Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η Νύχτα των Δολοφόνων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Νύχτα των Δολοφόνων
ΣκηνοθεσίαΡόμαν Πολάνσκι[1][2][3]
ΠαραγωγήΤζιν Γκατόφσκι, Μάικλ Κλίγκερ και Τόνι Τένσερ
ΣενάριοΖεράρ Μπρας και Ρόμαν Πολάνσκι
ΠρωταγωνιστέςΝτόναλντ Πλέζανς[4][5][6], Φρανσουάζ Ντορλεάκ[7][8], Λάιονελ Στάντερ[4][5][6], Τζακ ΜακΓκόουραν[5][6][7], Ζακλίν Μπισέ[5][6][8], Iain Quarrier[5][6][8], Τζέφρεϊ Σάμνερ[9] και Μαρί Κιν[9]
ΜουσικήΚσίστοφ Κομέντα
ΦωτογραφίαΓκίλμπερτ Τέιλορ
ΜοντάζAlastair McIntyre
ΔιανομήFilmways και Netflix
Πρώτη προβολή1966
Διάρκεια111 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένο Βασίλειο
ΓλώσσαΑγγλικά

Η Νύχτα των Δολοφόνων (Πρωτότυπος τίτλος: Cul-de-sac) είναι βρετανική ψυχολογική κωμωδία του 1966[10] σε σκηνοθεσία Ρομάν Πολάνσκι βασισμένο σε ένα σενάριο του Πολάνσκι και του Ζεράρ Μπραχ. Πρωταγωνιστούν οι Ντόναλντ Πλέζανς, Φρανσουάζ Ντορλεάκ και Λάιονελ Στάντερ.

Ο αμερικανός γκάνγκστερ Ντίκευ γκρινιάζοντας σπρώχνει το ακινητοποιημένο αυτοκίνητό του κατά μήκος ενός υπερυψωμένου μονοπατιού μέσα από την ανερχόμενη παλίρροια, ενώ ο εκκεντρικός σύντροφός του Άλμπι βρίσκεται μέσα του, αιμορραγώντας από έναν πυροβολισμό που δέχθηκε μετά από μια κλοπή. Λόγω της απροσδόκητης ανόδου της παλίρροιας, οι δύο γκάνγκστερ βρίσκονται στον μοναδικό δρόμο για ένα απομακρυσμένο παλιρροιακό νησί (Lindisfarne στο Northumberland), όπου, σε ένα μεσαιωνικό πύργο που δεσπόζει στην ακτή και στον οποίο ζει ένας καλλιεργημένος Αγγλος, ο Τζορτζ, που είναι γόνος βιομηχάνων, με τη νεαρή Τερέζ, τη Γαλλίδα σύζυγό του. Οι γκάνγκστερ εισβάλλουν βίαια στον πύργο, με τον Ντίκεϋ να αποσυνδέει τις τηλεφωνικές γραμμές και να προχωρά στην κράτηση του Τζωρτζ και της Τερέζ ως ομήρους, ενώ παραλλήλα περιμένει περαιτέρω οδηγίες από το αφεντικό του υποκόσμου, τον μυστηριώδες Κάτελμπαχ.

Όταν ο Άλμπι πεθαίνει από τους τραυματισμούς του, ο Ντίκεϋ αποφασίζει να αναλάβει το κάστρο. Ο Τζωρτζ διασκεδάζει εν συντομία μερικούς από τους ενοχλητικούς φίλους του που εμφανίζονται στο κάστρο χωρίς προειδοποίηση, οδηγώντας τον Ντίκεϋ να υποδυθεί τον υπηρέτη, ενώ η Τερέζ αρχίζει να φλερτάρει με έναν από τους καλεσμένους, τον Σέσιλ.

Ο Ντίκεϋ τελικά λέει ότι το αφεντικό του Κάτελμπαχ δεν πρόκειται να εμφανιστεί, οπότε ζητά από τον Τζωρτζ να τον οδηγήσει στην ηπειρωτική χώρα από το μονοπάτι. Ο Τζωρτζ, ο οποίος είχε αρκετό φόβο απέναντι στον Ντάκι, ξαφνικά τον πυροβολεί με το δικό του όπλο (αφού η Τερέζα προηγουμένος είχε κλέψει το πιστόλι του Ντίκεϋ από την τσέπη του παλτού του και ενθάρρυνε τον Τζωρτζ να το χρησιμοποιήσει). Πριν πεθάνει, ο Ντίκεϋ καταφέρνει να ανακτήσει το πιστόλι του από το χαλασμένο αυτοκίνητό του, το οποίο είχε κρύψει στο κοτέτσι του πύργου. Πολύ αδύναμος να πυροβολήσει τον Τζωρτζ, ο Ντίκεϋ καταρρέει στο έδαφος και η αυτόματη εκπυρσοκρότηση του όπλο του αναγκάζει το αυτοκίνητο να τυλιχθεί στις φλόγες μέσα στο κοτέτσι. Φοβούμενη να εμπλακεί στη δολοφονία (και για πιθανά αντίποινα από τους υπόλοιπους γκάνφκστερ του Κάτελμπαχ), η Τερέζ αποφασίζει αγωνιόντας ότι αυτή και ο Τζωρτζ πρέπει να εγκαταλείψουν το κάστρο μαζί. Αλλά ο Τζωρτζ βρίσκεται σε κατάσταση σοκ και φαίνεται ανίκανος να φύγει από εκεί. Απελπισμένη και φοβισμένη, η Τερέζ τρέχει μόνη της και κρύβεται σε μια ντουλάπα. Αργότερα εντοπίζεται και διασώνεται από τον Σέσιλ, ο οποίος επέστρεψε για να ανακτήσει το όπλο του.

