Βόρεια Λευκωσία
Βόρεια Λευκωσία Kuzey Lefkoşa | |
---|---|
Από επάνω αριστερά: Το ιστορικό τμήμα της Βόρειας Λευκωσίας, το Μπουγιούκ Χαν, ουρανοξύστες επί της Λεωφόρου Μπεντρετίν Ντεμιρέλ (το κτίριο στα δεξιά είναι το υψηλότερο κτίριο στη Βόρεια Λευκωσία), θέα από το πολιτισμικό κέντρο επί της Λεωφόρου Μεχμέτ Ακίφ, η Πλατεία Ατατούρκ στην καρδιά της παλιάς πόλης, το Δημαρχείο της Βόρειας Λευκωσίας και το Τέμενος Σελιμιγιέ. | |
35°11′24″N 33°21′49″E | |
Χώρα | Κύπρος (de jure) ΤΔΒΚ (de facto) |
Περιφέρεια | Επαρχία Λευκωσίας Επαρχία Λεφκόσα |
Δήμος | Βόρειας Λευκωσίας |
Διοικητική υπαγωγή | Επαρχία Λεφκόσα |
• Δήμαρχος | Μεχμέτ Χαρμαντζί (TDP) |
Πληθυσμός | 49.868 |
Ιστότοπος | Δήμος Βόρειας Λευκωσίας |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Βόρεια Λευκωσία (τουρκικά: Kuzey Lefkoşa), αναφερόμενη και ως Κατεχόμενη Λευκωσία είναι η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη του de facto κράτους της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου, η οποία αναγνωρίζεται από τη Δημοκρατία της Κύπρου και τα Ηνωμένα Έθνη ως κατεχόμενο κυπριακό έδαφος. Αποτελεί το βόρειο τμήμα της πόλης της Λευκωσίας και υπάγεται στον Δήμο Λεφκόσα. Ευρισκόμενη επί του ποταμού Πεδιαίου και σχεδόν στο κέντρο του νησιού, αποτελεί έδρα της κυβέρνησης, καθώς και το σημαντικότερο επιχειρηματικό κέντρο του ψευδοκράτους.
Μετά τις διακοινοτικές Ταραχές του 1963, η πρωτεύουσα της Κυπριακής Δημοκρατίας χωρίστηκε σε δύο κοινότητες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στα νότια και βόρεια αντιστοίχως.[1][2] Το πραξικόπημα της ελληνικής Δικτατορίας των Συνταγματαρχών για την ανατροπή του Μακαρίου και την προσάρτηση του νησιού στην Ελλάδα το 1974 οδήγησε στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο, με την παγκόσμια κοινότητα να θεωρεί, έκτοτε, τη Βόρεια Λευκωσία ως έδαφος υπό τουρκική κατοχή.
Ο τωρινός πληθυσμός της Βόρειας Λευκωσίας ανέρχεται στις 49.868 κατοίκους.[3] Η Βόρεια Λευκωσία είναι σημαντικής επιχειρηματικής σημασίας, καθώς διαθέτει πολλά εμπορικά καταστήματα, δύο σύγχρονα εμπορικά κέντρα, εστιατόρια και χώρους διασκέδασης. Η πόλη αποτελεί εμπορικό κέντρο και παράγει υφάσματα, δέρματα, ενώ διαθέτει βιομηχανία αγγειοπλαστικής, πλαστικού, καθώς και άλλων προϊόντων. Η Λευκωσία αποτελεί έδρα δύο τουρκοκυπριακών πανεπιστημίων.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προϊστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Λευκωσία κατοικείτο από τις απαρχές της Εποχής του Χαλκού κατά το 2500 π.Χ., όταν οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στην εύφορη πεδιάδα της Μεσαορίας.[4] Η Λευκωσία κατέστη αργότερα μια πόλη-κράτος γνωστή ως Λήδρα ή, μεταγενέστερα, ως Ledrae, ένα από τα συνολικά δώδεκα βασίλεια της Αρχαίας Κύπρου, η οποία χτίστηκε από τους Αχαιούς μετά το τέλος του Τρωικού Πολέμου. [εκκρεμεί παραπομπή] Ερείπια της παλιάς Λήδρας είναι δυνατό να βρεθούν σήμερα στον λόφο της Αγίας Παρασκευής στα νοτιοανατολικά της πόλης. Μέχρι σήμερα μόνον ένας βασιλιάς της Λήδρας είναι γνωστός, ο Ονασαγόρας. Το βασίλειο της Λήδρας ήταν αρκετά βραχύβιο. Όσο η Κύπρος τελούσε υπό ασσυριακό έλεγχο, ο Ονασαγόρας, αναφέρεται ότι πλήρωνε φόρο υποτέλειας στον Εσαραδδών της Ασσυρίας το 672 π.