Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κατάλογος γερμανικών καταδρομικών μάχης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα γερμανικά καταδρομικά μάχης πλέουν προς το Σκάπα Φλόου (Νοέμβριος 1918). Προπορεύεται το Seydlitz και ακολουθούν τα Moltke, Hindenburg, Derfflinger και Von der Tann.

Το Γερμανικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό (Kaiserliche Marine) ναυπήγησε στις αρχές του 20ού αιώνα μια σειρά από καταδρομικά μάχης. Τα πλοία αυτού του είδους, που σχεδιαστικά είναι εξέλιξη βασισμένη στα θωρακισμένα καταδρομικά, προορίζονταν να δρουν ως μονάδες αναγνώρισης για την κύρια δύναμη του στόλου καθώς και να αντιμετωπίζουν τα αντίστοιχα πλοία του αντιπάλου. Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ απαίτησε τα νέα καταδρομικά μάχης να είναι ικανά να μάχονται μαζί με τα θωρηκτά ώστε να αντισταθμιστεί η αριθμητική υστέρηση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας σε σύγκριση με το Βασιλικό Ναυτικό της Μεγάλης Βρετανίας.

Το SMS Von der Tann ήταν το πρώτο γερμανικό καταδρομικό μάχης και ναυπηγήθηκε στα 1908–1910. Πριν από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν ολοκληρωθεί τέσσερα επιπλέον καταδρομικά μάχης ενώ ακόμη δύο ολοκληρώθηκαν κατά τη διάρκεια της σύρραξης. Επίσης είχε προγραμματιστεί η ναυπήγηση επτά επιπλέον σκαφών, τεσσάρων της κλάσης Mackensen και τριών της κλάσης Ersatz Yorck. Δύο από τα Mackensen, το ομώνυμο πλοίο και το Graf Spee, καθελκύστηκαν αλλά παρέμειναν ημιτελή ενώ τα άλλα δύο βρίσκονταν σε πρώιμα στάδια της ναυπήγησής τους όταν ακυρώθηκαν προς το τέλος του πολέμου. Επί της ουσίας οι εργασίες για τα τρία πλοία της κλάσης Ersatz Yorck δεν ξεκίνησαν ποτέ.

Έξι από τα επτά καταδρομικά μάχης που ολοκληρώθηκαν πριν ή κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έλαβαν μέρος σε ναυμαχίες, κυρίως στη Βόρεια Θάλασσα. Όλα τους, πλην του Goeben που ανήκε στη ναυτική μοίρα της Μεσογείου, εντάχθηκαν στην Ι Μοίρα Αναγνώρισης υπό τη διοίκηση του ναυάρχου Φραντς φον Χίπερ (Franz von Hipper). Η δύναμη αυτή πραγματοποίησε πολλές επιδρομές στις αγγλικές ακτές μεταξύ 1914 και 1916, με κορύφωση τη ναυμαχία της Γιουτλάνδης την 31η Μαΐου – 1η Ιουνίου 1916, όπου τα καταδρομικά μάχης χρησιμοποιήθηκαν ως «δόλωμα» για να προσελκύσουν τμήματα του βρετανικού στόλου στη γραμμή των γερμανικών θωρηκτών. Ναυαρχίδα τους ήταν τότε το Lützow το οποίο υπέστη βαρύτατες ζημιές που καθιστούσαν ανέφικτη την επιστροφή του στη Γερμανία. Εν τέλει οι ίδιοι οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να το βυθίσουν. Σοβαρότατες ζημιές υπέστησαν επίσης και τα υπόλοιπα πλοία της Μοίρας Αναγνώρισης, που σημείωσαν όμως και αρκετές επιτυχίες ενάντια στα βρετανικά καταδρομικά μάχης καθώς το Von der Tann βύθισε το αντίπαλό του HMS Indefatigable, το Seydlitz βύθισε το Queen Mary, και τα Derfflinger και Lützow κατάφεραν από κοινού να βυθίσουν το Invincible. Έπειτα από τη ναυμαχία της Γιουτλάνδης τα τέσσερα εναπομείναντα καταδρομικά μάχης (Von der Tann, Moltke, Seydlitz και Derfflinger) στα οποία προστέθηκε το νεότευκτο Hindenburg δεν είχαν αξιόλογη συμμετοχή σε πολεμικές επιχειρήσεις. Όπως και το μεγαλύτερο μέρος του γερμανικού στόλου, μετά το τέλος του πολέμου τα καταδρομικά μάχης τέθηκαν υπό περιορισμό στη βρετανική ναυτική βάση του Σκάπα Φλόου (Scapa Flow). Εκεί βυθίστηκαν από τα πληρώματά τους το 1919 προκειμένου να μην περάσουν στην κατοχή των Συμμάχων. Το Goeben, που βρισκόταν στην Μεσόγειο όταν ξέσπασε ο πόλεμος, δόθηκε στο Οθωμανικό Ναυτικό με την έναρξη των εχθροπραξιών και επιχειρούσε κατά του Ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας για το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου. Παρέμεινε στις τάξεις του Τουρκικού Ναυτικού μέχρι τη δεκαετία του 1950 και τελικά διαλύθηκε για σκραπ στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Διάδοχος του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού ήταν το Kriegsmarine της Ναζιστικής Γερμανίας. Πριν από το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου εξετάστηκε το ενδεχόμενο ναυπήγησης τριών νέων καταδρομικών μάχης της κλάσης O, στο πλαίσιο του Σχεδίου Ζ. Το ξέσπασμα του πολέμου το 1939 ματαίωσε αυτά τα σχέδια πριν ναυπηγηθεί κάποιο πλοίο.

Γερμανική Αυτοκρατορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: SMS Von der Tann
Το Von der Tann ήταν το πρώτο γερμανικό καταδρομικό μάχης.

Το SMS Von der Tann ήταν το πρώτο γερμανικό καταδρομικό μάχης. Η ναυπήγησή του αποφασίστηκε το 1907 ως απάντηση στη ναυπήγηση των βρετανικών καταδρομικών μάχης κλάσης Invincible, που είχε ξεκινήσει τον προηγούμενο χρόνο. Η διαδικασία σχεδιασμού του ήταν ιδιαιτέρως αμφιλεγόμενη, κάτι που οφείλεται και στο ότι ήταν το πρώτο σκάφος του είδους του που θα ναυπηγούνταν στη Γερμανία. Ο ναύαρχος Άλφρεντ φον Τίρπιτζ (Alfred von Tirpitz) επιθυμούσε να ακολουθηθεί το βρετανικό παράδειγμα, συνδυάζοντας πυροβόλα μεγάλου διαμετρήματος, σχετικά ελαφρά θωράκιση και υψηλή ταχύτητα. Ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ καθώς και άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί του Ναυτικού υποστήριξαν πως λόγω της αριθμητικής κατωτερότητας της Γερμανίας τα νέα πλοία θα έπρεπε να διαθέτουν αρκετά ισχυρή θωράκιση ώστε να μπορούν να μετάσχουν στην κύρια γραμμή μάχης. Συνέπεια αυτού ήταν ότι θα έπρεπε να έχουν κύρια πυροβόλα μικρότερου διαμετρήματος ώστε να αντισταθμιστεί το σημαντικά αυξημένο βάρος της ισχυρότερης θωράκισης που απαιτούνταν. Το νέο σκάφος ήταν σαφώς ταχύτερο σε σύγκριση με τα προγενέστερά του θωρακισμένα καταδρομικά καθώς εγκαταστάθηκαν ισχυρότεροι ατμοστρόβιλοι. Μάλιστα το Von der Tann ήταν το πρώτο μεγάλο γερμανικό πολεμικό πλοίο που προωθούνταν από ατμοστροβίλους.[1][2]

Όταν ολοκληρώθηκε, το Von der Tann εντάχθηκε στην Ι Μοίρα Αναγνώρισης, που ήταν η βασική μονάδα αναγνώρισης του στόλου. Έλαβε μέρος στις περισσότερες επιχειρήσεις του γερμανικού στόλου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συμπεριλαμβανομένων αρκετών επιδρομών στις αγγλικές ακτές μεταξύ 1914 και 1916. Στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης (31η Μαΐου - 1η Ιουνίου 1916) ήταν το τελευταίο πλοίο στη γραμμή της γερμανικής μοίρας καταδρομικών μάχης. Έπειτα από ανταλλαγή πυρών με το HMS Indefatigable, διάρκειας δεκαπέντε λεπτών, το Von der Tann πέτυχε ένα πλήγμα που προκάλεσε έκρηξη στην αποθήκη πυρομαχικών του βρετανικού πλοίου με συνέπεια τη βύθισή του. Το Von der Tann επίσης υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας, αλλά επισκευάστηκε μετά το τέλος της και επανήλθε σε υπηρεσία. Παρόλα αυτά δεν έλαβε μέρος σε άλλες επιχειρήσει διότι μετά τη Γιουτλάνδη οι Γερμανοί επικεντρώθηκαν στον υποβρυχιακό πόλεμο. Στο τέλος του πολέμου το Von der Tann έπλευσε στο Σκάπα Φλόου, όπου και κρατήθηκε. Τελικά αυτοβυθίστηκε μαζί με τον υπόλοιπο στόλο, για να μην πέσει στα χέρια των Συμμάχων. Ανελκύστηκε το 1930 και διαλύθηκε για σκραπ μεταξύ 1931 και 1934.[3]

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[4] Εκτόπισμα[5] Μέγιστη ταχύτητα[4] Υπηρεσία[4][6]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Von der Tann 8 πυροβόλα των 280 mm 21.300 t (21.000 LT) 27,75 kn 21 Μαρτίου 1908 1η Σεπτεμβρίου 1910 Αυτοβυθίστηκε την 21η Ιουνίου 1919 στο Σκάπα Φλόου.
Το καταδρομικό μάχης Goeben.

Τα Moltke και Goeben ήταν βελτιωμένα σε σύγκριση με το Von der Tann. Η ναυπήγησή τους αποφασίστηκε το 1908 και το 1909 αντίστοιχα και παρόλο που ο σχεδιασμός τους δεν ήταν τόσο αμφιλεγόμενος όσο του Von der Tann, παρέμεναν ακόμα διαφωνίες μεταξύ του Τίρπιτζ και μελών της ανώτατης γερμανικής ναυτικής διοίκησης σχετικά με το αν τα κύρια πυροβόλα θα έπρεπε να αυξηθούν σε αριθμό ή διαμέτρημα. Η μία πλευρά υποστήριζε ότι τα νέα πλοία θα έπρεπε να έχουν δέκα πυροβόλα αντί για οκτώ που είχε το Von der Tann ενώ η άλλη προτιμούσε τα νέα σκάφη να είναι σχεδόν πανομοιότυπα με του Von der Tann αλλά με οκτώ πυροβόλα των 305 mm ώστε να έχουν αντίστοιχη ισχύ πυρός με τα σύγχρονά τους θωρηκτά των κλάσεων Nassau και Helgoland. Εν τέλει αποφασίστηκε να τοποθετηθούν δέκα πυροβόλα των 280 mm, νεώτερου τύπου και υψηλότερης διατρητικής ικανότητας. Επίσης τα δύο πλοία της κλάσης Moltke ήταν ελαφρώς μεγαλύτερων διαστάσεων και καλύτερα θωρακισμένα σε σύγκριση με το Von der Tann.[7][8]

