Ακραιφία
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Συντεταγμένες: 38°27′4.21″N 23°13′21.50″E / 38.4511694°N 23.2226389°E
Ακραιφία | |
---|---|
Είδος | αρχαία πόλη και πόλις |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 38°27′4″N 23°13′22″E |
Τοποθεσία | Ακραίφνιο Βοιωτίας και Ακραίφνιον - Πτώον |
Χώρα | Ελλάδα |
δεδομένα (π) |
Η Ακραιφία ή Ακραίφνιο ήταν αρχαία Βοιωτική πόλη χτισμένη στην ίδια περίπου θέση με την σύγχρονη πόλη. Αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και τον Στράβωνα με το όνομα Ακραιφία[1]. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στο Ακραίφνιο υπήρχε στην εποχή του αξιοθέατος ναός του Διονύσου, με λατρευτικό άγαλμα καθώς και ο σημαντικός Ναός του Πτώου Απόλλωνα.[2] Η πόλη ανήκε στην επικράτεια της Θήβας και σε αυτή κατέφυγαν πολλοί Θηβαίοι μετά την καταστροφή της πόλης τους από τον Μέγα Αλέξανδρο το 335 π.Χ.
Ερείπια των τειχών της αρχαίας πόλης βρίσκονται στο ύψωμα πάνω από το σύγχρονο χωριό.
Η ακρόπολη της αρχαίας πόλης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Ακρόπολη της αρχαίας Ακραιφνίας βρίσκεται νότια του σημερινού χωριού στο λόφο Σκοπιά. Σώζεται τμήμα της οχύρωσης του 4ος αιώνας π.Χ. καθώς και πύργος πεντάγωνης κάτοψης με πύλη. Αρχαίο δομικό υλικό και επιγραφές βρίσκονται εντοιχισμένα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Δεν έχει ανασκαφεί πλην μικρής έρευνας του Y. Garlan που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Bulletin de Correspondance Hellenique του 1974. Το Ιερό του Απόλλωνα Πτώου βρίσκεται ανατολικά του Ακραιφνίου στο όρος Πελαγία. Αποτελείτο από ναό (αρχαϊκών και κατόπιν ελληνιστικών χρόνων) γύρω από τον οποίο ήταν στημένοι αναθηματικοί κούροι και τρίποδες. Σε χαμηλότερα επίπεδα υπήρχαν στοές, ξενώνας, μεγάλη δεξαμενή και πηγή χρησμών. Ανασκάφηκε σε διαφορετικές περιόδους από το 1885 (Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή).
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Ιστορία της αρχαίας πόλης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2011.
- ↑ Βικιθήκη, Παυσανίας Ελλάδος περιήγηση/Βοιωτικά ἐντεῦθεν ἐς Ἀκραίφνιόν ἐστιν ὁδὸς τὰ πλείω πεδιάς. εἶναι δὲ ἐξ ἀρχῆς τε μοῖραν τῆς Θηβαί̈δος τὴν πόλιν φασὶ καὶ ὕστερον διαπεσόντας Θηβαίων ἐς αὐτὴν ἄνδρας εὕρισκον, ἡνίκα Ἀλέξανδρος ἐποίει τὰς Θήβας ἀναστάτους: ὑπὸ δὲ ἀσθενείας καὶ γήρως οὐδὲ ἐς τὴν Ἀττικὴν ἀποσωθῆναι δυνηθέντες ἐνταῦθα ᾤκησαν. κεῖται μὲν τὸ πόλισμα ἐν ὄρει τῷ Πτώῳ, θέας δὲ ἄξια ἐνταῦθα Διονύσου ναός ἐστι καὶ ἄγαλμα. [6] προελθόντι δὲ ἀπὸ τῆς πόλεως ἐν δεξιᾷ πέντε που καὶ δέκα σταδίους τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστι τοῦ Πτώου τὸ ἱερόν.