Ανάκτορο Ντρότνινγκχολμ
Ανάκτορο του Ντρότνινγκχολμ | |
---|---|
Drottningholms slott | |
Είδος | βασιλική κατοικία, συγκρότημα κτηρίων[1], μουσείο, αξιοθέατο, πολιτισμική κληρονομιά και μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς στη Σουηδία |
Αρχιτεκτονική | Baroque art |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 59°19′18″N 17°53′11″E |
Διοικητική υπαγωγή | δήμος της Εκεροις[1][2] |
Τοποθεσία | Ντρόττινγκχολμ[3][4][5] |
Χώρα | Σουηδία[1] |
Έναρξη κατασκευής | 1699[1] |
Χρήση | βασιλική κατοικία[1] |
Ιδιοκτήτης | National Property Board of Sweden[6] |
Αρχιτέκτονας | Nicodemus Tessin the Elder |
Χρηματοδότης | Χεδβίγη Ελεονόρα του Χόλσταϊν-Γκόττορπ |
Προστασία | governmental listed building complex (από 1935)[7] και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς (από 1991)[8] |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Tο Ανάκτορο Ντρότνινγκχολμ (σουηδικά: Drottningholms slott) είναι η ιδιωτική κατοικία της σουηδικής βασιλικής οικογένειας. Το Ντρότνινγκχολμ βρίσκεται κοντά στην πρωτεύουσα Στοκχόλμη. Κτισμένο στο νησί Λόβεν (στον δήμο Έκερε της κομητείας της Στοκχόλμης), είναι ένα από τα βασιλικά ανάκτορα της Σουηδίας. Κτίστηκε αρχικά στα τέλη του 16ου αι. και χρησίμευσε ως τακτική θερινή κατοικία της σουηδικής βασιλικής Αυλής για το μεγαλύτερο μέρος του 18ου αι. Εκτός από την ιδιωτική κατοικία της σουηδικής βασιλικής Οικογένειας, το ανάκτορο είναι ένα δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το όνομα Drottningholm (κυριολεκτικά σημαίνει "νησίδα της βασίλισσας") προήλθε από το αρχικό αναγεννησιακό κτίριο, που σχεδίασε ο Βίλεμ Μπόυ, ένα πέτρινο ανάκτορο, που κτίστηκε από τον Ιωάννη Γ' της Σουηδίας το 1580 για τη βασίλισσά του, Αικατερίνη των Γιαγκελλόνων. Αυτού του ανακτόρου είχε προηγηθεί ένα βασιλικό μέγαρο, που ονομαζόταν Tόρβεσουντ.[9]
Η χήρα αντιβασίλισσα Χέντβιχ-Ελεονόρα αγόρασε το κάστρο το 1661, ένα χρόνο μετά το τέλος του ρόλου της ως βασίλισσα της Σουηδίας, αλλά αυτό κάηκε ολοσχερώς στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Η Χέντβιχ-Ελεονόρα προσέλαβε τον αρχιτέκτονα Νικόντεμους Τέσιν τον Πρεσβύτερο για να σχεδιάσει και να ξανακτίσει το κάστρο. Το 1662 ξεκίνησαν οι εργασίες για την ανακατασκευή του κτιρίου. Με το κάστρο σχεδόν ολοκληρωμένο, ο Νικόντεμους απεβίωσε το 1681. Ο γιος του Νικόντεμους Τέσιν ο Νεότερος συνέχισε το έργο του και ολοκλήρωσε τα περίτεχνα εσωτερικά σχέδια. Ο Φλαμανδός γλύπτης Nίκολαες Μίλιχ έφτιαξε -για τη μεγάλη σκάλα και την αίθουσα- γλυπτά των εννέα Μουσών από μάρμαρο, μαζί με μια σειρά από προτομές Γότθων βασιλέων.[10] Επιπλέον, έφτιαξε επίσης πορτρέτα προτομής του βασιλιά Καρόλου Ι΄ Γουσταύου, της συζύγου του Χέντβιχ-Ελεονόρας και των δύο γιων τους, του νεαρού βασιλιά Καρόλου ΙΑ΄, πιθανώς επίσης του Mάγκνους Γκάμπριελ ντε Λα Γκάρντιε και της συζύγου του Mαρίας-Ευφροσύνης, αδελφής του βασιλιά Καρόλου Ι΄ Γουσταύου. Ο Mίλιχ και ο βοηθός του Bπούρχαρντ Πρεχτ έφτιαξαν επίσης διακοσμητικά ξυλόγλυπτα στο υπνοδωμάτιο της βασίλισσας.[11]