Το Moltke εντάχθηκε στη μοίρα καταδρομικών μάχης μαζί με το Von der Tann και στα δύο πρώτα χρόνια του πολέμου έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις εναντίον του Βασιλικού Ναυτικού στη Βόρεια Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης της ναυμαχίας του Ντόγκερ Μπανκ τον Ιανουάριο του 1915, καθώς και στις επιδρομές που πραγματοποιήθηκαν στις βρετανικές ακτές. Επίσης έδρασε στη Βαλτική εναντίον του ρωσικού στόλου. Το 1915 συμμετείχε στη ναυμαχία του Κόλπου της Ρίγας, όπου τορπιλίστηκε από βρετανικό υποβρύχιο και το 1917, επέστρεψε στη Βαλτική ως ναυαρχίδα της δύναμης εισβολής που πραγματοποίησε την Επιχείρηση «Αλβιών». Όταν τελείωσε ο πόλεμος έπλευσε στο Σκάπα Φλόου όπου και κρατήθηκε. Αυτοβυθίστηκε το 1919 για να μην περάσει στην κατοχή των Συμμάχων.

Το Goeben έγινε η ναυαρχίδα της γερμανικής Μοίρας της Μεσογείου το 1912. Με την έναρξη του πολέμου το 1914 κατάφερε μαζί με το ελαφρύ καταδρομικό Breslau να βρει καταφύγιο στην Κωνσταντινούπολη, έχοντας προηγουμένως διαφύγει της καταδίωξης από ισχυρή βρετανική ναυτική δύναμη. Τα δύο πλοία δόθηκαν στο Οθωμανικό Ναυτικό αλλά παρέμειναν υπό γερμανική διοίκηση και με τα αρχικά πληρώματά τους. Το Goeben έδρασε κατά κύριο λόγο στη Μαύρη Θάλασσα εναντίον των Ρώσων. Το 1918 επιτέθηκε επίσης σε βρετανικές δυνάμεις έξω από τα Δαρδανέλια το 1918 και προσέκρουσε σε τρεις νάρκες. Παρέμεινε σε υπηρεσία με το Τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό και διαλύθηκε τελικά για σκραπ το 1973.[9]

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[4] Εκτόπισμα[4] Μέγιστη ταχύτητα[4] Υπηρεσία[10][11]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Moltke 10 πυροβόλα των 280 mm 25.400 t (25.000 LT) 28,4 kn 9 Δεκεμβρίου 1908 30 Αυγούστου 1911 Αυτοβυθίστηκε την 21η Ιουνίου 1919 στο Σκάπα Φλόου.
Goeben 28 kn 28 Αυγούστου 1909 2 Ιουλίου 1912 Παραχωρήθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 16 Αυγούστου 1914, διαλύθηκε για σκραπ το 1973.
Φωτογραφία του Seydlitz ενώ κατευθύνεται προς το Σκάπα Φλόου όπου και κρατήθηκε μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Οι βελτιώσεις που ενσωματώθηκαν στο Seydlitz σε σύγκριση με τα πλοία της κλάσης Moltke ήταν περιορισμένες και αυτό σε μεγάλο βαθμό υπαγορεύτηκε από το Ράιχσταγκ (γερμανικά: Reichstag‎‎) που απέρριψε οποιαδήποτε αύξηση του κόστους ναυπήγησης για το επόμενο καταδρομικό μάχης. Οι αλλαγές που ενσωματώθηκαν στον σχεδιασμό της κλάσης Moltke οφείλονταν στην πίεση που άσκησε ο Τίρπιτζ στους προμηθευτές χάλυβα και στον κατασκευαστή των πλοίων ώστε να εξασφαλίσει εκπτώσεις που έδωσαν τελικά τα οικονομικά περιθώρια για να ενσωματωθούν αλλαγές στον σχεδιασμό. Ο Τίρπιτζ συνέχισε να πιέζει για την απόκτηση καταδρομικών μάχης που θα ακολουθούσαν το βρετανικό παράδειγμα, με ελαφρύτερη θωράκιση και πυροβόλα μεγαλύτερου διαμετρήματος, όμως οι απόψεις του απορρίφθηκαν ξανά. Το Seydlitz ήταν ελαφρώς μεγαλύτερων διαστάσεων από τα δύο προηγούμενα πλοία, είχε λίγο παχύτερη θωράκιση στη μέση καθώς και ψηλότερο πρόστεγο για βελτιωμένη ευστάθεια σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Διέθετε δέκα πυροβόλα των 280 mm, ίδιου τύπου με του Moltke και στην ίδια διάταξη.[12]

