Ελεφαντόδοντο
Το ελεφαντόδοντο ή ελεφαντοστό (καθαρ. ελεφαντοστούν), γνωστό και ως φίλντισι, είναι λευκό υλικό που αποκτάται από τους χαυλιόδοντες και τα δόντια του ελέφαντα αλλά και άλλων ζώων. Αποτελείται από οδοντίνη, έναν ιστό παρόμοιο με τον οστικό ιστό. Χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα για την κατασκευή ποικίλων αντικειμένων, από κομψοτεχνήματα και έργα τέχνης μέχρι πλήκτρα πιάνου, ντόμινο και ψεύτικα δόντια[1][2]. Γενικώς θεωρείται «ευγενές» υλικό. Η κυριότερη πηγή του είναι οι χαυλιόδοντες του ελέφαντα, αλλά έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς φίλντισι από πολλά άλλα θηλαστικά, όπως ο ιπποπόταμος, ο θαλάσσιος ίππος, ο αγριόχοιρος, το μεγάλο (καναδικό) ελάφι, η φάλαινα φυσητήρας και το ναρβάλ.
Η σημασία του ελεφαντόδοντου καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι οι Γάλλοι αποικιοκράτες έδωσαν το όνομά του σε ένα κράτος της Αφρικής που ακόμα φέρει αυτή την ονομασία: την Ακτή του Ελεφαντοστού.
Χρήσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τόσο στον αρχαίο ελληνικό, όσο και στον ρωμαϊκό πολιτισμό σμίλευαν το ελεφαντόδοντο παράγοντας μεγάλες ποσότητες έργων τέχνης υψηλής αξίας, πολύτιμα θρησκευτικά σκεύη και διακοσμητικά κουτιά για ακριβά αντικείμενα. Συχνά επίσης το χρησιμοποιούσαν για να κατασκευάζουν το λευκό των ματιών των αγαλμάτων. Η τέχνη της κατεργασίας του ελεφαντοστού και η κατασκευή με αυτό έργων τέχνης ονομάζεται ελεφαντουργική, ενώ ο αντίστοιχος τεχνίτης ελεφαντουργός και το καλλιτεχνικό έργο ή κομψοτέχνημα ελεφαντούργημα.
Οι πληθυσμοί ελεφάντων της Συρίας και της Βόρειας Αφρικής μειώθηκαν μέχρι σημείου εξαφανίσεως πιθανώς εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης για ελεφαντόδοντο στον ελληνορωμαϊκό κόσμο[3].
Οι Κινέζοι εκτιμούν επίσης εδώ και πολλούς αιώνες το ελεφαντόδοντο, τόσο ως υλικό έργων τέχνης όσο και για χρηστικά αντικείμενα. Από τον 1ο αιώνα μ.Χ. ήδη η ανατολική Ασία εξήγε το υλικό αυτό δια του βόρειου Δρόμου του Μεταξιού προς κατανάλωση από τα δυτικά έθνη[4]. Τα βασίλεια της νοτιοανατολικής Ασίας φόρτωναν τα ετήσια καραβάνια τους με προσφορές προς τον Κίνα με χαυλιόδοντες ασιατικών ελεφάντων. Κινέζοι τεχνίτες σκάλιζαν το ελεφαντόδοντο για την παραγωγή μεγάλης ποικιλίας πραγμάτων, από εικόνες θεοτήτων μέχρι σώματα και επιστόμια για πίπες, με τις οποίες κάπνιζαν όπιο[5].
Οι βουδιστικοί πολιτισμοί της Νοτιοανατολικής Ασίας αποθήκευαν παραδοσιακά το ελεφαντόδοντο από τους εξημερωμένους τους ελέφαντες. Το εκτιμούσαν ιδιαίτερα για την κατασκευή κουτιών εξαιτίας της ικανότητας για αεροστεγές κλείσιμο. Σκάλιζαν επίσης συχνά περίτεχνες φιλντισένιες σφραγίδες που χρησιμοποιούσαν οι αξιωματούχοι για να «υπογράφουν» έγγραφα και διατάγματα[6].
Στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της ίδιας περιοχής, στη Μαλαισία, την Ινδονησία και τις νότιες Φιλιππίνες, το ελεφαντόδοντο ήταν το προτιμώμενο υλικό για την κατασκευή των λαβών των εγχειριδίων κρις. Στις Φιλιππίνες το χρησιμοποιούσαν επίσης για την κατασκευή των προσώπων και των χεριών των εικονισμάτων και αγαλματιδίων των ρωμαιοκαθολικών αγίων.
Είτε προέρχεται από χαυλιόδοντα είτε από δόντι, το ελεφαντόδοντο μπορεί να σμιλευτεί σε τεράστια ποικιλία σχημάτων και μεγεθών. Παραδείγματα σύγχρονων σκαλιστών αντικειμένων από ελεφαντόδοντο είναι διακοσμητικά «μπιμπελό», κοσμηματοθήκες, κοσμήματα, χερούλια, στοιχεία επίπλων και πλήκτρα πιάνου. Χαυλιόδοντες από ελέφαντα ή αγριόχοιρο με απλό φινίρισμα ή και ελάχιστο σκάλισμα, ώστε να αναγνωρίζεται η αρχική τους μορφή, εκτίθενται επίσης ως διακόσμηση σε σπίτια κυνηγών κ.ά.
Η χρήση του ελεφαντόδοντου στις τελευταίες δεκαετίες έχει μετατοπιστεί προς τη μαζική παραγωγή ενθυμημάτων («σουβενίρ») και κοσμημάτων. Στην Ιαπωνία η ευμάρεια ευνόησε τη διάδοση των hanko (ονοματοσφραγίδων) από ατόφιο ελεφαντόδοντο, που σε περασμένες εποχές κατασκευάζονταν από ξύλο. Οι hankos αυτές μπορούν να χαραχθούν από μηχάνημα σε μερικά δευτερόλεπτα και υπήρξαν εν μέρει υπεύθυνες για τη μεγάλη μείωση του αριθμού των αφρικανικών ελεφάντων κατά τη δεκαετία του 1980 (από 1,3 εκατομμύριο σε 600.000 μέσα σε 10 χρόνια).[7][8]
Παράπλευρα προϊόντα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Μέλαν ελεφαντοστούν ονομάζεται το υλικό που λαμβάνεται από την απανθράκωση των υπολειμμάτων της επεξεργασίας του ελεφαντόδοντου και χρησιμοποιήθηκε κατά το παρελθόν ως χρωστική ύλη στη ζωγραφική.
- Χάρτης ελεφαντοστού ονομάζεται ένα είδος διακοσμητικού χαρτιού που χρησιμοποιείται για ζωγραφικές μικρογραφίες.
Είδη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην αγορά υπάρχουν πολλά είδη ελεφαντόδοντου από ελέφαντα:
- Το χλωρό ελεφαντοστό, δηλαδή εκείνο που προέρχεται από ελέφαντα που σκοτώθηκε πριν από λίγο.
- Το νεκρό ελεφαντοστό, που προέρχεται από ζώο που είναι νεκρό από πολύ καιρό και διαφέρει ελαφρώς ως προς τις ιδιότητές του από το χλωρό.
- Το απολιθωμένο ελεφαντοστό, στο οποίο παρουσιάζονται σχισμές.
Παραδοσιακά, καλύτερο θεωρείται το ελεφαντόδοντο του ασιατικού ελέφαντα της Ταϊλάνδης, ως λευκότερο και συμπαγέστερο από αυτό της Γκαμπόν και της Γουινέας, το οποίο με την πάροδο του χρόνου γίνεται ωχρότερο, ενώ το ελεφαντόδοντο της Νότιας Αφρικής κιτρινίζει. Το είδος του ζώου από το οποίο προέρχεται το ελεφαντόδοντο μπορεί συνήθως να προσδιοριστεί με εξέταση κάτω από υπεριώδες φως, οπότε οι διαφορετικοί τύποι δείχνουν διαφορετικές αποχρώσεις.
