Ελληνο-Γιουγκοσλαβική συνομοσπονδία
Η Ελληνο-Γιουγκοσλαβική συνομοσπονδία ή ομοσπονδία[a], γνωστή επίσης ως Βαλκανική Ένωση, ήταν πολιτική έννοια κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ιδέα υποστηρίχθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο και στις διαπραγματεύσεις συμμετείχαν οι εξόριστες κυβερνήσεις της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας. Οι δύο κυβερνήσεις υπέγραψαν συμφωνία που προωθούσε τη πρόταση, αλλά δεν πέρασε ποτέ το στάδιο του σχεδιασμού λόγω εναντίωσης από τις Γιουγκοσλαβικές και ελληνικές κυβερνήσεις, την κατάσταση των χωρών εκείνη την εποχή, καθώς και λόγω της αντίθεσης της Σοβιετικής Ένωσης. Η πρόταση οραματιζόταν συνομοσπονδία της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Παρασκήνιο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Ελλάδα και η Γιουγκοσλαβία είχαν καταληφθεί από τη Ναζιστική Γερμανία και σχημάτισαν εξόριστες κυβερνήσεις στο Λονδίνο.[1]
Η ίδρυση της ελληνογιουγκοσλαβικής ένωσης ήταν το πρώτο βήμα του βρετανικού σχεδίου Ήντεν: ο τελικός στόχος ήταν να δημιουργηθεί μια φιλοδυτική ένωση στην Κεντρική-Ανατολική Ευρώπη. Ύστερα θα ενσωματώνονταν η Αλβανία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία σχηματίζοντας τη Βαλκανική Ένωση. Το τελευταίο βήμα για την πραγμάτωση του σχεδίου ήταν η ένωση της Βαλκανικής Ομοσπονδίας με την Κεντρική Ευρωπαϊκή ομοσπονδία, η οποία θα αποτελούνταν από την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία.[2] Το πρώτο βήμα για την ένωση αφορούσε μόνο τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, επειδή οι δύο χώρες συμμάχησαν με τους Συμμάχους.[3]
Συμφωνία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι δύο εξόριστες κυβερνήσεις διαπραγματεύτηκαν τις συνθήκες της συμφωνίας. Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν γύρω στο τέλος του 1941. Η συμφωνία υπεγράφη από τους Σλόμπονταν Γιοβάνοβιτς και Εμμανουήλ Τσουδερό,[4] σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών υπό την προεδρία του Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Άντονι Ήντεν. Η συμφωνία αναφέρεται ρητά ότι οι δύο συστατικές κυβερνήσεις υποστηρίζουν την ένταξη περισσότερων κρατών-μελών στην ένωση.[5] Αν και γεννήθηκαν ελπίδες ότι η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα προσχωρήσουν στην ένωση, στις 4 Φεβρουαρίου 1942 ο Άντονι Ήντεν δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων ότι η συνθήκη που υπέγραψαν οι εξόριστες κυβερνήσεις Γιουγκοσλαβίας και Ελλάδας θα ήταν η βάση για τη δημιουργία της Βαλκανικής συνομοσπονδίας.[5]
Με την υποστήριξη του υπουργείου Εξωτερικών της Βρετανίας, το σχέδιο ήταν η ενοποίηση της Βαλκανικής Ένωσης με τη Συνομοσπονδία Πολωνίας-Τσεχοσλοβακίας, σχηματίζοντας μια φιλοδυτική οργάνωση μελών ανάμεσα στη Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση.[1][6][7] Οι δύο εξόριστες κυβερνήσεις συμφώνησαν να σχηματίσουν μια πολιτική, οικονομική και στρατιωτική ένωση, με το σύνθημα "Τα Βαλκάνια για τους Λαούς των Βαλκανίων".
Τα μέλη της ομοσπονδίας δεν θα έχουν ενιαία κυβέρνηση, αλλά θα υπάρχει αρκετός συντονισμός μεταξύ των κοινοβουλίων και κυβερνήσεων των συστατικών χωρών. Οι μοναρχίες των μελών της Ένωσης θα ενοποιούνταν με τον γάμο του Πέτρου της Γιουγκοσλαβίας με την Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα της Ελλάδας.[1] Η ένωση θα γινόταν πραγματικότητα μετά τον πόλεμο.
