Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου (Σκαφιδάκι Πρεβέζης)
Ο Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου στο Σκαφιδάκι Πρεβέζης είναι ένας ιδιόκτητος μικρός ναός της οικογένειας των Κονεμένων, ο οποίος κτίστηκε περί το 1730 από τον Γεώργιο Κονεμένο. Επισκευάστηκε ριζικά στις αρχές του 19ου αιώνα και σώζεται μέχρι σήμερα.[1]
Ιστορία του ναού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιοχή Σκαφιδάκι της Πρέβεζας, ανατολικά του οικισμού Άγιος Θωμάς, παραχωρήθηκε με διάταγμα του Βενετού Γενικού Προβλεπτή της Θάλασσας Francesco Correr της 24ης Αυγούστου 1727, στον καπετάν Γεώργιο Κονεμένο για τις υπηρεσίες που αυτός παρείχε στη Βενετική Δημοκρατία κατά τον 7ο και τελευταίο Βενετοτουρκικό πόλεμο (1714-1718).[2][3] Αποτέλεσμα του πολέμου αυτού ήταν η Πρέβεζα και η Βόνιτσα να περιέλθουν στη Γαληνοτάτη, υπό την κυριαρχία της οποίας παρέμειναν για ογδόντα περίπου χρόνια, μέχρι την πτώση της Βενετίας στα χέρια των Γάλλων του Ναπολέοντα το 1797. Στη διάρκεια της βενετοκρατίας της Πρέβεζας κτίσθηκαν πάνω από 14 ναοί στην πόλη και άλλοι 6 στα περίχωρα.[4]
Ο Γεώργιος Κονεμένος, μετά την παραχώρηση σε αυτόν των γαιών (1727), εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Σκαφιδάκι, όπου φαίνεται να δημιουργήθηκε μικρός οικισμός στον οποίο κατοικούσαν τόσο οι Κονεμένοι όσο και οι εργαζόμενοι στα κτήματά τους.[5] Για την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών τους αναγκών ο καπετάν Γεώργιος ανέγειρε, περί το 1730, μικρό ναό στο όνομα του αγίου Γεωργίου.[6] Τόσο ο ναός του Αγίου Γεωργίου όσο και ο μικρός οικισμός εμφανίζονται σε χάρτη του Jean Guillaume Barbié du Bocage, του 1820. Τόσο στον χάρτη όσο και στα περιηγητικά κείμενα του Γάλλου προξένου στην Ήπειρο Φρανσουά Πουκεβίλ, ο οικισμός ονομάζεται St. Georges.[7][8]
Σε απογραφή των ναών της βενετοκρατούμενης Πρέβεζας που διεξήχθη το 1789, αναφέρεται ότι τον ναό κατέχουν οι κληρονόμοι του Γεωργίου Κονεμένου, οι οποίοι τον συντηρούν με δικά τους έξοδα.[9] Ο συντάκτης της απογραφής, Βασίλειος Γκινάκας, αναφέρει στην έκθεσή του ότι εφημέριος του ναού αυτού ήταν, το 1789, ο παππά Γιάννης Ξηρομερίτης.[10]
Παρά την αναφορά του επισκόπου Άρτης και Πρεβέζης Σεραφείμ Ξενόπουλου ότι ο ναός οικοδομήθηκε νεωστί το 1872,[11] υποστηρίζεται, πλέον, βάσιμα ότι μετά την ανέγερσή του (περί το 1730) ο ναός επισκευάσθηκε ριζικά στις αρχές του 19ου αιώνα, όπως μαρτυρά η χρονολογία 1819 που είναι σκαλισμένη σε λίθο της εξωτερικής πλευράς της βάσης της κόγχης του.[1]
Το τμήμα του κτήματος Σκαφιδάκι στο οποίο είναι κατασκευασμένος ο ναός του Αγίου Γεωργίου είχε περιέλθει διαδοχικά στον Γεώργιο Κονεμένο μπέη, τρισέγγονο του Καπετάν Γεωργίου Κονεμένου και πετυχημένο ανώτατο διοικητικό υπάλληλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο οποίος διετέλεσε και ηγεμόνας της Σάμου κατά το διάστημα 1851-1854. Το τμήμα του κτήματός του στο Σκαφιδάκι περιήλθε στην εγγονή του Άντα Σδριν-Γκαργκάλο, η οποία αργότερα πούλησε το κτήμα της. Ο ναός φαίνεται να έχει αφεθεί σε δημόσια χρήση. Κάθε χρόνο, στην εορτή του αγίου Γεωργίου, γίνεται θεία λειτουργία και ένα μικρό πανηγύρι.
