Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βλάχοι (όρος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στην Ελλάδα η λέξη Βλάχος (με κεφαλαίο Β) χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τους ομιλούντες την Βλάχικη γλώσσα (Αρμάνοι) ή τους ομιλούντες την Βλαχομογλενίτικη. Με την υποχώρηση της γλώσσας που παρατηρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, η λέξη αναφέρεται πλέον και σε όσους προέρχονται από βλαχόφωνες οικογένειες χωρίς απαραίτητα να γνωρίζουν και να ομιλούν τη βλάχικη.
Σε κάποιες περιοχές των Βαλκανίων η λ. Βλάχος σήμαινε γενικά τον ορθόδοξο χριστιανό, ανεξαρτήτως γλώσσας.[1]

Προέλευση της λέξης "Βλάχος"

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορική έρευνα δεν έχει καταλήξει σε ένα γενικώς αποδεκτό συμπέρασμα για την πρόλευση της λέξης και η έλλειψη ομοφωνίας σχετίζεται ως ένα βαθμό με τις διαφορετικές απόψεις που υπάρχουν για την καταγωγή των Βλάχων. Η ονομασία Βλάχος είναι ασαφής με γενικό κανόνα να σημαίνει τον λατινόφωνο. Οι κυριότερες απόψεις που αναπτύχθηκαν όσον αφορά την ετυμολογία του όρου είναι:

  • Από την Πρωτο-γερμανική λέξη, κέλτικης ρίζας, "Walha" αργότερα "walch" ή "welsch", με την οποία οι αρχαίοι γερμανοί προσδιόριζαν τους Ρωμαίους και γενικότερα τους λαούς που είχαν ενσωματωθεί πολιτειακά και πολιτισμικά στον ρωμαϊκό κόσμο, που επίσης σημαίνει ξένο, μη Γερμανό αλλά λατινόφωνο και αφορά όλους τους λατινοποιημένους αυτόχθονες πληθυσμούς (συνήθως οι Κέλτες) της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όπως φαίνεται και από τις ονομασίες των περιοχών όπως Wallonie στο Βέλγιο, Cornwall και Wales στη Βρετανία, Wallis στην Ελβετία, Wallachia στη Ρουμανία. Στη συνέχεια υιοθετήθηκε από τους περισσότερους λαούς οι οποίοι είχαν γείτονες λατινόφωνους πληθυσμούς, κι έτσι προκύπτει και η αντίστοιχη ετυμολογία από την παλαιοσλαβική λέξη vlah που σημαίνει ξένος, αλλοεθνής, μη Σέρβος αλλά λατινόφωνος.Ο δανεισμός της από τους μεσαιωνικούς Σλάβους επιφέρει την φωνητική της μετατροπή σε Vlah. Υπό αυτή την μορφή μετεξελίσσεται σε όρο που προσδιορίζει πληθυσμούς της νοτιανατολικής Ευρώπης που ομιλούν διάφορες μορφές της βαλκανο-ρωμανικής γλώσσας δηλαδή των νεολατινικών διαλέκτων του Βαλκανικού χώρου.
  • Από τον αιγυπτιακό όρο "φελάχ"(=αγρότης), αυτός που ασχολείται με γεωργικές εργασίες. Συγκεκριμένα οι λόγω λιμού καταφυγόντες στην Αίγυπτο Εβραίοι άποικοι αυτοαποκαλούμενοι γεωργοί (σημητιστί φαλάχ) επειδή καλλιεργούσαν τα χωράφια που βρίσκονταν κοντά στα σύνορα που τους είχαν παραχωρηθεί από τις Αιγυπτιακές αρχές. Οι διάδοχοι Πτολεμαίοι τους αποκαλούσαν επισήμως γεωργούς, λαικώς όμως φαλάχ με την προσθήκη της ελληνικής κατάληξης -ος μεταβάλλοντας το αρχικό δασύ φ στο αντίστοιχο του μέσου β και το διαμόρφωσαν σε βαλάχος. Τον τύπο Βαλάχος διατήρησαν οι Ρωμαίοι όρος που εισάγουν στη διοίκηση του Ρωμαϊκού κράτους ως Vlachus και μεταρρυθμίζεται τότε και ο θεσμός του αποικισμού των ακτημόνων Ρωμαίων στις χώρες που καταλάμβαναν οι Ρωμαίοι.[2]
  • Είναι εξέλιξη της λέξης Βληχή (δωρικά βλαχά) που σημαίνει βέλασμα.
  • Προέρχεται από την λέξη Volcae, κέλτικη φυλή η οποία συνόρευε με τα γερμανικά φύλα και με αυτό το όνομα οι Γερμανοί αποκαλούσαν οποιονδήποτε λατινόφωνο[3]
  • Από την συνένωση των λέξεων valles (=κοιλάδα) και aqua (=νερό), δείγμα της ενασχόλησης των βλάχων με την κτηνοτροφία και την φροντίδα των ζώων.
  • Από το λατινικό villicus που ήταν για τους Ρωμαίους ο αγρότης.

