Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δασύουρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Dasyurus [1]
Δασύουρος ο κηλιδωτός (Dasyurus maculatus)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Ανθυφομοταξία: Μαρσιποφόρα (Marsupialia)
Τάξη: Δασυουρομόρφια (Dasyuromorphia)
Οικογένεια: Δασυουρίδες (Dasyuridae)
Υποοικογένεια: Dasyurinae
Ομοιογένεια: Dasyurini
Γένος: Δασύουρος (Dasyurus)
É. Geoffroy, 1796
Τυπικό είδος
Dasyurus viverrinus
Anon., 1791
(= Didelphis viverrina Shaw, 1800)
Είδη

Τα ζώα του γένους Δασύουρος (Dasyurus) γνωστά και ως ιθαγενείς γάτες (native cats) είναι σαρκοφάγα μαρσιποφόρα ενδημικά στην Αυστραλία και την Παπούα Νέα Γουινέα. Τα ενήλικα άτομα έχουν μήκος μεταξύ 25 έως 75 εκατοστά, με τριχωτές ουρές μήκους από 20 έως 35 εκατοστά. Τα θηλυκά έχουν έξι με οκτώ θηλές και αναπτύσσουν μάρσιπο, ο οποίος ανοίγει προς την ουρά, μόνο κατά την διάρκεια του θηλασμού όταν έχει μικρά. Ζουν και σε δάση και σε ανοιχτές κοιλάδες. Παρόλο που είναι ζώα που ζουν κατά κύριο λόγο στο έδαφος έχουν αποκτήσει δευτερεύοντα δεντρόβια χαρακτηριστικά. Δεν έχουν συλληπτήριες ουρές αλλά έχουν προεξοχές στις πατούσες των ποδιών τους.[2] Οι γομφίοι και οι κυνόδοντες τους είναι πολύ αναπτυγμένοι.

Το γένος Δασύουρος απειλείται από τους τοξικούς βατράχους του είδους Bufo marinus, ωστόσο ένα πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ που αποκαλύφθηκε το 2010, τους διδάσκει να αποφεύγουν να τρώνε αυτά τα αμφίβια.[3]

Η φυλή Dasyurini στην οποία ανήκει το γένος Δασύουρος περιλαμβάνει επίσης τον διάβολο της Τασμανίας, και τα γένη Antechinus, Dasyuroides και Dasycercus.[1]

Στο γένος Dasyurus ανήκουν τα ακόλουθα είδη:[1]

Υπάρχει τουλάχιστον ένα απολιθωμένο είδος από την Πλειόκαινο εποχή, το D. dunmalli, που περιγράφηκε από τον Bartholomai το 1971.[4] Το όνομα Dasyurus Δασύουρος προέρχεται από τα ελληνικά και σημαίνει «πυκνή ουρά»,[5] ενώ δόθηκε από τον Étienne Geoffroy Saint-Hilaire το 1796. Το πρώτο είδος που περιγράφηκε ήταν ο Δασύουρος ο κηλιδωτός (Dasyurus maculatus), το οποίο είχε αρχικά τοποθετηθεί στο γένος των αμερικανικών μαρσιπομυών Δίδελφυς (Didelphis).

  1. 1,0 1,1 1,2 Groves, C. (2005). Wilson, D. E., & Reeder, D. M. ed. Mammal Species of the World (3rd ed.). Baltimore: Johns Hopkins University Press. σσ. 24–25. ISBN 0-8018-8221-4.
  2. McCay, George (1999). Mammals. Fog City Press. 
  3. «Taste training for northern quolls». Australian Geographic. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2010. 
  4. Mikkos taxonomy
  5. Serena, M.· Soderquist, T. (1995). «Western Quoll». Στο: Strahan, Ronald, επιμ. The Mammals of Australia. Reed Books. σελίδες 62–64.