Μετάβαση στο περιεχόμενο

Έρικ Χάραλντσον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Έρικ Μπλοντάξ)
Έρικ Χάραλντσον
Χάλκινο νόμισμα με την επιγρ.: ERIC REX.
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση895[1]
Θάνατος954
Stainmore
Χώρα πολιτογράφησηςΝορβηγία
ΘρησκείαOld Norse religion
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΓκούνχιλντ, μητέρα των βασιλέων
ΤέκναGamle Eirikssen
Χάραλντ Γκράφελντρ[2]
Ragnhild Eriksdotter
Gottorm Eriksson
Ragnfred Eriksson
Erling Eriksson
Gudrod Eriksson
Sigurd Sleva
ΓονείςΧάραλντ Χορφάγκρε[2] και Ράγκνχιλντ η Ισχυρή[2]
ΑδέλφιαÅlov Haraldsdotter
Χάακον ο Αγαθός
Όλαφ Χάραλντσον Γκάιρστανταλφ
Μπγιέρν Φάρμαν
Halvdan Hålegg
Guttorm Haraldsson
Halfdan Haraldsson the Black
Rørek Haraldsson
Halfdan Hvide (?)
Frode Haraldsson
Gudrød Ljome
Gudrød Skirja
Ragnvald Rettilbein, King of Hadeland
Ring, King in Hedemarken and Gundbransdalen
Sigrød Haraldsson
Sigtrygg Haraldsson
Torgils Haraldsson
Ulfljotr Haraldsson
Dag Haraldsson
Ragnar Rykkel
Sigurd Rise
ΟικογένειαΟίκος του Χορφάγκρε
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςBattle of Stainmore
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜονάρχης της Νορβηγίας (931–933)
βασιλιάς της Νορθουμβρίας (947–949)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Έρικ Α΄ Χάραλντσον ο Αιματοβαφής ή Έρικ με τον Αιματοβαμμένο πέλεκυ (Μπλοόξ ή Μπλόνταξ (νορβηγικά: Eirikr Blodøks, αγγλικά: Erick Bloodaxe στα αγγλικά χρονικά της εποχής, περί το 885 - 954) ήταν βασιλιάς της Νορβηγίας (929 - 934) και δυο φορές βασιλιάς της Νορθούμπρια (947 - 948) και (952 - 954). Ήταν γιος του Χάραλντ Α΄ του Καλλίκομου, γενάρχη της Νορβηγικής δυναστείας και της Ράγκνχιλντ της Ισχυρής, κόρης του Έρικ. Οι ιστορικοί έχουν χρησιμοποιήσει ελάχιστα ιστορικά δεδομένα, προκειμένου να εξάγουν τα συμπεράσματα τους για τον Έρικ· υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στις πηγές, που σχετίζονται με έναν βασιλιά της Νορθούμπρια και στις πηγές των σάγκα για τον Έρικ της Νορβηγίας, έναν οπλαρχηγό που κυβέρνησε τη νορβηγική Βέστλαντ τη δεκαετία του 930.[3] Οι νορβηγικές πηγές του 12ου αιώνα έχουν ταυτίσει τα δυο πρόσωπα σε ένα, και τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν και οι σύγχρονοι ιστορικοί, μετά το σχετικό άρθρο του ιστορικού Κόλλινγκγουντ (1901). Η ταυτοποίηση αυτή απορρίφθηκε αργότερα από την ιστορικό Κλαίρη Ντάουνχαμ, η οποία ισχυρίστηκε ότι τα Νορβηγικά σάγκας του 12ου αιώνα βασίστηκαν σε Αγγλικές πηγές.[4] Η άποψη αυτή δεν επικράτησε τελικά στην επιστημονική ιστορική κοινότητα.[5]

Οι σύγχρονες πηγές χρησιμοποιούσαν διαφορετικά στοιχεία όπως το Αγγλοσαξωνικό χρονικό, το νομισματικό σύστημα του Έρικ και τη Σκανδιναβική ποίηση.[6] Οι ασάφειες αυτές δεν μπορούν να δικαιολογηθούν αν λάβουμε υπόψη τον μεγάλο πλούτο των πηγών των Σάγκας για τον Έρικ τις οποίες βρίσκουμε στις βιογραφίες του πατέρα του Χάραλντ Χόρντφαρε και του αδελφού του Χάακον του Αγαθού. Οι ασάφειες σχετικά με την ταυτοποίηση του με τον Έρικ της Νορθουμπρίας κάνουν τις Νορβηγικές πηγές του 11ου αιώνα περισσότερο αναξιόπιστες.[7] Το προσωνύμιο "Μπλοντάξ" ή "Μπλόντ-έιξ" είναι διπλό και αμφίβολης προέλευσης, το πιο πιθανό να χρησιμοποίηθηκε τον 10ο αιώνα ή ίσως αργότερα όταν έγινε επίκεντρο του θρύλου.[8] Οι σάγκα εξηγούν ότι προέρχεται από τις αιματηρές μάχες του με τους αδελφούς του για την κυριαρχία στη Νορβηγία, ο Θεοδώριχος αναφέρει σχετικά με τον βίαιο χαρακτήρα του λόγω της συμπεριφοράς του απέναντι στους αδελφούς του.[9] Άλλα Σάγκας με τη σειρά τους αναφέρουν ότι σχετίζεται με τον πολεμικό χαρακτήρα του σαν Βίκινγκ επιδρομέα.[10]

Ο Έρικ στη Νορβηγία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορικές ανακρίβειες σχετικά με την ταυτοποίηση του ως βασιλιά της Νορθουμπρίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αγγλοσαξωνικό χρονικό τον περιγράφει λακωνικά σαν γιο του Χάραλντ.[11] Στις αρχές του 12ου αιώνα ο Ιωάννης του Γουόκεστερ αναφέρει ότι ο Έρικ Μπλοντάξ σχετίζεται με τους κυβερνήτες της Νορθουμπρίας.[12] Οι Νορβηγικές ιστορίες και τα Ισλανδικά Σάγκας αναφέρουν αντίστοιχα τον βασιλιά της Νορθουμπρίας σαν γιο του Χάραλντ.[13] Η Σκανδιναβική ποίηση επιβεβαιώνει αυτές τις πληροφορίες αν και υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες σχετικά με την αξιοπιστία των στίχων.[14] Ένας άλλος Χάραλντ γνωστός εκείνη την περίοδο ήταν ο Αράλτ-μακ-Σιτρίκ (πέθανε το 940) βασιλιάς του Λίμερικ και πατέρας του Μάκους και του Γκοφρέντ.[15] Αυτό μπορεί να συσχετιστεί με το γεγονός ότι τα δυο αδέλφια μαζί με κάποιον Έρικ ήταν βασιλείς των Εβρίδων, σε ένα γράμμα που απευθύνεται στον πάπα Βονιφάτιο Η΄ ο Εδουάρδος Α΄ της Αγγλίας αναφέρει ότι κάποιος Έρικ βασιλιάς της Σκωτίας ήταν υποτελής του.[16] Τον 19ο αιώνα μερικοί συγγραφείς όπως ο Τσάρλς Πλάμμερ (1851 -1927) αναφέρουν ότι ο Έρικ ήταν γιος του Χάραλντ Α΄ της Δανίας και τον ταυτίζουν με κάποιον γιο του Χάραλντ με το όνομα Χίρινγκ.[17] Η μόνη πηγή σχετικά με αυτό το θέμα ήταν η αναφορά του Αδάμ της Βρέμης που γράφει ότι : "Ο Χάραλντ έστειλε τον γιο του Χίρινγκ στην Αγγλία με στρατό, όταν αργότερα υπέταξε το νησί προδόθηκε και σκοτώθηκε από τους Νορθούμβριους", τα ονόματα ωστόσο δεν ταυτίζονται μεταξύ τους.[18]

Περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το γενεαλογικό δέντρο του Έρικ περιέχουν οι Ισλανδικές και οι Νορβηγικές πηγές του 12ου και του 13ου αιώνα οι οποίες είναι περιορισμένες και σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς θεωρούνται αναξιόπιστες.[19] O Χάραλντ Χορφάγκρε αναφέρεται σαν πολυγαμικός και γόνιμος βασιλιάς ο οποίος είχε αποκτήσει 16 - 20 παιδιά.[20][21] Η μητέρα του Έρικ Μπλοντάξ παρόλο που θεωρείτο ανώνυμη τα περισσότερα από τα Ισλανδικά Σάγκας αναφέρουν ότι ήταν η Ράγκνχιλντ Έρικσνταττερ κόρη του Έρικ βασιλιά της νότιας Γιουτλάνδης.[22] Η πιθανότητα να είχε παντρευτεί ο Χάραλντ μια Δανή πριγκίπισσα υπάρχει σε Σκανδιναβικούς στίχους, ωστόσο είναι αβέβαιο αν υπάρχει το όνομα της στην αρχική σύνθεση.[23] Ο Σνόρρι Στούρλουσον αναφέρει ότι ο Χάραλντ είχε 11 συζύγους πριν τη Ράγκνχιλντ, αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις πληροφορίες ότι ο Έρικ ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του Χάραλντ.[24] Όλες οι πληροφορίες ωστόσο καταλήγουν στο γεγονός ότι ο Χάακον ο Αγαθός ήταν ο μικρότερος ετεροθαλής αδελφός και διάδοχος του Έρικ. Σύμφωνα με τον Σνόρρι Στούρλουσον και τα Σάγκα του Εγκίλ ο Έρικ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας μαζί με τον Βίκινγκ πολέμαρχο Θορίρ και τον γιο του Ροάλντ.[25] Στα εφηβικά του χρόνια περιγράφεται ότι ήταν εξαιρετικά γερός και ανδρείος, ξεκίνησε την έντονη αφοσίωση του στην πειρατεία, τέσσερα χρόνια λεηλατούσε τις ακτές της Δανίας, της Γερμανίας και της Βαλτικής, άλλα τέσσερα χρόνια της Σκωτίας, της Ουαλίας, της Ιρλανδίας και της Γαλλίας.[26] Τα Σάγκας του Εγκίλ περιγράφουν ότι μέσω του ποταμού Ντβινά λεηλάτησε το λιμάνι του Περμ.[27]

