Άριο
Εμφάνιση
Το άριο είναι μονάδα μέτρησης επιφάνειας 100 τ.μ. Ισοδυναμεί με τετράγωνο πλευράς δέκα μέτρων. Πολλαπλάσιό του είναι το εκτάριο (10.000 τ.μ.).
Ετυμολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η λέξη προέρχεται από την γαλλική are ή αγγλική are, και υπάρχει και στην γερμανική Ar (αρσ. ή ουδ., ελβετική Are θηλ.) [1] Να μή συγχέεται με την λέξη «άριος» που είναι σανσκριτικής προέλευσης (arya = πιθανόν «ευγενής» ή «γηγενής»), βλ. «Άρειος (φυλή)» ή «Άριος (φυλή)» ή «Άρια» ή «Αρεία» φυλή κ.τ.τ. Η ρίζα αρ- απαντάται σε πλείστες όσες λέξεις της αρχαίας ελληνικής και έχει σημασία σχετική με τη γη, όπως άρουρα, άροτρο, άργος και αγρός(;), αρύω, αρέθουσα, άρωμα, Αρκαδία, κ.α.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Μαρτίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2014.
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |