Ισπανική Πολιτοφυλακή
Ισπανική Πολιτοφυλακή Guardia Civil | |
---|---|
Έμβλημα της Πολιτοφυλακής | |
Ίδρυση | 1844 |
Χώρα | Ισπανία |
Τύπος | Χωροφυλακή |
Ρόλος | Επιβολή του νόμου, περιοπολία συνόρων και ακτών |
Δύναμη | 80.000 προσωπικό |
Αρχηγείο | Μαδρίτη, Ισπανία |
Ρητό | El honor es mi divisa (Η τιμή είναι το σύνθημά μου) |
Ιστοσελίδα | guardiacivil.es |
Διοίκηση | |
Γενικός Διευθυντής | Αρσένιο Φερνάντεθ ντε Μέσα |
Η ισπανική Πολιτοφυλακή[1] (ισπανικά: Guardia Civil, GC) αποτελεί αστυνομική δύναμη με χαρακτήρα στρατιωτικής δύναμης. Υπάγεται στην Ισπανική Κυβέρνηση και το Ισπανικό Υπουργείο Άμυνας. Είναι κοινώς γνωστά ως benemérita (αξιέπαινη), όρος που προέρχεται από προηγούμενους λιγότερο επίσημους σχηματισμούς. Έχει τακτικό εθνικό ρόλο, ενώ λαμβάνει μέρος και συγκεκριμένες διεθνείς ειρηνευτικές αποστολές.
Ως εθνική αστυνομική δύναμη, η Πολιτοφυλακή είναι σήμερα συγκρίσιμη με τη γαλλική Χωροφυλακή, τους ιταλούς Καραμπινιέρους, την πορτογαλική Εθνική Δημοκρατική Φρουρά και την ολλανδική Βασιλική Στρατιωτική Αστυνομία καθώς είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Χωροφυλακής. Η Πολιτοφυλακή χρησιμοποιεί ως κορυφαίο έμβλημά της τις λέξεις El honor es mi divisa (Η τιμή είναι το σύνθημά μου), ένα σύνθημα με έμφαση στο ηθικό των μονάδων.
Οι βάσεις των τμημάτων της Πολιτοφυλακής ονομάζονται casas cuartel (θέσεις φρουράς), οι οποίες είναι ένας συνδυασμός μεταξύ στρατώνα και πλήρως εξοπλισμένου αστυνομικού τμήματος. Σε γενικές γραμμές η Πολιτοφυλακή πραγματοποιεί περιπολίες εντός αγροτικών περιοχών και αστικών περιοχών με λιγότερο από 20.000 κατοίκους (συμπεριλαμβανομένων των εθνικών οδών και λιμένων) και διερευνεί περιπτώσεις εγκλημάτων, ενώ η Εθνική Αστυνομία (Cuerpo Nacional de Policía, CNP) ασχολείται με σοβαρές αστικές καταστάσεις. Στις αρμοδιότητές της εντάσσεται επίσης η πρόληψη της τρομοκρατίας (π.χ. ΕΤΑ), των εγκλημάτων εναντίον της φύσης και της παράνομης μετανάστευσης. Οι περισσότερες πόλεις έχουν επίσης Τοπική Αστυνομία που επικεντρώνεται στην πρόληψη του εγκλήματος, τη διευθέτηση ασήμαντων περιστατικών, τον έλεγχο της κυκλοφορίας, και, κυρίως, τη συλλογή πληροφοριών. Σε τοπικό επίπεδο, οι τρεις δυνάμεις συνεργάζονται στενά, και σε εθνικό επίπεδο συντονίζονται υπό την καθοδήγηση του Υπουργείου Εσωτερικών.
Σε περιφερειακό επίπεδο, από τη δεκαετία του 1990 ορισμένες αρμοδιότητές της έχουν αντικατασταθεί στην Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων από το αντίστοιχο σώμα Καταλανικής και Βασκικής αστυνομίας.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Πολιτοφυλακή ιδρύθηκε ως εθνική αστυνομική δύναμη το 1844, κατά τη διάρκεια της βασιλείας της Βασίλισσας της Ισπανίας Ισαβέλλας Β΄ του αριστοκράτη από τη Ναβάρα, Φρανθίσκο Χαβιέρ Χιρόν ι Εθπελέτα, 2ου Δούκα της Αουμάδα και 5ου Μαρκίσιου των Αμαρίγιων, από την 11η γενιά απογόνων του αυτοκράτορα των Αζτέκων Μοντεζούμα Β΄.[2] Παλαιότερα, για την επιβολή του νόμου ήταν υπεύθυνη η Ιερά Αδελφότητα (Santa Hermandad), μια οργάνωση των δημοτικών ενοτήτων. Η διαφθορά ήταν διάχυτη στην Αδελφότητα, όπου οι αξιωματούχοι υπόκεινταν σε τοπική πολιτική επιρροή, και το σύστημα ήταν σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικό έξω από τις μεγάλες πόλεις και κωμοπόλεις.[3] Οι εγκληματίες μπορούσαν συχνά να διαφεύγουν της δικαιοσύνης με απλή μετακίνηση από τη μία περιοχή στην άλλη.[3] Η πρώτη ακαδημία της αστυνομικής Πολιτοφυλακής ιδρύθηκε στην πόλη της Βαλδεμόρο, νότια της Μαδρίτης, το 1855. Οι απόφοιτοι σήμερα φορούν το περίφημη tricorne ή καπέλο των Cavaliers της Πολιτοφυλακής, ως μέρος τη στολής τους.
