Άσσια
Συντεταγμένες: 35°9′32.11196″N 33°36′30.14050″E / 35.1589199889°N 33.6083723611°E
Άσσια | |
---|---|
(τουρκ.: Paşaköy) | |
Η τοποθεσία της Άσσιας στην Επαρχία Αμμοχώστου. | |
Χώρα | (de jure) Κυπριακή Δημοκρατία |
Επαρχία | Αμμοχώστου |
Χώρα | (de facto) Τ.Δ.Β.Κ. |
Επαρχία | Γκαζιμαγούσα |
Πληθυσμός | 3.561 (2011) |
Η Άσσια (τουρκικά: Πασάκιοϊ, Paşaköy) είναι χωριό στην Κύπρο.
Το έδαφος του οικισμού ανήκει εκ του νόμου (de jure) στην Κυπριακή Δημοκρατία, της οποίας είναι κοινότητα που υπάγεται διοικητικά στην Επαρχία Αμμοχώστου. Ωστόσο, μετά την τουρκική εισβολή του 1974, το χωριό ελέγχεται εκ των πραγμάτων (de facto) από την μη αναγνωρισμένη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διοικητική διαίρεση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Άσσια, η γενέτειρα του Άγίου Σπυρίδωνα, αποτελείται από δύο ενορίες, το δυτικό μέρος του χωριού, το οποίο οι Ασσιώτες ονομάζουν την «πάνω γειτονιά» με την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και το ανατολικό μέρος του χωριού το οποίο οι Ασσιώτες ονομάζουν την «κάτω γειτονιά» με την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Η γραμμή διαχωρισμού της πάνω από την κάτω γειτονιά βρισκόταν στο Συνεργατικό του χωριού.
Τοποθεσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Άσσια είναι ένα από τα μεγάλα χωριά[1] της κεντρικής Μεσαορίας, στην Επαρχία Αμμοχώστου. Βρίσκεται μεταξύ Λευκωσίας - Αμμοχώστου, 22 χιλιόμετρα ανατολικά της Λευκωσίας και 38 χιλιόμετρα δυτικά της Αμμόχωστου. Το χωριό είναι στο κέντρο της Μεσαορίας και συνορεύει στα δυτικά του χωριού με το χωριό Αφάνεια, στα ανατολικά με την Βατυλή, στα βορειοδυτικά, βόρεια και βορειοανατολικά η Αγκαστίνα, ο Μαραθόβουνος, η Μουσουλίτα και ο Στρογγυλός. Στα νότια, σε κάπως μεγαλύτερη απόσταση, είναι η Τρεμετουσιά, το Άρσος, η Αθηαίνου και δυο μικρά τουρκικά χωριά, η Αγιά και η Μελούσεια.
Στη βόρεια πλευρά της Άσσιας εκτείνεται "ο κάμπος" κατά τους Ασσιώτες, δηλαδή η εύφορη, επίπεδη, πεδιάδα της Μεσαορίας, με τα λιγοστά δέντρα. Ο κάμπος, ποτίζεται από τον ποταμό Γιαλιά που τη γεμίζει με πλούσιες προσχώσεις. Στα νότια του χωριού επεκτείνεται ο "Τράχωνας", γη λιγότερο γόνιμη, όπου η γη είναι πετρώδης, και δεν βρέχεται από ποτάμι αλλά ποτίζεται μόνο από τη βροχή και με πηγάδια. Εδώ σπέρνεται κυρίως κριθάρι και βόσκουν τα πρόβατα. Εδώ βρίσκονται και τα περβόλια που παράγουν πλούσια και καλής ποιότητας λαχανικά.
Μετακίνηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σχεδόν σε όλες τις πλευρές του χωριού, υπάρχουν διάσπαρτα τεχνουργήματα, κατασκευές και κτίσματα από παλαιούς οικισμούς, που δείχνουν την κατά καιρούς τοποθεσία του χωριού. Στα νότια υπάρχει η τοποθεσία "καταλύματα", όπου βρίσκονταν διάφορα πήλινα σπασμένα αντικείμενα, πηγάδια, και σπηλιές παλαιών οικισμών. Πολλοί παλαιότεροι κάτοικοι του χωριού υποστήριζαν ότι σε προηγούμενα χρόνια το χωριό βρισκόταν στην τοποθεσία Μάνια (Μάνγκια), προς το μέρος της Αγκαστίνας καταμεσής στον κάμπο κοντά όπου ενωνόταν ο ποταμός Γιαλιάς με τον Πεδιαίο. Τον καιρό της Φραγκοκρατίας υπήρχε στο σημείο εκείνο μοναστήρι, με εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και με δώδεκα μοναχούς.
