Καθεδρικός του Τολέδο
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Συντεταγμένες: 39°51′25.5″N 4°01′26″W / 39.857083°N 4.02389°W
Καθεδρικός του Τολέδο | |
---|---|
Είδος | καθεδρικός ναός της Καθολικής Εκκλησίας[1] |
Αρχιτεκτονική | γοτθική αρχιτεκτονική |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 39°51′25″N 4°1′26″W |
Θρήσκευμα | Καθολικισμός |
Θρησκευτική υπαγωγή | Roman Catholic Archdiocese of Toledo |
Διοικητική υπαγωγή | Τολέδο |
Τοποθεσία | Toledo city |
Χώρα | Ισπανία[2][1] |
Έναρξη κατασκευής | 1226 |
Ένοικοι | Museo Catedralicio |
Διαχειριστής | Museo Catedralicio |
Γενικές διαστάσεις | 113 μέτρα × 56 μέτρα |
Ύψος | 44 μέτρα |
Αρχιτέκτονας | Πέτρους Πέτρι |
Προστασία | Κληρονομιά πολιτιστικού ενδιαφέροντος (από 1909)[2] |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Ο πρωτεύον καθεδρικός της Παναγίας του Τολέδο (ισπανικά: Catedral Primada Santa María de Toledo) είναι ρωμαιοκαθολικός καθεδρικός ναός στο Τολέδο, Ισπανία, έδρα της αρχιεπισκοπής του Τολέδο.
Ο καθεδρικός είναι ένας από τους τρεις ύστερους γοτθικούς καθεδρικούς του 13ου αιώνα στην Ισπανία και θεωρείται από κάποιους το σημαντικότερο δείγμα γοτθικού ρυθμού στη χώρα. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1226 την εποχή του Φερδινάνδου Γ΄ και οι τελευταίες γοτθικές προσθήκες έγιναν τον 15ο αιώνα, το 1493, όταν ολοκληρώθηκε η οροφή του κεντρικού κλίτους, την εποχή των Καθολικών Μοναρχών. Το σχέδιό του προέρχεται από τον καθεδρικό ναό της Μπουρζ, αν και τα πέντε κλίτη ώστε ο ναός να καλύπτει όλο το χώρο τον οποίο καταλάμβανε το πρώην τζαμί, και το πρώην σαχν και με τον πλευρικό διάδρομο. Περιλαμβάνει επίσης χαρακτηριστικά του Μουδέχαρ ρυθμού, με την παρουσία πολύπτυχων αψίδων. Είναι κτισμένος με λευκό ασβεστόλιθο από τα λατομεία του Ολιουέλας, κοντά στο Τολέδο.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Απαρχές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Για πολλά χρόνια, μια άγραφη λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι αρχικά υπήρχε μια εκκλησία από την εποχή του πρώτου αρχιεπισκόπου Ευγενίου (άγιος Ευγένιος του Τολέδο) στην ίδια θέση με τον σημερινό καθεδρικό. Η εκκλησία καθαγιάστηκε για δεύτερη φορά το 587, αφού είχε υποβληθεί σε μερικές τροποποιήσεις, όπως μαρτυρά μια επιγραφή του 16ου αιώνα η οποία διατηρείται στον πλευρικό διάδρομο:
Στο όνομα του κυρίου η Εκκλησία της Αγίας Μαρίας καθαγιάστηκε ως καθολική την πρώτη μέρα των μεσών του Απριλίου, στον ευχάριστο πρώτο χρόνο της βασιλείας του πιο ένδοξου βασιλιά Φλάβιου Ρεκαρέδου, εποχή 625 [13 Απριλίου του 587].
Η πόλη ήταν επισκοπική έδρα της βησιγοτθικής Ισπανίας. Οι πολυάριθμες σύνοδοι του Τολέδο καταδεικνύουν το σημαντικό εκκλησιαστικό παρελθόν του. Επίσης, η απόρριψη του Αρειανισμού από την πλευρά του Ρεκαρέδου έλαβε χώρα στην πόλη. Η μουσουλμανική εισβολή δεν εξάλειψε αμέσως τη χριστιανική παρουσία και η επισκοπή παρέμεινε στην εκκλησία της Σάντα Μαρία του Αλφιθέν.