Έπειτα από την ένταξή του στη δύναμη του στόλου, το Seydlitz έγινε η ναυαρχίδα του Φραντς φον Χίπερ, Διοικητή της I Μοίρας Αναγνώρισης. Συμμετείχε στις περισσότερες από τις μεγάλες επιχειρήσεις του στόλου κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στη ναυμαχία του Ντόγκερ Μπανκ το βρετανικό καταδρομικό μάχης HMS Lion κατάφερε να πλήξει τους οπίσθιους πύργους πυροβόλων του Seydlitz, καταστρέφοντας τους ολοσχερώς. Μάλιστα υπήρξε κίνδυνος ακόμα και βύθισης του πλοίου.

Τον Απρίλιο του 1916 ναυαρχίδα του Χίπερ ήταν πλέον το νεότευκτο καταδρομικό μάχης Lützow.[13] Στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης το Seydlitz κατάφερε από κοινού με το Derfflinger προκάλεσαν σοβαρότατες ζημιές στο βρετανικό καταδρομικό μάχης HMS Queen Mary. Σε κατοπινά στάδια της ναυμαχίας και το ίδιο το Seydlitz υπέστη σοβαρές ζημιές καθώς δέχτηκε 21 βλήματα μεγάλου διαμετρήματος, με συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους 150 μέλη του πληρώματος και την εισροή υδάτων στο σκάφος. Παρά τις βαρύτατες ζημιές που υπέστη, κατάφερε να πλεύσει πίσω στο Βιλχελμσχάφεν (γερμανικά: Wilhelmshaven‎‎) όπου και επισκευάστηκε. Όπως και τα Von der Tann και Moltke το Seydlitz κρατήθηκε και τελικά αυτοβυθίστηκε στο Σκάπα Φλόου.

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[14] Εκτόπισμα[11] Ταχύτητα[14] Υπηρεσία[14][15]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Seydlitz 10 πυροβόλα των 280 mm 28.550 t (28.100 LT) 26,5 kn 4 Φεβρουαρίου 1911 22 Μαΐου 1913 Αυτοβυθίστηκε την 21η Ιουνίου 1919 στο Σκάπα Φλόου.
Σε πρώτο πλάνο το Hindenburg και πίσω αριστερά του διακρίνεται το Derfflinger.

Τα τρία πλοία της κλάσης Derfflinger ήταν τα τελευταία καταδρομικά μάχης που ολοκληρώθηκαν και εντάχθηκαν σε υπηρεσία με το Γερμανικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό. Ο κύριος οπλισμός τους ήταν ριζικά διαφοροποιημένος σε σύγκριση με τα παλαιότερα πλοία. Ο αριθμός των πυροβόλων μειώθηκε σε οκτώ, αλλά το διαμέτρημά τους αυξήθηκε στα 305 mm. Τα πυροβόλα ήταν εγκατεστημένα σε ζεύγη, σε δύο πύργους μπροστά και ισάριθμους πίσω από την κύρια υπερκατασκευή.[16] Το πρώτο πλοίο της κλάσης ήταν το Derfflinger και ολοκληρώθηκε λίγο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ακολούθησε το Lützow τον Αύγουστο του 1915 ενώ το Hindenburg εντάχθηκε στη δύναμη του στόλου τον Μάιο του 1917.[17]