Γάμος με την Γκούνχιλντ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο "Η Ζωή του Αγίου Καθρόε του Μέτς" (γραμμένο γύρω στα 1000) δίνει τις περισσότερες και πιο σύγχρονες πληροφορίες για τον Έρικ και τη σύζυγο του. Αναφέρει :

"Ο βασιλιάς της Κάμπρια οδήγησε τον Καθρόε σε μια περιοχή ανάμεσα στο Καρλάιλ και το Ληντς, στα σύνορα μεταξύ των βασιλείων της Κάμπρια και των Σκανδιναβών, στη συνέχεια ένας ευγενής ο Γκουντέρικ τον οδήγησε στη Γιορκ στον βασιλιά Έρικ ο οποίος είχε σύζυγο μια συγγενή του Καθρόε".[28]

Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις πληροφορίες που παρέχουν τα τελευταία Σάγκας αποδεικνύει ότι η σύζυγος του Έρικ είχε Βρετανική ή Σκωτσέζικη καταγωγή.[29] Σύμφωνα με τα τελευταία Σάγκας του Έγκιλ τα οποία είχαν συγγραφεί τον 13ο αιώνα η σύζυγος του Έρικ ονομαζόταν Γκούνχιλντ, μητέρα των βασιλέων. [30] Το όνομα αναφέρεται στα τελευταία Σάγκας του Έγκιλ ο οποίος στηρίχτηκε σε κάποιο παλιότερο ποίημα το οποίο δεν περιείχε το όνομα της Γκούνχιλντ γι'αυτό ιστορικοί βγάζουν το συμπέρασμα ότι είναι μεταγενέστερη εισαγωγή.[31] Οι αναφορές των Σάγκας είναι πάντως ομόφωνες στο γεγονός ότι ο Έρικ είχε μια σύζυγο με το όνομα Γκούνχιλντ.[32] Τα πρώτα Νορβηγικά Σάγκας την περιγράφουν ως κόρη του Δανού βασιλιά Γκόρμ του Παλαιού, τα πιο πρόσφατα ονομάζουν τον πατέρα της Οζούρ με καταγωγή από τη βόρεια Νορβηγική επαρχία του Χαλογκαλάντ.[33] Η εχθρότητα των Ισλανδών απέναντι στην Γκούνχιλντ πιθανότατα προέρχεται από το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη βασιλική αυλή της Δανίας.[34] Δεν υπάρχει ομόφωνη συμφωνία η οποία θα μπορούσε να λύσει το συγκεκριμένο πρόβλημα, μια πρώιμη εκτίμηση ήταν ότι ο βασιλιάς της Γιορκ λεγόταν Όλαφ Σίθρικσον του οποίου η δεύτερη σύζυγος ήταν Ιρλανδή.[35] Η Κλάρε Ντάουνχαμ πρόσφατα απέρριψε το γεγονός ότι ο Έρικ της Νορθουμπρίας ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Έρικ Μπλοντάξ.[36] Υπάρχουν επιπλέον πολλές πιθανότητες να μην ήταν μονογαμικός αλλά να χρησιμοποιούσε δυο συζύγους την ίδια χρονική στιγμή.[37]

Αιματηρή επικράτηση στη Νορβηγία απέναντι στα αδέλφια του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Νορβηγικά Σάγκας αναφέρουν αναρίθμητους γιους του Χάραλντ Χορφάγκρε οι οποίοι συγκρούστηκαν σκληρά για τη διαδοχή στον θρόνο της Νορβηγίας, ιδιαίτερα έντονη έμεινε γνωστή η σύγκρουση ανάμεσα στον Έρικ και στον μικρότερο αδελφό του Χάακον τον Αγαθό.[38] Ο Έρικ σκότωσε βίαια δυο από τους αδελφούς του τον Ράγκνβαλντ βασιλιά του Άντελαντ και τον Μπζόρν Φαρμάν, βασιλιά του Βεστφόλντ.[39] Μερικά κείμενα αναφέρουν ότι ο Χάραλντ Χορφάγκρε επέτρεψε στον γιο του Έρικ Μπλοντάξ να κυβερνήσει μαζί του στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ο Έρικ στη συνέχεια διαδέχτηκε τον πατέρα του μετά τον θάνατο του, έσφαξε τις συνδυασμένες δυνάμεις των ετεροθαλών αδελφών του Όλαφ και Σίγκουρντ και έγινε απόλυτος κυβερνήτης σε ολόκληρη τη Νορβηγία.[40] Την ίδια εποχή ο μικρότερος και πιο διάσημος αδελφός του Έρικ Χάακον διέμενε σε ασφάλεια στην αυλή της Δυτικής Σαξονίας αφού είχε ανατραφεί στην αυλή του Έθελσταν της Αγγλίας.[41] Η βασιλεία του Έρικ Μπλοντάξ ήταν βίαιη και δεσποτική αναγκάζοντας τη Νορβηγική αριστοκρατία να στραφεί εναντίον του, την ίδια εποχή ο Χάακον επέστρεψε στη Νορβηγία και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από την αριστοκρατία, ο Έρικ αναγκάστηκε να δραπετεύσει στη Βρετανία.[42] Ο Σνόρρι Στούρλουσον αναφέρει οτι οι επιτυχίες του Χάακον πραγματοποιήθηκαν περισσότερο χάρη στην υποστήριξη που είχε από τον Σίγκουρντ, κόμη του Λαντ.

Ο καθορισμός του μήκους και της βασιλείας του Έρικ δεν μπόρεσε να οριστεί πλήρως χρονολογικά λόγω της μεγάλης σύγχυσης που υπάρχει ανάμεσα στις ιστορικές πηγές.[43]

Μετάβαση στην Αγγλία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Χάρτης με απεικόνιση των περιοχών που έδρασε ο Έρικ στην Αγγλία.

Τα Νορβηγικά Σάγκας παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές σχετικά με τον τρόπο τον οποίο μετέβη ο Έρικ Μπλοντάξ στην Αγγλία όταν εξορίστηκε από τη Νορβηγία. Ο Θεοδώριχος αναφέρει την άφιξη του στην Αγγλία και την υποδοχή του από τον βασιλιά Έθελσταν της Αγγλίας, τη σύντομη βασιλεία του και τον θάνατο του στη συνέχεια. Παρόμοιες Νορβηγικές ιστορίες αναφέρουν ότι πήγε απ'ευθείας στην Αγγλία όπου έγινε δεκτός από τον ετεροθαλή αδελφό του Χάακον, βαπτίστηκε χριστιανός και του δόθηκε η κυβέρνηση της Νορθουμπρίας από τον Εθελστάν. Όταν η βασιλεία του έγινε μισητή μετέβη σε αποστολή στην Ισπανία στην οποία σκοτώθηκε. Ο Αγκρίπ τέλος λέει ότι μετέβη στη Δανία στην πατρίδα της συζύγου του την οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει σαν βάση για να κερδίσει τους υποστηρικτές του.[44]

Τα τελευταία Σάγκας κάνουν εκτεταμένες αναφορές σχετικά με τις δραστηριότητες του Έρικ στη Νορβηγία και στη Νορθούμπρια στην οποία πραγματοποιούσε επιδρομές σε εκτεταμένο βαθμό. Η κομητεία των Ορκάδων η οποία ήταν πρώην βάση των Βίκινγκ είχε κατακτηθεί από τον πατέρα του Έρικ, οι λογοτεχνικοί στίχοι αναφέρουν τον γάμο της κόρης του Ραγκχίλντ με τον γιο του Θορφίν Αρνφίν ο οποίος ήταν μελλοντικός κόμης των Ορκάδων αλλά δεν είχε πατήσει ο ίδιος στα νησιά.[45] Τα Σάγκας των Ορκάδων τα οποία είχαν συγγραφεί γύρω στο 1200 αναφέρουν την παρουσία του Έρικ Μπλοντάξ στις Ορκάδες και τη συμμαχία του με τους αδελφούς κυβερνήτες Άρνκελ και Έρλαντ αλλά πριν ανατραπεί στη Νορθούμπρια από τον Όλαφ.[46] Η πλειοψηφία των τελευταίων Σάγκας αναφέρει ωστόσο ότι ο Έρικ εξέπλευσε απ'ευθείας στις Ορκάδες, υπέταξε τους κόμητες και δημιούργησε μια στρατιωτική βάση προκειμένου να πραγματοποιήσει εκστρατείες για τους επόμενους στόχους του όπως οι Ερβίδες, η Σκωτία και η Αγγλία. Η συμμαχία του με τους κυβερνήτες των Ορκάδων επικυρώθηκε με τον γάμο της κόρης του Ράγκχιλντ με τον μελλοντικό κόμη των Ορκάδων Άρνφιν γιο του Θορφίν.[47] Το γεγονός ότι ο Έρικ έγινε βασιλιάς της Νορθούμπριας είναι γεγονός αναμφισβήτητο παρά το γεγονός ότι οι ιστορικές πηγές είναι ελάχιστες και αμφισβητούμενες, τις πιο αξιόπιστες πληροφορίες οι ιστορικοί τις στηρίζουν στο Αγγλοσαξωνικό χρονικό. [48]