Η βησιγοτθική εκκλησία κατεδαφίστηκε και στη θέση της ανεγέρθη το κύριο τέμενος του Τολέδο. Κάποιοι ερευνητές καταδεικνύουν το γεγονός ότι η αίθουσα προσευχής του τεμένους αντιστοιχούν στη διαρρύθμιση με τα πέντε κλίτη του σημερινού καθεδρικού, το σαχν με τμήμα του σημερινού πλευρικού διαδρόμου και το παρεκκλησίου του αγίου Πέτρου και ο μιναρές με το καμπαναριό. Χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα αρχαιολογικά δεδομένα είναι πιθανόν να διακριθεί μια ισλαμική κολώνα μέσα στο παρεκκλησί της αγίας Λουκίας. Οι μαρμάρινες πλάκες που διακοσμούν το εξωτερικό της χορωδίας είναι βελτίωση προηγούμενο μουσουλμανικού σχεδίου, και οι αψίδες σε ρυθμό χαλιφάτου στην στοά πάνω από το κύριο παρεκκλήσι και του ιερού συμπίπτουν με την μουσουλμανική παράδοση της Κόρδοβα.
Καθεδρικός του Αλφόνσο Δ΄
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πόλη του Τολέδο ανακτήθηκε το 1085 από τον Αλφόνσο Δ΄ της Καστίλης και του Λεόν. Ένα από τα σημεία της μουσουλμανικής capitulation που έκαναν δυνατό να αλλάξει χέρια η πόλη χωρίς αιματοχυσίες ήταν η υπόσχεση του βασιλιά να συντηρήσει και να σέβεται τα ανώτερα κέντρα μόρφωσης, καθώς και τα ήθη και τη θρησκεία του μουσουλμανικού πληθυσμού, ο οποίος συνυπήρχε με τον μεγαλύτερο μοζαραβικό πληθυσμό. Έτσι, η διατήρηση του κύριου τεμένους ήταν τμήμα της συμφωνίας. Λίγο αργότερα, ο βασιλιάς έπρεπε να φύγει λόγω κρατικών υποχρεώσεων, αφήνοντας την πόλη στα χέρια της γυναίκας του Κωνσταντία και στον αβά του μοναστηριού του Σααγούν, Μπερνάρδ δε Σεδιράκ, ο οποίος είχε εκλεγεί αρχιεπίσκοπος του Τολέδο. Αυτοί οι δύο, σε διμερή συμφωνία και εκμεταλλευόμενοι την απουσία του βασιλιά, προχώρησαν σε μία πράξη η οποία σύμφωνα με τον ιερέα Μαριάνα στο έργο του ‘’Γενική Ιστορία της Ισπανίας’’, σχεδόν προκάλεσε μια μουσουλμανική εξέγερση και οδήγησε στην καταστροφή της πόλης.
Τις 25 Οκτωβρίου 1087, ο αρχιεπίσκοπος σε συνεργασία με τη βασίλισσα Κωνσταντία δημιούργησαν ένα πολεμικό σώμα ώστε να καταλάβει το τέμενος με τη βία. Στη συνέχεια, τοποθέτησαν μια προσωρινή αγία Τράπεζα και κρέμασαν μία καμπάνα στον μιναρέ, ακολουθώντας το χριστιανικό έθιμο. Ο ιερέας Μαριάνα γράφει ότι ο βασιλιάς Αλφόνσο Δ΄ ενοχλήθηκε τόσο πολύ από τα γεγονότα που ούτε ο αρχιεπίσκοπος ούτε η βασίλισσα κατάφεραν να εμποδίσουν τη διαταγή να εκτελέσει όλους τους ενεργά συμμετέχοντες. Ο θρύλος λέει ότι οι ντόπιοι Μουσουλμάνοι βοήθησαν στην επίτευξη ειρήνης, με τον κύριο διαπραγματευτή τους, Αμπού Βαλίντ, να ζητά στο βασιλιά να δείξει έλεος και imploring his fellow townsmen to accept the Christian usurpation ως νόμιμο. Για να δείξει την ευγνωμοσύνη για αυτή την πράξη, το συμβούλιο το καθεδρικού αφιέρωσε ένα homage στον Βαλίντ. Έτσι, η μετατροπή του τεμένους αναβλήθηκε και παρέμεινε καθαγιασμένος ως χριστιανικός καθεδρικός ναός.