Η οικογένεια του κτήτορα, καπετάν Γεωργίου Κονεμένου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γενάρχης της οικογένειας Κονεμένων που εγκαταστάθηκαν στην Πρέβεζα στις αρχές του 18ου αιώνα ήταν ο καπετάν Γεώργιος Κονεμένος (περ. 1675 – περ. 1736). Με το ένοπλο σώμα του συμμετείχε στον τελευταίο Βενετοτουρκικό Πόλεμο (1714-1718), πολεμώντας στο πλευρό των Βενετών και φέροντας τον βαθμό του δεκανέα (caporale).
Το 1727 παραχωρήθηκε στον καπετάν Γεώργιο Κονεμένο μεγάλη έκταση γαιών στα σύνορα της Περιοχής (Terrotorio) της βενετοκρατούμενης Πρέβεζας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην περιοχή Σκαφιδάκι, στη χερσόνησο του Αγίου Θωμά.[12] Η έκταση ήταν περίπου 2.200 στρέμματα, συμπεριλαμβανομένων και δύο ορεινών όγκων, η έκταση των οποίων υπολογίζεται σε περίπου 1.000 στρέμματα.[13]
Η οικογένεια Γεωργίου Κονεμένου φαίνεται να εγκαταστάθηκε στην Πρέβεζα το 1725, δύο χρόνια πριν την παραχώρηση του Σκαφιδακιού σε αυτούς και οκτώ χρόνια μετά τη de facto δεύτερη κατάληψη της Πρέβεζας από τους Βενετούς.[14]
Το 1735, ο Γεώργιος Κονεμένος εμφανίζεται ως μέλος της νεοϊδρυθείσας αδελφότητας του ναού του Αγίου Χαραλάμπη της Πρέβεζας. Είχε τουλάχιστον δύο γιους. Τον Χρήστο και τον Αποστόλη.[6]
Γιος του Αποστόλη ήταν ο καπετάν Γεώργιος (Λώλος) Κονεμένος, ο οποίος με τη σύζυγό του Μαύρα Σούνδια απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Αναστασία (αργότερα σύζυγο Αναστασίου Γερογιάννη), την Αιμιλία (αργότερα σύζυγο Νικολάου Γιακουμή), τον Ανδρέα (1777-1855) και τον Σπυρίδωνα (Σπυράκη-Λώλο),[15] ο οποίος απεβίωσε το 1883.
Ο Ανδρέας Κονεμένος είχε δύο γιους: τον Γεώργιο Κονεμένο (1814-1894), αργότερα μπέη και τον Περικλή.
Ο Σπυρίδων Κονεμένος απέκτησε με τη σύζυγό του Κιάρα Σικελιανού δύο παιδιά: τον Νικόλαο Κονεμένο (1832-1907) και την Κατίνα (αργότερα σύζυγο Τάσου Γενοβέλη).[16]
Πέραν των τριών Κονεμένων που έφεραν το όνομα Γεώργιος,[17] ο τέταρτος και τελευταίος της οικογένειας που έφερε το όνομα αυτό ήταν ο Γεώργιος (Μπούμπης) Σδριν, ο οποίος έπεσε μαχόμενος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν εγγονός του Γεωργίου Κονεμένου μπέη, από την κόρη του Μαρία Κονεμένου και τον σύζυγό της, κόμη Ηλία Σδριν.[18]
Υποσημειώσεις & Βιβλιογραφικές παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Καράμπελας 2021, σελίδες 329-330.
- ↑ Καράμπελας 2021, σελίδες 320-323.
- ↑ Βασιλάς 2012, σελίδες 35, 167, 216, 242-243.
- ↑ Καράμπελας 2019, σελ. 63.
- ↑ Βασιλάς 2012, σελ. 543.
- ↑ 6,0 6,1 Καράμπελας 2021, σελ. 329.
- ↑ Καράμπελας 2006, σελ. 14.
- ↑ Pouqueville 2010, σελίδες 202, 215.
- ↑ Καρύδης 2019, σελίδες 69-70, 72-73, 155.
- ↑ Καρύδης 2019, σελ. 157.
