Επαρχίες της Εσθονίας
Η επαρχία ή κομητεία (εσθονικά:maakond) είναι μια διοικητική υποδιαίρεση της Εσθονίας. Η Εσθονία διαιρείται σε 15 επαρχίες. Η κυβέρνηση (εσθονικά: maavalitsus) της κάθε επαρχίας έχει επικεφαλής τον κυβερνήτη της επαρχίας (εσθονικά: maavanem), που εκπροσωπεί την κυβέρνηση της χώρας σε τοπικό επίπεδο. Οι κυβερνήτες διορίζονται από την Κυβέρνηση της Εσθονίας για ένα διάστημα πέντε ετών.
Κάθε επαρχία διαιρείται περαιτέρω σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Municipalities of Estonia) οι οποίοι είναι δύο τύπων: ο αστικός, ή δήμος (linn), και ο αγροτικός, ή κοινότητα (vald).
Κατάλογος επαρχιών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τους πρώτους αιώνες μ.Χ. άρχισαν να αναδύονται πολιτικές και διοικητικές διαιρέσεις στην Εσθονία. Εμφανίστηκαν δύο μεγαλύτερες υποδιαιρέσεις: η κοινότητα (kihelkond) και η επαρχία ή κομητεία (maakond). Η κοινότητα αποτελούνταν από περισσότερα χωριά. Κοντά σε όλες τις κοινότητες υπήρχε τουλάχιστον ένα κάστρο. Η άμυνα της τοπικής περιοχής διευθύνονταν από τον υψηλότερο αξιωματούχο, τον γεροντότερο της κοινότητας. Η επαρχία από την άλλη αποτελούνταν από πολλές κοινότητες μαζί, και που είχε πάλι επικεφαλής έναν γέροντα. Κατά τον 13ο αιώνα είχαν σχηματιστεί οι ακόλουθες επαρχίες στην Εσθονία: Σάαρεμαα (Osilia), Λέενεμαα (Rotalia or Maritima), Χάργιουμαα (Harria), Ρέβαλα (Revalia), Βίρουμαα (Vironia), Γιέρβαμαα (Jervia), Σάκαλα (Saccala), και Ούγκαντι (Ugaunia).[2] Επιπλέον υπήρχαν μια σειρά από μικρότερες γεροντείες στην κεντρική Εσθονία όπου ο κίνδυνος του πολέμου ήταν μικρότερος - Βάιγκα, Μούχου (Mõhu), Νούρμεκουντ και Αλέμποϊς. Ο ακριβής αριθμός και τα σύνορα αυτών των γεροντειών αμφισβητούνται. Η πρώτη βασισμένη σε πηγές αναφορά των πολιτικών και διοικητικών υποδιαιρέσεων της Εσθονίας προέρχεται από το Χρονικό του Ερρίκου της Λιβονίας, γραμμένο τον 13ο αιώνα κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών του Βορρά. Η αυτονομία των κομητειών και κοινοτήτων της Εσθονίας έληξε μετά την κατάκτηση και τον διαμελισμό της μεταξύ της Δανίας, του Τάγματος της Λιβονίας, της Επισκοπής του Ντόρπατ και της Επισκοπής του Έσελ-Βικ. Η ονομασία Ρέβαλα έγινε Ρέβαλ, αντικαθιστώντας το όνομα της εσθονικής πόλης Λιντάνισσε, μετέπειτα Τάλιν. Το Ούγκαντι, η Σάκαλα και άλλες μικρότερες γεροντείες εξαφανίστηκαν από την κοινή χρήση. Στη δεκαετία του 1580, μετά τον Πόλεμο της Λιβονίας καθώς η Σουηδία είχε κατακτήσει τη Βόρειο Εσθονία, οι επαρχίες Χάργιου, Γιέρβα, Λέενε και Βίρου σχηματίστηκαν πλέον επίσημα εκεί. Στη Νότιο Εσθονία, που ανήκε στην Πολωνία μεταξύ 1582-1625, διαιρέθηκε στις βοϊβοντίνες του Πάρνου και του Τάρτου. Η νήσος Σάαρεμαα ανήκε στη Δανία μέχρι το 1645. Όλες έγιναν κομητείες καθώς περιέρχονταν στην κυριαρχία της Σουηδίας. Αυτό το διοικητικό σύστημα παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό όταν η Εσθονία περιήλθε στους Ρώσους ως αποτέλεσμα του Βορείου Πολέμου. Το 1793 δημιουργήθηκε η Επαρχία Βόρου στον νότο της επαρχίας Τάρτου, η Επαρχία Βίλγιαντι ανάμεσα στις επαρχίες Τάρτου και Πάρνου, και η επαρχία Παλντίσκι δυτικά της επαρχίας Χάγιου. Το 1796 η επαρχία Παλτνίσκι ξαναενώθηκε με τη Χάργιου. Μέχρι το 1888 οι επαρχίες Βόρου και Βίλγιαντι δεν ήταν εντελώς ανεξάρτητες από τις επαρχίες Τάρτου και Πάρνου αντίστοιχα. Πολλές αλλαγές έγιναν στα σύνορα των επαρχιών από τότε που η Εσθονία έγινε ανεξάρτητη, με πιο ξεχωριστή τη δημιουργία της επαρχίας Βάλγκα (από τμήματα των επαρχιών του Βόρου, του Τάρτου και του Βίλγιαντι) και της επαρχίας Πετσέρι (περιοχή που προσαρτήθηκε από τη Ρωσία με τη συνθήκη ειρήνης του Τάρτου το 1920). Στη διάρκεια της Σοβιετικής κυριαρχίας, η επαρχία Πετσέρι έγινε για άλλη μια φορά τμήμα της Ρωσίας το 1945. Η Χιίουμαα αποσχίστηκε από τη Λεένεμαα το 1946, και η Γιογκέβαμαα από την Τάρτουμαα το 1949 και η Γιόβιμαα (η σημερινή Επαρχία Ίντα-Βίρου) από τη Βίρουμαα το 1949. Οι κομητείες καταλύθηκαν εντελώς το 1950 καθώς η τότε Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Εσθονίας διαιρέθηκε σε ζώνες (rajoonid) και (μέχρι το 1953) σε επαρχίες (oblast). Μέχρι το 1960 τα σύνορα των ζωνών άλλαζαν συχνά ώσπου έμειναν 15 από αυτές. Από αυτές, περιοχές Πόλβα και η Ράπλα έγιναν ξεχωριστές επαρχίες, ενώ οι άλλες μόλις και μετά βιας ανταποκρίνονταν στον διοικητικό χάρτη των επαρχιών προ του 1950. Οι κομητείες επανιδρύθηκαν την 1 Ιανουαρίου, 1990 στα ίδια σύνορα με τις επαρχίες της πρώην Σοβιετικής εποχής. Λόγω των πολλών διαφορών μεταξύ της τρέχουσας και των ιστορικών (πριν το 1940) διαγραμμάτων, τα ιστορικά σύνορα χρησιμοποιούνται ακόμα στην εθνολογία, απεικονίζοντας καλύτερα τις πολιτισμικές και γλωσσολογικές διαφορές. Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|