Μετάβαση στο περιεχόμενο

Επιγραφή του Αλεξαμένου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η επιγραφή του Αλεξαμένου

Η επιγραφή του Αλεξαμένου ή το γκραφίτι του Αλεξαμένου (ιταλικά: Graffito di Alessameno), επίσης γνωστό ως το βλάσφημο γκραφίτι[1] είναι εγχάρακτη παράσταση η οποία βρέθηκε σε ένα τοίχο δωματίου στον Παλατινό λόφο της Ρώμης, η οποία μεταφέρθηκε και φυλάσσεται στο μουσείο του Παλατινού λόφου.[2] Αποτελεί πιθανώς την αρχαιότερη απεικόνιση της σταύρωσης του Ιησού μαζί με την χάραξη σε ένα πολύτιμο λίθο της ίδιας περιόδου.[3] Η χρονολόγηση του δεν είναι ακριβής, αλλά εκτιμάται πως έγινε στα τέλη του 2ου αιώνα με αρχές του 3ου.[4] Το σχέδιο απεικονίζει ένα νεαρό άνδρα να λατρεύει μια σταυρωμένη μορφή με κεφαλή γαϊδάρου. Το κείμενο της επιγραφής είναι στα ελληνικά και αναγράφει ΑΛΕΞΑΜΕΝΟC CΕΒΕΤΕ ΘΕΟΝ, και ενδεχομένως αποτελεί πράξη χλευασμού προς κάποιον Αλεξάμενο, ο οποίος πιθανώς να ήταν πρώιμος Χριστιανός.[5]

Ιχνογράφηση της επιγραφής

Η επιγραφή ανακαλύφθηκε το 1857 κατά την ανασκαφή ενός κτηρίου στον Παλατινό λόφο. Το κτήριο ονομάζονταν domus Gelotiana και είχε αποκτηθεί από τον αυτοκράτορα Καλιγούλα για το αυτοκρατορικό παλάτι, ενώ μετά τον θάνατό του το κτίσμα χρησίμευσε ως παιδαγωγείο για τους μελλοντικούς αυτοκρατορικούς υπηρέτες. Σε ύστερη χρονική περίοδο, ο δρόμος στον οποίο βρίσκονταν το κτήριο περιτοιχίστηκε, ώστε να αποτελέσει στήριγμα για τις επεκτάσεις της γέφυρας η οποία βρίσκονταν από επάνω, και έτσι παρέμεινε απομονωμένος για αιώνες.[6]

Η εικόνα αναπαριστά μια σταυρωμένη ανθρωπόμορφη φιγούρα με κεφαλή γαϊδάρου, ενώ στην άνω δεξιά πλευρά της παράστασης υπάρχει ένα σχήμα που μοιάζει με το γράμμα ύψιλον ή σταυρό τύπου ταυ.[1] Στα αριστερά της αναπαράστασης απεικονίζεται ένας νεαρός άνδρας, ο οποίος κατά τα φαινόμενα αντιπροσωπεύει τον Αλεξάμενο,[7] ο οποίος ανασηκώνει το δεξί του χέρι σε μια κίνηση που πιθανώς υποδηλώνει λατρευτική πρόθεση.[8][9]Κάτω από τον σταυρό υπάρχει μια επιγραφή, η οποία αναφέρει ΑΛΕΞΑΜΕΝΟC CΕΒΕΤΕ ΘΕΟΝ και η οποία ερμηνεύεται ως Ο Αλεξάμενος σέβεται [τον] θεό του.[2][10][11] Άλλες εναλλακτικές προτάσεις θεωρούν πως η ερμηνεία πρέπει να είναι Ο Αλεξάμενος λατρεύει έναν [κάποιον] θεό ή παραπλήσιες ερμηνείες.[12][13][14][15]

Δεν είναι ξεκάθαρο το πότε δημιουργήθηκε η επιγραφή, και οι προτάσεις σχετικά με την χρονολογική περίοδο στην οποία ανήκει κυμαίνονται από τον 1ο έως τον 3ο αιώνα,[16] με τις αρχές του 3ου αιώνα να είναι η πιο πιθανή εκδοχή.[10][17][18]

Η επιγραφή θεωρείται πως αποτελεί χλευασμό προς κάποιον Χριστιανό με το όνομα Αλεξάμενος ο οποίος τελεί την λατρευτική του τελετή.[19] Κατά την εποχή εκείνη δεν ήταν ασυνήθιστο οι Χριστιανοί να διαπομπεύονται για το γεγονός ότι λάτρευαν κάποιον ο οποίος είχε σταυρωθεί,[19] ενώ ο συνδυασμός της κεφαλής του γαϊδάρου και της σταύρωσης εκτιμάται πως θα θεωρούνταν προσβλητικός κατά τα ήθη της ρωμαϊκής κοινωνίας της συγκεκριμένης περιόδου. Η μέθοδος της σταύρωσης επιφυλλάσονταν για αυτούς που ήταν ένοχοι για τα χειρότερα εγκλήματα και χρησιμοποιούνταν ως ποινή έως την κατάργηση της από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον 4ο αιώνα.[20]