Ο Έρικ στη Νορθούμπρια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νορθούμπρια υπό τον έλεγχο των Άγγλων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νορθούμπρια βρισκόταν στο επίκεντρο της διαμάχης ανάμεσα στους βασιλείς των Δυτικών Σαξόνων και στους βασιλείς του Δουβλίνου απογόνους του Ιμέρ, οι μάχες ήταν συνεχόμενες και η περιοχή άλλαζε συνεχώς χέρια.[49] Η Νορθούμπρια περιήλθε τελικά υπο Αγγλική κατοχή (927). Η μάχη του Μπρούνανμπουρ (937) στην οποία ο Εθελστάν και ο ετεροθαλής αδελφός του Εδμόνδος νίκησαν τον Όλαφ Γ΄ του Δουβλίνου εδραίωσαν την κατοχή του στην περιοχή, αυτό φαίνεται και στα βασιλικά διατάγματα που εκδόθηκαν την περίοδο (937 - 939) στα οποία εμφανίζεται ο Έθελσταν βασιλιάς ολόκληρης της Βρετανίας.[50] Ο Έθελσταν πέθανε (939), ο ετεροθαλής αδελφός και διάδοχος του Εδμόνδος Α΄ της Αγγλίας ο οποίος ήταν μόλις 18 ετών στάθηκε ανίκανος να διατηρήσει τον έλεγχο του στη Νορθούμπρια.[51] Αμέσως μετά έναν νέος βασιλιάς από τη δυναστεία των Ουί Ιμέρ έκανε την Υόρκη ως έδρα του. Σύμφωνα με τα Ιρλανδικά Χρονικά ο παλιός αντίπαλος του Εδμόνδου Όλαφ Γκούθφριθσον ενώθηκε με τον ξάδελφο του Αμλάιμπ Κουαράν στην Υόρκη, ο Όλαφ Γκούθφριθσον πέθανε το 941, το Αγγλοσαξωνικό χρονικό τοποθετεί τον θάνατο του το 942.[52] Ο Αμλάιμπ Κουαράν με λαϊκή υποστήριξη από τη Νορθούμπρια εξελέγη νέος βασιλιάς της χώρας και μοίρασε τον θρόνο του με τον ανιψιό του Ραγκνάλντ γιο του Γκοφρέντ.[53]

Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο αρχιεπίσκοπος της Υόρκης Γούλφσταν είχε παίξει σημαντικό πολιτικό ρόλο στην περίοδο της βασιλείας του Αμλάιμπ. Ο Εδμόνδος στη συνέχεια (942) με δυναμικό τρόπο κατέλαβε τη Μερκία και πέντε μεγάλες επαρχίες της Ντάνελαου, συγγραφείς έγραψαν πολλά ιπποτικά μυθιστορήματα στη σύγχρονη εποχή για να τιμήσουν τα κατορθώματα του.[54] Ο Αμλάιμπ απάντησε την ίδια χρονιά με επίθεση στο Ταμγουόρθ αλλά τόσο ο ίδιος όσο και ο Γούλφσταν ενώ βάδιζαν για το Λέστερ πολιορκήθηκαν σκληρά από τον Εδμόνδο και κατόρθωσε να δραπετεύσει την τελευταία στιγμή. Στη συνέχεια ακολούθησαν διαπραγματεύσεις και κλείστηκε μεταξύ τους ειρήνη, ο Αμλάιμπ έγινε σύμμαχος του Εδμόνδου, ωστόσο όταν η Νορθουμπρία πέρασε ξανά στα χέρια των Δυτικών Σαξόνων ο Εδμόνδος έδιωξε τους Βίκινγκ κυβερνήτες.[55] Ο χρονικογράφος Έθελγουιρντ ήταν ξεκάθαρος στο ότι ο Γουλφστάν και ο κυβερνήτης κόμης του ήταν αυτοί που εκδιώχθησαν και αναγκάστηκαν να υποταχθούν στον Εδμόνδο.[56]

Βασιλιάς της Νορθούμπρια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Νόμισμα κομμένο στη Γιορκ με την επιγραφή του Έρικ Μπλοντάξ.

Την ίδια χρονιά ο Εδμόνδος έκανε επιδρομή στην Κάμπρια και ανέθεσε τη διοίκηση της στον Μάλκολμ Α΄ της Σκωτίας, τα Ιρλανδικά χρονικά αναφέρουν ότι ο Αμλάιμπ επέστρεψε στο Δουβλίνο (945). Ο Εδμόνδος δεν κατόρθωσε να ζήσει πολύ ακόμα αφού σκοτώθηκε σε μάχη την επόμενη χρονιά (946). Ο Έντρεντ της Αγγλίας διαδέχθηκε στον θρόνο τον αδελφό του Εδμόνδο Α΄ (946), η κυριαρχία των Άγγλων στη Νορθουμπρία αποδείχτηκε στη συνέχεια ασταθής αφού ήταν πιστοί στους Σκωτσέζους, ο Έντρεντ κάλεσε τους Σκωτσέζους να του δώσουν όρκο υποταγής.[57] Στη συνέχεια κάλεσε τον αρχιεπίσκοπο Βούλφσταν να δώσει όρκο υποταγής αλλά η Αγγλική κυριαρχία στην περιοχή δεν έγινε δεκτή από τους κατοίκους. Το χρονικό αναφέρει ότι οι Νορθούμπριοι παραβίασαν τους όρκους τους (947) απέναντι στον Έντρεντ εκλέγοντας βασιλιά τους τον Έρικ.[58] Ο Έντρεντ πραγματοποίησε εκστρατεία στη Νορθουμπία για να τιμωρήσει τους επαναστάτες, έκαψε το υπουργείο στο Ρίπον που είχε ιδρυθεί από τον Βίλφριντ. Οι δυνάμεις του Έντρεντ είχαν σημαντικές απώλειες στη Μάχη του Κάστλφορντ αλλά κατόρθωσε να διατηρήσει τον έλεγχο της κατάστασης, οι ευγενείς φοβήθηκαν τον Σάξονα βασιλιά γι'αυτό αναγκάστηκαν να αποκηρύξουν τον Έρικ και να δεχτούν ξανά βασιλιά τους το Έντρεντ (948). [59] Τα χρονικά των βασιλέων της Άλμπα αναφέρουν ότι ο Μάλκολμ Α΄ της Σκωτίας έκανε επιδρομή στη Νορθούμπρια (949) νότια του ποταμού Λί μεταφέροντας πολλά βοοειδή και αιχμαλώτους.[60] Ο Έντρεντ τοποθέτησε βασιλιά στη Νορθούμπρια ξανά τον Όλαφ αλλά σύμφωνα με τα χρονικά το 952 "Οι Νορθούμπριοι ευγενείς έστειλαν στην εξορία τον Όλαφ κάνοντας βασιλιά τους ξανά τον Έρικ γιο του Χάραλντ" [61] Τα Χρονικά του Ούλστερ αναφέρουν την ίδια εποχή τη νίκη των ξένων δυνάμεων δηλαδή των Νορβηγών απέναντι στους ντόπιους όπως οι Ουαλοί και οι Σκωτσέζοι.[62] Οι πηγές για τη δεύτερη περίοδο της βασιλείας του είναι αρκετά ασαφείς, το πιθανότερο είναι να κατέλαβε ξανά τη Νορθούμπρια επικεφαλής Βίκινγκ πολεμιστών αλλά και η δεύτερη περίοδος δεν κράτησε πολύ αφού το 954 οι Νορθούμπριοι τον έδιωξαν για δεύτερη φορά.[63]