- ↑ Ξενόπουλος 1884, σελίδες 240-241.
- ↑ Για τα όρια μεταξύ Βενετοκρατούμενης Πρέβεζας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον 18ο αιώνα, βλ. Curlin & Καράμπελας (2009, pp. 124-128)
- ↑ Καράμπελας 2021, σελ. 326.
- ↑ Καράμπελας 2021, σελίδες 328-329.
- ↑ Στην ευρύτερη περιοχή του Σουλίου, ήταν σύνηθες οι άρρενες να είναι γνωστοί με ένα διπλό όνομα (π.χ. Γιώργο-Γιάννος) που αποτελούταν από το όνομά του (Γιώργος), ως πρώτο συνθετικό, και το όνομα του πατέρα του (Γιάννος), ως δεύτερο. Με την καθιέρωση των επωνύμων, το διπλό αυτό όνομα πήρε, σε μερικές περιπτώσεις, τη θέση του επωνύμου (π.χ. Γεωργιάννος, Κολιοπάνος, Χρηστοβασίλης, Μητροκώστας, κ.ά.). Στην περίπτωση στην οποία αναφερόμαστε, ο Σπύρος γιος του Γιώργου (Λώλου) έγινε Σπυράκη-Λώλος. Λώλος, στην ίδια περιοχή, λεγόταν ο Γιώργος.
- ↑ Βασιλάς 2012, σελίδες 517-525, 536-577.
- ↑ Πρώτος ήταν ο γενάρχης καπετάν Γεώργιος Κονεμένος. Δεύτερος ήταν ο εγγονός του, καπετάν Γεώργιος (Λώλος) Κονεμένος. Τρίτος ήταν ο εγγονός του δεύτερου, Γεώργιος Κονεμένος μπέης
- ↑ Βασιλάς 2012, σελίδες 544-553.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Curlin, James S.; Καράμπελας, Νίκος Δ. (2009). «Adi 31 Agosto 1797. Αμφισβήτηση της ενετο-οθωμανικής συνοριακής γραμμής της Πρέβεζας». Πρεβεζάνικα Χρονικά (Πρέβεζα) 45-46: 117-141. ISSN 1105-753X. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/prevchr/article/view/28784/22449.
- Βασιλάς, Ηλίας Β. (2012). Καράμπελας, Νίκος Δ., επιμ. Άπαντα. Πρέβεζα: Δήμος Πρέβεζας & Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις. ISBN 978 960 93 3692 5.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2006). Επί Χάρτου - Χαρακτικά της Πρέβεζας. Πρέβεζα: Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις. ISBN 960 7660 15 3.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2019). «Το καπίτολο του αγίου Δημητρίου του μυροβλύτου & το δεκρέτο του αγίου». Πρεβεζάνικα Χρονικά (Πρέβεζα) 55-56: 62–98. ISSN 1105-753X. https://www.academia.edu/61987856.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2021). «Άγνωστο βενετικό διάταγμα παραχώρησης γαιών στον Γεώργιο Κονεμένο (24 Αυγούστου 1727)». Περί Ιστορίας (Κέρκυρα) 10: 319–334. ISSN 1107-1559. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/ieim/article/view/30383.
- Καρύδης, Σπύρος Χρ. (2019). «Η Λευκάδα και οι ηπειρωτικές πόλεις του βενετικού Stato da Mar στην απογραφή ναών και μονών του 1788-1789». Περί Ιστορίας (Κέρκυρα) 9: 51–165. ISSN 1107-1559. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/ieim/article/view/24761/20566.
- Ξενόπουλος, Σεραφείμ (1884). Δοκίμιον ἱστορικὸν περὶ Ἄρτης καὶ Πρεβέζης. Αθήναι.
- Παπακώστα, Χριστίνα Ευ. (2018). Το αρχείο των Βενετών Προβλεπτών της Πρέβεζας. Διοίκηση και οργάνωση της πόλης τον 18ο αιώνα. Πρέβεζα: Περιφέρεια Ηπείρου - Περιφερειακή Ενότητα Πρέβεζας. ISBN 978 960 89533 1 4.
- Pouqueville, François (2010). Ταξίδι στην Ελλάδα. Τα Ηπειρωτικά. Τόμος ΙΙΙ. Μτφρ. Κώστας Π., Βλάχος. Πρέβεζα: Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις. ISBN 978 960 7660 20 6.