Στην καθημερινή γλώσσα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην καθημερινή γλώσσα ο βλάχος (με μικρό β, προφ. βλά-χους) αποτελεί γενικευμένο όρο για όσους κατάγονται από βουνίσια ή αγροτική περιοχή, και αναφέρεται σε κάποιον που μιλάει με χωριάτικη προφορά. Συνήθως είναι υποτιμητικός χαρακτηρισμός και υποδηλώνει έλλειψη μόρφωσης και συμπεριφοράς. Χρησιμοποιείται κυρίως μεταφορικά για κάποιον απολίτιστο, αμόρφωτο και χωρίς τρόπους.[4] Εκφράσεις, γνωμικά και παροιμίες έχουν δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα της αντίληψης πως οι Βλάχοι είναι πολιτιστικά κατώτεροι: Φέρθηκε σαν Βλάχος (κακομαθημένος, όχι ευγενικός), Βλάχος πλένεται κ' η ποδιά του χαίρεται (Αίγινα-αφου πλυθει σκουπίζεται στην ποδιά του, στο φόρεμά του), Ξερ' ο Βλάχος τι ν' το χαβιάρι (αμαθής ,ακοινώνητος), Ο Θεός δεν είναι βλάχος. Αργάει μα δε λησμονάει (Μακεδόνία). Βλάχους είν', τυρί βαστάει (Αιτωλία. έχει τις συνήθειες του τόπου του),Εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει (ειμαστε αυθόρμητοι), Η δοξασμένη Βλαχουριά (σκωπτική ονομασία των Βλάχων), Ουρανό, λαγό και Βλάχο μην πιστεύεις (Λάστα Αρκαδίας, οι Βλάχοι δεν είναι άξιοι εμπιστοσύνης)[5]

  1. Mitja Velikonja, Religious Separation and Political Intolerance in Bosnia-Herzegovina, Texas A&M University Press, 5 Φεβ 2003. σελ. 68.[νεκρός σύνδεσμος]
  2. Αντώνιος Κεραμόπουλλος, «Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου», Επετηρίς της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τομ.23 (1953), σελ.66-67
  3. Αχιλλέας Λαζάρου, Βαλκάνια και Βλάχοι, εκδ. Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, Αθήναι.1993, σελ. 29
  4. Νικόλαος Κοντοσόπουλος, «Οι Έλληνες και οι άλλοι», Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, τομ. 29-30 (1999-2003), σελ.298
  5. Νικόλαος Κοντοσόπουλος, «Οι Έλληνες και οι άλλοι», Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, τομ. 29-30 (1999-2003), σελ.298-299
  • Αντώνιος Κεραμόπουλλος, «Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου», Επετηρίς της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τομ.23 (1953), σελ. 65-73
  • Νικόλαος Κοντοσόπουλος, «Οι Έλληνες και οι άλλοι», Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, τομ. 29-30 (1999-2003), σελ283-300
  • Th Capidan, Aromânii, Dialectul Aromân, ed2 Εditură Fundaţiei Culturale Aromâne, Bucureşti 2005
  • Αχιλλέας Λαζάρου, Βαλκάνια και Βλάχοι, εκδ. Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, Αθήναι.1993
  • A. Κεραμόπουλος, Τι είναι οι κουτσόβλαχοι, εκδ2 UniversityStudioPress, Θεσσαλονίκη 2000.
  • Α.Κουκούδης, Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1999.
  • A.Hâciu, Aromânii, Comerţ. Industrie.Arte.Expasiune.Civiliytie, tip. Cartea Putnei, Focşani 1936.
  • G. Weigand, Die Aromunen, Bd.Α΄-B΄,J. A. Barth(A.Meiner), Leipzig 1895-1894.
  • Τ. Winnifrith, Τhe Vlachs.Τhe History of a Balkan People, Duckworth 1987

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]