Ηχηρό οδοντικό τριβόμενο σύμφωνο
Ηχηρό οδοντικό τριβόμενο σύμφωνο | |||
---|---|---|---|
ð | |||
IPA Αριθμός | 131 | ||
Κωδικοποίηση | |||
Οντότητα (decimal) | ð | ||
Unicode (hex) | U+00F0 | ||
X-SAMPA | D | ||
Μπράιγ | |||
|
Το ηχηρό οδοντικό τριβόμενο σύμφωνο (ΔΦΑ: <ð>) είναι σύμφωνο των ανθρώπινων γλωσσών, το ηχηρό ομόλογο του άηχου /θ/. Το σύμβολό του στο ΔΦΑ προέρχεται από το βορειοευρωπαϊκό γράφημα εθ. Τόσο ως φθόγγος όσο και ως φώνημα είναι ιδιαίτερα σπάνιο, με τις περισσότερες γλώσσες της Ευρώπης και της Ασίας να μην το διαθέτουν, γεγονός που προκαλεί δυσκολίες στην προφορά του σε γλώσσες όπως τα αγγλικά (γνωστό ως φατνιοποίηση, κλείσιμο και προώθηση του th) και τα ελληνικά. Στην Ευρώπη είναι εμφανής η παρουσία του σε ένα ευρύ τόξο που διατρέχει την περιφέρεια της ηπείρου από τις σκανδιναβικές γλώσσες στα αγγλικά, τα ουαλικά, τα βασκικά, τις ιβηρορομανικές και οξιτανορομανικές, τα σαρδηνιακά, τα ελληνικά και τα αλβανικά.
Στις ιβηρορομανικές και οξιτανορομανικές γλώσσες συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον αντίστοιχο προσεγγιστικό φθόγγο [ð̞] που εμφανίζεται πάντα ως αλλόφωνο του κλειστού /d/: ισπανικά (dedo: ['deð̞o],[1] καταλανικά (gaudir: [gaw'ð̞i])[2]. Κάτι αντίστοιχο λαμβάνει χώρα και στα δανικά. Με τη σειρά τους, τα ισλανδικά παρουσιάζουν ένα ηχηρό φατνιακό μη συρριστικό τριβόμενο [ð̠].[3]
Στις σημιτικές γλώσσες εμφανίζεται στα στάνταρ αραβικά και σε μερικές διαλέκτους της εβραϊκής και αραμαϊκής γλώσσας. Στις τουρκικές, η μπασκίρ και η τουρκμενική διαθέτουν το ζεύγος ηχηρό/άηχο οδοντικό τριβόμενο.