Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η σπασμένη στάμνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η σπασμένη στάμνα
Εικονογράφηση της πρώτης πράξης, Άντολφ φον Μέντσελ, 1877
ΣυγγραφέαςΧάινριχ φον Κλάιστ
ΤίτλοςDer zerbrochne Krug
ΓλώσσαΓερμανικά
Ημερομηνία δημιουργίας1806
Ημερομηνία δημοσίευσης1811
Μορφήθεατρικό έργο
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η σπασμένη στάμνα (γερμανικά: Der zerbrochne Krug) είναι κωμωδία του Χάινριχ φον Κλάιστ που γράφτηκε μεταξύ 1803 και 1806. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βαϊμάρη το 1808 σε σκηνοθεσία του Γκαίτε και εκτυπώθηκε σε βιβλίο το 1811.[1]

Η κωμωδία αναφέρεται στη δικαστική εξουσία και τις καταχρήσεις της. Ο Κλάιστ φέρνει στη σκηνή έναν διεφθαρμένο επαρχιακό δικαστή, ο οποίος καταχράται το αξίωμά του για να συγκαλύψει τη δική του ενοχή.

Σχετικά με το έργο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κωμωδία αναφέρεται στην ιστορία ενός δικαστή που προεδρεύει σε μια δίκη και πρέπει να διευθετήσει το ερώτημα ποιος είχε σπάσει μια στάμνα στο δωμάτιο μιας κοπέλας τη νύχτα. Η πλοκή αποτελείται κυρίως από την ακροαματική διαδικασία, που παρατίθεται με χρονολογική σειρά. Ωστόσο, όσα αναφέρονται έχουν συμβεί στο παρελθόν και αποκαλύπτονται σταδιακά.

Πρόκειται για μια κωμική αντιστροφή της τραγωδίας του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος: όπως ο Οιδίποδας, ο δικαστής Άνταμ καλείται να ερευνήσει μια υπόθεση στην οποία ένοχος είναι ο ίδιος. Αλλά σε αντίθεση με τον αρχαίο ήρωα, το ξέρει από την αρχή, όπως ξέρει επίσης ότι η πράξη του είναι αισχρή. Αντίστοιχα, κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να αποτρέψει την εξιχνίαση της υπόθεσης, στην οποία μαζί με τη στάμνα κινδυνεύει να καταστραφεί και η υπόληψη μιας φτωχής κοπέλας.

Ο δικαστής και η σπασμένη στάμνα, χαλκογραφία του Ζαν Ζακ Λε Βο

Ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να κρύψει το έγκλημά του μέσα από μια δίκη που αντίκειται σε όλους τους κανόνες της δικαστικής αμεροληψίας, επηρεάζοντας και μπερδεύοντας τους μάρτυρες άλλοτε με απειλές, άλλοτε με γλυκά λόγια, είναι άκρως κωμικός. Προσπαθώντας να στρέψει τις υποψίες σε άλλους, εκτίθεται στην περιφρόνηση. Ιδρωμένος από φόβο, βρίσκεται στρυμωγμένος, κάτι που προκαλεί την ανθρώπινη συμπόνια. Η φαντασία με την οποία βρίσκει συνεχώς νέες δικαιολογίες μερικές φορές τον κάνει σχεδόν συμπαθή.

Αλλά ο επιθεωρητής Βάλτερ και ο γραμματέας Λιχτ δεν εξαπατούνται. Και οι δύο ενδιαφέρονται για την απονομή δικαιοσύνης, αν και για πολύ διαφορετικούς λόγους: ο Βάλτερ ενδιαφέρεται για τη μεταρρύθμιση της απονομής δικαιοσύνης στην αγροτική ύπαιθρο, ο Λιχτ επιθυμεί να γίνει ο ίδιος δικαστής του χωριού.

Όπως στις κωμωδίες του Σαίξπηρ και του Μολιέρου, η κωμωδία αγγίζει το τραγικό σε ορισμένα σημεία.

Ο Κλάιστ συνέλαβε την ιδέα για το έργο το 1801 από μια χαλκογραφία που είδε στην Ελβετία που αναπαριστούσε μια παραπλήσια δικαστική σκηνή.[2]

  • Άνταμ, ο δικαστής
  • Εύα, νεαρή επαρχιώτισσα
  • Λιχτ, γραμματέας του δικαστή
  • Βάλτερ, δικαστικός σύμβουλος που έρχεται να επιθεωρήσει τον Άνταμ και τον τρόπο που διευθύνει το δικαστήριό του.
  • Κυρία Μάρθα, η μητέρα της Εύας.
  • Ρούπρεχτ, ο αρραβωνιαστικός της Εύας.