Τα σχέδια του πρώην τεμένους δεν έχουν διατηρηθεί ούτε είναι γνωστή η μορφή του, αλλά έχοντας υπόψην δείγματα διατηρημένων τζαμιών σε άλλες ισπανικές πόλεις (όπως στη Σεβίλλη, Χαέν, Γρανάδα, Μάλαγα και Κόρδοβα), θεωρείται ότι ήταν ένα κτίριο με κίονες, πεταλοειδείς αψίδες πάνω στους κίονες, επαναλαμβάνοντας προηγούμενες ρωμαϊκές και βησιγοτθικές κατασκευές. Είναι πιθανό ότι έμοιαζε πολύ με την εκκλησία του Σωτήρα του Τολέδο, που προηγουμένως ήταν τζαμί.
Ο βασιλιάς Αλφόνσο Δ΄ προχώρησε σε σημαντικές δωρεές στη νέα εκκλησία. Στις 18 Δεκεμβρίου 1086, ο καθεδρικός τοποθετήθηκε στην advocacy της Παναγίας και του δόθηκαν βίλλες, μύλοι και το ένα τρίτο των εσόδων των υπόλοιπων εκκλησιών της πόλης.
Ο Πάπας Ουρβανός Β΄ αναγνώρισε την εκκλησία το 1088 ως τον κύριο καθεδρικό του βασιλείου. Το τέμενος-καθεδρικός παρέμεινε ανέπαφο μέχρι τον 13ο αιώνα, όταν το έτος 1222, μια παπική βούλα έδωσε την άδεια για την κατασκευή ενός νέου καθεδρικού, η οποία άρχισε το 1224 (ή 1225). Επίσημη τελετή για την τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου έλαβε χώρα το 1226 (άλλες πηγές αναφέρουν 1227), παρουσία του βασιλιά Φερδινάνδου του Αγίου. Σε όλη τη διάρκεια του 13ου αιώνα, τα έσοδα του καθεδρικού από φόρους αυξήθηκαν με την ενσωμάτωση της Αλκαλά ντε Ενάρες στην αρχιεπισκοπική του περιοχή το 1129.
Καθεδρικός του αρχιεπισκόπου Χιμένεθ δε Ράδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η διάταξη του καθεδρικού όπως είναι ορατή σήμερα δημιουργήθηκε τον 13ο αιώνα, ενώ ο Ροδρίγο Χιμένεθ δε Ράδα ήταν αρχιεπίσκοπος του Τολέδου και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του νεαρού Φερδινάνδου Γ΄ της Καστίλης. Η έναρξη των εργασιών καθυστέρησε μέχρι ο βασιλιάς να μπορούσε να είναι παρόν στην επίσημη τελετή τοποθέτησης του θεμέλιου λίθου (1227). Χιμένεθ δε ράδα εξελλέγη επίσκοπος του Τολέδο το 1209, και έτσι υπερασπίστηκε στην πρωτοκαθεδρία της έδρας του Τολέδο το 1209 στον Πάπα. Σκόπευε να κτίσει ένα μεγάλο καθεδρικό, αντάξιο της πόλης που κυβερνούσε. Μετά τη εκλογή του, το τέμενος-καθεδρικός διέθετε άφθονο χώρο, αλλά χαμηλή οροφή, με αποτέλεσμα να υπάρχει πολύ θόρυβος. Ο καθεδρικός ήταν παλιός και κάποια τμήματά του είχαν κατεδαφιστεί από τον προκάτοχό του και δεν ήταν τόσο ψηλός ή εντυπωσιακός όσο άλλα θρησκευτικά κτίρια. Ο Χιμένεθ υποστήριζε ενθουσιωδώς την κατασκευή ενός νέου καθεδρικού, σε σύγχρονο γοτθικό ρυθμό. Ασχολήθηκε τόσο πολύ στο έργο ώστε αργότερα φημολογήθηκε λανθασμένα ότι αυτός σχεδίασε τον καθεδρικό.