Ο γάμος του Πέτρου και της Αλεξάνδρας αποδείχθηκε προβληματική κίνηση και μείωσε την υποστήριξη για την ένωση μεταξύ των δύο εξόριστων κυβερνήσεων.[1] Στη διεθνή σκηνή, η Τουρκία ήταν υπέρ της ένωσης αλλά εναντιώθηκε η Σοβιετική Ένωση, επειδή σύμφωνα με τον Ιωσήφ Στάλιν μια ισχυρή και ανεξάρτητη ομοσπονδία στην Ευρώπη θα μπορούσε να απειλήσει τα σχέδιά του για την Ανατολική Ευρώπη.[8][9][10]
Διάλυση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1942 η Βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει τις δυνάμεις του Γιόσιπ Τίτο αντί των Τσέτνικ και απέρριψε το σχέδιο περί της ένωσης ως ανεφάρμοστο.[11] Το 1944, οι Βρετανοί απέσυραν την αναγνώριση τους προς τη Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση. Στη θέση της αναγνώρισαν την κομμουνιστική Γιουγκοσλαβική Εθνική Επιτροπή για την Απελευθέρωση του Ιβάν Σούμπασιτς, η οποία ήταν υπαγόμενη στον Τίτο.[1]
Προς το τέλος του πολέμου, η Γιουγκοσλαβία στράφηκε προς το κομμουνιστικό στρατόπεδο. Το 1946, στην Ελλάδα ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος.[1]
Καθώς η υποστήριξη για τη συνομοσπονδία ήταν μικρή, δεν πραγματώθηκε ποτέ, αλλά τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο, η ιδέα της Βαλκανικής Ενώσεως χρησιμοποιήθηκε από μερικούς ντόπιους κομμουνιστές ηγέτες.[12]
Εναλλακτικά σχέδια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το τέλος του 1944, το Γιουγκοσλαβικό Κομμουνιστικό Κόμμα άρχισε να αναπτύσσει εναλλακτικά σχέδια για τη Βαλκανική Ομοσπονδία. Επειδή συμφωνήθηκε ότι η Ελλάδα θα βρίσκεται στη Δυτική σφαίρα επιρροής, τα σχέδια έπρεπε να αποκλείσουν την Ελλάδα.[11]
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Καθώς οι λεπτομέρειες της σχεδιαζόμενης ένωσης δεν οριστικοποιήθηκαν ποτέ, δεν είναι σαφές εάν θα συγκροτούνταν ομοσπονδία ή συνομοσπονδία. Στη βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται οι όροι "Ελληνο-Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία" και "Ελληνο-Γιουγκοσλαβική συνομοσπονδία".
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Jonathan Levy (6 June 2007). The Intermarium: Wilson, Madison, & East Central European Federalism. Universal-Publishers. pp. 203–205. ISBN 978-1-58112-369-2. Retrieved 12 August 2011.
- ↑ Levy 2007.
- ↑ Cahiers de Bruges, n.s. College d'Europe. 1971. σελ. 69. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
Only two countries, Yugoslavia and Greece, were in the Allied camp, which explains why practical plans of a regional Balkan confederation had to be restricted to them.
- ↑ Hidryma Meletōn Chersonēsou tou Haimou. Institute for Balkan Studies. 1964. σελ. 111. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
Negotiations lasting until the end of 1941 led to the conclusion of an agreement, signed on January 15, 1942, by Prime Ministers Tsouderos and Slobodan Jovanovid, concerning the establishment of a Balkan Union whose primary
- ↑ 5,0 5,1 Kelly 2004.
- ↑ Klaus Larres (2002). Churchill's Cold War: the politics of personal diplomacy. Yale University Press. p. 58. ISBN 978-0-300-09438-1. Retrieved 12 August 2011.
- ↑ Antoine Capet; Aïssatou Sy-Wonyu (2003). The "Special Relationship". Publication Univ Rouen Havre. p. 30. ISBN 978-2-87775-341-8. Retrieved 12 August 2011.
- ↑ Jonathan Levy (6 June 2007). The Intermarium: Wilson, Madison, & East Central European Federalism. Universal-Publishers. p. 201. ISBN 978-1-58112-369-2. Retrieved 10 August 2011.
- ↑ Walter Lipgens (1985). Documents on the history of European integration: Plans for European union in Great Britain and in exile, 1939–1945 (including 107 documents in their original languages on 3 microfiches). Walter de Gruyter. p. 648. ISBN 978-3-11-009724-5. Retrieved 10 August 2011.
- ↑ Klaus Larres (2002). Churchill's Cold War: the politics of personal diplomacy. Yale University Press. pp. 64–65. ISBN 978-0-300-09438-1. Retrieved 10 August 2011.
- ↑ 11,0 11,1 Kola 2003.
- ↑ Geoffrey Roberts (2006). Stalin's wars: from World War to Cold War, 1939–1953. Yale University Press. p. 348. ISBN 978-0-300-11204-7. Retrieved 12 August 2011.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Briggs, A.· Meyer, E. (2013). Patterns of Peacemaking. Routledge. ISBN 978-1-136-23257-2. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
- Kelly, George (2004). The Psychology of Personal Constructs: Volume One: Theory and Personality. Routledge. ISBN 978-1-134-48878-0. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
- Kola, Paulin (2003). The Search for Greater Albania. C. Hurst & Co. Publishers. ISBN 978-1-85065-596-1. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
- Levy, Jonathan (2007). The Intermarium: Wilson, Madison, and East Central European Federalism. Universal-Publishers. ISBN 978-1-58112-369-2. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2014.
- Wheeler, Mark C. (1980). Britain and the war for Yugoslavia, 1940-1943. East European Monographs. ISBN 978-0-914710-57-8.