Κατά την περίοδο της ανοικοδόμησης, η Χέντβιχ-Ελεονόρα ήταν επικεφαλής της αντιβασιλείας του ανήλικου ακόμη βασιλιά, Καρόλου ΙΔ΄ της Σουηδίας, από το 1660 έως το 1672. Η Σουηδία είχε εξελιχθεί σε μια ισχυρή χώρα μετά την Ειρήνη της Βεστφαλίας. Η θέση της βασίλισσας, ουσιαστικά της ηγεμόνος της Σουηδίας, απαιτούσε μια εντυπωσιακή κατοικία σε βολική τοποθεσία κοντά στη Στοκχόλμη.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας των ηγεμόνων Καρόλου ΙΑ΄ της Σουηδίας και Καρόλου ΙΒ΄ της Σουηδίας, η βασιλική Αυλή ήταν συχνά παρούσα στο Ανάκτορο, το οποίο χρησιμοποιούνταν για κυνήγι.[12] Η Χέντβιχ-Ελεονόρα χρησιμοποίησε το ανάκτορο ως θερινή κατοικία μέχρι το τέλος της το 1715, όταν επίσης είχε γίνει η αδιαμφισβήτητη οικοδεσπότης της βασιλικής Αυλής, κατά την απουσία του Καρόλου ΙΒ΄ στον Μεγάλο Βόρειο Πόλεμο (1700–1721).
18ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Ντρότνινγκχολμ συνέχισε να λειτουργεί τακτικά ως θερινή κατοικία για τη βασιλική Αυλή καθ' όλη τη διάρκεια του 18ου αι. Μετά το τέλος της Χέντβιχ-Ελεονόρας το 1715, η βασίλισσα Ουλρίκα-Ελεονόρα της Σουηδίας και ο βασιλιάς Φρειδερίκος της Σουηδίας μετέφεραν την Αυλή στο Ανάκτορο το καλοκαίρι.[12]
Το 1744 το ανάκτορο δόθηκε ως δώρο από τον βασιλιά Φρειδερίκο Α΄ στην τότε πριγκίπισσα του διαδόχου, αργότερα βασίλισσα της Σουηδίας, Λουίζα-Ουλρίκα της Πρωσίας, όταν παντρεύτηκε τον Αδόλφο-Φρειδερίκο της Σουηδίας, ο οποίος έγινε βασιλιάς της Σουηδίας το 1751.[12] Κατά τη διάρκεια της ιδιοκτησίας του Ντρότνινγκχολμ από τη Λουίζα-Ουλρίκα, το εσωτερικό του ανακτόρου μετατράπηκε σε ένα πιο εκλεπτυσμένο γαλλικό στυλ ροκοκό. Η Λουίζα-Ουλρίκα ήταν επίσης υπεύθυνη για την ανοικοδόμηση του θεάτρου του ανακτόρου Ντρότνινγκχολμ σε μεγαλοπρεπές στυλ, μετά την καύση του -πιο λιτού- αρχικού κτηρίου το 1762. Η Λουίζα-Ουλρίκα και ο Aδόλφος-Φρειδερίκος συνέχισαν να κατοικούν στο ανάκτορο κατά τη διάρκεια της βασιλείας τους (1751-1771). Το 1777 η Λουίζα-Ουλρίκα πώλησε το Ντρότνινγκχολμ στο σουηδικό κράτος.
Ενώ ανήκε στο σουηδικό κράτος, το ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε από τον βασιλιά Γουσταύο Γ' της Σουηδίας -γιο της Λουίζας-Ουλρίκας- ως θερινή κατοικία, και μία μεγαλειώδης τελετουργική Αυλή δημιουργήθηκε στο ανάκτορο. Το διάστημα αυρό θεωρείται μεγάλη εποχή για το ανάκτορο, κατά την οποία ήταν γνωστό για τις περίτεχνες μασκαράτες και τις μεγάλες θεατρικές εορτές και τουρνουά, που πραγματοποιούνταν στους κήπους.[12] Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γουσταύου Δ΄ Αδόλφου της Σουηδίας (βασ. 1792–1809) και του Καρόλου ΙΓ΄ της Σουηδίας (βασ. 1809–1818), το ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε σταδιακά πιο σποραδικά. Το 1797 ήταν ο τόπος των μεγάλων εορτασμών, όταν τη νύφη του βασιλιά, τη Φρειδερίκη του Μπάντεν, την υποδέθηκαν εκεί κατά την άφιξή της στη Σουηδία, οπότε διοργανώθηκε το τελευταίο λεγόμενο καρουζέλ, ή τουρνουά, στον κήπο του ανακτόρου.[12] Μετά το Πραξικόπημα του 1809, ο έκπτωτος Γουσταύος Δ' Αδόλφος κρατήθηκε εδώ, φρουρούμενος στο κινεζικό σαλόνι για ένδεκα ημέρες.
19ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Καρόλου ΙΔ΄ Ιωάννη των Μπερναντότ της Σουηδίας (βασ. 1818–1844), το ανάκτορο εγκαταλείφθηκε. Ο βασιλιάς το θεώρησε ως σύμβολο της παλαιάς δυναστείας των Σ.Χ.Γκότορπ και το Ντρότνινγκχολμ αφέθηκε στη φθορά.[12] Τα κτίρια υπέστησαν ζημιές από τις δυνάμεις της φύσης και το περιεχόμενό τους αφαιρέθηκε ή δημοπρατήθηκε.[12]
Φαίνεται ότι άνοιξε για το κοινό για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου: αναφέρεται μια περιήγηση το 1819 και το κοινό χρησιμοποίησε το πάρκο για πικνίκ.[12] Περιστασιακά, οι χώροι χρησιμοποιούνταν για δημόσιες εκδηλώσεις: το 1823 η νύφη του διαδόχου, Ιωσηφίνα του Λόιχτενμπεργκ, έγινε δεκτή κατά την άφιξή της στη Σουηδία και η ονομαστική της εορτή συνέχισε να εορτάζεται εδώ. Στους κήπους του ανακτόρου έγιναν δεκτοί ξένοι επισκέπτες, όπως ο Τσάρος Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας.[12]
Ο Όσκαρ Α' της Σουηδίας ενδιαφέρθηκε για το ανάκτορο, και παρόλο που προτίμησε το παλάτι Tούλγκαρν ως θερινή κατοικία, φρόντισε να διατηρήσει το ανάκτορο, κάνοντας τις πρώτες επισκευές το 1846. Περαιτέρω το χρησιμοποίησε περισσότερο για δημόσιες εορτές, όπως μια δεξίωση για Παν-Σκανδιναβούς φοιτητές το 1856, και το 1858 γεννήθηκε στο ανάκτορο ο μελλοντικός Γουσταύος Ε΄ της Σουηδίας.[12] Ο Κάρολος ΙΕ΄ της Σουηδίας προτιμούσε το ανάκτορο Ούλρικσνταλ ως θερινή του κατοικία και αγνόησε το Ντρότνινγκχολμ, αλλά ο Όσκαρ Β' της Σουηδίας συνέχισε τις επισκευές.[12]
Τόσο ο Όσκαρ Α΄ όσο και ο Όσκαρ Β΄ επικρίθηκαν για τον εκσυγχρονισμό του ανακτόρου και την προσαρμογή του στη σύγχρονη μόδα, αντί για την αποκατάστασή του στην αρχική του κατάσταση, και μόλις επί της βασιλείας του Γουσταύου Ε' το ανάκτορο και τα περίχωρα ανακατασκευάστηκαν στην εμφάνισή τους του 18ου αι.[12] Το 1907 ξεκίνησε μια μεγάλη τετραετής αποκατάσταση του ανακτόρου για να αποκατασταθεί στην παλαιά του κατάσταση, μετά την οποία η βασιλική Αυλή άρχισε να το χρησιμοποιεί ξανά τακτικά.[12]
Βασιλική κατοικία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σημερινή σουηδική βασιλική Οικογένεια έχει χρησιμοποιήσει τη δυτική πτέρυγα του Ντρότνινγκχολμ ως κύρια κατοικία της από το 1981. Έκτοτε το Ανάκτορο φυλάσσεται επίσης από τον Σουηδικό Στρατό, με τον ίδιο τρόπο όπως το Ανάκτορο της Στοκχόλμης. Τα άλλα μέρη του Ανακτόρου είναι ανοικτά για το κοινό.