Αναφορές για τον αρχιεπίσκοπο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σχέσεις του Έρικ με τον αρχιεπίσκοπο Βούλφσταν, τον κληρικό που έπαιξε σημαντικό ρόλο την εποχή του βασιλιά Αμλάιμπ στις αρχές της δεκαετίας του 940 είναι αρκετά ασαφείς. Σύμφωνα με πληροφορίες ο Βούλφσταν ήταν αρχηγός της πολιτικής ομάδας η οποία επανέφερε τον Έρικ στον θρόνο της Νορθουμπίας, η εκστρατεία του Έντρεντ στη Νορθουμπία όταν έκαψε το υπουργείο στο Ριπόν είχε σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες σαν στόχο τον αρχιεπίσκοπο ο οποίος ήτα μόνιμος εχθρός του.[64] Οι κατάλογοι των Αγγλο-Σαξωνικών καταστατικών αποκαλύπτουν τις περιόδους τις οποίες ο Βούλφσταν βρισκόταν στην αυλή του Έντρεντ σαν διπλωματικός αντιπρόσωπος ανάμεσα στους δυο βασιλείς. Την περίοδο 938 - 941 ανάμεσα στη Μάχη του Μπρούνανμπουρ (937) και την ανάκτηση των 5 επαρχιών (942) ο Βούλφσταν δεν εμφανίζεται στα βασιλικά καταστατικά, άρχισε να εμφανίζεται παροδικά μόνο μετά τις διαπραγματεύσεις του 942.[65] Η απουσία του ονόματος του αρχιεπισκόπου την πρώτη περίοδο βασιλείας του Έρικ (947 - 948) αποδεικνύει τα κενά που υπάρχουν στις πηγές για την περίοδο αυτή.[66] Την περίοδο 950 - 954 εκδόθηκαν ελάχιστα καταστατικά για να μπορούμε να έχουμε σαφή συμπεράσματα, αν και το όνομα του αναφέρεται το 950 δεν υπάρχει σε κανένα από τα 5 καταστατικά που εκδόθηκαν το 951, πιθανότατα επέστρεψε στο Αμλάιμπ.[67] Τη δεύτερη περίοδο της βασιλείας του Έρικ (952 - 954) αναφέρεται ότι εισήχθη σε δίκη πιθανότατα ύστερα από κατηγορίες του βασιλιά Έντρεντ.[68] Μετά τη δεύτερη εκθρόνιση του Έρικ το όνομα του Βούλφσταν εμφανίζεται όχι ως αρχιεπισκόπου επανήλθε αλλά αυτή τη φορά με έδρα το Ντόρτσεστερ αντί για τη Γιορκ.[69] Το συμπέρασμα βγαίνει ότι στο διάστημα αυτό ο Βούλφσταν είχε πειστεί από τον Έντρεντ να αποσύρει την υποστήριξη του στον Έρικ.[64]

Πολιτική του Έρικ στη Νορθούμπρια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι 5 επαρχίες της κεντρικής Αγγλίας τον 10ο αιώνα.

Η βασιλεία του Έρικ στη Νορθούμπρια εμφανίζεται στη νομισματική πολιτική του, στις 3 Φεβρουαρίου 2009 31 νομίσματα κομμένα στη Γιορκ εμφανίζονται με το όνομα του. Τα νομίσματα αυτά εμφανίζονται με δυο διαφορετικές μορφές σε αυτά που το όνομα του βασιλιά είναι γραμμένο οριζόντια σε δυο γραμμές και σε αυτά που το όνομα του βασιλιά είναι γραμμένο σε κυκλική μορφή γύρω από το σύμβολο του. Οι δυο τύποι νομισμάτων πιθανότατα να αντιστοιχούν στις δυο περιόδους βασιλείας του χωρίς αυτό να αποκλείει την πιθανότητα να εκδόθηκαν την ίδια περίοδο.[70] Η αιφνίδια εμφάνιση του Έρικ στο χρονικό είναι αινιγματική χωρίς να δίνει περισσότερες εξηγήσεις, τα χρονικά της ζωής του Σκωτσέζου αγίου Καθρόε του Μέτς δίνουν περισσότερες ερμηνείες στην υπόθεση. Ο Άγιος Καθρόε ένας Σκωτσέζος άγιος με Κέλτικο όνομα επισκέφτηκε κάποιον βασιλιά με το όνομα Έρικ στον δρόμο του από τη Στραθκλάιντ και την Κάμπρια προς το Ληντς με προορισμό να πάει στη χώρα των δυτικών Φράγκων.[71] Ο βασιλιάς Έρικ είχε εγκατασταθεί και παντρευτεί στην περιοχή, είχε καλές σχέσεις με τους γείτονες του, ο άγιος ισχυριζόταν ότι είναι συγγενής με τη σύζυγο του Έρικ και με τον Ντιφνβάλ Γ΄ βασιλιά του Στραθκλάιντ και της Κάμπρια, υπήρχε μια μορφή συμμαχίας μεταξύ των δυο βασιλέων. Η παραμονή του Καθρόε τοποθετείται την περίοδο 940 - 943 στην οποία ο Κωνσταντίνος Β' άφησε το βασίλειο της Σκωτίας στον Μάλκολμ.[72] Το μεγαλύτερο πρόβλημα σχετικά με την ταυτοποίηση του Έρικ εμφανίζεται στο ότι είναι αδύνατο σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρέχονται από το Αγγλοσαξωνικό χρονικό και τους Σκανδιναβικούς στίχους να ήταν ο Εδμόνδος το 946 βασιλιάς όλων των Βρετανών.[73] Περισσότερες πληροφορίες δίνουν γύρω από το θέμα τα Ιρλανδικά Σάγκας του 12ου αιώνα τα οποία συντάχθηκαν για να τονίσουν τα κατορθώματα του Κέλλαχαν μακ Μπουανταχέν, βασιλιά του Μύνστερ και των απογόνων του, σε ένα από αυτά τα ποιήματα ο "Έρικ, βασιλιάς της Ισλανδίας" κυβερνάει τις Εβρίδες.[74] Η πληροφορία ωστόσο πιθανότατα να μην είναι αληθής, ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι ο επόμενος Βίκινγκ ο οποίος κυβέρνησε τς Εβρίδες ήταν ο Γκόφρεντ μακ Αράιλτ ένας από τους γιους του Χάραλντ, τον διαδέχτηκε ο γιος του Ραγκνάλ ο οποίος αναφέρεται ως "βασιλιάς πολλών νησιών".[75][76]

Τα χρονικά δεν δίνουν περισσότερες πληροφορίες αφού οι περιπτώσεις του Αμλάιμπ και του Έρικ φαίνονται περισσότερο σαν βόρειες υποθέσεις χωρίς Σαξονική επέμβαση.[77] Μετά από μια αναφορά σχετικά με την εισβολή του Γουλιέλμου του Κατακτητή στη Σκωτία (1072) o Συμεών του Ντάρχαμ αναφέρει ότι ο Έρικ εκδιώχθηκε και δολοφονήθηκε από τον γιο του Όνλαφ Μάκους.[78] Οι ιστορικές πηγές του Ρογήρου του Γουέντοβερ τον 13ο αιώνα αναφέρουν :

"Ο βασιλιάς Έρικ σκοτώθηκε με προδοσία από τον κόμη Μάκους σε μια μοναχική θέση το Σταίνμορ μαζί με τον γιο του Χαερίκ και τον αδελφό του Ραγκνάλντ, η προδοσία έγινε από τον κόμη Όσουλφ, στη συνέχεια ο Έθελρεντ της Αγγλίας βασίλευσε σε εκείνες τις περιοχές." [79]

Το Σταίνμορ βρισκόταν στην Κάμπρια μέχρι τη διοικητική μεταρρύθμιση του 1974 σε ένα πέρασμα στα Πέννινα όρη και στα σύνορα ανάμεσα στην Κάμπρια στα δυτικά και στο Ντάρχαμ στα ανατολικά. Στο ίδιο σημείο τα βουνά τα διέσχιζε ένας παλιός Ρωμαϊκός δρόμος με προορισμό από τη Γιορκ στο Κάττερικ και στη συνέχεια από το Κάττερικ στο Καρλάιλ, ο Έρικ ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με εκείνον που ακολούθησε ο Άγιος Καθρόε. Ο κόμης Όσουλφ ο οποίος πρόδωσε τον Έρικ καταγόταν από τη βόρεια Νορθουμπρία, την περιοχή του πρώην βασιλείου της Βερνικίας, ωφελήθηκε σαφέστατα από τη δολοφονία επειδή την επόμενη χρονιά αναφέρεται σαν κόμης της Νορθουμπρίας.[80] Μετά την πτώση του Έρικ η Νορθουμπρία διοικήθηκε από κόμητες οι οποίοι ήταν υποτελείς του Άγγλου βασιλιά Έντρεντ, ο κόμης Όσουλφ ήταν ο πρώτος κόμης ο οποίος διορίστηκε.[81] Η ταυτότητα του δολοφόνου του Έρικ Μάκους είναι άγνωστη, το όνομα του έχει Κέλτικη Ιρλανδική καταγωγή αλλά ήταν εκείνη την εποχή έντονα διαδεδομένο στη Σκωτία.[82] Οι προσπάθειες να συνδέσουν τον πατέρα του Όνλαφ με τον Αμλάιμπ Κουαράν δεν έχουν ιστορική βάση.

Ιστορικές απόψεις για τον θάνατο του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θάνατος του Έρικ δημιούργησε πολλά ερωτήματα στους ιστορικούς, ο Σνόρρι Στούρλουσον αναφέρει ότι ο Έρικ και άλλοι 5 Νορβηγοί βασιλείς σκοτώθηκαν σε μάχη σε ανώνυμη τοποθεσία στην Αγγλία.[83] Σύμφωνα με τα Αγκρίπ και τη Νορβηγική ιστορία ο Έρικ πέθανε σε μάχη στην Ισπανία όταν εκθρονίστηκε από τη Νορθούμπρια.[84] Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δολοφονήθηκε στο Σταίνμορ.[85] Σύγχρονοι ιστορικοί όπως ο Φρανκ Στέντον (1880 - 1967) αναφέρουν την παρουσία του Έρικ σε μάχες προκειμένου να ανακτήσει το βασίλειο του από τους σφετεριστές.[86] Ο Φίννουρ Τζόνσον (1858 - 1934) παρουσιάζει μια εναλλακτική άποψη σχετίζοντας την Ισπανία με το "Σταν" τη ρίζα του Σταίνμορ.[87] Οι πληροφορίες συμφωνούν στο γεγονός ότι ο Έρικ δολοφονήθηκε στην εξορία μετά την ανατροπή του από την εξουσία.[88] Φαίνεται ότι κατευθύνθηκε προς τα βόρεια διασχίζοντας την Κάμπρια όπου δολοφονήθηκε από τον Μάκους ο οποίος ήταν υπάλληλος του Οσούλφ, η περίπτωση να προδόθηκε από χρονικογράφους όπως ο Ρογήρος του Βέντεβερ είναι ασαφής. Ο Οσούλφ πιθανότητα να είχε αναλάβει την ασφαλή διάβαση του πρώην βασιλιά στην περιοχή στην οποία διοικούσε ο ίδιος υπό τη συνοδεία του.

