Αγία Ευφημία (Βυζαντινές εκκλησίες)
Η Αγία Ευφημία είναι η ονομασία δύο βυζαντινών εκκλησιών.
Η πρώτη ανεγέρθηκε στην διάρκεια του 4ου αιώνα επάνω από το μνήμα της ομώνυμης Αγίας στα περίχωρα της Χαλκηδόνας: επρόκειτο για βασιλική συνδεδεμένη με ένα κυκλικού σχήματος Martyrium, όπου διατηρείτο το σώμα της Αγίας εντός μιας αργυρής σαρκοφάγου. Το λείψανο ήταν γνωστό για το αίμα που ανάβλυζε με τρόπο θαυματουργό από αυτό, γεγονός το οποίο επαναλαμβανόταν σε ετήσια βάση: το αίμα αυτό, το οποίο συγκεντρωνόταν, μοιραζόταν σε γυάλινα φιαλίδια.
Ήταν εντός της συγκεκριμένος εκκλησίας που διεξήχθη η Σύνοδος της Χαλκηδόνας το 451.
Το 471, ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Λέων Α΄, επηρεαζόμενος από δύο αντίπαλες μεταξύ τους πολιτικές παρατάξεις της αυλής του, σχεδίασε την δολοφονία του Άσπαρ, του magister militum του. Ο Άσπαρ και οι υιοί του, Αρνταμπούρ, Πατρίκιος και Ερμενερίκος, μετέβησαν στον θέατρο όπου γιουχαΐστηκαν από το εξαγριωμένο πλήθος χωρίς ο αυτοκράτορας να παρέμβει. Εμπρός στην βιαιότητα του πλήθους, κατέφυγαν στην Χαλκηδόνα και την εκκλησία της Αγίας Ευφημίας. Ο επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και ο αυτοκράτορας τους έπεισαν να εξέλθουν, υποσχόμενοί τους την σωματική τους ακεραιότητα. Ωστόσο, ο Άσπαρ και ο Αρνταμπούρ φονεύθηκαν λίγη ώρα αργότερα[1].
Η εκκλησία αργότερα καταστράφηκε από τις περσικές επιδρομές, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά την περίοδο βασιλείας του Ηρακλείου (το 615 ή το 626).
Τα λείψανα της Αγίας μεταφέρθηκαν, τότε, στην Κωνσταντινούπολη εντός της μεγάλης, εξαγωνικού σχήματος, αιθούσης του Παλατιού του Αντίοχου, το οποίο και γειτνίαζε με το βόρειο τμήμα του ιπποδρόμου: το κτίριο, με την ευκαιρία εκείνη, μετετράπη σε εκκλησία η οποία έμεινε γνωστή με την ονομασία Ἁγία Εὐφημία ἐν τῷ Ἱπποδρόμῳ.
Κατά την περίοδο της Εικονομαχίας, ο Κωνσταντίνος Ε΄ βεβήλωσε την εκκλησία και διέταξε να πεταχτούν τα λείψανα της Αγίας στην θάλασσα. Ως από θαύμα, τα λείψανα διατηρήθηκαν, ενώ κατά την περίοδο βασιλείας της Ειρήνης, επανήλθαν εντός της ανακαινισμένης εκκλησίας.
Η εκκλησία επέζησε έως και το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ενώ την περίοδο μεταξύ 1280-1290 διακοσμήθηκε με σειρά τοιχογραφιών οι οποίες απεικόνιζαν τον βίο της Αγίας.
Ήταν οι αρχαιολογικές ανασκαφές, οι οποίες έλαβαν χώρα στην Αγία Ευφημία το 1942 και την περίοδο μεταξύ 1950-1952, οι οποίες αποκάλυψαν την ύπαρξη του Παλατιού του Αντίοχου.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- (Αγγλικά) Kazhdan, Alexander, επιμ. (1991). The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press. ISBN 0-19-504652-8., vol. 2, 747, s. v. Euphemia, Church of Saint.
- Wolfgang Müller-Wiener (1977). Bildlexikon zur Topographie Istanbuls. Tübingen: Deutsches Archäologisches Institut. ISBN 3-8030-1022-5., 122-123.
- H. Belting, Die Euphemia-Kirche am Hippodrom zu Istanbul und ihre Fresken, Berlin, 1966.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Augustin Calmet (1740). Histoire universelle sacrée et profane depuis le commencement du monde jusqu. 6. Strasbourg: JR Doulssecker. σελ. 135.