Το Derfflinger έλαβε μέρος στις περισσότερες ναυτικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης κατάφερε να πλήξει και να βυθίσει από κοινού με το Seydlitz το βρετανικό καταδρομικό μάχης Queen Mary. Στη ναυμαχία αυτή κατάφερε επίσης να βυθίσει από κοινού με το Lützow το καταδρομικό μάχης Invincible. Από την άλλη πλευρά στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης υπέστη σοβαρές ζημιές το Lützow εξαιτίας των εχθρικών πυρών. Το πλοίο αυτό χτυπήθηκε από τουλάχιστον 24 βλήματα μεγάλου διαμετρήματος και δεν κατάφερε να επιστρέψει στη Γερμανία. Την επομένη της ναυμαχίας αποφασίστηκε η αυτοβύθισή του. Στην πορεία του Hindenburg δεν υπάρχουν πολλά αξιοσημείωτα περιστατικά καθώς ολοκληρώθηκε προς το τέλος του πολέμου και δεν συμμετείχε σε σημαντικές επιχειρήσεις εναντίον του βρετανικού στόλου. Τόσο το Hindenburg όσο και το Derfflinger κρατήθηκαν και αυτοβυθίστηκαν στο Σκάπα Φλόου μαζί με τον υπόλοιπο γερμανικό στόλο.

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[18] Εκτόπισμα[14] Ταχύτητα[19] Υπηρεσία[17][18]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Derfflinger 8 πυροβόλα των 305 mm 31,200 t (30.70 lt) 26,5 kn 30 Μαρτίου 1912 1η Σεπτεμβρίου 1914 Αυτοβυθίστηκε την 21η Ιουνίου 1919 στο Σκάπα Φλόου.
Lützow 26,4 kn Μάιος 1912 8 Αυγούστου 1915 Αυτοβυθίστηκε αφού υπέστη σοβαρές ζημιές στη Ναυμαχία της Γιουτλάνδης την 1η Ιουνίου 1916
Hindenburg 31.500 t (31.000 LT) 26,6 kn 1η Οκτωβρίου 1913 10 Μαΐου 1917 Αυτοβυθίστηκε την 21η Ιουνίου 1919 στο Σκάπα Φλόου.
Προφίλ καταδρομικού μάχης της κλάσης Mackensen.

Στις αρχές του 1915 είχε καταστεί πλέον σαφές πως ο πόλεμος δεν θα τελείωνε σύντομα και έτσι το Ναυτικό αποφάσισε να αντικαταστήσει τα έξι θωρακισμένα καταδρομικά που είχαν χαθεί μέχρι τότε.[20] Σχεδιαστικά τα πλοία της κλάσης Mackensen ήταν βελτιωμένες εκδοχές της κλάσης Derfflinger, με σπουδαιότερη διαφορά την υιοθέτηση πυροβόλων των 350 mm. Παραγγέλθηκαν τέσσερα σκάφη αλλά καθελκύστηκαν μονάχα δύο εξ αυτών, συγκεκριμένα τα Mackensen και Graf Spee.[21] Και τα τέσσερα παρέμειναν ημιτελή καθώς δόθηκε έμφαση στη ναυπήγηση υποβρυχίων.[22] Και τα τέσσερα διαλύθηκαν για σκραπ στη Γερμανία μεταξύ 1921 και 1924.[21]

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[23] Εκτόπισμα[23] Ταχύτητα[23] Υπηρεσία[23]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Mackensen 8 πυροβόλα των 350 mm 35.300 t (34.700 LT) 28 kn 30 Ιανουαρίου 1915 - Διαλύθηκε για σκραπ το 1922.
Graf Spee 30 Νοεμβρίου 1915 Διαλύθηκε για σκραπ στα 1921-1922.
Prinz Eitel Friedrich 1915 Διαλύθηκε για σκραπ το 1921.
Fürst Bismarck Διαλύθηκε για σκραπ το 1922.
Προφίλ πλοίου της κλάσης Ersatz Yorck.