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η κατασκευή του κτιρίου επηρεάστηκε σημαντικά από το γαλλικό γοτθικό ρυθμό του 13ου αιώνα, ο οποίος προσαρμόστηκε στο ισπανικό γούστο. Έχει μήκος 120 μέτρα, πλάτος 59 και ύψος 44,5. Αποτελείται από πέντε κλίτη με εγκάρσιο κλίτος και διπλό περίτατο στον πλευρικό διάδρομο. Τα εξωτερικά κλίτη παρουσιάζουν την ιδιαιτερότητα ότι είναι λίγο πλατύτερα από τα υπόλοιπα δύο. Το παλαιότερο τμήμα του κτιρίου είναι το ιερό, το οποίο διατηρεί τα αρχικά τόξα στην στοά από πάνω του και εκτείνεται κατά μήκος των κλιτών και απομακρύνθηκαν σε μία από τις πολλές ανακαινίσεις του καθεδρικού. Ακομή και στη γοτθική περίοδο, αυτά τα τόξα αντικαταστάθηκαν με μεγάλα χρωματιστά παράθυρα. Όσα σώζονται σήμερα έχουν Μουδέχαρ επιρροές. Το κατώτερο τμήμα αποτελείται από λοβοτές αψίδες που βρίσκονται πάνω σε διπλές κολώνες και το επάνω τμήμα παρουσιάζει διαπλεκόμενες αψίδες που είναι συνηθισμένος στο Μουδέχαρ. Δεν είναι γνωστό αν αυτά τα Μουδέχαρ θέματα υπήρχαν στο προηγούμενο τέμενος και αντιγράφηκαν για να τα υπενθυμίζουν ή αν προστέθηκαν σε μία από τις τροποποιήσεις της τοιχοποιίας σαν κάτι αυθεντικό και όμορφο.
Στο ιερό, υπάρχουν διπλός περίπατος, ο οποίος είναι διπλός επειδή αντιστοιχεί στο σχέδιο με τα πέντε κλίτη. Αυτός ο διπλός διάδρομος έχει μεγάλες διαστάσεις και είναι διακοσημένας με αρχιτεκτονικά στοιχεία και θολωτή οροφή. Τα νέα τμήματα των παρεκκλησιών έγιναν με εναλλακτικά σχέδια τετραγώνων ή τριγώνων, και έτσι κάθε παρεκκλήσι έχει διαφορετικό μέγεθος, με τα τετράγωνα να είναι μεγαλύτερα από τα τρίγωνα. Αυτή η διάταξη των παρεκκλησιών υπάρχει και σε καθεδρικούς ναούς στη Γαλλία, όπως σε αυτού του Παρισιού, της Μπουρζ και του Λε Μαν, με τον τελευταίο καθεδρικό να μοιάζει περισσότερο, αν και οι τρεις είναι λιγότερο ογκώδεις σε σχέση με τον καθεδρικό του Τολέδο. Οι μετάπειτα τροποποιήσεις του καθεδρικού οδήγησαν σε αλλαγές στη διάταξη κάποιων παρεκκλησιών, όπως στην περίπτωση του παρεκκλησιού που κατασκευάστηκε στο χώρο που προηγουμένως βρίσκονταν τρία.
Η κύρια πρόσοψη είναι ένα ανώμαλο τέτραγωνο που περιλαμβάνει επίσης το δημαρχείο και το αρχιεπισκοπικό μέγαρο. Στα αριστερά είναι το καμπαναριό, ο μόνος πύργος της εκκλησίας που διατηρείται μέχρι σήμερα, και στα δεξία το προεκβάλλον μοζαραβικό παρεκκλησία το οποίο καταλαμβάνει το χώρο όπου βρισκόταν ο δεύτερος πύργος και στο οποίο ανήκει ο θόλος που είναι ορατός δεξία. Η κατασκευή του διατάχθηκε από τον καρδινάλιο Θισνέρος. Ο πύργος αποτελείται από δύο τμήματα, το κατώτερο τμήμα, το οποίο έχει τετράγωνη διατομή, και σχεδιάστηκε από τον Άλβαρ Μαρτίνεθ, και το πάνω οκτάγωνο τμήμα το οποίο σχεδιάστηκε από τον Ανεκίν δε Μπρουσέλας. Στην κορυφή του βρίσκεται ένας οβελός.
Η κύρια πρόσοψη έχει τρεις πύλες, γνωστές ως, Πουέρτα δελ Περδόν (Puerta del Perdón, Πύλη της Συγχώρεσης, στο κέντρο), Πουέρτα δελ Χουίθιο Φινάλ (Puerta del Juicio Final, Πύλη της τελικής κρίσης, στα δεξία) και Πουέρτα δελ Ινφιέρνο (Puerta del Infierno, Πύλη της Κόλασης, στα αριστερά). Η πύλη της Συγχώρησης χρονολογείται από τον 15ο αιώνα, καθώς η κατασκευή της ξεκίνησε το 1418. Ονομάστηκε έτσι επειδή συγχωροχάρτια δίνονταν σε όσους τη διέσχιζαν. Σήμερα είναι πάντα κλειστή και χρησιμοποιείται σε ειδικές περιστάσεις, όπως στη χειροτόνιση του αρχιεπισκόπου. Έχει μία μεγάλη αψίδα με έξι γοτθικά τόξα. Η διακόσμησή του αποτελείται από την τυπική γοτθική εικονογραφία, με φιγούρες του Σωτήρα στο κέντρο και των αποστόλων στις παραστάδες. Στο τύμπανο, η Παρθένος Μαρία παραδίδει το φελόνι στον άγιο Ιδελφόνσο, ένα ιδαίτερο θέμα του καθεδρικού το οποίο επαναλαμβάνεται επίσης στο εσωτερικό σε παρεκκλησία και σε πίνακες ζωγραφικής. Τα φύλλα της πόρτα έχουν ύψος 5 μέτρα και είναι καλυμμένα με μπρούτζινες πλάκες, οι οποίες χρονολογούνται από τον 14ο αιώνα. Η πύλη της Τελικής Κρίσης είναι η παλαιότερη από τις τρεις και αναπαριστά την Ημέρα της κρίσης. Από την άλλη, η Πύλη της κόλασης έχει μόνο διάκοσμο με φυτικά μοτίβα. Είναι επίσης γνωστή ως η Πύλη του Πύργου ή των Βαΐων, καθώς χρησιμοποιείται για τη λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων.
Η πρόσοψη τροποποιήθηκε το 1787 από τον αρχιτέκτονα Εουγένε Ντουράγκο ύστερα από εντολές του καρδινάλιου Λορενθάνα. Τα γλυπτά είναι έργα του Μαριάνο Σαλβατιέρρα. Οι εργασίες ήταν απαραίτητες εξαιτίας της φθοράς της πέτρας, η οποία δεν ήταν καλής ποιότητας.
Στη βόρεια πρόσοψη βρίσκεται η Πύλη του Ρολογιού, η παλαιότερη από τις πύλες, της οποίας η κατασκευή ξεκίνησε τον 14ο αιώνα. Το τύμπανό της χωρίζεται σε τέσσερα οριζόντια πλαίσια, στα οποία απεικόνιζονται σκηνές από τη ζωή του Χριστού: ο Ευαγγελισμός, η Γέννηση, τα Δώρα των Μάγων, η Σφαγή των Αθώων, η Φυγή στην Αίγυπτο, η περιτομή του Ιησού, η Εύρεση στο ναό, η Βάπτιση και ο Γάμος εν Κανά. Στο επάνω τμήμα του τυμπάνου, απεικονίζεται η Κοίμηση της Θεοτόκου. Το κεντρικό χώρισμα είναι διακοσμήμενη με μία εικόνα της Παναγίας με τον Υιό. Στις παραστάδες βρίσκονται εικόνες βασιλιάδων και αγιών, όλες έργα του γλύπτη Χουάν Αλεμάν, ο οποίος επίσης δούλευσε στην Πύλη των Λεόντων. Πάνω από το κέντρο της πύλη βρίσκεται το ρολόι το οποίο της έδωσε το όνομά της.
Η πύλη των Λεόντων κατασκευάστηκε τον 15ο και 16ο αιώνα. Είναι η πιο πρόσφατη από τις σημαντικές πύλες. Πήρε το όνομά της από τα λιοντάτια που βρίσκονται πάνω στις κολώνες της πύλης. Άλλες πύλες του ναού περιλαμβάνουν την νεοκλασσική επιπεδη πύλη και την πύλη της παρουσίασης.