Ένα επικό Σκανδιναβικό ποίημα που γράφτηκε για τον θάνατο του Έρικ περιγράφει την άφιξη του στη Βαλχάλλα και τους διαλόγους του με άλλους μυθικούς ήρωες όπως ο Όντιν ο οποίος ενθουσιάστηκε μαζί του επειδή κέρδισε πολλά εδάφη με το σπαθί του, όταν ρωτήθηκε γιατί του στέρησε τη γήινη δόξα απάντησε ότι το μέλλον είναι αβέβαιο.[89] Πολλοί έχουν κατάληξε στο γεγονός ότι το επικό ποίημα ήταν γραμμένο στην αρχαία Αγγλική.[90] Ωστόσο σύγχρονοι μελετητές έχουν καταλήξει στο γεγονός ότι υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες να γράφτηκε σε αυτή τη γλώσσα.[91] Η ημερομηνία της σύνθεσης παραμένει εξίσου ένα μεγάλο αίνιγμα αφού οι απόψεις διαφοροποιούνται, άλλοι αναφέρουν ότι γράφτηκε αμέσως μετά τον θάνατο του Έρικ για τον ίδιον άλλοι για τον διάδοχο του Χάακονα τον Αγαθό.[92] Παρά το γεγονός ότι το ποίημα που γράφτηκε για τον ίδιο ήταν καθαρά παγανιστικό υπάρχουν πολλές πιθανότητες να είχε βαπτιστεί ο Έρικ χριστιανός.[93] Δεν υπάρχουν πηγές για τις πραγματικές θρησκευτικές του πεποιθήσεις, αναφέρεται ότι δέχτηκε τον χριστιανισμό απο τον επίσκοπο Βούλφσταν ο οποίος βρισκόταν σε μεγάλη εχθρότητα με τον Αμπλάι Κουαράν.

Στη βόρεια της περιοχής Α66 του Σταίνμορ στέκονται τα υπολείμματα μιας πέτρινης κατασκευής υπό μορφή σταυρού εκείνης της εποχής που ονομάζεται "Ρερ Κρός", από εκεί μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Μπόου (1990).[94] Οι δυο πλευρές του άξονα είχαν διακοσμητικές παραστάσεις για τις οποίες ο χαρτογράφος Τζον Σπιντ (1552 - 1629) αναφέρει το 1611 ότι παρουσίαζαν επιγραφές. Ο Κόλλινγκουντ συμπεραίνει ότι είναι Άγγλο-Σκανδιναβικός σταυρός ο οποίος χρονολογείται περίπου τον 10ο αιώνα, δεν βρέθηκαν ευρήματα ταφής, οι περισσότερες από τις πρώτες ενδείξεις είναι ότι αποτελούσε σύνορο ανάμεσα στην Κάμπρια και τη Νορθουμπρία. Στα τέλη του 19ου αιώνα ο Ουίλιαμ Σλέιτερ Καλβέρλυ (1847 - 1898) αναφέρει ότι η κατασκευή δημιουργήθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους, μοιάζει περισσότερο με ταφόπλακα συνδέοντας τα γλυπτά με επιτύμβιες επιγραφές, το τελικό συμπέρασμα ήταν ότι πρόκειται για ταφικό μνημείο στον τόπο που δολοφονήθηκε ο Έρικ. Η εκκλησία απέρριψε την άποψη αλλά ο Κόλλινγκουντ συμπέρανε επίσης ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες να ισχύει η άποψη ότι πρόκειται για μνημείο. Η μορφή του Έρικ στα Νορβηγικά Σάγκας αποτελεί έναν περίεργο συνδυασμό ιστορίας, λαογραφίας και πολιτικής προπαγάνδας. Παρουσιάζεται σαν ένας σκληρός και αδίστακτος πολεμιστής των Βίκινγκ, η βιαιότητα τον οδηγούσε σε πολλές προσωρινές επιτυχίες οι οποίες τον έκαναν ωστόσο αρκετά μισητό. Ο Σνόρρι Στούρλουσον τον περιγράφει σαν ψηλό, ωραίο, γενναίο πολεμιστή αλλά βίαιο, σκληρό και άθλιο χαρακτήρα.[95] Τα Αγκρίπ και τα Νορβηγικά Σάγκας από την άλλη πλευρά προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τη βιαιότητα του χάρη των κακών συμβουλών της συζύγου του.[96]

Σύγκρουση με τον Εγκίλ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Έρικ καθιστός και η Γκούνχιλντ αντιμετωπίζει τον Εγκίλ

Ένα από τα πλουσιότερα Σάγκας που σχετίζεται με τον Έρικ Μπλοντάξ το οποίο επέζησε από τον 10ο αιώνα αναφέρεται στο μεγάλο μίσος του ίδιου του βασιλιά και της συζύγου του Γκούνχιλντ για τον μεγάλο Βίκινγκ πολέμαρχο Εγκίλ Σκάλλαγκριμσον. Ο Εγκίλ σκότωσε έναν από τους υπερασπιστές του βασιλιά, η Γκούνχιλντ δεν του το συγχώρεσε ποτέ και ζήτησε από τους δυο αδελφούς του να σκοτώσουν τόσο τον ίδιο όσο και τον μεγαλύτερο αδελφό του με τον οποίο είχαν καλές σχέσεις. Ο Εγκίλ δεν έπεσε στην παγίδα και σκότωσε τους δυο αδελφούς κάτι που έκανε το μίσος της βασίλισσας πολύ μεγαλύτερο, τα γεγονότα έγιναν πριν τον θάνατο του Χάραλντ Χορφάγκρε και τον φόνο των αδελφών του Έρικ Μπλοντάξ από τον ίδιο για να εξασφαλίσει τον θρόνο του. Ο Έρικ επικήρυξε τον Εγκίλ αλλά εκείνος κατόρθωσε να δραπετεύσει, πριν γίνει σκότωσε τον Ραγκνάλντ γιο του Έρικ Μπλοντάξ, στη συνέχεια καταράστηκε τον βασιλιά και τη βασίλισσα βάζοντας ένα κεφάλι αλόγου πάνω σε έναν πάσσαλο και είπε:

"Προκαλώ όλα τα πνεύματα του τόπου να μην μπορέσουν να βρουν ποτέ την κατοικία τους αν δεν φύγουν ο βασιλιάς Έρικ και η βασίλισσα Γκουνχίλντ από τη χώρα".[97]

Στη συνέχεια τοποθέτησε τον πάσαλο πάνω σε έναν βράχο επαναλαμβάνοντας τις ίδιες κατάρες.[98] Η Γκουχίλντ από την άλλη πλευρά έκανε μάγια στον Εγκίλ να είναι πάντοτε καταθληπτικός και ανήσυχος. Ο Έρικ Μπλοντάξ συναντήθηκε με τον Εγκίλ όταν βρέθηκαν μαζί στην Αγγλία, ο Έρικ τον καταδίκασε σε θάνατο. Ο Εγκίλ μέσα από τη φυλακή συνέθεσε ένα εγκωμιαστικό ποίημα για τον ίδιο τον Έρικ τον οποίο απήγγειλε λίγο πριν την εκτέλεση του, ο Έρικ όταν το άκουσε ενθουσιάστηκε σε τόσο μεγάλο βαθμό που ο Έρικ του χάρισε τη ζωή και του συγχώρεσε τον φόνο του γιου του. Ο Πουλ Άντερσον ένας Δανό-Αμερικάνος συγγραφέας έγραψε ένα μυθιστορηματικό έργο για τη Μητέρα των βασιλέων με αναφορές στην Γκουνχίλντ με μυθιστορηματικά στοιχεία και πραγματικά γεγονότα στις προσπάθειες που έκαναν να ανακτήσουν τον θρόνο της Νορβηγίας ύστερα από μακροχρόνια διαμάχη με τον Εγκίλ.