Εκτός από το φίλντισι άλλων ζωικών ειδών, η χημεία κατόρθωσε να παρασκευάσει εδώ και δεκαετίες τεχνητό-συνθετικό ελεφαντόδοντο από καουτσούκ αναμιγμένο με μαγνησία και αλεσμένα οστά προβάτων, το οποίο παρουσιάζει υψηλή ομοιότητα με το φυσικό.
Η κατανάλωση πριν από την εποχή του πλαστικού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πριν την εμφάνιση των πλαστικών υλών το ελεφαντόδοντο ήταν πολύ σημαντικό για την κατασκευή λαβών μαχαιροπίρουνων, μουσικών οργάνων, σφαιρών του μπιλιάρδου και πολλών άλλων πραγμάτων. Εκτιμάται ότι η ετήσια κατανάλωση μόνο στη Μεγάλη Βρετανία το 1831 ισοδυναμούσε με τη θανάτωση σχεδόν 4 χιλιάδων ελεφάντων. Μέρος του ελεφαντόδοντου ήταν νεκρό ή απολιθωμένο — ιδίως οι Ρώσοι ξέθαβαν χαυλιόδοντες από μαμούθ — αλλά η μεγαλύτερη ποσότητα προερχόταν από ελέφαντες που σκοτώνονταν μόνο για τους χαυλιόδοντές τους (χλωρό ελεφαντοστό). Για παράδειγμα, το 1930 η απόκτηση 40 τόνων ελεφαντόδοντου απαίτησε τη θανάτωση περίπου 700 ελεφάντων[9]. Και με άλλα ζωικά είδη που σήμερα κινδυνεύουν συνέβαινε το ίδιο, όπως με τους ιπποπόταμους, που έχουν πολύ σκληρό και λευκό φίλντισι, από το οποίο κατασκευάζονταν τεχνητά δόντια.[10].
Η οικολογική διαμάχη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η χρήση και το εμπόριο ελεφαντόδοντου από ελέφαντα έγιναν από το β΄ μισό του εικοστού αιώνα θέμα έντονης διαμάχης εξαιτίας του ρόλου τους στη σοβαρή μείωση των πληθυσμών των ελεφάντων σε πολλές χώρες. Το 1975 ο ασιατικός ελέφαντας μπήκε στο Παράρτημα 1 (Appendix One) της Συμβάσεως Διεθνούς Εμπορίου Ειδών σε Κίνδυνο (CITES), γεγονός που απαγορεύει το διεθνές εμπόριό του ανάμεσα σε κράτη που έχουν υπογράψει τη σύμβαση. Ο αφρικανικός ελέφαντας μπήκε με τη σειρά του στο Παράρτημα 1 τον Ιανουάριο του 1990. Από τότε μέχρι σήμερα, σε κάποιες χώρες στη νοτίως του ισημερινού Αφρική οι πληθυσμοί ελεφάντων έχουν μεταφερθεί στο Παράρτημα 2, κάτι που επιτρέπει την πώληση αποθεμάτων προϊόντων τους[11][7][12][13][14]
Σήμερα έχουν βρεθεί συνθετικά υποκατάστατα του ελεφαντόδοντου για πολλές από τις χρήσεις του. Επειδή, εξάλλου, η χημική δομή των οδόντων και των χαυλιοδόντων των θηλαστικών είναι η ίδια ανεξαρτήτως του είδους προελεύσεως[15], το εμπόριο τέτοιων προϊόντων άλλων ειδών εκτός του ελέφαντα είναι εδραιωμένο και διαδεδομένο, ενώ ο όρος «ελεφαντόδοντο» μπορεί να χρησιμοποιείται νόμιμα για την περιγραφή του υλικού δοντιών ή χαυλιοδόντων οποιουδήποτε θηλαστικού που έχει εμπορικό ενδιαφέρον.
Διαθεσιμότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εξαιτίας των μειώσεων των πληθυσμών των ειδών που το παράγουν, η εισαγωγή και πώληση ελεφαντόδοντου σε πολλές χώρες έχει απαγορευτεί ή είναι αυστηρά περιορισμένη. Ερευνητές από το Γραφείο Περιβαλλοντικών Ερευνών (Environmental Investigation Agency, EIA) διαπίστωσαν ότι οι πωλήσεις στα πλαίσια της συμβάσεως CITES αποθεμάτων από τη Σιγκαπούρη και το Μπουρούντι (270 και 89,5 τόνων αντιστοίχως) είχαν δημιουργήσει ένα σύστημα που ύψωνε τις τιμές του ελεφαντόδοντου στη διεθνή αγορά, επιβραβεύοντας έτσι τους διεθνείς λαθρεμπόρους και δίνοντάς τους την ικανότητα να ελέγχουν το εμπόριο και να συνεχίζουν να πωλούν νέες ποσότητες[7][8].
Από τότε που επιβλήθηκε η απαγόρευση εξαγωγών ελεφαντόδοντου, κάποιες χώρες της νότιας Αφρικής έχουν υποστηρίξει ότι οι πληθυσμοί ελεφάντων τους είναι σταθεροί ή αυξάνονται και ότι τα έσοδα από τις πωλήσεις ελεφαντόδοντου θα χρηματοδοτούσαν τις προσπάθειές τους για προστασία της άγριας ζωής. Ωστόσο, άλλες αφρικανικές χώρες ισχυρίζονται ότι η επανάληψη του εμπορίου ελεφαντόδοντου θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο τους δικούς τους πληθυσμούς ελεφάντων από λαθροθήρες που αποκρίνονται στη ζήτηση. Η σύμβαση CITES επέτρεψε την πώληση 49 τόνων ελεφαντόδοντου από τη Ζιμπάμπουε, τη Ναμίμπια και την Μποτσουάνα το 1997 προς την Ιαπωνία.[16][17]
Το 2007 ο ιστοτόπος eBay, πιεζόμενος από το International Fund for Animal Welfare, απαγόρευσε όλες τις διεθνείς πωλήσεις προϊόντων ελεφαντόδοντου από ελέφαντα. Η απόφαση ήλθε μετά από αρκετές μαζικές θανατώσεις αφρικανικών ελεφάντων, ιδίως της σφαγή της Ζακούμα στο Τσαντ το 2006. Το IFAW βρήκε ότι μέχρι και το 90% των αγοραπωλησιών ελεφαντόδοντου στο eBay παραβίαζε τις δικές του πολιτικές περί άγριας ζωής και θα μπορούσαν να είναι και παράνομες. Τον Οκτώβριο του 2008 το eBay επεξέτεινε την απαγόρευση σε όλες τις πωλήσεις ελεφαντόδοντου.
Το 2008 πώληση 108 τόνων από τις τρεις παραπάνω χώρες και τη Νότιο Αφρική επιτράπηκε προς την Ιαπωνία και την Κίνα[18][19]. Η συμπερίληψη και της Κίνας στις «εγκεκριμένες» χώρες εισαγωγής δημιούργησε τεράστιο θόρυβο, παρά το ότι υποστηρίχθηκε από τη CITES, το WWF και το πρόγραμμα Traffic.[20], που επιχειρηματολόγησαν ότι η Κίνα είχε ελέγχους και ότι η πώληση ίσως να έριχνε τις τιμές. Ωστόσο, η τιμή του ελεφαντόδοντου στην Κίνα εκτοξεύθηκε στα ύψη[21].