Το ανάκτορο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το ανάκτορο και οι χώροι του έχουν δει πολλές ανακαινίσεις, αλλαγές και προσθήκες τα τελευταία 400 χρόνια. Η μεγαλύτερη ανακαίνιση -στην οποία εγκαταστάθηκαν ή ανακαινίστηκαν γραμμές ηλεκτρισμού, θέρμανσης, αποχέτευσης, ύδρευσης και αντικαταστάθηκε η οροφή του κάστρου- έγινε μεταξύ 1907 και 1913. Κατά τη διάρκεια μιας 20ετούς περιόδου που άρχισε γύρω στο 1977, αρκετές μεγάλες περιοχές του ανακτόρου αναστηλώθηκαν και ξανακτίστηκαν. Η βιβλιοθήκη και η εθνική αίθουσα εξωραΐστηκαν με μεγάλη προσοχή και η πυροπροστασία εφαρμόστηκε σε όλο το ανάκτορο. Το 1997 άρχισαν οι εργασίες καθαρισμού και ανοικοδόμησης των εξωτερικών τοίχων. Αυτό ολοκληρώθηκε το 2002.
Η εκκλησία του ανακτόρου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η εκκλησία σχεδιάστηκε και ανεγέρθηκε από τον Νικόντεμους Τέσιν τον Πρεσβύτερο. Ολοκληρώθηκε από τον γιο του τον Μάιο του 1746.
Χρησιμοποιείται ακόμα από τους ανθρώπους της ενορίας Λόβεν, οι οποίοι λειτουργούν στην εκκλησία την τελευταία Κυριακή κάθε μήνα. Μέσα στην εκκλησία του κάστρου χρησιμοποιείται ακόμη ένα όργανο Κάχμαν από το 1730. Ένα άλλο αξιοσημείωτο στοιχείο είναι η παραδοσιακή ταπετσαρία της εκκλησίας, που κατασκευάστηκε από τον Γουσταύο Ε΄ της Σουηδίας.
Το θέατρο του ανακτόρου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το θέατρο του ανακτόρου Ντρότνινγκχολμ είναι το κτίριο της όπερας, που βρίσκεται στο ανάκτορο. Είναι ακόμα σε χρήση, και τα καλοκαιρινά φεστιβάλ όπεράς του είναι αρκετά δημοφιλή. Κατά καιρούς η Βασιλική Σουηδική Όπερα φιλοξενεί παραστάσεις.
Το κινεζικό περίπτερο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κινεζικό περίπτερο, που βρίσκεται στο πάρκο του ανακτόρου Ντρότνινγκχολμ, είναι ένα βασιλικό περίπτερο κινεζικής έμπνευσης, που κτίστηκε το 1763–1770.
Οι κήποι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι κήποι και οι χώροι πάρκων που περιβάλλουν το κάστρο και τα κτίριά του, είναι ένα από τα κύρια αξιοθέατα για τους τουρίστες, που επισκέπτονται το ανάκτορο κάθε χρόνο. Οι κήποι δημιουργήθηκαν σταδιακά, από τότε που κτίστηκε το κάστρο, με αποτέλεσμα να έχουν δημιουργηθεί διαφορετικά στυλ πάρκων και κήπων.
Ο μπαρόκ κήπος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το παλαιότερο τμήμα των κήπων δημιουργήθηκε στα τέλη του 17ου αι. υπό τη διεύθυνση της Χέντβιχ-Ελεονόρας. Ο πατέρας και ο γιος Tέσιν ηγήθηκαν του έργου, που δημιούργησε έναν μπαρόκ κήπο ακριβώς έξω από το κύριο ανάκτορο,[13] ο οποίος πλαισιώνεται από πυκνές λεωφόρους με δέντρα. Τα πολλά αγάλματα που είναι διάσπαρτα σε αυτήν την περιοχή, δημιουργήθηκαν από τον καλλιτέχνη Άντριαν ντε Βρης. Ο σουηδικός στρατός τα είχε πάρει ως λάφυρα πολέμου από το ανάκτορο Βάλενσταϊν στην Πράγα, ενώ τα δύο μαρμάρινα λιοντάρια στην κύρια πύλη του ανακτόρου μεταφέρθηκαν από το Κάστρο Ουζάντοφ της Βαρσοβίας. Ο μπαρόκ κήπος παραμελήθηκε μαζί με τους υπόλοιπους χώρους κατά τη διάρκεια του 19ου αι., αλλά ανακαινίστηκε τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 με πρωτοβουλία του Γουσταύου ΣΤ΄ Αδόλφου της Σουηδίας.[14]
Ο αγγλικός κήπος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γουσταύος Γ΄ της Σουηδίας ανέλαβε την πρωτοβουλία για τον αγγλικό κήπο τοπίου του Ντρότνινγκχολμ. Βρίσκεται βόρεια του μπαρόκ κήπου και αποτελείται από δύο λίμνες με κανάλια, γέφυρες, μεγάλους ανοικτούς χλοοτάπητες και δέντρα σε ομάδες ή λεωφόρους. Σε όλο αυτό το μεγάλο μέρος του πάρκου, υπάρχουν διάδρομοι πεζών.