  1. 1,0 1,1 «Norsk biografisk leksikon». (Μποκμάλ, Νεονορβηγικά) Νορβηγικό βιογραφικό λεξικό. Kunnskapsforlaget.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  3. Woolf, Pictland to Alba, p. 187
  4. Downham, "Erik Bloodaxed – Axed?", pp. 51—77; Downham, Viking Kings, pp
  5. Woolf, Pictland to Alba, pp. 187—8
  6. In two or three centuries of oral transmission, such poems and individual verses could have been adapted and rearranged to suit other needs. Roberta Frank's verdict is that "[h]istory may help us to understand Norse court poetry, but skaldic verse can tell us little about history that we did not already know." "Skaldic Poetry." In Old Norse-Icelandic Literature, ed. Carol J. Clover and John Lindow. Ithaca and London, 1985. pp. 157–96: 174.
  7. For a discussion of sagas as historical sources, see Cormack, "Fact and Fiction in the Icelandic Sagas," History Compass 4 (2006).
  8. Egill Skallagrimsson, Lausavisur, stanza 25: "I [Egill] dabbled my blade / In Bloodaxe’s boy [Blo?oxar ... blo?i, lit. 'Bloodaxe's blood'], / In one galley Gunnhild’s son", tr. H. Palsson and P. Edwards, Egils saga ch. 56, pp. 147–8; Eyvindr Finnsson skaldaspillir, Lausavisur, stanza 1 (written in drottkv?tt): "Valkyrie's-game, avengers – / awaits not sitting still now – / wish to awake 'gainst you, / warring for death of Blood-Axe [Blo?oxar]", tr. Lee M. Hollander, Heimskringla ch. 28, p. 118.
  9. Cf: blekkir br??ra 'brother-killer' in Egill Skallagrimsson, Lausavisur, stanza 22 (Egils saga ch. 57).
  10. Fagrskinna ch. 8.
  11. Anglo-Saxon Chronicle (MS E) 952; Henry of Huntingdon, Historia Anglorum V.22: 'Hyrc filium Haraldi'. Other Haralds known from this period include Aralt mac Sitric (d. 940, Chronicon Scotorum AD 940), the father of Maccus and Gofraid (Arailt), and Harold Bluetooth.
  12. John of Worcester, Chronicle, ed. Thorpe vol. 1, pp. 30 (Sihtric), 135 (Eric).
  13. Sverrir Jakobsson has recently argued that the evidence on Harald Fairhair is circumspect, and he should more properly be treated as a mythological rather than a historical figure, cf. „„Erindringen om en m?gtig Personlighed": Den norsk-islandske historiske tradisjon om Harald Harfagre i et kildekritisk perspektiv", Historisk tidsskrift, 81 (2002), 213-30.
  14. Egill Skallagrimsson, Lausavisur, stanza 26; Arinbjarnarkvi?a, stanzas 3, 4 and 12.
  15. Chronicon Scotorum AD 940; Annals of the Four Masters AD 938.
  16. quodam Yricio rege super ipsos Scotos statuto "a certain Eric installed as king over the Scots". Downham, Viking kings. p. 116 and 116 n. 49.
  17. J.M. Lappenberg (tr. B. Thorpe), A History of England under the Anglo-Saxon Kings. 1845. 152. Cf: J.H. Todd, The War of the Gaedhil with the Gaill. London, 1867. 266–7.
  18. Adam of Bremen, Gesta Hammaburgensis Ecclesiae Pontificum II xxv (§ 22), tr. Francis J. Tschan, History of the Archbishops of Hamburg-Bremen. New York, 1959. pp 70–1.
  19. See Sverrir Jakobsson, „„Erindringen om en m?gtig Personlighed": Den norsk-islandske historiske tradisjon om Harald Harfagre i et kildekritisk perspektiv", Historisk tidsskrift, 81 (2002), 213-30.
  20. Historia Norwegi?, tr. Kunin, pp. 14–5.
  21. Agrip ch. 2; Heimskringla ch.
  22. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 21; likewise, Olafs saga Tryggvasonar en mesta ch. 2. Three ninth-century kings of Jutland called Eric appear in Rimbert's Life of Anskar (introduction and ch. 26).
  23. Note that Fulk has adopted the reading Ragnhildar.
  24. Fagrskinna ch. 3; Historia Norwegi?, tr. Kunin, p. 14; Agrip ch. 2 (specifying in ch. 5 that Haakon was nearly twenty when he returned to Norway); Orkneyinga Saga ch. 8. The succinct account by Theodoricus ch. 2 has nothing to say on the matter.
  25. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 24, 32 (which adds that Eric was entrusted to Thorir after his mother's death); Egils saga ch. 36; Olafs saga Tryggvasonar en mesta ch. 2.
  26. This episode is not supported by the Kiev history known as the Primary Chronicle, which is silent about any such Eric active in or near Russia.
  27. Egils saga ch. 37. The expedition is dated to the time when Eric ruled Hordaland and Fjord Province.
  28. Anderson, Early Sources, vol. i, p. 441; Downham, Viking Kings, p. 121; Dumville, "St Cathroe of Metz", p. 177
  29. Downham, "Eric Bloodaxed – Axed?", p. 73; Woolf, "Erik Bloodaxe Revisited", p. 190
  30. Egils saga chs. 45, 57
  31. See Sawyer, "Last Scandinavian Kings", p. 42—3; Woolf, "Erik Bloodaxe Revisited", p. 190.
  32. Egill Skallagrimsson, Lausavisur, stanzas 7, 22, 24 (in Egils saga ch. 45, 57).
  33. Agrip ch. 5. Fagrskinna ch. 5; Egils saga ch. 37, Heimskringla (Haraldar saga) ch. 32 and 34. Cf: the longer account in Olafs saga Tryggvasonar en mesta, ch. 3.
  34. Gwyn Jones, A History of the Vikings. Oxford, 1984. 121–2.
  35. W.G. Collingwood, "King Eirik of York." p. 325.
  36. See Downham, "Eric Bloodaxed – Axed?", pp. 51—77.
  37. Woolf, "Erik Bloodaxe Revisited", p. 190, n. 10
  38. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 33.
  39. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 34–5.
  40. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 42–3.
  41. E.g. Fagrskinna ch. 4. There is no contemporary English evidence for this. The least that can be said is that some form of diplomatic contact may have existed between England and Norway. Writing in the 12th century, William of Malmesbury records that ?thelstan received an embassy from "a certain Harold, king of the Norwegians" (Haroldus quiadam, rex Noricorum) at York and was given a ship. Gesta regum II ch. 135. See R.I. Page, Chronicles of the Vikings. p. 33–4. A more detailed but fictitious account of Harald's relations with ?thelstan is set out in Fagrskinna ch. 4.
  42. Theodoricus monachus, ch. 2, suggest that Haakon sailed to Norway on the invitation of disgruntled noblemen. Heimskringla, on other hand, explains Haakon's return to Norway merely as a response to news of his father's death.
  43. The sources differ on the length of Eric's reign in Norway and on whether it was preceded by one of joint rule at all, although a number of them appear to agree on a total of five years (Noregs konungatal stanza 10, Agrip ch. 5). Eric's period of joint rule with his father, if given at all, varies between two years (Agrip ch. 5) and three years (Fagrskinna ch. 5, Heimskringla (Haraldar saga) ch. 42.). The Historia Norwegi? notes only one year of rule and Theodoricus monachus (ch. 2) uniquely distinguishes between two years of single rule and one of joint rule with his brother.
  44. That Haakon regarded Danish loyalties as an issue in need of military attention is suggested by his naval campaigns in Sjoland, Skaney and Vestra-Gautland, although Eric appears to have made the move forward by this time (Agrip ch. 5). However, Gunnhild's Danish background is no longer readily apparent in the text. M. Cormack, "Egils saga, Heimskringla, and the Daughter of Eirikr blo?ox." p. 63.
  45. Fagrskinna ch. 5 and 8. Cormack, "Egils saga." p. 63.
  46. Orkneyinga saga ch. 8.
  47. Heimskringla (Hakonar saga) ch. 3; Egils saga ch. 59; Olafs saga Tryggvasonar en mesta ch. 15. For further discussion, see M. Cormack, "Egils saga, Heimskringla, and the Daughter of Eirikr blo?ox."
  48. Clare Downham, "Chronology."
  49. Henry of Huntingdon, Historia V ch. 22.
  50. For instance, S 432 (AD 437): 'Rex totius Albionis'; S 437 (AD 937): 'rex Anglorum et eque totius Albionis gubernator '; S 438 (AD 937): 'basileos Anglorum et et eque totius Britannie orbis'; S 441 (AD 938): 'basileus industrius Anglorum cunctarumque gentium in circuitu persistentium'; S 444 (AD 938): 'tocius rex Brittanni?'; S 446 (AD 939): 'basileos Anglorum et equ? totius Brittanni? orbis curagulus'; S 449 (AD 939).
  51. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 940 for 939.
  52. Downham, "Chronology." 33–4. Annals of the Four Masters II 638 (AD 937 for 939); Annals of the Four Masters II 640 (AD 938 for 940), Annals of Clonmacnoise pp. 151–2 (AD 933 for 940); Annals of Clonmacnoise p. 152 (AD 934 for 941), Chronicon Scotorum p. 202 (AD 940 for 941).