Οι Τούρκοι κατέστρεψαν το μοναστήρι και το μετέτρεψαν σε αγρόκτημα. Το αγρόκτημα το δώρισε ο Λαλά - Μουσταφάς στο Ραματάν πασά που έμενε τότε στην Άσσια. Επειδή όμως η περιοχή πλημμύριζε από τα νερά του ποταμού και γινόταν λασπώδης, οι κάτοικοι της Μάνιας αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς την Άσσια, στα βόρεια του σημερινού χωριού. Διάφοροι γέροντες ανέφεραν: «Πάντα ακούαμε για μια γυναίκα που μπήκε μπροστά και μαζί με άλλους χωριανούς μας χώρισαν τους δυο ποταμούς, έτσι που ο Γιαλιάς να περνά δίπλα από το χωριό μας». Η γυναίκα αυτή λέγεται πως ήταν η Κόμισσα Μαρία, που είχε μεγάλο αγρόκτημα, εκεί όπου σήμερα είναι το χωριό Στρογγυλός. Το γεγονός αυτό τοποθετείται τον καιρό της Τουρκοκρατίας.
Ο ποταμός όμως εξακολουθούσε να τους δημιουργεί προβλήματα κι έτσι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν προς τα νότια, που ήταν πιο ψηλά, εκεί περίπου που σήμερα είναι η Άσσια. Η νέα τοποθεσία ήταν στην περιοχή Προδρόμου και Χανούθκια, στα βορειοδυτικά του χωριού. Στην τοποθεσία Προδρόμου βρέθηκαν θεμέλια, ίσως ναού, που οι πέτρες του χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση της εκκλησίας Προδρόμου στην πάνω ενορία του χωριού. Για την ύπαρξη εκκλησίας σε αυτή την περιοχή μιλούν και διάφορες διηγήσεις μεταξύ των γεροντότερων Ασσιωτών.
Ερείπια υπήρχαν και στην περιοχή Χανούθκια, καθώς και μια μικρή πλινθόκτιστη εκκλησία του Αγίου Θεοδώρου στα βορειοανατολικά του χωριού. Η εκκλησία υπήρχε μέχρι το 1974. Εκεί, όταν έσκαβαν για να πάρουν "χαβάρα" για επίστρωση των δρόμων, έβρισκαν σκελετούς ανθρώπων, γεγονός που μαρτυρεί ότι θα βρισκόταν κάποιο νεκροταφείο. Επί πλέον στην περιοχή αυτή υπήρχαν τρία πηγάδια, ο Λουρικός, στο δρόμο Άσσιας - Αγκαστίνας, ο Λάκκος της Καμάρας, στο δρόμο Άσσιας - Στρογγυλού και ένας άλλος. Από αυτούς πότιζαν οι βοσκοί και υδρευόταν όλο το χωριό, γιατί δεν υπήρχε άλλη προμήθεια πόσιμου νερού.