Σε όλη αυτή την περιοχή διακρίνονται «σημεία θέας», δηλ. καθαρές οπτικές γραμμές, που έχουν κατασκευαστεί σκόπιμα για να τραβήξουν το βλέμμα σε ένα συγκεκριμένο τοπίο. Τα περισσότερα από τα παλαιά μαρμάρινα αγάλματα σε όλους τους κήπους αγοράστηκαν από τον Γουσταύο Γ΄ από την Ιταλία. Ο σκοπός των αγαλμάτων είναι να εκπλήξουν τον επισκέπτη με την απροσδόκητη εμφάνισή τους σε μια καταπράσινη περιοχή, ή ως κομβικό σημείο σε ένα σημείο θέας (vista).
Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το ανάκτορο αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, κυρίως λόγω του Θεάτρου του Ανακτόρου Ντρόντινγκχολμ και του κινεζικού περιπτέρου. Προστέθηκε στη λίστα το 1991. Τα σχόλια της UNESCO ήταν:
Η Βασιλική Ιδιοκτησία του Ντρότνινγκχολμ βρίσκεται σε ένα νησί, στη λίμνη Mάλαρ, σε ένα προάστιο της Στοκχόλμης. Με το ανάκτορό του, το άψογα διατηρημένο θέατρο (κτισμένο το 1766), το κινεζικό περίπτερο και τους κήπους, είναι το καλύτερο παράδειγμα μιας βασιλικής κατοικίας της Βόρειας Ευρώπης του 18ου αι., εμπνευσμένη από το Ανάκτορο των Βερσαλλιών.
Εικόνες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Το Ανάκτορο Ντρότνινγκχολμ, πίσω όψη
-
Ανατολική πρόσοψη
-
Το ανάκτορο όπως φαίνεται από το Kάρσεν το βράδυ
-
Η λεωφόρος μπροστά από το ανάκτορο
-
Οι αυστηρές γραμμές ενός μπαρόκ κήπου
-
Χαρακτικό περί το 1700
-
Ο αγγλικός κήπος
-
Το Κινεζικό Περίπτερο του Ντρότνινγκχολ (Kina Slott)
-
Κρήνη
-
Αεροφωτογραφία επάνω από την υποδοχή Ντρότνινγκχολμ.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Wiki Loves Monuments monuments database. 6 Μαΐου 2017. tools
.wmflabs .org /heritage /api /api .php?action=search&format=json&srcountry=se-bbr&srlanguage=sv&srid=21300000013102. - ↑ 2716579.
- ↑ 2717198.
- ↑ Getty Research Institute: «Getty Thesaurus of Geographic Names» (Αγγλικά) Getty Research Institute. Λος Άντζελες. 7009999.
- ↑ www
.google .com /maps /dir /Current+Location /Drottningholm+Palace,+178+02+Drottningholm,+Sweden. - ↑ www
.sfv .se /en /fastigheter /sverige /stockholms-lan-ab /slott /drottningholm-palace /. - ↑ Bebyggelseregistret. raa/bbr/21300000013102. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2017.
- ↑ Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. 559.
- ↑ Page 61 of the Swedish Etymological Dictionary of Svenskt ortnamnslexikon, published 2003 by the institute of Språk- och folkminnesinstitutet, Uppsala. The latter part "sund" means sound, and "torve" has to do with fishing (a prehistoric Swedish word).
- ↑ G. Upmark, Ein Besuch in Holland 1687 aus den Reiseschilderungen des schwedischen Architekten Nicodemus Tessin, pt. 2, OudHolland 18 (1900), p. 151 (in γερμανική)
- ↑ Nicolaes Millich in: Svenskt biografiskt lexikon, Volume 25, p. 516 (in σουηδική)
- ↑ 12,00 12,01 12,02 12,03 12,04 12,05 12,06 12,07 12,08 12,09 12,10 12,11 12,12 Mårtenson, Jan (1985). Drottningholm: slottet vid vattnet (στα Σουηδικά). Stockholm: Wahlström & Widstrand. ISBN 978-9146146599.
- ↑ Berman, Martha (1995). Fielding's Scandinavia (στα Αγγλικά). Fielding Worldwide. σελ. 393. ISBN 9781569520499.
- ↑ Setterwall, Åke· Fogelmarck, Stig (1974). The Chinese Pavilion at Drottningholm (στα Αγγλικά). Allhem. σελ. 234. ISBN 9789170040245.