  14. Mansi, Labbe & Martin 1762, σσ. 254–256
  15. Richards 1979, σ. 72
  16. Hefele 1895, σ. 67
  17. Richards 1979, σ. 73; Mansi, Labbe & Martin 1762, σσ. 261–269
  18. Davis 2000, σ. 98
  19. Richards 1979, σ. 75
  20. Richards 1979, σ. 81
  21. Richards 1979, σ. 76
  22. Hughes, Philip (1947). A History of the Church. Τομ. 1. Sheed & Ward. σ. 319

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Πάπας Σύμμαχος στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια του 1913 (Αγγλικά)
  • Davis, Raymond (2000), The Book of Pontiffs (Liber Pontificalis): The Ancient Biographies of the First Ninety Roman Bishops to AD 715, Liverpool University Press.
  • Demacopoulos, George E. (2013), The Invention of Peter: Apostolic Discourse and Papal Authority in Late Antiquity, Philadelphia: University of Pennsylvania Press.
  • Hefele, Charles Joseph (1895), A History of the Councils of the Church, from the Original Documents, translated by W. Clark, Edinburgh: T. & T. Clark
  • Jones, Arnold Hugh Martin; Martindale, John Robert (1980), The Prosopography of the Later Roman Empire: A.D. 395–527, Cambridge: Cambridge University Press.
  • Kennell, S. A. H. (2000), Magnus Felix Ennodius: A Gentleman of the Church, Ann Arbor: University of Michigan Press.
  • Kirsch, Johann Peter (1913). "Pope St. Symmachus" . In Herbermann, Charles (ed.). Catholic Encyclopedia. New York: Robert Appleton Company.
  • Klingshirn, William E. (1994), Caesarius of Arles: Life, Testament, Letters, Glasgow: Liverpool University Press, ISBN 978-0-85323-368-8 pp. 87–96.
  • Sessa, Kristina (2011), The Formation of Papal Authority in Late Antique Italy: Roman Bishops and the Domestic Sphere, Cambridge University Press, σσ. 208–246.
  • Mansi, Giovanni Domenico; Labbe, Philippe; Martin, Jean Baptiste (1762), Sacrorum conciliorum nova et amplissima collectio, vol. 8, Florence: Antonius Zatta
  • Moorhead, John (1978), "The Laurentian Schism: East and West in the Roman Church", Church History, 47 (2): 125–136.
  • Onnis, Omar; Mureddu, Manuelle (2019). Illustres. Vita, morte e miracoli di quaranta personalità sarde (in Italian). Sestu: Domus de Janas.
  • Townsend, W. T. (1933), "The so-called Symmachan forgeries", Journal of Religion, 13 (2): 165–174.
  • Richards, Jeffrey (1979), The Popes and the Papacy in the Early Middle Ages, 476–752, London: Routledge & Kegan Paul.
  • Wirbelauer, Eckhard (1993), Zwei Päpste in Rom: der Konflikt zwischen Laurentius und Symmachus (498–514) : Studien und Texte, Munchen: Tuduv.
Πάπας Σύμμαχος
 Θάνατος: 19 Ιουλίου 514
Προκάτοχος
Αναστάσιος Β΄
Πάπας
22 Νοεμβρίου 498 - 19 Ιουλίου 514
Διάδοχος
Ορμίσδας