Τώρα εντελώς μόνος, ο Τζωρτζ τρέχει κατά μήκος της παραλίας το πρωί. Τελικά κάθεται πάνω σε ένα βράχο στη θέση του εμβρύου και κλαίει υστερικά καθώς η παλίρροια νωρίς το πρωί ανεβαίνει γύρω του.

Η ταινία γυρίστηκε στην τοποθεσία το 1965 στο νησί Λίντεσφαρν (επίσης γνωστό ως Ιερό Νησί) στα ανοικτά των ακτών του Νορθούμπερλαντ της Αγγλίας. Το κάστρο Λίντεσφαρν, το οποίο χρησίμευσε ως το σπίτι της ταινίας, είναι πλέον ιδιοκτησία του National Trust και μπορεί να περιηγηθεί στο κοινό και παρά το πέρασμα του χρόνου, το κτίριο και τα περίχωρά του είναι σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα.

Ο Ρότζερ Ίμπερτ των Chicago Sun-Times έδωσε στην ταινία τρία απο τα τέσσερα αστέρια του σε μια κριτική που δημοσιεύθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1967 αναφέροντας:

«Η Νύχτα των Δολοφόνων μοιάζει πολύ με ένα τυπικό περίγραμμα ταινιών τρόμου, ειδικά επειδή ο Στάιντερ μοιάζει εκπληκτικά με τον Φρανκενστάιν. Αλλά ο Πολάνσκι αγνοεί τον τρόμο και επικεντρώνεται αντ' αυτού στο μακάβριο χιούμορ».[11]

Ο Μπόσλεϊ Κράουδερ των New York Times έδωσε στην ταινία 2.5 από τα πέντε αστέρια του και στην κριτική του που δημοσιεύθηκε το 1966 αναφέρει πως:«Μετά από δύο καθαρές επιτυχίες (Το Μαχαίρι στο νερό και απωθήσεις) ο Ρόμαν Πολάνσκι δικαιούται ένα άγριο ταρακούνημα».[12] Το περιοδικό Timeout στην κριτική του για την ταινία σημειώνει: «Εάν το θέμα είναι ζοφερό και πικρά σοβαρό, ο τόνος σε όλη την ταινία είναι σκοτεινά κωμικός, ενώ οι ακριβείς εικόνες μεταδίδουν χωρίς κόπο την ένταση, την κλειστοφοβία και την τρέλα της κατάστασης.»[13]

Ο ιστότοπος Rotten Tomatoes συλλογής κριτικών, δίνει βαθμολογία (Ιανουάριος 2021) θετικής έγκρισης 83% βασισμένες σε 25 κριτικές.[14] Στο Metacritic στην ταινία αποδίδεται μέσος όρος βαθμολογίας 75 στα 100, με βάση 10 κριτικές κριτικών, υποδεικνύοντας «γενικά ευνοϊκές κριτικές».[15]

Βραβεία & Υποψηφιότητες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Βραβείο Κατηγορία Υποψήφιος Αποτέλεσμα
BAFTA Καλύτερη Φωτογραφία Γκίλμπερτ Τέιλορ Υποψηφιότητα
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου[16] Χρυσή Άρκτος Ρόμαν Πολάνσκι Νίκη
  1. «Cul-de-sac». (πολλαπλές γλώσσες) Internet Movie Database. Ανακτήθηκε στις 13  Ιανουαρίου 2020.
  2. «Cul-de-sac». (Αγγλικά) BBFC database. Ανακτήθηκε στις 13  Ιανουαρίου 2020.
  3. «Wenn Katelbach kommt...». (Γερμανικά) Online-Filmdatenbank. Ανακτήθηκε στις 13  Ιανουαρίου 2020.
  4. 4,0 4,1 stopklatka.pl/film/matnia. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2016.
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 www.bbfc.co.uk/releases/cul-de-sac-2012. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2016.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 www.ofdb.de/film/13637,Wenn-Katelbach-kommt. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2016.
  7. 7,0 7,1 www.allocine.fr/film/fichefilm_gen_cfilm=163.html. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2016.
  8. 8,0 8,1 8,2 www.imdb.com/title/tt0060268/fullcredits. Ανακτήθηκε στις 19  Μαΐου 2016.
  9. 9,0 9,1 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
  10. Sweet, Matthew (29 Ιανουαρίου 2006). «The lost worlds of British cinema: The horror» (στα Αγγλικά). The Independent. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2021. [νεκρός σύνδεσμος]
  11. Ίμπερτ, Ρότζερ (28 Δεκεμβρίου 1967). «reviews/cul-de-sac-1967» (στα Αγγλικά). rogerebert.com. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2021. 
  12. Κράουδερ, Μπόσλεϊ (8 Νοεμβρίου 1966). «The Screen: Polanski's Wild Swing:Story of a Thug and a Weird Couple 'Cul-de-Sac' Presented at the Tower East» (στα Αγγλικά). nytimes.com. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2021. 
  13. «Η κριτική του περιοδικού Timeout για την Νύχτα των Δολοφόνων» (στα Αγγλικά). Timeout.com. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2021. 
  14. «Νύχτα των Δολοφόνων (1966)». Rotten Tomatoes. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2021. 
  15. «Νύχτα των Δολοφόνων». Metacritic. Ανακτήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 2020. 
  16. «Berlinale 1966: Prize Winners». berlinale.de. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2010. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]