Τα τρία πλοία της κλάσης Ersatz Yorck παραγγέλθηκαν αρχικά ως επιπλέον πλοία της κλάσης Mackensen, αλλά ο σχεδιασμός τους τροποποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1917 με βασικότερη διαφορά την υιοθέτηση οκτώ πυροβόλων των 380 mm. Πέραν αυτού ήταν επί της ουσίας παρόμοια με τα Mackensen, με εξαίρεση πως είχαν μία κεντρική καπνοδόχο αντί για δύο. Εργασίες άρχισαν μονάχα σε πάνω στο πρωτοπόρο πλοίο, όμως οι εργασίες δεν προχώρησαν πολύ πριν τη ματαίωση της ναυπήγησής του.[24] Τα άλλα δύο πλοία της κλάσης είχαν ανατεθεί σε ναυπηγεία αλλά οι εργασίες δεν άρχισαν ποτέ.[24]

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[25] Εκτόπισμα[25] Ταχύτητα[25] Υπηρεσία[25][26]
Έναρξη ναυπήγησης Έναρξη υπηρεσίας Κατάληξη
Ersatz Yorck 8 πυροβόλα των 380 mm 38.000 t (37.400 LT) 27,3 kn Ιούλιος 1916[27] Διαλύθηκε για σκραπ πριν ολοκληρωθεί.
Ersatz Gneisenau
Ersatz Scharnhorst
Προφίλ καταδρομικού μάχης της κλάσης O.

Τα καταδρομικά μάχης της κλάσης O σχεδιάστηκαν το 1937 για να συμπληρώσουν τα βαριά καταδρομικά κλάσης P που επίσης σχεδιάζονταν την περίοδο αυτή τον νέο γερμανικό στόλο. Τα τρία πλοία της κλάσης O θα ήταν οπλισμένα με έξι πυροβόλα των 380 mm εγκατεστημένα σε ζεύγη σε τρεις πύργους, ακολουθώντας παρόμοια γενική διάταξη με αυτή των θωρηκτών κλάσης Scharnhorst. Προορίζονταν για χρήση ως επιδρομικά μακράς εμβέλειας, αποσκοπώντας να εξαναγκάσουν το Βασιλικό Ναυτικό να διασκορπίσει τα θωρηκτά του για να καλύψει τις νηοπομπές που διέσχιζαν τον Ατλαντικό. Τελικά κανένα από αυτά τα πλοία δεν ναυπηγήθηκε εξαιτίας του ξεσπάσματος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον Σεπτέμβριο του 1939.