Μια άλλη μαρτυρία για το ότι το χωριό βρισκόταν τότε σε αυτή την περιοχή είναι η εκκλησία της Παναγίας. Είναι μια εκκλησία του 15ου αιώνα που έχει μεγάλη αρχαιολογική αξία, όπως αναφέρει και ο άγγλος αρχαιολόγος Rupert Gunnis. Οι τοίχοι της ήταν σκεπασμένοι με τοιχογραφίες, καλύφθηκαν όμως από τους χωρικούς κατά την επισκευή της. Υπήρχε ως το 1974 στην εκκλησία σταυρός 17ου αιώνα και διάφορες παλαιές εικόνες[2]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ονομασία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το όνομα του χωριού προέρχεται κατά μια εκδοχή από την λέξη "σκιά" και το στερητικό "α", δηλαδή "Ασκια", από το άδεντρο και άσκιο της περιοχής. Τα δέντρα ήταν πάντα πολύ λίγα και δεν υπήρχε σκιά. Η περιοχή ήταν άσκια (χωρίς σκιά), σιγά-σιγά δε με κάποια παραφθορά συνήθη στην κυπριακή διάλεκτο σε όμοιους φθόγγους, έγινε Άσσια. Στα μεσαιωνικά κείμενα αναφέρεται σαν Άσκια ή Ασκία ή Ascia. Σχετικά αναφέρει ο Σ. Μενάδρος στο βιβλίο του «Το τοπωνυμικό της Κύπρου»[3] : «Επίσης Άσσια καλείται παλαιά κώμη μνημονευομένη πολλάκις επί της Φραγκοκρατίας ότι απετέλη κατά την ενετικήν απογραφήν το baliazzo d'Ascha. Άσσος δε ήτο πόλις της Μυσίας επί του Αδραμυττίου κόλπου. Εν ταις Assises γράφεται διαφοροτρόπως Aschia, Achia, Asquie [4] και παρά Μαχαιρά «Άσκια» και «Αχεά» [5] πάσαι δ'αι γραφαί αύται μαρτυρούσιν ότι έκτοτε συνέπεσεν η προφορά των και σήμερον συγχεομένων φθόγγων σσι, σκι, χχι πάντων ακουόμενων ως ταχύ ιταλικόν sc ».
Δεύτερη εκδοχή η οποία αποτελεί μια λαϊκή ετυμολογία, κοινή σε πολλούς κατοίκους του χωριού, είναι πως το όνομα η Άσσια το πήρε από τα ασκιά που κατασκεύαζαν πολλοί κάτοικοι από δέρματα προβάτων και κατσικών. Σε περιόδους ηρωικών φαγοποτιών και ομηρικών διαγωνισμών στο ποτό έλεγαν ότι το όνομα προήλθε από το ότι οι κάτοικοι της Άσσιας έπιναν άφθονο το κρασί, μετρώντας το κρασί που κατανάλωναν όχι με τα ποτήρια αλλά με τα ασκιά.
Ίδρυση και ιστορικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τον Σακελαρίου στο ιστορικό του βιβλίο «Κυπριακά» υποστηρίζει ότι η Κώμη Άσσια, την οποία ο Λεόντιος Μαχαιράς ονομάζει Άσκια, βρίσκεται ανάμεσα στις άλλες αποικίες της Πελοποννήσου στην Κύπρο. Αντίθετα, κατά τον Κύπριο λαογράφο και ερευνητή Νέαρχο Κληρίδη ο οικισμός της Άσσιας ιδρύθηκε από μετανάστες που ήρθαν από την πόλη Άσσος της Μικράς Ασίας.
Η ίδρυση της Άσσιας είναι δυνατό να συνδεθεί κατά την εκδοχή του Σακελαρίου με τους Λάκωνες αποίκους της Κύπρου, χωρίς όμως επιστημονικές αποδείξεις. Τούτο μπορεί να δικαιολογηθεί από τοπωνύμια του χωριού Άσσια, όπως η "Μάνια", που πήρε το όνομα από τη Μάνη την ιστορική περιοχή της Πελοποννήσου που καλύπτει τη χερσόνησο του Ταϋγέτου. Επίσης από κοντινούς στο χωριό αρχαίους συνοικισμούς, όπως οι Γόλγοι, που σχετίζονταν με Λάκωνες, από τον περήφανο, πείσμονα, σκληρό κι εκδικητικό χαρακτήρα των Ασσιωτών, τη βεντέτα, τους φόνους και άλλα. Η Άσσια αναφέρεται από διάφορους συγγραφείς, ιστορικούς, λογοτέχνες, λαογράφους παλαιούς και νεότερους, Έλληνες και ξένους. Ο καθηγητής Αθανάσιος Σακελλαρίου γράφει στο βιβλίο του «Τα Κυπριακά»: «εν μίλιο ανατολικά των Αθηαίνου και των Γόλγων κείται η κώμη Άσσια εκ τε Χριστιανών και Τούρκων κατοικουμένη».