Φαίνεται πως υπήρχε μια κοινή πεποίθηση κατά τους πρώιμους χριστιανικούς χρόνους πως οι Χριστιανοί τελούσαν ονολατρεία -λατρεία των γαϊδουριών-, μια πεποίθηση η οποία πιθανώς βασίζεται στην παρανόηση πως οι Εβραίοι λάτρευαν τον θεό τους με τη μορφή γαϊδουριού, με την πηγή της συγκεκριμένης προκατάληψης να είναι αβέβαιη. Ο Τερτυλλιανός ανέφερε στα τέλη του 2ου ή αρχές του 3ου αιώνα πως οι Χριστιανοί μαζί με τους Εβραίους κατηγορούνταν πως λάτρευαν μια τέτοια θεότητα, ενώ αναφέρει και έναν Εβραίο αποστάτη ο οποίος ζούσε στην Καρχηδόνα και είχε μαζί του μια απεικόνιση ενός Χριστιανού με αυτιά και οπλές γαϊδάρου, με τον τίτλο της αναπαράστασης να είναι Deus Christianorum Onocoetes (Ο Θεός των Χριστιανών Ονοκυήτης).[21]

Εναλλακτικές ερμηνείες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έχει προταθεί πως η συγκεκριμένη αναπαράσταση σχετίζεται με αιρετικές ομάδες εκτός της εκκλησίας,[22] καθώς και πως η αναπαράσταση δεν αντιπροσωπεύει τον Ιησού αλλά κάποια άλλη θεότητα,[23]καθώς και πως ο σταυρός δεν είχε χρήση λατρευτικού συμβόλου παρά μόνο μετά τον 4ο με 5ο αιώνα.[24]

Συμπληρωματική επιγραφή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον διπλανό θάλαμο από αυτόν που βρέθηκε η επιγραφή, βρέθηκε και μια δεύτερη γραμμένη στα λατινικά, η οποία αναγράφει Alexamenos fidelis και ερμηνεύεται ως Ο Αλεξάμενος είναι πιστός ή Αλεξάμενος ο Πιστός,[25] και πιθανώς πρόκειται για ανταπόδοση στον χλευασμό του Αλεξάμενου στην πρώτη επιγραφή.[18]

  1. 1,0 1,1 Bayley, Harold (1920). Archaic England: An essay in deciphering prehistory from megalithic monuments, earthworks, customs, coins, place-names, and faerie superstitions. Chapman & Hall. 
  2. 2,0 2,1 Rodney J. Decker, The Alexamenos Graffito
  3. Schiller, 89-90, fig. 321
  4. «Alexamenos and pagan perceptions of Christians». uchicago.edu. 
  5. Viladesau, Richard (1992). The Word in and Out of Season. Paulist Press. σελ. 46. ISBN 0-8091-3626-0. 
  6. Edward L Cutts, History of Early Christian Art, Kessinger Publishing, 2004, p. 200
  7. Rodolfo Lanciani, Ancient Rome in the Light of Recent Discoveries, 1898, chapter 5 'The Palace of the Caesars'
  8. Thomas Wright, Frederick William Fairholt, A History of Caricature and Grotesque in Literature and Art, Chatto and Windus, 1875, p. 39
  9. Augustus John Cuthbert Hare, Walks in Rome, Volume 1, Adamant Media Corporation, 2005, p. 201
  10. 10,0 10,1 David L. Balch, Carolyn Osiek, Early Christian Families in Context: An Interdisciplinary Dialogue, Wm. B. Eerdmans Publishing, 2003, p. 103
  11. B. Hudson MacLean, An introduction to Greek epigraphy of the Hellenistic and Roman periods from Alexander the Great down to the reign of Constantine, University of Michigan Press, 2002, p. 208
  12. Hassett, Maurice M. (1907). "The Ass (in Caricature of Christian Beliefs and Practices)". Catholic Encyclopedia 1. New York: Robert Appleton Company.
  13. «Home Page - Concordia Theological Seminary». Ctsfw.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2012. 
  14. «A Sociological Analysis of Graffiti» (PDF). Sustain.ubc.ca. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Οκτωβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2012. 
  15. Charles William King (1887). «Gnostics and their Remains». p. 433 note 12. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2012. 
  16. Hans Schwarz, Christology, Wm. B. Eerdmans Publishing, 1998, p. 207
  17. Schiller, 90
  18. 18,0 18,1 Michael Green, Evangelism in the Early Church, Wm. B. Eerdmans Publishing, 2004, p. 244
  19. 19,0 19,1 Drum, Walter (1910). "The Incarnation". Catholic Encyclopedia 7. New York: Robert Appleton Company.
  20. N. T. Wright, What Saint Paul Really Said: Was Paul of Tarsus the Real Founder of Christianity?, 1997, Wm. B. Eerdmans Publishing, p. 46
  21. Tertullian, Ad nationes, 1:11, 1:14
  22. Schiller, 89-90
  23. B. Hudson MacLean, An introduction to Greek epigraphy of the Hellenistic and Roman periods from Alexander the Great down to the reign of Constantine, University of Michigan Press, 2002, p. 208
  24. David L. Balch, Carolyn Osiek, Early Christian Families in Context: An Interdisciplinary Dialogue, Wm. B. Eerdmans Publishing, 2003, p. 103, footnote 83
  25. David L. Balch, Carolyn Osiek, Early Christian Families in Context: An Interdisciplinary Dialogue, Wm. B. Eerdmans Publishing, 2003, p. 103, footnote 83

Σχετική βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Titus Flavius Josephus, Contre Apion, II (VII), 2.80, translated by Leon Blum, LBL, 1930, 72-74.
  • Norman Walker, The Riddle of the Ass's Head, and the question of a trigram, ZAW 9 (1963), 219-23
  • Schiller, Gertrud. Iconography of Christian Art, Vol. II,1972 (English trans from German), Lund Humphries, London, ISBN 0-85331-324-5

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]