Το αρχικό σχέδιο του ναού περιλάμβανε την κατασκευή δύο συμμετρικών πύργων σε κάθε πλευρά της κύριας (δυτικής) πρόσοψης, αλλά όταν ανεγέρθη ο πύργος στη βόρεια γωνία, ανακαλύφθηκε ότι το έδαφος στο χώρο όπου θα κατασκευαζόταν ο δεύτερος ήταν ασταθές εξαιτίας της παρουσίας ναού. Ακόμη και έτσι, εκεί χτίστηκε αργότερα (τον 16ο αιώνα) το Μοζαραβικό παρεκκλήσι. Ο πύργος είναι έργο κυρίος του Άλβαρ Μαρτίνεθ. Είναι γοτθικού ρυθμού με μερικές επιρροές Μουδέχαρ και έχει ύψος 92 μέτρα. Τέσσερα επίπεδα και ένα πέμπτο μικρότερου ύψους υψώνονται πάνω στην ορθογώνια υπερυψωμένη βάση, η οποία στεγάζει το παρεκκλήσι του θησαυροφυλάκιου. Ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο επίπεδο βρίσκεται γείσο από μαύρο μάρμαρο, με το έμβλημα του αρχιεπισκόπου Χουάν Μαρτίνεθ δε Κοντρέρας (1422-1438) σε λευκό μάρμαρο. Ο αρχιμάστορας Μαρτίνεθ ολοκλήρωσε αυτό το τμήμα του έργου το 1422, αλλά δεν άφησε σχέδια για την κατασκευή του οβελού του. Στο πάνω μέρος του πύργου είναι μια οκτάγωνη κατασκευή, σχεδιασμένη από τον αρχιτέκτονα Ανεκίν δε Μπρουσέλας, ο οποίος ολοκλήρωσε την κατασκευή μαζί με μία ομάδα αρχιμαστόρων. Ο οβελός με τις αψίδες του βρίσκεται πάνω στην οκτάγωνη κατασκευή του πέμπτου επιπέδου και στην κορυφή του βρίσκονται τρία στέμματα τα οποία μιμούνται την παπική τιάρα.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 13821. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2018.
- ↑ 2,0 2,1 Wiki Loves Monuments monuments database. 13 Νοεμβρίου 2017. tools
.wmflabs .org /heritage /api /api .php?action=search&format=json&srcountry=es&srlang=es&srid=RI-51-0000097.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Στα ισπανικά
- Camón Aznar, José. Historia general del arte, Tomo XVIII, colección Summa Artis. La escultura y la rejería españolas del siglo XVI. Editorial Espasa Calpe S.A. Madrid 1961.
- Camón Aznar, José; Morales y Marín, José Luis; Valdivieso, Enrique. Historia general del arte, Tomo XXVII, colección Summa Artis. Arte español del siglo XVIII. Editorial Espasa Calpe S.A. Madrid 1984.
- Chueca Goitia, Fernando (1975), La Catedral De Toledo, Riga: Everest, ISBN 84-241-4719-7
- Enríquez de Salamanca, Cayetano (1992), Curiosidades De Toledo, Madrid: El País /Aguilar, ISBN 84-03-59167-5
- Martí y Monsó, José. Estudios histórico-artísticos relativos principalmente a Valladolid. Basados en la investigación de diversos archivos. Primera edición 1892-1901. segunda edición facsímil, Valladolid 1992, Editorial Ámbito S.A. ISBN 84-86770-74-2.
- Nieto Siria, José Manuel. Iglesia y génesis del Estado Moderno en Castilla (1369–1480), Madrid, 1993.
- Pijoan, José. Historia general del arte, Tomo XI, colección Summa Artis. El arte gótico de la Europa occidental, siglos XIII, XIV y XV. Editorial Espasa Calpe S.A. Madrid 1953.
- Polo Benito, José. El arte en España. Catedral de Toledo. Patronato Nacional de Turismo. Editorial Η de J. Thomas, Barcelona.
- Riera Vidal. Un día en Toledo. ISBN 84-400-5928-0.
- Sánchez-Palencia, Almudena. Fundaciones del Arzobispo Tenorio: La capilla de San Blas en la Catedral de Toledo. Diputación de Toledo, 1985.
- Conferencia Episcopal Española. Celebración eucarística según el rito Hispano-mozárabe. Madrid, 2000. ISBN 84-931476-5-6.
- Zarco Moreno, Zarco (1991), Toledo, León: Everest Pub, ISBN 84-241-4396-5
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Cathedral of Toledo στο Wikimedia Commons