  53. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 941.
  54. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 942. The borders of Mercia are here given as Dore, Whitwell Gate and the Humber.
  55. Anglo-Saxon Chronicle (MSS A, E) 945.
  56. ?thelweard, Chronicon IV, ch. 6.
  57. Anglo-Saxon Chronicle (MSS D, E) 946. Cf: William of Malmesbury, Gesta regum II ch. 146: "The Northumbrians and Scots were easily brought to swear an oath of fealty to him [Eadred]".
  58. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 948. Cf: William of Malmesbury, Gesta regum II ch. 146: "... and soon afterwards, when they broke the agreement and set up a certain King Eric [quodam Iritio rege] over them, he [Eadred] almost wiped them out, and laid waste the whole province with famine and bloodshed."
  59. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 948. Historia regum AD 950, ed. Arnold, vol. 2, p. 127: 'Verum hoc cognito, Northymbrenses timore perterriti, Yrcum quem sibi regem praefecerant abjecerunt, regis injurias honoribus, detrimenta muneribus expleverunt, ejusque offensam pecunia non modica placaverunt'.
  60. Chronicle of the Kings of Alba, ed. Skene, p. 10.
  61. Anglo-Saxon Chronicle (MS E) 952. Henry of Huntingdon, Historia Anglorum, assigns it to the fourth year of Eadred's reign.
  62. Annals of Ulster
  63. Anglo-Saxon Chronicle (MSS D, E) 954. Henry of Huntingdon, Historia Anglorum: "King Eadred, in the seventh year of his reign, was once more received in the kingdom of Northumbria."
  64. 64,0 64,1 Clare Downham, "Chronology." p. 48.
  65. The following is based on 'Wulfstan 14, fl. 931–956', Prosopography of Anglo-Saxon England. Accessed: 6 February 2009.
  66. AD 946 (Eadred's reign): S 519–20. In 947, Wulfstan attests six or seven charters (S 522a, 523, 525–6, 528, 542 and the spurious S 521), but he is absent from another four (S 522, 524, 527, 530); in AD 948, it is eight charters (S 531–2, 535, 542, 547 and the spurious S 536–7, 540) against three (S 533–4 and the spurious 538). One may compare Wulfstan's attendance (S 544, 546, 548–50, 552) and non-attendance (S 545, 547, 551) in AD 949.
  67. S 554–8 (AD 951).
  68. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 952.
  69. Anglo-Saxon Chronicle (MS D) 954.
  70. Costambeys, "Erik Bloodaxe (d. 954)."
  71. He was escorted by a certain nobleman called Gunderic '[...] a quo perducitur ad regem Erichium in Euroacum urbem, qui scilicet rex habebat conjugem, ipsius Divini Cathroe propinquam'. A.O. Anderson (ed.), Early Sources, p. 441.
  72. Downham, "Chronology." p. 26–7.
  73. E.g. rex et primicerius totius Albionis, S 509 (AD 946).
  74. Caithreim Chellachain Chaisil § 44, pp. 25, 83.
  75. Annals of Ulster AD 989, 1005.
  76. John of Worcester, Chronicle AD 973 and Historia regum AD 973, ed. Arnold, p. 130.
  77. A. Woolf, From Pictland to Alba. p. 190.
  78. 'Illico Northymbrenses, expulso rege suo atque occiso a Maccus filio Onlafi, juramentis et muneribus placaverunt regem Eadredum, commissa provincia Osulfo comiti.' Historia regum AD 1072, ed. Arnold, p. 197; similarly, Roger of Howden, Chronica I, p. 57.
  79. Roger of Wendover, Flores Historiarum, ed. Coxe, vol. 1. pp. 402–3, tr. Dorothy Whitelock, English Historical Documents I. 2nd. p. 284.
  80. Historia regum (6th section) AD 952, ed. Arnold, vol. 2, p. 94: 'defecerunt hic reges Northanhymbrorum; et deinceps ipsa provincia administrata est per comites'; Historia regum (section 6) AD 953, ed. Arnold, vol. 2, p. 94: 'Comes Osulf suscepit comitatum Northanhymbrorum'.
  81. 'Primus comitum post Eiricum, quem ultimum regem habuerunt Northymbrenses, Osulf provincias omnes Northanhymbrorum sub Edrido rege procuravit'. De primo Saxonum adventu, ed. Arnold, vol. 2, p. 382, tr. Anderson, Scottish Annals, p. 77.
  82. David E. Thornton, "Hey Mac! The name Maccus, tenth to fifteenth centuries." Nomina 20 (1997–9): 67–98. Alex Woolf concludes that the name would seem to be "intimately connected with the zone of Gaelic, Norse and Anglo-Saxon fusion in Northumbria". From Pictland to Alba. p. 190 note 26.
  83. Fagrskinna ch. 8; Heimskringla (Hakonar saga) ch. 4.
  84. Agrip ch. 7; Historia Norwegi? 106.
  85. W.G. Collingwood, "King Eirikr of York."
  86. W.G. Collingwood, "The Battle of Stainmoor."; F.M. Stenton, Anglo-Saxon England. p. 360.
  87. Finnur Jonsson, Den Oldnorske og Oldislandske Litteraturs Historie. Copenhagen, 1920–1924. 3 vols: vol 2. 2nd ed. p. 614, note 2.
  88. Smyth, Warlords. p. 228; Hudson, Viking pirates. pp. 5, 38.
  89. Eiriksmal, tr. Finlay, Fagrskinna ch. 8.
  90. Edith Marold, "Eiriksmal." In Medieval Scandinavia. An Encyclopedia, ed. Phillip Pulsiano and Kirsten Wolf. New York: Garland, 1993. pp. 161–2.
  91. "Eddic poetry in Anglo-Scandinavian Northern England." p. 327.
  92. Edith Marold, "Eiriksmal."
  93. For instance, Historia Norwegi?, tr. Kunin, p. 15; Fagrskinna ch. 7.
  94. "Rey Cross." In Corpus of Anglo-Saxon Stone Sculpture. Volume VI: Yorkshire North Riding (Except Ryedale), ed. James Lang. pp. 283–4. The following is also based on the description there.
  95. Heimskringla (Haraldar saga) ch. 43.
  96. Agrip ch. 5, Theodoricus ch 7; Historia 105–6.
  97. Egils saga ch. 57, tr. Palsson and Edwards, p. 148.
  98. Egils saga ch. 57.
  • Anderson, Alan Orr, Early Sources of Scottish History A.D. 500–1286, volume 1. Reprinted with corrections. Paul Watkins, Stamford, 1990.
  • Anglo-Saxon Chronicle MSS D ('Worcester Chronicle', London, British Library, Cotton Tiberius B.IV) and E (‘Peterborough Chronicle’ or ‘Laud Chronicle’, Oxford, Bodleian Library, MS Laud 636), ed. D. Dumville and S. Keynes, The Anglo-Saxon Chronicle. A Collaborative Edition. Vols 6 and 7. Cambridge, 1983; tr. Michael J. Swanton, The Anglo-Saxon Chronicles. 2nd ed. London, 2000.
  • Æthelweard, Chronicon, ed. and tr. Alistair Campbell, The Chronicle of Æthelweard. London, 1961.
  • Reimann or Ousmann, De S. Cadroe abbate (The Life of St Cathróe), ed. John Colgan, Acta Sanctorum Hiberniae, Vol. 1. pp. 494 ff; in part reprinted by W.F. Skene, Chronicles of the Picts, Chronicles of the Scots. pp. 106–116; ed. the Bollandists, Acta Sanctorum. 1865. 1 March 473–80 (incomplete); ed. and tr. A.O. Anderson, Early Sources of Scottish History, A.D. 500 to 1286. (from Colgan's edition, pp. 495–7). No full translation has appeared to this date.
  • Chronicle of the Kings of Alba, ed. W.F. Skene. Chronicles of the Picts and Scots: And Other Memorials of Scottish History. Edinburgh, 1867. 8–10.
  • William of Malmesbury, Gesta regum Anglorum, ed. and tr. R.A.B. Mynors, R. M. Thomson and M. Winterbottom, William of Malmesbury. Gesta Regum Anglorum. The History of the English Kings. OMT. 2 vols: vol 1. Oxford, 1998.
  • John of Worcester, Chronicle (of Chronicles), ed. Benjamin Thorpe, Florentii Wigorniensis monachi chronicon ex chronicis. 2 vols. London, 1848–9; tr. J. Stevenson, Church Historians of England. 8 vols: vol. 2.1. London, 1855. 171–372.
  • Henry of Huntingdon, Historia Anglorum, ed. and tr. D.E. Greenway, Henry Archdeacon of Huntingdon. Historia Anglorum. The History of the English People. OMT. Oxford, 1996.
  • Historia Regum (Anglorum et Dacorum), ed. Thomas Arnold, Symeonis Monachi Opera Omnia. 2 vols: vol 2. London, 1885. 1–283; tr. J. Stevenson, Church Historians of England. 8 vols: vol. 4 (part 2: The Historical Works of Simeon of Durham). London, 1853. 425–617.
  • De primo Saxonum adventu, ed. Thomas Arnold, Symeonis Monachi Opera Omnia. 2 vols: vol 2. London, 1885. 365–84 (Appendix 1); tr. Alan Orr Anderson, Scottish Annals from English Chroniclers A.D. 500 to 1286. Revised and corrected ed. Stamford: Paul Watkins, 1991 (1908).
  • Roger of Wendover, Flores Historiarum, ed. H. O. Coxe, Rogeri de Wendoveri chronica, sive, Flores historiarum. Vol 1. London, 1841. 402–3.
  • Roger of Howden, Chronica Rogeri de Houedene, ed. William Stubbs. Chronica magistri de Houedene. 4 vols.: vol. 1. Rolls series 51. London, 1868.
  • Corpus of Early Medieval Coin Finds (EMC), at the Department of Coins and Medals, Fitzwilliam Museum.