Η Πολιτοφυλακή είχε κατηγορηθεί αρχικά όσον αφορά τον τερματισμό των ληστειών στις εθνικές οδούς της χώρας, ιδίως στην επαρχία της Ανδαλουσίας, η οποία είχε γίνει πασίγνωστη για πολλές ληστείες εις βάρος των επιχειρηματιών, μικροπωλητών, ταξιδιωτών, ακόμα και ξένων τουριστών.[4][5][6] Το φαινόμενο της ληστείας σε αυτή την περιοχή ήταν τόσο ενδημικό, που η Πολιτοφυλακή ήταν δύσκολο να εξαλείψει εντελώς. Μέχρι και το 1884, ένας ταξιδιώτης ανέφερε ότι εξακολουθεί να υφίσταται μέσα και γύρω από την πόλη της Μάλαγα:[7]
Η αγαπημένη και πρωτότυπη μέθοδος του ντόπιου ληστή είναι να προχωρά ήσυχα πίσω από το θύμα του, καλύπτνας το κεφάλι και τα χέρια του σε ένα μανδύα, και στη συνέχεια να τον απαλλάξει από τα τιμαλφή του. Αν αντισταθεί, αυτός αμέσως τον καρφώνει επιδέξια με ένα μαχαίρι ... [Ο ισπανός ληστής] φοράει άφθονα φυλαχτά και γοητεύει ... αναμφισβήτητα αποτελεσματικός κατά του στιλέτου του αντιπάλου ή του τουφεκιού της Πολιτοφυλακής.[7]
Η Πολιτοφυλακή ανέλαβε επίσης το πολιτικό έργο της αποκατάστασης και διατήρησης την ιδιοκτησίας της γης και της υποτέλειας των χωρικών της Ισπανίας στο βασιλιά, που επιθυμούσε να σταματήσει η εξάπλωση των αντιμοναρχικών κινημάτων εμπνευσμένων από τη γαλλική επανάσταση. Το τέλος του Πρώτου Καρλικού Πολέμου είχε αφήσει την ισπανική επικράτεια σημαδεμένη από την καταστροφή του εμφυλίου πολέμου, και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να λάβει δραστικά μέτρα για να καταστείλει αυθόρμητες εξεγέρσεις ανήσυχων αγροτών. Με βάση το μοντέλο του ελαφρού πεζικού που χρησιμοποιήθηκε από τον Ναπολέοντα στις ευρωπαϊκές εκστρατείες του, η Πολιτοφυλακή μετατράπηκε σε μια στρατιωτικά συγκροτημένη δύναμη υψηλής κινητικότητας, που θα μπορούσε να αναπτυχθεί ανεξάρτητα από αφιλόξενες συνθήκες, να περιπολεί και να ελέγχει μεγάλες περιοχές της υπαίθρου. Τα μέλη του, που ονομάζονται guardias (φύλακες), διατηρούν μέχρι σήμερα μια βασική μονάδα περιπολίας που σχηματίζεται από δύο πράκτορες, που συνήθως ονομάζονται pareja (ζευγάρι), στην οποία ένας από τους guardias θα ξεκινήσει την παρέμβαση, ενώ ο δεύτερος guardia καλύπτει τον πρώτο.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «naftemporiki.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2015.
- ↑ «oldbooksmith.com». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιανουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 de Rementeria y Fica, Mariano, Manual of the Baratero (transl. and annot. by James Loriega), Boulder, CO: Paladin Press, ISBN 978-1-58160-471-9 (2005)
- ↑ Quevedo, A. and Sidro, J., La Guardia Civil: La Historia de esta Institución, Madrid (1858)
- ↑ de la Iglesia, Eugenio, Reseña Histórica de la Guardia Civil, Madrid (1898)
- ↑ Driessen, Henk Driessen, The ‘Noble Bandit’ and the Bandits of the Nobles: Brigandage and Local Community in Nineteenth-century Andalusia, European Journal of Sociology 24, (1983), pp. 96-114
- ↑ 7,0 7,1 Scott, Samuel P., Through Spain: A Narrative of Travel and Adventure in the Peninsula, Philadelphia, PA: J. P. Lippincott Company (1886), pp. 130-131
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]