Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γκύντερ Άλτενμπουργκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
διδάκτωρ[1]
Γκύντερ Άλτενμπουργκ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση5  Ιουνίου 1894[2][3]
Κούνιχσμπεργκ
Θάνατος23  Οκτωβρίου 1984
Βόννη
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιπλωμάτης
πρέσβης (1941–1943)[4]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα και Γερμανικό Λαϊκό Κόμμα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γκύντερ Άλτενμπουργκ (5 Ιουνίου 1894, Κένιγκσμπεργκ - 23 Οκτωβρίου 1984, Βόννη) ήταν Γερμανός διπλωμάτης.

Τα πρώτα διπλωματικά του καθήκοντα τον έφεραν σε θέσεις στη Ρώμη, τη Βιέννη και το Βουκουρέστι, και παρέμεινε συνδεδεμένος με τη νοτιοανατολική Ευρώπη καθ' όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Το 1934, υπηρετούσε στη Βιέννη κατά τη διάρκεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος τον μήνα Ιούλιο ενάντια στο αυστριακό καθεστώς από Αυστριακούς Ναζί και πιθανότατα συμμετείχε στην προετοιμασία του. Στη συνέχεια ανακλήθηκε στο Βερολίνο, όπου εργάστηκε στο τμήμα, που ασχολείται με την Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία .

Προσχώρησε στο Ναζιστικό Κόμμα το 1935 και του δόθηκε θέση στη γραμματεία του Υπουργού Εξωτερικών Γιόαχιμ φον Ρίμπεντροπ. Μετά την εισβολή στη Γιουγκοσλαβία τον Απρίλιο του 1941, αρχικά είχε προγραμματιστεί να γίνει πληρεξούσιος για τη Σερβία, αλλά στις 28 Απριλίου 1941 ορίστηκε ως πληρεξούσιος του Ράιχ για την Ελλάδα.

Ο Άλτενμπουργκ έτρεφε μάλλον φιλικές διαθέσεις προς τη χώρα και τον λαό. Ήδη από τις πρώτες ημέρες της διαμονής του στην Αθήνα[5], προειδοποίησε τους προϊσταμένους του για τον ελλοχεύοντα κίνδυνο ενδημικής πείνας[6].

Τον Νοέμβριο του 1941 σημειώθηκε η πρώτη αντίδραση των γερμανικών Αρχών λόγω μείωσης της αποδοτικότητας των Ελλήνων εργατών λόγω του υποσιτισμού τους[7]. Ο Άλτενμπουργκ ζήτησε με τηλεγράφημά του προς το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, την αναστολή της εξαγωγής ελληνικών γεωργικών προϊόντων στη Γερμανία. Τον Απρίλιο του 1942, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία συναντήθηκε με τον Ιταλό ομόλογό του στη Ρώμη και συμφώνησαν στην αποστολή 20.000 τόνων σιταριού από τη Γερμανία στην Αθήνα, αλλά το Βερολίνο ακύρωσε τη συμφωνία[7].

Ως ο ανώτατος Γερμανός πολιτικός αξιωματούχος στην κατεχόμενη Ελλάδα, λειτούργησε ως επόπτης της ελληνικής κυβέρνησης-μαριονέτας μαζί με τον Ιταλό ομόλογό του, Πελεγκρίνο Γκίτζι,και συμμετείχε άμεσα στην απέλαση του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης την άνοιξη του 1943.

Απομακρύνθηκε από τη θέση του στις 3 Νοεμβρίου 1943, μετά την ιταλική συνθηκολόγηση και την πλήρη Κατοχή της Ελλάδας από τους Γερμανούς, η οποία οδήγησε σε πλήρη αναδιάρθρωση της γερμανικής διοίκησης υπό τον νέο στρατιωτικό κυβερνήτη της Ελλάδας, Αλεξάντερ Λερ.

Μετά τον πόλεμο, κατέθεσε στις δίκες της Νυρεμβέργης και υπηρέτησε ως γενικός γραμματέας του βιομηχανικού λόμπι της Γερμανικής Ομάδας του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου.