Ζωρζ Σιμενόν
Ζορζ Σιμενόν | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 13 Φεβρουαρίου 1903 Λιέγη |
Θάνατος | 4 Σεπτεμβρίου 1989 Λωζάνη |
Κατοικία | Πλατεία των Βοσγίων Λέικβιλ Epalinges Marsilly (1932–1934) |
Χώρα πολιτογράφησης | Βέλγιο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Γαλλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας μυθιστοριογράφος δημοσιογράφος φωτογράφος |
Αξιοσημείωτο έργο | Jules Maigret |
Περίοδος ακμής | 1932 |
Περίοδος ακμής | 1919 - 1981 |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Régine Renchon Denyse Ouimet |
Τέκνα | Marc Simenon Pierre Simenon Marie-Jo Simenon |
Αδέλφια | Christian Simenon |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών |
Βραβεύσεις | Βραβείο Grand Master (1966) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ζωρζ Σιμενόν (πλήρες όνομα Ζωρζ Ζοζέφ Κριστιάν Σιμενόν, γαλλ. Georges Joseph Christian Simenon, 13 Φεβρουαρίου 1903 – 4 Σεπτεμβρίου 1989)[1] ήταν γαλλόφωνος Βέλγος συγγραφέας. Ιδιαίτερα παραγωγικός, αφού δημοσίευσε περισσότερες από 200 νουβέλες και πλήθος μικρότερων έργων, έγινε γνωστός κυρίως από τον ήρωα των αστυνομικών του μυθιστοριών, τον επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ.
Το 1966 βραβεύτηκε για το σύνολο του έργου του και την προσφορά του στην αστυνομική λογοτεχνία, με το Βραβείο Grand Master από την «Εταιρεία Αμερικανών συγγραφέων μυστηρίου».
Βιογραφικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Σιμενόν γεννήθηκε στον αριθμό 26 (σήμερα 24) της οδού Léopold της Λιέγης στις 13 Φεβρουαρίου 1903. Πατέρας του ήταν ο λογιστής ασφαλιστικής εταιρείας Ντεζιρέ Ζοζέφ Υμπέρ Σιμενόν (Désiré Joseph Hubert Simenon) και μητέρα του η Ανριέτ Μαρί Ελίζ Μπρυλλ (Henriette Marie Élise Brüll).[2] Αν και ο Ζωρζ γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, η θεία του έκανε λάθος στην ημερομηνία και τον καταχώρησε ως γεννηθέντα στις 12 Φεβρουαρίου. Την ιστορία γέννησής του ο Σιμενόν την κατέγραψε στην αρχή της νουβέλας του Pedigree.
Το 1905 η οικογένεια μετακόμισε στον αριθμό 3 της οδού Παστέρ (σήμερα ο δρόμος ονομάζεται «οδός Ζωρζ Σιμενόν») στη συνοικία Ουτρμέζ (Outremeuse) της πόλης και τον Σεπτέμβριο του 1906 απέκτησε το δεύτερο παιδί της, τον Κριστιάν, τον οποίο, προς μεγάλη απογοήτευση του Ζωρζ, η μητέρα τους υπεραγαπούσε. Το 1911 η οικογένεια μετακομίζει και πάλι, στον αριθμό 53 της ρυ ντε λα Λουά (rue de la Loi), σε πολύ μεγαλύτερο σπίτι. Ως συνέπεια, δέχονται οικοτρόφους, κυρίως φοιτητές διαφόρων εθνικοτήτων, οι οποίοι έδωσαν στον νεαρό Ζωρζ μια εικόνα του ευρύτερου κόσμου. Οι εικόνες από την εποχή αυτή μεταφέρονται στις νουβέλες Pedigree και Le Locataire.
Σε ηλικία τριών ετών ο Ζωρζ εγγράφηκε στο νηπιαγωγείο Σαιν Ζυλιέν, όπου έμαθε να διαβάζει, ενώ το 1908 εγγράφηκε στο Σαιν-Αντρέ ντε Φρερ (Institut Saint-André des Frères), απ' όπου αποφοίτησε το 1914. Τον Σεπτέμβριο του 1914, λίγο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγγράφηκε στο Κολλέγιο Ιησουϊτών Σαιν-Λουί (Collège Saint-Louis).[2] Με πρόσχημα την κακή κατάσταση της υγείας του πατέρα του, ο Ζωρζ διέκοψε τη φοίτησή του στο Κολλέγιο πριν ολοκληρώσει ούτε καν την πρώτη του τάξη (αποχώρησε τον Ιούνιο του 1918, πριν τις προαγωγικές εξετάσεις. Άρχισε να εργάζεται σε περιστασιακές εργασίες, όπως αρτοποιός, πωλητής βιβλίων, αλλά το 1919 προσλήφθηκε ως συντάκτης στην τοπική εφημερίδα "Gazette de Liège", αρθρογραφώντας ως κοσμικογράφος. Εξασκώντας αυτό το επάγγελμα, άρχισε να εξοικειώνεται με τη ζωή της πόλης του, την πολιτική, την εγκληματικότητα, τις αστυνομικές έρευνες και τις τεχνικές εξιχνιάσεως εγκλημάτων που χρησιμοποιούσε η αστυνομία. Στην εφημερίδα έγραψε περίπου 150 άρθρα με το ψευδώνυμο "G. Sim", ενώ παράλληλα έγραψε και κάπου 800 χιουμοριστικά κομμάτια με το ψευδώνυμο "Monsieur Le Coq" (ο κύριος πετεινός).[3]
Τρία χρόνια αργότερα, όταν ο πατέρας του απεβίωσε (1922), αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Παρίσι[1], καθώς είχε ανακαλύψει ότι αυτό που του ταίριαζε περισσότερο ήταν το γράψιμο. Κατά το διάστημα που εργαζόταν για την "Gazette", είχε έρθει σε επαφή με ένα κύκλο ζωγράφων, συγγραφέων και λάτρεων της Τέχνης, γνωστό ως "La Caque", όπου συζητούσε περί φιλοσοφίας και τέχνης, αλλά παράλληλα δοκίμασε και τον κόσμο του αλκοόλ και των ναρκωτικών.[3] Εκεί γνώρισε αναρχικούς αλλά και ορισμένους ανθρώπους του υποκόσμου, μεταξύ των οποίων και δύο μελλοντικοί δολοφόνοι. Όπως το συνήθιζε, ορισμένα μέλη αυτού του κύκλου αναφέρονται στη νουβέλα Le Pendu de Saint-Pholien που εξέδωσε το 1931, ενώ οι επίδοξοι δολοφόνοι στη νουβέλα Les Trois crimes de mes amis. Μέσω αυτού του κύκλου γνώρισε και την Ρεζίν Ρενσόν (Règine Renchon, προσωνύμιο "Tigy"), με την οποία έφυγαν μαζί για το Παρίσι. Εκεί εγκαταστάθηκαν στο 17ο Διαμέρισμα, κοντά στη λεωφόρο Μπατινιόλ. Επέστρεψαν με την "Tigy" το 1923 στη Λιέγη για να παντρευτούν (με καθολικό γάμο) σε εκκλησία, ύστερα από επιμονή της μητέρας του, αν και ούτε αυτός ούτε η σύζυγός του ήταν θρήσκοι. Ήδη είχε εκδώσει την πρώτη του νουβέλα Au Pont des Arches, την οποία έγραψε το 1919 αλλά εκδόθηκε το 1921, πάλι με το ψευδώνυμο "G. Sim". Στο Παρίσι ο Σιμενόν άρχισε να συναναστρέφεται με πολίτες της εργατικής τάξεως και να γνωρίζει τα μπιστρό, τα φτηνά ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τα μπαρ της πόλης,[3] αλλά και να έχει συχνές σχέσεις με άλλες γυναίκες (διασημότερη των οποίων φημολογείται ότι ήταν η Τζόζεφιν Μπέικερ). Οπως ήταν φυσικό, ο γάμος του με την "Tigy" κατέληξε σε διαζύγιο. Η παραγωγικότητά του, ωστόσο, ήταν μεγάλη: Έγραφε περίπου 80 σελίδες την ημέρα και, στο χρονικό διάστημα 1921 - 1933 είχε εκδώσει περίπου 200 βιβλία χρησιμοποιώντας 16 διαφορετικά ψευδώνυμα.[1]
Ο επιθεωρητής Μαιγκρέ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μεγάλο βήμα προς την τεράστια επιτυχία έγινε το 1929: Τότε έγραψε την πρώτη αστυνομική νουβέλα με κεντρικό ήρωα τον Παριζιάνο επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ: Ήταν η νουβέλα Pietr-le-Letton. Η επιτυχία ήταν τέτοια, ώστε ο Σιμενόν έγραψε συνολικά ογδοντατρείς νουβέλες με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Μαιγκρέ.[1]
Η επιτυχία του Μαιγκρέ ως ήρωα αστυνομικών μυθιστορημάτων έγκειται στη διαφορά του με τους υπόλοιπους αντίστοιχους ήρωες της αστυνομικής λογοτεχνίας: Ο Μαιγκρέ δεν στηρίζει τις εξιχνιάσεις του ούτε στην τρομερή ικανότητα να εξαγάγει συμπεράσματα ούτε στα αστυνομικά ευρήματα: Αντίθετα, στηρίζεται στην ψυχολογική διαίσθηση και στη βαθιά, ενίοτε μέχρι φιλευσπλαχνίας κατανόηση των κινήτρων και της ψυχοσυνθέσεως του δράστη.[1]
Το συνολικό συγγραφικό έργο του Σιμενόν ανέρχεται σε περίπου 425 βιβλία, από τα οποία 136 είναι ψυχολογικές νουβέλες. Συνέγραψε, επίσης, και ορισμένα αυτοβιογραφικά έργα, όπως τα Pedigrée (1948), Quand j’étais vieux (1970) και, ύστερα από την αυτοκτονία της μοναδικής του κόρης, το Mémoires intimes (1981). Συνέγραψε, επίσης, μια τριλογία σχετικά με την Αφρική (African Trio (1979)).
Ενδεικτική εργογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πολλά από τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε 50 περίπου γλώσσες και πώλησαν περί τα 600 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Αρκετά από τα έργα του απετέλεσαν τη βάση σεναρίων για τουλάχιστον 171 κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές.[1] Μερικές ελληνικές μεταφράσεις τους με χρονολογική σειρά του πρωτοτύπου είναι:
Le chien jaune, 1931
Ζωρζ Σιμενόν, Ο κίτρινος σκύλος, μτφρ. Ιωάννα Α. Τροπαιάτη, ΠΕΧΛ 1005, [1958], 128 σ.
Ζωρζ Σιμενόν, Ο κύκλος των τεσσάρων, μτφρ. Εύα Ανδρεάδη, ΒΙΠΕΡ 317, 1972, σ. 183
Georges Simenon, "Ο κίτρινος σκύλος", Οικογενειακός θησαυρός. Εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης, τχ. 608, [Μάιος 1979;]
Georges Simenon, Ο κίτρινος σκύλος, μτφρ. Αργυρώ Μακάρωφ, Ιούλιος 2004, 224 σ., 170x120 χιλ.
Le locataire, 1934
*Ζωρζ Σιμενόν, Ο ενοικιαστής, μτφρ. Λίλα Παπαδούλη-Γκίνακα, Αθήνα, Γράμματα, 1983, 159σ., 21x12εκ. σειρά «Λογοτεχνία», αρ. 81 (ISBN 960-329-064-5, ISBN-13 978-960-329-064-3)
Georges Simenon, Ο ένοικος, μτφρ. Αργυρώ Μακάρωφ, Ιούλιος 2018, 221 σ., 170x120mm
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Assouline, Pierre: Simenon: A Biography. Knopf, Νέα Υόρκη 1992
- Ian Fleming, George Simenon: Μποντ εναντίον Μαιγκρέ, μετάφρ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. «Άγρα», Αθήνα 2015, 32 σελ., ISBN 978-960-505-173-0
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Carvel Collins (Summer 1955). «Georges Simenon, The Art of Fiction No. 9» (στα αγγλικά). The Paris Review. http://www.theparisreview.org/interviews/5020/the-art-of-fiction-no-9-georges-simenon.