Το έργο διαδραματίζεται γύρω στο 1685, στην αίθουσα του δικαστηρίου του Χούισουμ, ένα φανταστικό ολλανδικό χωριό στην επαρχία της Ουτρέχτης. Ένα πρωί, ο δικαστικός γραμματέας Λιχτ μπαίνει στο σπίτι του δικαστή Άνταμ και τον βρίσκει τραυματισμένο στο κεφάλι και στα πόδια. Όταν τον ρωτά τι συνέβη, ο Άνταμ απαντά ότι τη νύχτα έπεσε από το κρεβάτι και αφού σηκώθηκε το πρωί χτύπησε το κεφάλι του στο τζάκι. Ο Λιχτ σχολιάζει τα στραβά πόδια του Άνταμ.[3]

Ο Λιχτ ενημερώνει τον Άνταμ ότι ο κυβερνητικός επιθεωρητής Βάλτερ που ταξιδεύει στη χώρα για να επιθεωρήσει τα οικονομικά και τις διαδικασίες των δικαστηρίων, θα φτάσει σήμερα για επιθεώρηση. Στο γειτονικό χωριό, λέει ο Λιχτ, ο Βάλτερ είχε ήδη ανακαλύψει παρατυπίες κατά τον έλεγχο του ταμείου και ο δικαστής έκανε απόπειρα αυτοκτονίας εκείνο το βράδυ. Επιπλέον, σήμερα είναι ημέρα δίκης και κανείς δεν μπορεί να βρει την περούκα του Άνταμ, η υπηρέτρια επιμένει ότι ο δικαστής έφτασε στο σπίτι χωρίς την περούκα του αργά τη νύχτα.

Όταν ο Βάλτερ φτάνει, ζητά να παραστεί στην ακροαματική διαδικασία. Οι διάδικοι είναι η ενάγουσα Μάρθα, μια χήρα αγρότισσα που βρίσκεται εκεί με την κόρη της Εύα και ο εναγόμενος Ρούπρεχτ, ο αρραβωνιαστικός της Εύας, μαζί με τον πατέρα του. Πριν τη δίκη, ο Άνταμ μιλά στην Εύα, φαίνεται να προσπαθεί να επηρεάσει τη μαρτυρία της. Ο Ρούπρεχτ, θυμωμένος, φωνάζει στην αρραβωνιαστικιά του ότι είναι πόρνη. Ο πατέρας του συμμετέχει στην αναταραχή και στην αίθουσα του δικαστηρίου επικρατεί χάος. Ο Βάλτερ κάνει παρατήρηση στον Άνταμ και ζητά να ξεκινήσει αμέσως η δίκη.

Όταν ξεκινά η δίκη, η εξαγριωμένη Μάρθα κατηγορεί τον Ρούπρεχτ ότι κατέστρεψε μια περίτεχνη, πολύτιμη στάμνα που είχε μεγάλη συναισθηματική αξία για εκείνη. Η γυναίκα ισχυρίζεται ότι βρήκε τον Ρούπρεχτ στο δωμάτιο της κόρης της το προηγούμενο βράδυ με την πόρτα σπασμένη και τη στάμνα κομμάτια. Ισχυρίζεται επίσης ότι η Εύα κατηγόρησε τον Ρούπρεχτ για την καταστροφή της στάμνας.

Όταν έρχεται η σειρά του Ρούπρεχτ να καταθέσει, εξηγεί ότι πήγε κρυφά στο σπίτι της Εύας και την άκουσε να μιλάει με κάποιον στο δωμάτιό της. Αναφέρει ότι υποψιάστηκε ότι ήταν ο τσαγκάρης Λέμπρεχτ, ο ​​οποίος είχε προηγουμένως δείξει ενδιαφέρον για την Εύα. Όταν ο Άνταμ ακούει ότι ο Λέμπρεχτ είναι ύποπτος, ζητά ανυπόμονα αυτές οι πληροφορίες να καταγραφούν στο πρωτόκολλο. Ο Ρούπρεχτ, λέει ότι έσπασε την πόρτα, μπήκε στο δωμάτιο και είδε έναν άνδρα να το σκάει από το παράθυρο. Κατάφερε να τον χτυπήσει δύο φορές στο κεφάλι με το σπασμένο χερούλι της πόρτας, αλλά μέσα στο σκοτάδι δεν τον αναγνώρισε. Παραδέχεται επίσης ότι δεν είναι απολύτως σίγουρος αν ήταν αυτός ή ο φυγάς που έσπασε τη στάμνα μέσα στο χάος. Ο Άνταμ γίνεται όλο και πιο ανήσυχος και θέλει να τερματίσει τη δίκη το συντομότερο. Ο Βάλτερ μένει έκπληκτος όταν ο Άνταμ προτείνει ξαφνικά να τελειώσει το θέμα με συμβιβασμό.[4]