Επισκόπηση
Πλοίο Κύριος οπλισμός[28] Εκτόπισμα[28] Ταχύτητα[28] Υπηρεσία[28]
Έναρξη ναυπήγησης Ένταξη σε υπηρεσία Κατάληξη
O 6 πυροβόλα των 380 mm 36.000 t (35.400 LT) 35 kn Ακυρώθηκαν έπειτα από το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
P
Q
  1. Staff 2006, σελίδες 3–5.
  2. Dodson, σελίδες 77–80.
  3. Staff 2006, σελίδες 9–11.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Gröner, σελ. 54.
  5. Gröner, σελ. 53.
  6. Staff 2006, σελ. 5.
  7. Staff 2006, σελίδες 11–12.
  8. Dodson, σελίδες 82–83.
  9. Staff 2006, σελίδες 16–20.
  10. Staff 2006, σελ. 12.
  11. 11,0 11,1 Gröner, σελ. 55.
  12. Staff 2006, σελίδες 20–21.
  13. Staff 2006, σελίδες 23–24.
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 Gröner, σελ. 56.
  15. Staff 2006, σελ. 21.
  16. Staff 2006, σελ. 34.
  17. 17,0 17,1 Staff 2006, σελ. 35.
  18. 18,0 18,1 Gröner, σελ. 57.
  19. Sturton, σελ. 37.
  20. Herwig, σελ. 200.
  21. 21,0 21,1 Campbell & Sieche, σελ. 155.
  22. Weir, σελ. 179.
  23. 23,0 23,1 23,2 23,3 Gröner, σελ. 58.
  24. 24,0 24,1 Campbell & Sieche, σελ. 156.
  25. 25,0 25,1 25,2 25,3 Gröner, σελ. 59.
  26. Staff 2014, σελ. 324.
  27. Hildebrand, Röhr, & Steinmetz Vol. 6, σελ. 32.
  28. 28,0 28,1 28,2 28,3 Gröner, σελ. 68.
  • Campbell, N. J. M.· Sieche, Erwin (1986). «Germany». Στο: Gardiner, Robert· Gray, Randal, επιμ. Conway's All the World's Fighting Ships 1906–1921. London: Conway Maritime Press. σελίδες 134–189. ISBN 978-0-85177-245-5. 
  • Dodson, Aidan (2016). The Kaiser's Battlefleet: German Capital Ships 1871–1918. Barnsley: Seaforth Publishing. ISBN 978-1-84832-229-5. 
  • Gröner, Erich (1990). German Warships: 1815–1945. I: Major Surface Vessels. Annapolis: Naval Institute Press. ISBN 978-0-87021-790-6. 
  • Herwig, Holger (1998) [1980]. "Luxury" Fleet: The Imperial German Navy 1888–1918. Amherst: Humanity Books. ISBN 978-1-57392-286-9. 
  • Hildebrand, Hans H.· Röhr, Albert· Steinmetz, Hans-Otto (1993). Die Deutschen Kriegsschiffe: Biographien – ein Spiegel der Marinegeschichte von 1815 bis zur Gegenwart [The German Warships: Biographies − A Reflection of Naval History from 1815 to the Present] (στα Γερμανικά). 3. Ratingen: Mundus Verlag. ISBN 3-7822-0211-2. 
  • Hildebrand, Hans H.· Röhr, Albert· Steinmetz, Hans-Otto (1993). Die Deutschen Kriegsschiffe: Biographien – ein Spiegel der Marinegeschichte von 1815 bis zur Gegenwart [The German Warships: Biographies − A Reflection of Naval History from 1815 to the Present] (στα Γερμανικά). 6. Ratingen: Mundus Verlag. ISBN 3-7822-0237-6. 
  • Hore, Peter (2006). Battleships of World War I. London: Southwater Books. ISBN 978-1-84476-377-1. 
  • Staff, Gary (2006). German Battlecruisers: 1914–1918. Oxford: Osprey Books. ISBN 978-1-84603-009-3. 
  • Staff, Gary (2014). German Battlecruisers of World War One: Their Design, Construction and Operations. Barnsley: Seaforth Publishing. ISBN 978-1-84832-213-4. 
  • Sturton, Ian, επιμ. (1987). Conway's All the World's Battleships: 1906 to the Present. London: Conway Maritime Press. ISBN 978-0-85177-448-0. 
  • Tarrant, V. E. (2001) [1995]. Jutland: The German Perspective. London: Cassell Military Paperbacks. ISBN 978-0-304-35848-9. 
  • Weir, Gary (1992). Building the Kaiser's Navy. Annapolis: Naval Institute Press. ISBN 978-1-55750-929-1. 

Επιπλέον ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Breyer, Siegfried (1997). Die Kaiserliche Marine und ihre Großen Kreuzer [The Imperial Navy and its Large Cruisers] (στα Γερμανικά). Wölfersheim: Podzun-Pallas Verlag. ISBN 3-7909-0603-4. 
  • Campbell, N. J. M. (1978). Battle Cruisers. Warship Special. 1. Greenwich: Conway Maritime Press. ISBN 978-0-85177-130-4. 
  • Dodson, Aidan· Cant, Serena (2020). Spoils of War: The Fate of Enemy Fleets after the Two World Wars. Barnsley: Seaforth Publishing. ISBN 978-1-5267-4198-1. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]