Ο λαογράφος Νέαρχος Κληρίδης γράφει για την Άσσια στο βιβλίο του «Χωριά και Πολιτείες της Κύπρου, παίρνοντας από διάφορες πηγές». Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας την έλεγαν Άσκια, με την εξήγηση πως ήταν ένα χωριό που δεν είχε ούτε ένα δέντρο να κάνει λίγη σκιά το καλοκαίρι. Στα χρόνια αυτά η Άσσια ήταν φέουδο του σπουδαιότερου φεουδάρχη της Κύπρου, που είχε τον τίτλο «Κόμης της Τρίπολης». Στα χρόνια εκείνα η Άσσια ήταν σταθμός για εκείνους που ταξίδευσαν από τη Λευκωσία στην Αμμόχωστο, ή από την Αμμόχωστο στη Λευκωσία. Έκαναν σταθμό για να ξεκουραστούν κι οι άνθρωποι και τα άλογά τους. Εδώ έκανε σταθμό η βασίλισσα της Κύπρου Ελεονόρα στα 1373, μητέρα του βασιλεία Πέτρου Β΄ που οι Γενουάτες είχαν αιχμαλωτίσει στην Αμμόχωστο και σχεδίασαν να κάνουν δική τους την Κύπρο».
Την Άσσια την αναφέρει και ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός στο βιβλίο του «Ιστορία Χρονολογική της Νήσου Κύπρου» Μετά την επικείμενη κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους, ο τότε επίσκοπος της Πάφου Κονταρίνης, επειδή ο Αρχιεπίσκοπος απουσίαζε στη Βενετία προς εγκαθίδρυση των ευγενών και παντός του στρατεύματος και του λαού, έκαμε μίαν ομιλία στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας «παρόντων πάντων των Ρετόρων και Αρχηγών των στρατιωτών και του λαού αυτού». Μετά την ενθουσιώδη ομιλία του Πάφου, ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει επί λέξει τα εξής' «Αυτή η ομιλία εθέρμανε πάντας και ο ένας εγκαρδίωνε τον άλλον. Εδιεμοιράζοντο τα σήματα, και οι τόποι εις τον καθένα, και συνερίζοντο καθ' ένας να διαφεντεύση την πατρίδα του με την ιδίαν χύσιν του αίματος. Τότε ηνάγκασαν οι Ρετόροι να φέρουν εις τα καστέλια τα αναγκαία της τροφής. Επορεύθησαν οι ίδιοι εις Άσχιαν, προσμένοντας εκεί τον τοποτηρητήν της Αμμοχώστου διά να διορίσουν τα σιτάρια, τα πρόβατα, και όσα άλλα χρειαζόμενα και δεν έκαμαν άλλο, παρά να αρπάξουσι τα ζώα του καθ' ενός, τα κριθάρια και σιτάρια. Οι δυστυχείς Πάροικοι επρόσμεναν με επιθυμίαν μεγάλην να ακούσουν ότι ελευθερώθησαν από την σκλαβιάν, επειδή ήκουσαν, πως ήλθον γράμματα από την Αυθεντίαν, οπού έγραφον να τους ελευθερώσουν, την Ελευθερίαν δεν απόκτησαν, μήτε ήλπιζαν να αποκτήσουν, έξω απ'εκείνην του Μουσταφαπασά».
Ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει στη σελίδα 302 ότι αμέσως μετά την κατάληψη της Κύπρου από της Τούρκους το 1570, η Άσσια ήταν το πρώτο από 16 χωρία της Κύπρου που αναγκάστηκαν από τους Τούρκους να πληρώσουν ειδικό φόρο για τη συντήρηση των τούρκων στρατιωτών που λέγονταν «γιανίτσαροι».