  • Anglo-Saxon charters, here indicated as S + number and date following Peter Sawyer, Anglo-Saxon Charters. An Annotated List and Bibliography. London, 1968, and The Electronic Sawyer.
  • Eiríksmál, ed. R.D. Fulk, Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages; tr. Alison Finlay, Fagrskinna: A Catalogue of the Kings of Norway. Leiden: Brill Academic Publishers, 2004. pp. 58–9.
  • Egill Skallagrímsson, Lausavísur, ed. Margaret Clunies Ross. At Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages.
  • Arinbjarnarkviða, ed. Margaret Clunies Ross. At Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages.
  • Höfuðlausn, ed. Margaret Clunies Ross. At Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages.
  • Eyvindr Finnsson skáldaspillir, Lausavísur, ed. Russel Poole. At Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages.
  • Historia Norwegiæ, ed. Inger Ekrem and Lars Boje Mortensen, tr. Peter Fisher, Historia Norwegie. Museum Tusculanum Press, 2003; tr. Debra Kunin, A History of Norway and the Passion and Miracles of the Blessed Óláfr. London: Viking Society for Northern Research, University College London, 2001. Online PDF, including corrections, available from Viking Society for Northern Research.
  • Ágrip af Nóregskonungasögum, ed. and tr. M.J. Driscoll, Ágrip af Nóregskonungasǫgum. Viking Society for Northern Research Text Series 10. 2nd ed. 2008 (1995).
  • Theodoricus monachus, Historia de Antiquitate Regum Norwagiensium, ed. Gustav Storm, Monumenta Historica Norvegiæ: Latinske kildeskrifter til Norges historie i middelalderen. Kristiania, 1880; tr. David and Ian McDougall, Theodoricus Monachus. Historia de Antiquitate regum Norwagiensium. Viking Society for Northern Research. 1998.
  • Nóregs konungatal (c. 1190, preserved in Flateyjarbók), ed. Kari Ellen Gade, Skaldic Poetry of the Scandinavian Middle Ages.
  • Icelandic kings' sagas. Chapter numbering follows that assigned in the translations given below:
  • Fagrskinna, ed. Finnur Jónsson, Fagrskinna. Nóregs Kononga Tal. Copenhagen, 1902–3. PDF available from septentrionalia.net; tr. Alison Finlay, Fagrskinna: A Catalogue of the Kings of Norway. Leiden: Brill Academic Publishers, 2004. The chapter numbering follows that of Bjarni Einarsson (the most recent editor) and Alison Finlay.
  • Egils saga, ed. Finnur Jónsson, Egils saga Skallagrímssonar. Halle, 1894; tr. Herman Pálsson and Paul Edwards, Egil's Saga. Harmondsworth, 1976.
  • Snorri Sturluson, Heimskringla, ed. Finnur Jónsson, Snorri Sturluson. Heimskringla. Nóregs konunga sögur. Copenhagen, 1911; tr. Lee M. Hollander, Snorri Sturluson. Heimskringla: History of the Kings of Norway. University of Texas Press, 1964.
  • Orkneyinga saga (ch. 8–9 and 17), ed. Finnbogi Guðmundsson, Orkneyinga saga. Íslenzk fornrit 34. Reykjavík: Hið íslenzka fornritafélag, 1965; tr. Hermann Pálsson and Paul Edwards, Orkneyinga Saga: The History of the Earls of Orkney. London: Hogarth Press, 1978. Republished 1981, Harmondsworth: Penguin.
  • Óláfs saga Tryggvasonar en mesta (Longer saga of Óláf Tryggvason), ed. Ólafur Halldórsson, Óláfs saga Tryggvasonar en mesta. Copenhagen, 1958; ed. Hèr hefr upp Sögu *Ólafs konúngs Tryggvasonar. available from Saganet[permanent dead link]; tr. John Sephton, The Saga of Olaf Tryggwason. London, 1895 (based on edition in Fornmanna sögur).
  • Annals of the Four Masters, ed. and tr. John O’Donovan, Annála Rioghachta Éireann. Annals of the Kingdom of Ireland by the Four Masters. 7 vols.: vol. 2. Royal Irish Academy. Dublin, 1848–51.
  • Annals of Clonmacnoise, Denis Murphy, The Annals of Clonmacnoise. Royal Society of Antiquaries of Ireland. Dublin, 1896.
  • Chronicon Scotorum, ed. and tr. Gearóid Mac Niocaill. Chronicon Scotorum. Edition and translation available from CELT, supplied with readings from older edition of W. M. Hennessy (ed. and tr.), Chronicum Scotorum. London, 1866.
  • Annals of Ulster, ed. and tr. Seán Mac Airt and Gearóid Mac Niocaill, The Annals of Ulster (to AD 1131). Dublin, 1983.
  • Caithréim Chellacháin Chaisil, ed. Alexander Bugge, Caithream Ceallachain Caisil. The Victorious Career of Cellachan of Cashel. Christiania, 1905.
  • Durham Liber Vitae, ed. A.H. Thompson, Liber vitae ecclesiae Dunelmensis. Surtees Society 136. 1923.
  • Calverley, W.S. "Stainmoor." Notes on the early sculptured crosses, shrines and monuments in the present diocese of Carlisle, ed. W.G. Collingwood. Cumberland and Westmorland Antiquarian and Archaeological Society 11. Kendal, 1899. 264–8.
  • Campbell, Alistair. "Two Notes on the Norse Kingdoms in Northumbria." English Historical Review 57 (1942): 85–97: 91–7 ("The End of the Kingdom of Northumbria.").
  • Collingwood, W.G. "King Eirík of York." Saga-book of Viking Club Society for Northern Research 2 (1897–1900): 313–27.
  • Collingwood, W.G. "The battle of Stainmoor in legend and history." Transactions of the Cumberland and Westmorland Antiquarian Archaeological Society series 2 no. 2 (1902): 231–41.
  • Cormack, Margaret. "Egils saga, Heimskringla, and the Daughter of Eiríkr blóðøx." alvissmál 10 (2001): 61–8. Available online
  • Costambeys, Marios. "Erik Bloodaxe (d. 954)." Oxford Dictionary of National Biography. September 2004. Accessed: 2 February 2009.
  • Downham, Clare (2003). "The Chronology of the Last Scandinavian Kings of York, AD 937–954". Northern History. 40: 25–51.
  • Downham, Clare (2004). "Eric Bloodaxe - axed? The Mystery of the Last Viking King of York". Mediaeval Scandinavia. 14: 51–77.
  • Downham, Clare. Viking Kings of Britain and Ireland. The Dynasty of Ívarr to A.D. 1014. Edinburgh, 2007.
  • Hudson, Benjamin T. Viking Pirates and Christian Princes: Dynasty, Religion, and Empire in the North Atlantic. Oxford: Oxford University Press, 2005
  • Jakobsson, Sverrir. "„Erindringen om en mægtig Personlighed“: Den norsk-islandske historiske tradisjon om Harald Hårfagre i et kildekritisk perspektiv.“ "Historisk tidsskrift" 81 (2002): 213-30.
  • Lang, James (ed.). Corpus of Anglo-Saxon Stone Sculpture. Volume VI: Yorkshire North Riding (Except Ryedale). British Academy 6. Oxford, 2002.
  • McKinnell, John. "Eddic Poetry in Anglo-Scandinavian Northern England." In Vikings and the Danelaw. Select Papers from the Proceedings of the Thirteenth Viking Congress, ed. James Graham-Campbell et al. Oxford, 2001. 327–44.
  • Sawyer, Peter (1995). "The last Scandinavian rulers of York". Northern History. 31: 39–44.
  • Smyth, Alfred P. Warlords and Holy Men: Scotland AD 80–1000. Edinburgh: Edinburgh UP, 1984.
  • Stenton, F.M. Anglo-Saxon England. 3rd ed. Oxford, 1971.
  • Williams, Ann. "Eadred (d. 955)." Oxford Dictionary of National Biography. September 2004. Accessed: 2 February 2009.
  • Woolf, Alex (1998). "Eric Bloodaxe revisited". Northern History. 34: 189–93.
  • Bailey, R.N. "The Rey cross: background." In Stainmore. The Archaeology of a North Pennine Pass, ed. B. Vyner. Tees Archaeology Monographs 1. Hartlepool, 2001. 118–20.
  • Cormack, Margaret, "Fact and Fiction in the Icelandic Sagas," History Compass 4 (2006).
  • Dumville, D.N. "St Cathróe of Metz and the hagiography of exoticism." In Studies in Irish Hagiography. Saints and scholars, ed. John Carey, Máire Herbert and Pádraig Ó Riain. Dublin, 2001. 172–88.
  • Etchingham, Colman (2001). "North Wales, Ireland and the Isles: the Insular Viking zone". Peritia. 15: 145–87.
  • Larrington, Carolyne. "Egill’s longer poems: Arinbjarnarkviða and Sonatorrek." In Introductory Essays on Egils saga and Njáls saga, ed. J. Hines and D. Slay, London: The Viking Society for Northern Research, 1992
  • Williams, Gareth. Eirik Bloodaxe. Saga Book, 2010
  • Woolf, Alex. From Pictland to Alba, 789–1070. The New Edinburgh History of Scotland. Edinburgh: Edinburgh University Press, 2007.
Έρικ Χάραλντσον
Γέννηση: 885 Θάνατος: 954
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Χάραλντ Χορφάγκρε
Βασιλιάς της Νορβηγίας

929 - 934
Διάδοχος
Χάακον ο Αγαθός
Προκάτοχος
Εδμόνδος Α΄ της Αγγλίας
Βασιλιάς της Νορθουμβρίας
947 - 948
Διάδοχος
Αμλάιμπ Κουαράν
Προκάτοχος
Αμλάιμπ Κουαράν
Βασιλιάς της Νορθουμβρίας
952 - 954
Διάδοχος
Προσάρτηση της Νορθουμβρίας στο Αγγλικό στέμμα με τον Έντρεντ της Αγγλίας