Όταν έρχεται η σειρά της Εύας, ο Άνταμ της ξαναμιλάει. Ο Βάλτερ του ξανακάνει παρατήρηση. Η Εύα καταθέτει ότι δεν ήταν ο Ρούπρεχτ που έσπασε τη στάμνα, αλλά αρνείται να κατονομάσει τον δεύτερο επισκέπτη της νύχτας και πραγματικό ένοχο.

Κατά τη διάρκεια διαλλείματος, ο Άνταμ προσπαθεί να μεθύσει τον Βάλτερ. Ξαφνικά εμφανίζεται η γειτόνισσα της Μάρθας Μπριγκίτε με τον Λιχτ και μια περούκα στο χέρι. Δηλώνει ότι βρήκε την περούκα κάτω από το παράθυρο της Εύας και ότι αυτή και ο Λιχτ βρήκαν ίχνη από στραβά πόδια στο φρέσκο ​​χιόνι που οδηγούσαν στο σπίτι του Άνταμ.

Στην αναταραχή που ξεσπά, ο Βάλτερ ζητά από τον Άνταμ εξηγήσεις, αλλά αυτός αρνείται και αντ' αυτού εκδίδει την απόφασή του: ο Ρούπρεχτ καταδικάζεται και θα πάει στη φυλακή για απείθεια προς το δικαστήριο. Η Εύα τώρα αναφωνεί ότι ήταν ο Άνταμ που ήταν στο δωμάτιό της χθες το βράδυ και αυτός έσπασε τη στάμνα καθώς έφευγε. Ο εξαγριωμένος Ρούπρεχτ επιτίθεται στον Άνταμ, ο οποίος φεύγει τρέχοντας από την αίθουσα του δικαστηρίου. Τότε, η Εύα λέει την πλήρη αλήθεια: Ο Άνταμ της είπε ότι ο Ρούπρεχτ στρατολογήθηκε για τις Ανατολικές Ινδίες, από όπου μόνο ένας στους τρεις άνδρες επέστρεφε, και προσφέρθηκε να εκδώσει στον Ρούπρεχτ ένα ψεύτικο πιστοποιητικό υγείας ώστε να απαλλαγεί από τη στρατιωτική θητεία με την προϋπόθεση η κοπέλα να τον δεχθεί μια νύχτα στο κρεβάτι της. Χάρη στην παρέμβαση του Ρούπρεχτ, μάλλον αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, αν και η Εύα δεν δηλώνει ρητά ότι ο εκβιαστής δεν την αποπλάνησε.

Ο Βάλτερ διαβάζει το έγγραφο της στρατολόγησης και λέει ότι είναι ψεύτικο. Στη συνέχεια, βεβαιώνει τον Ρούπρεχτ ότι η καταδίκη του θα ανατραπεί, ο Λιχτ γίνεται ο νέος δικαστής του χωριού και ο Άνταμ περιμένει την τιμωρία του. Ο Ρούπρεχτ και η Εύα συμφιλιώνονται και οι γονείς τους εγκρίνουν τον γάμο τους.[2]

Μετάφραση στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Η σπασμένη στάμνα, μετάφραση: Τζένη Μαστοράκη, εκδόσεις Σχολή Μωραΐτη, 1983 [5]
  • Η σπασμένη στάμνα, μετάφραση: Κωνσταντίνος Κυριακού, εκδόσεις Ηριδανός, 2018 [6]
  1. . «lernhelfer.de/schuelerlexikon/deutsch-abitur/artikel/der-zerbrochne-krug». 
  2. 2,0 2,1 . «getabstract.com/de/zusammenfassung/der-zerbrochne-krug». 
  3. . «studysmarter.de/schule/deutsch/drama/der-zerbrochne-krug/». 
  4. . «inhaltsangabe.de/kleist/der-zerbrochne-krug/». 
  5. . «protoporia.gr/klaist-xainrix-fon-i-spasmeni-stamna». 
  6. . «politeianet.gr/books/kleist-heinrich-von-iridanos-i-spasmeni-stamna».