Τουρκική εισβολή και μαζικές εκτελέσεις κατοίκων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την πρωί της Τετάρτης 14 Αυγούστου 1974 οι Τούρκοι βομβάρδισαν με ναπάλμ νότια του χωριού, ένα χώρο όπου φυλάγονταν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα με αποτέλεσμα την καταστροφή τους. Περίπου 13:45 το μεσημέρι, τουρκικά άρματα μπήκαν στο χωριό τα οποία ακολουθούσε το τουρκικό πεζικό. Η Άσσια δεν είχε τμήματα της Εθνικής Φρουράς να την προστατεύουν και η φρούρηση του χωριού ήταν ελάχιστη. Χωρίς καμία προειδοποίηση και χωρίς να σημειωθούν μάχες στην περιοχή, τα τουρκικά στρατεύματα κατέλαβαν την Άσσια, με άμεσες εκτελέσεις αμάχων, παιδιών, γυναικών και γερόντων κατά την προέλαση τους μέσα στο χωριό. Συγκεκριμένα, τις πρώτες ώρες κατάληψης του χωριού εκτελέστηκαν 14 αθώοι πολίτες κάτοικοι της Άσσιας, μεταξύ των οποίων και δύο γυναίκες[6]. Αρκετοί κάτοικοι πρόλαβαν να διαφύγουν αλλά ένας σημαντικός αριθμός Ασσιωτών, που υπολογίζεται σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις γύρω στους χίλιους (ο ακριβής αριθμός δεν έγινε κατορθωτό να τεκμηριωθεί) από σύνολο περίπου 2700 κατοίκων παρέμειναν εγκλωβισμένοι για να βιώσουν δύο βδομάδες ωμής βίας, εκφοβισμού και ωμοτήτων. Οι Τούρκοι συνέλαβαν όλους τους άνδρες και μεγάλο αριθμό εφήβων εγκλωβισμένων. Η Άσσια αναφέρεται ως το χωριό με τους περισσότερους αγνοούμενους, καθώς 83 άτομα, ανάμεσά τους γέροντες και παιδιά, δηλώθηκαν αγνοούμενοι[7][8]. Χαρακτηριστική είναι η εκτέλεση του ενδεκάχρονου Γιώργου Αντωνίου Εγγλέζου από Τούρκους στρατιώτες, του οποίου τα οστά βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν με την μέθοδο του DNA. Συνολικά βρέθηκαν οστά από 72 σκελετούς, οι οποίοι και ταυτοποιήθηκαν με την μέθοδο του DNA σε δύο πηγάδια στην περιοχή Ορνίθι, ανατολικά του χωριού Αγγαστίνα.[9] Φέρουν τραύματα από σφαίρες στα κρανία.[10]
Ο 26χρονος τότε τουρκοκύπριος Ezel Aktürel, κατάφερε να σώσει από την σφαγή 18 άτομα, εκ των οποίων 14 Ασσιώτες, τους οποίους μετέφερε κρυφά στον Ερυθρό Σταυρό με το αυτοκίνητο του.[11]
Πληθυσμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τον πληθυσμό του χωριού σύμφωνα με τις απογραφές πληθυσμού που πραγματοποιήθηκαν στην Κύπρο έως το 1973. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974 δεν πραγματοποιήθηκε απογραφή στο χωριό από την Κυπριακή Δημοκρατία, αφού το έδαφος του δεν ελέγχεται από αυτήν.
Απογραφή | Πληθυσμός | %± | Άνδρες | Γυναίκες |
---|---|---|---|---|
1881 | 989[13] | — | 505 | 484 |
1891 | 1.009[14] | 2.0% | 519 | 490 |
1901 | 1.173[15] | 16.3% | 624 | 549 |
1911 | 1.382[16] | 17.8% | 706 | 676 |
1921 | 1.676[17] | 21.3% | 853 | 823 |
1931 | 1.755[18] | 4.7% | 852 | 903 |
1946 | 2.041[19] | 16.3% | ||
1960 | 2.209[20] | 8.2% | 1,063 | 1,146 |
1973 | 2.734[21] | 23.8% | 1,335 | 1,399 |
(Πληροφορίες για τον πληθυσμό και το διάγραμμα από τα δεδομένα).