Πέρα από τα επιχειρήματα που επικρατούν σχετικά με το εμπόριο του υλικού τα τελευταία τριάντα χρόνια από τη CITES, υπάρχει ένα γεγονός για το οποίο συμφωνούν σήμερα σχεδόν όλα τα πληροφορημένα μέρη: η λαθροθηρία αφρικανικών ελεφάντων για ελεφαντόδοντο αυξάνεται σημαντικά.[22][23][24]
Το 2006, 19 αφρικανικές χώρες υπέγραψαν τη «Διακήρυξη της Άκκρα» για ολική απαγόρευση του εμπορίου ελεφαντόδοντου, ενώ το επόμενο έτος οι 20 χώρες στις οποίες εκτείνεται η γεωγραφική κατανομή του αφρικανικού ελέφαντα συμμετείχαν σε μία συνάντηση στην Κένυα που κατέληξε σε μία έκκληση για 20ετές «μορατόριουμ» του εμπορίου.[25]
Στην Ασία οι άγριοι πληθυσμοί ελεφάντων είναι σήμερα ένα κλάσμα αυτών που ήταν στους ιστορικούς χρόνους και η λαθροθηρία ασιατικού ελέφαντα συνεχίζεται. Σήμερα οι ελέφαντες έχουν σχεδόν εξαφανιστεί στην Κίνα, το Βιετνάμ, το Λάος και την Καμπότζη.
Εναλλακτικές πηγές για το υλικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εμπόριο ελεφαντόδοντου από χαυλιόδοντες νεκρών μαμούθ γίνεται εδώ και 300 χρόνια, και συνεχίζει να είναι νόμιμο. Το ελεφαντόδοντο από μαμούθ χρησιμοποιείται σήμερα για την κατασκευή λαβών χειροποίητων μαχαιριών. Είναι σπάνιο και ακριβό, αφού τα μαμούθ έχουν εκλείψει εδώ και χιλιάδες χρόνια, και οι επιστήμονες απεχθάνονται να πωλούνται δείγματα σημαντικής μουσειακής αξίας σε κομμάτια, αλλά αυτό το εμπόριο δεν απειλεί κανένα ζωντανό είδος.[26]. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, 10 εκατομμύρια μαμούθ είναι ακόμα θαμμένα στη Σιβηρία.[27]
Από την άλλη, το σκληρότατο λευκό ενδόσπερμα των σπόρων μερικών φοινικοειδών κερδίζει έδαφος ως υποκατάστατο του ελεφαντόδοντου, αν και το μέγεθός του περιορίζει τη χρησιμότητά του. Αποκαλείται «φυτικό ελεφαντόδοντο» ή «τάγκουα» και παράγεται από παραλιακά δάση του Ισημερινού, του Περού και της Κολομβίας.[28]
Εικόνες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Ανάγλυφο σε ελεφαντόδοντο που απεικονίζει τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο. Το ελεφαντόδοντο υπήρξε πάντοτε ένα πολύτιμο υλικό γλυπτικής.
-
Το φιλντισένιο κάλυμμα του Χρυσού Κώδικος (Ευαγγελίων) του Λορς, περ. 810 μ.Χ., Καρολίγγειος δυναστεία, Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου, Λονδίνο
-
Χαυλιόδοντες αγριόχοιρου
-
Η νίκη του Μ. Αλεξάνδρου επί του Πώρου, ανάγλυφο σε ελεφαντόδοντο του Ignaz Elhafen, περ. 1700, Βασιλικό Κάστρο της Βαρσοβίας
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «George Washington's false teeth not wooden». Associated Press. http://www.msnbc.msn.com/id/6875436/ns/technology_and_science-science/t/george-washingtons-false-teeth-not-wooden/. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Copley & Boegli - About our Flutes». Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2012.
- ↑ Revello, Manuela: “Orientalising ivories from Italy”, στο BAR, British Archaeological Reports, Proceedings of International Symposium of Mediterranean Archaeology, 24–26 Φεβρουαρίου 2005, Università degli Studi di Chieti, σσ. 111-118.
- ↑ «Silk Road, North China». Megalithic.co.uk. Ανακτήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2010.
- ↑ Martin, Steven: The Art of Opium Antiques, Silkworm Books, Chiang Mai 2007
- ↑ «Ivory Carving in Thailand». Asianart.com/. Ανακτήθηκε στις 30 Αυγούστου 2007.