Οι Τούρκοι έφυγαν από την Άσσια μετά από τα γεγονότα της 26ης Μαϊου 1956. Το Σαββάτο βράδυ της 26ης Μαΐου 1956, Τούρκοι ένοπλοι, πυροβόλησαν εναντίον ανύποπτων θαμώνων ελληνικού καφενείου στο γειτονικό με την Άσσια μικτό χωριό Αφάνεια. Από τους πυροβολισμούς επτά συνολικά αθώοι Έλληνες, μεταξύ των οποίων και ο ιερέας παπα-Νικόλαος Γεωργίου, τραυματίσθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου. Η είδηση διαδόθηκε αμέσως στην Αφάνεια. Μερικοί προσέτρεξαν στη Άσσια αναφέροντας τα γεγονότα και ζητώντας βοήθεια. Ταυτόχρονα άλλοι άρχισαν να κτυπούν την καμπάνα του Αγίου Αρτεμίου στην Αφάνεια. Εκατοντάδες Ασσιώτες, νέοι και γέροι, άλλοι με αυτοκίνητα και άλλοι με τα πόδια έφθασαν αυθόρμητα στην Αφάνεια. Για όπλα οι Ασσιώτες, είχαν μαζί τους γεωργικά εργαλεία, όπως φτυάρια, αξίνες, μαχαίρια. Τότε οι Τούρκοι άρχισαν να εκκενώνουν το χωριό Αφάνεια, φεύγοντας προς το αμιγές τουρκικό χωριό Αγυιά Κεπήρ.[22] Το ίδιο βράδυ κάποιοι, έβαλαν φωτιές σε περιφράξεις των τουρκικών σπιτιών στην Άσσια. Όταν ξημέρωσε Κυριακή, μάταια οι Έλληνες τους διαβεβαίωναν ότι δεν είχαν να φοβηθούν τίποτε. Οι Τούρκοι φόρτωσαν τα πράγματά τους σε αυτοκίνητα και εγκατέλειψαν ομαδικά την Άσσια.
Ασχολίες κατοίκων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λόγω της μορφολογίας του εδάφους και του ποταμού Γιαλιά, η Άσσια ήταν ανέκαθεν γνωστή ως αγροτικό χωριό[23]. Μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα η πλειοψηφία των χωρικών ασχολείτο με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Συγκεκριμένα οι Ασσιώτες καλιεργούσαν σιτηρά, βαμβάκι, σησάμι και εποχιακά όπως αγγουράκια, πεπόνια, καρπούζια, αλλά και τριφύλλι και ρόβι[24][25]. Παγκύπρια φημισμένο χωριό για τα Ασσιώτικα αγγούρια του, και για τα γαϊδούρια του[26]. Κατά την απογραφή του 1946 το χωριό είχε 2041 κατοίκους οι οποίοι καλλιεργούσαν 3281 σκάλες σιτάρι, 5620 κριθάρι, 1373 κτηνοτροφικά φυτά, 1208 σκάλες βαμβάκι, και 211 σκάλες σησάμι. Κατά την ίδια απογραφή, το χωριό είχε 3121 ρίζες ελιές, 49 άλογα, 281 γαϊδούρια, 331 βόδια, 2047 πρόβατα, 264 κατσίκες [27].
Η καλλιέργεια του σιταριού γινόταν βορειοανατολικά και δυτικά του χωριού και οριοθετείται μεταξύ των χωριών Αφάνεια - Αγκαστίνα - Μουσουλίτα και Στρογγυλός, δηλαδή η έκταση ανάμεσα στον παλιό και τον καινούριο δρόμο Λευκωσίας - Αμμοχώστου. Αυτή η περιοχή της Μεσαορίας λεγόταν "Κάμπος". Το χώμα των χωραφιών αυτής της περιοχής ήταν καθαρό από την ίλη των ποταμών. Η καλλιέργεια του κριθαριού γινόταν στα νοτιοανατολικά και νοτιοδυτικά του χωριού, στην περιοχή που περικλείεται μεταξύ του παλαιού δρόμου Λευκωσίας - Αμμοχώστου και των χωριών Βατυλή - Άρσος - Αγιά - Αφάνεια. Τα χωράφια αυτής της περιοχής, που λεγόταν «Τράχωνας», ήταν κάπως πετρώδη και λιγότερο γόνιμα, η δε απόδοσή τους ήταν ικανοποιητική με κανονική βροχόπτωση. Μέχρι το 1960, γινόταν καλλιέργεια βαμβακιού. Η καλλιέργειά του γινόταν στον "Κάμπο". Ένα άλλο αξιόλογο προϊόν για πολλούς γεωργούς ήταν το σησάμι. Η καλλιέργειά του γινόταν στον Κάμπο. Φυτευόταν είτε μέσα σε φυτείες βαμβακιού είτε μόνο του, κυρίως σε χωράφια που είχαν ποτιστεί το χειμώνα από τον ποταμό. Μέσα στις φυτείες του βαμβακιού φύτευαν επίσης πεπονιές και καρπουζιές. Η παραγωγή πεπονιών και καρπουζιών ήταν εξαιρετική σε ποιότητα και ποσότητα, κυρίως στα χωράφια που είχαν ποτιστεί από τον ποταμό. Η ποιότητα και γεύση των πεπονιών ήταν πολύ καλές, γιατί τα φυτά ήταν άνυδρα δηλαδή δεν ποτίζονταν. Για πολλά χρόνια τα πεπόνια της Άσσιας ήταν πολύ γνωστά για την εξαίρετη γεύση τους [28]. Το πιό γνωστό κέντρο του χωριού ήταν το κέντρο ''του Γιακουμή'', με δεκάδες κόσμο να μαζεύεται καθημερινα και να απολαμβάνει τα καλά κυπριακά εδέσματά του.
Πολιτισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εκκλησίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το χωριό είχε έξι εκκλησίες : του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, του Αγίου Θεοδώρου, του Αγίου Σπυρίδωνα, της Παναγίας και του Προφήτη Ηλία, το οποίο μετατράπηκε σε τζαμί το 1571 με την άλωση της Κύπρου. Στον κάμπο της Μεσαορίας βορειότερα του ναού της Παναγίας, υπήρχαν ερείπια εκκλησίας προγενέστερης του ναού της Παναγίας.
Την περίοδο της Βενετοκρατίας το χωριό μετακινήθηκε προς τα νότια, και οι κάτοικοι έχτισαν κάπου στο κέντρο του χωριού, την εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Με την κατάκτηση της Κύπρου από τους Τούρκους η εκκλησία του Προφήτη Ηλία μετατράπηκε σε τζαμί. Οι παλαιότεροι κάτοικοι ανέφεραν ότι ο Ραματάν Πασάς - που κατέστρεψε το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου της Μάνιας, αφού του το δώρισε ο Λαλά Μουσταφάς - διάλεξε την εκκλησία του Προφήτη Ηλία για να προσευχηθεί. Έκοψε με το σπαθί του μια γωνία της εκκλησίας - της έκαμε τάχα περιτομή - και την ανακήρυξε τζαμί. Τις εικόνες τις πήραν κρυφά οι Χριστιανοί και τις φύλαξαν για τις νέες εκκλησίες τους αργότερα. Επειδή οι Τούρκοι κατοικούσαν στο κέντρο του χωριού, και σε αυτή την περιοχή ήταν η εκκλησία που μετατράπηκε σε τζαμί, το χωριό χωρίστηκε σε δυο ενορίες, σε αυτούς που έμεναν στα δυτικά του χωριού ή την «πάνω» ενορία και την κάτω, αυτούς που έμεναν στα ανατολικά του χωριού. Λίγο μετά το μέσο του 19ου αιώνα περίπου το 1861 έκτισαν και τις εκκλησίες τους, του Τιμίου Προδρόμου η πάνω και του Αγίου Γεωργίου, η κάτω ενορία. Οι εκκλησίες χτίστηκαν με εθελοντική εργασία των κατοίκων και λόγω της μεγάλης προθυμίας τους, σε απίστευτα σύντομο χρονικό διάστημα.
Σωματεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Άσσια δραστηριοποιούνταν δύο ποδοσφαιρικά σωματεία, ο Εθνικός Άσσιας που ιδρύθηκε τον Μάρτιο[29] του 1966 και η Ομόνοια Άσσιας (με έτος ίδρυσης το 1961)[30].
Υπηρεσίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο χωριό λειτουργούσαν διάφορες κοινωφελείς υπηρεσίες, όπως κινηματογράφος, εστιατόρια ταβέρνες κτλπ. Υπάρχει επίσης και το γνωστό Αγροτικό Υγειονομικό Κέντρο (Α.Υ.Κ.) Ιδαλίου το οποίο εξυπηρετεί και τα γύρω χωριά. Εκτός αυτού λειτουργεί και μια στέγη ηλικιωμένων, ο Άγιος Δημητριανός πλησίον του Υγειονομικού Κέντρου.