- ↑ 7,0 7,1 7,2 "To Save An Elephant" by Allan Thornton & Dave Currey, Doubleday 1991, ISBN 0-385-40111-6
- ↑ 8,0 8,1 "A System of Extinction - the African Elephant Disaster", Environmental Investigation Agency 1989
- ↑ Ivory Tusks by the Ton. Popular Science. Νοέμβριος 1930. σελ. 45.
- ↑ Tomlinson, C., ed. (1866). Tomlinson's Cyclopaedia of Useful Arts. London: Virtue & Co. τόμος I, σσ. 929-930.
- ↑ «Asian Elephant». Cites.org. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2013.
- ↑ Kaufman, Marc (2007-02-27). «Increased Demand for Ivory Threatens Elephant Survival». Washingtonpost.com. http://www.washingtonpost.com/wp-dyn/content/article/2007/02/26/AR2007022600932.html. Ανακτήθηκε στις 2013-06-24.
- ↑ 12:00 AM (31 Οκτωβρίου 2002). «Lifting the Ivory Ban Called Premature». NPR. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2013.
- ↑ «WWF Wildlife Trade - elephant ivory FAQs». Worldwildlife.org.
- ↑ «Identification Guide for Ivory and Ivory Substitutes» (PDF). Convention on International Trade in Endangered Species of Wild Fauna and Flora (CITES). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 21 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 30 Απριλίου 2013.
- ↑ «HSI Ivory trade timeline» (PDF). Hsi.org.
- ↑ "Living Proof", Dave Currey & Helen Moore στο A report by Environmental Investigation Agency, Σεπτέμβριος 1994
- ↑ «Campaigners fear for elephants and their own credibility». The Economist. Ιούλιος 2008. http://www.economist.com/node/11751304.
- ↑ CITES summary record of Standing Committee 57 2008
- ↑ «Ivory sales». Africageographic.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2013.
- ↑ Strazjuso, Jason· Caesy, Michael· Foreman, William (Μάιος 2010). «Ivory Trade threatens African Elephant». Msnbc.msn.com.
- ↑ «China fuels East African Poaching». Epoch Times. Μάρτιος 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2014.
- ↑ «Elephant Ivory Sales Denied to Halt Worldwide Poaching Crisis». Ens-newswire.com. Μάρτιος 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2014.
- ↑ «Massive surge in elephant poaching». Biglifeafrica.org. Σεπτέμβριος 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2014.
- ↑ «African countries set to lock horns over ivory». Bt.com.bn. Μάιος 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2014.
- ↑ Kramer, Andrew E. (2008-03-25). «Trade in mammoth ivory, helped by global thaw, flourishes in Russia». Nytimes.com. http://www.nytimes.com/2008/03/25/world/europe/25iht-mammoth.4.11415717.html. Ανακτήθηκε στις 2010-09-22.
- ↑ Lister, Adrian· Bahn, Paul G. (2007). Mammoths: giants of the ice age. University of California Press. ISBN 978-0-520-25319-3.
- ↑ «Could plant ivory save elephants?». CNN. 2005-04-26. http://www.cnn.com/2005/TECH/science/04/26/vegivory/index.html. Ανακτήθηκε στις 2010-05-05.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Η Διεθνής Εταιρεία Ελεφαντόδοντου
- Γεμολογικές ιδιότητες του ελεφαντόδοντου
- TRAFFIC: Νέα αναφορά επιβεβαιώνει μεγάλη αύξηση του λαθρεμπορίου ελεφαντόδοντου το 2011
- EIA Ματωμένο ελεφαντόδοντο: Αποκαλύπτοντας τον μύθο της «ρυθμισμένης» αγοράς
- Federation of Environmental Organizations Sri Lanka: Ματωμένο ελεφαντόδοντο σε βουδιστικούς ναούς;
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Το λήμμα «ελεφαντοστούν» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 12 (1972), σελ. 57