Προσωπικότητες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Άσσια γεννήθηκαν ο λαϊκός ζωγράφος Μιχαήλ Κάσιαλος[31][32] (1885-1974) και ο υποστράτηγος Χρίστος Φώτης[33] (1931-1974).
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Κώστας Χρ. Τζωρτζής, Άσσια μέρες συμφοράς. Αγώνας για επιστροφή, Λευκωσία 1989, σελ. 13.
- ↑ Ιστορική αναφορά από τον Πολιτιστικό όμιλο του χωριού
- ↑ Το τοπωνυμικό της Κύπρου, Σ. Μενάδρου,Αθήναι, 1907
- ↑ Το τοπωνυμικό της Κύπρου, Σ. Μενάδρου,Αθήναι, 1907,(τόμ. 11 σ. 457, 461, 471)
- ↑ Το τοπωνυμικό της Κύπρου, Σ. Μενάδρου,Αθήναι, 1907,(τόμ. 11 σ. 69)
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 26.
- ↑ Οι Αγνοούμενοι της Άσσιας
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 40.
- ↑ «MOTION FOR A RESOLUTION on mass graves of the missing persons of Ashia at Ornithi village in the occupied part of Cyprus». www.europarl.europa.eu (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2022.
- ↑ Οι Αγνοούμενοι της Άσσιας
- ↑ 44 yıl sonra gelen anlamlı teşekkür… - 3 -Kaynak: 44 yıl sonra gelen anlamlı teşekkür…,Sevgül Uludağ
- ↑ Πληροφορίες για τον πληθυσμό και το διάγραμμα από τα Wikidata.
- ↑ 13,0 13,1 «Census of Cyprus, 1881». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1881. 4 Απριλίου 1881. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2018. σελ. 4.
- ↑ «Census of Cyprus, 1891». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1891. 6 Απριλίου 1891. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2018. σελ. 14.
- ↑ «Census of Cyprus, 1901». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1901. 31 Μαρτίου 1901. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2018. σελ. 13.
- ↑ «Census of Cyprus, 1911». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1911. 2 Απριλίου 1911. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2018. σελ. 13.
- ↑ «Census of Cyprus, 1921». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1921. 24 Απριλίου 1921. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2018. σελ. 12.
- ↑ «Census of Cyprus, 1931». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1931. 27 Απριλίου 1931. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2018. σελ. 10.
- ↑ «Census of Population and Agriculture 1946». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1946. 10 Νοεμβρίου 1946. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2018. σελ. 6.
- ↑ «Census of Population and Agriculture 1960». (Αγγλικά) Απογραφή Πληθυσμού 1960. 11 Δεκεμβρίου 1960. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2018. σελ. 10.
- ↑ «Cyprus census 1973» (Αγγλικά) Στατιστική Υπηρεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
- ↑ Προσωπική Μαρτυρία του Γιάννη Νίκα για τα γεγονότα της 26ης - 29ης Μαΐου 1956
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 203.
- ↑ Κοινή ονομασία τού φυτού Ervum ervilia τού γένους όροβος
- ↑ Το ρόβι είναι ένα κτηνοτροφικό φυτό που ανήκει στην οικογένεια των ψυχανθών
- ↑ Ομιλία Μακαρίου κατά τον Τάσσο Παπαδόπουλο
- ↑ Ζωή και Τόπος
- ↑ ΑΣΣΙΑ ζωντανές μνήμες βαθιές ρίζες μηνύματα επιστροφής, Λευκωσία 1983 - Πολιτιστικός Σύνδεσμος «Η Άσσια» Λεοντίου Νίκος (1983)
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 173.
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 180.
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 169-171.
- ↑ Ιστορία των Ελλήνων, εκδόσεις Δομή, τόμος 15, Αθήνα, χ.χ., σελ. 632.
- ↑ Τζωρτζής, 1989, σελ. 34.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Assia». www.prio-cyprus-displacement.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2018.
- Πολιτιστικός Σύνδεσμος η 'Ασσια