Χ. Ανακατασκευασμένη από τον Λεύκωνα, γιο του Πτολεμαίου Α΄ περί το 300 π.Χ., η Λήδρα περιγράφεται ως μια μικρή σε μέγεθος και ασήμαντη πόλη, επίσης γνωστή με την ονομασία Λευκόθεο. Κύρια ενασχόληση των κατοίκων της πόλης αυτής ήταν η αγροτική καλλιέργεια. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Λήδρα δεν είχε ανάπτυξη ανάλογη αυτής που έχαιραν οι υπόλοιπες κυπριακές παράκτιες πόλεις, η οποία βασιζόταν, πρωτίστως, στο εμπόριο.[5]
Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Περίοδος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η πόλη αναφέρεται και ως Λευκουσία ή Καλλινίκηση. Τον 4ο αιώνα μ.Χ., η πόλη έγινε έδρα επισκοπής, με πρώτο επίσκοπο τον Όσιο Τριφύλλιο, μαθητή του Αγίου Σπυρίδωνα.[6]
Μετά την καταστροφή της Σαλαμίνας από Αραβικές επιδρομές το 647, η ακόμη υπάρχουσα πρωτεύουσα της Κύπρου, [εκκρεμεί παραπομπή] η Λευκωσία έγινε η πρωτεύουσα το νησιού προς το 965, όταν και η Κύπρος προσαρτήθηκε από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι Βυζαντινοί μετέφεραν την έδρα των διοικητικών υπηρεσιών του νησιού στη Λευκωσία, πρωτίστως για λόγους ασφαλείας, καθώς οι παράλιες πόλεις ήταν τις περισσότερες φορές ευάλωτες σε πειρατικές επιδρομές. Έκτοτε, παρέμεινε, έως και σήμερα, πρωτεύουσα της Κύπρου. Στη Λευκωσία ανεγέρθηκε κάστρο, ενώ, ταυτόχρονα, αποτέλεσε και έδρα του τοπικού κυβερνήτη στη διάρκεια της Βυζαντινής κυριαρχίας στο νησί. Τελευταίος Βυζαντινός κυβερνήτης του νησιού ήταν ο Ισαάκιος Κομνηνός, ο οποίος αυτοανακηρύχτηκε αυτοκράτορας και κυβέρνησε το νησί από το διάστημα 1183–1191.[7]
Μεσαίωνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθ'οδόν για τους Αγίους Τόπους στη διάρκεια της Γ΄ Σταυροφορίας το 1187, ο στόλος του Ριχάρδου Α΄ της Αγγλίας ταλαιπωρήθηκε από τις καταιγίδες. Ο ίδιος σταμάτησε, αρχικώς, στην Κρήτη και στη συνέχεια στη Ρόδο. Τρία άλλα πλοία συνέχισαν την πορεία τους, ένα εκ των οποίων μετέφερε την Βασίλισσα Ιωάννα της Σικελίας και τη Βερεγγάρια της Ναβάρρας, μέλλουσα σύζυγο του Ριχάρδου. Δύο από τα πλοία αυτά βυθίστηκαν στη διάρκεια της πορείας, προτού φτάσουν στην Κύπρο, ωστόσο το πλοίο που μετέφερε την Ιωάννα και την Μπερανζέρ κατάφερε να φτάσει με ασφάλεια ως τη Λεμεσό. Εκεί, η Ιωάννα αρνήθηκε να αποβιβαστεί, φοβούμενη ότι θα πιανόταν αιχμάλωτη και θα κρατούνταν ως όμηρος από τον Ισαάκ Κομνηνό, ο οποίος είχε ιδιαίτερο μίσος για καθετί φράγκικο. Το πλοίο της παρέμεινε αγκυροβολημένο επί μία ολόκληρη εβδομάδα, έως ότου ο Ριχάρδος φτάσει, τελικά, στις 8 Μαΐου. Εξοργισμένος με την αντιμετώπιση που είχαν η αδερφή του και μέλλουσα σύζυγός του, ο Ριχάρδος εισέβαλε στο νησί.[8]
Ο Ριχάρδος πολιόρκησε τη Λευκωσία. Τελικώς, συγκρούστηκε και νίκησε τον Ισαάκιο Κομνηνό στην Τρεμετουσιά. Ο Ριχάρδος έγινε, τότε, μόνος κύριος του νησιού, ωστόσο το πούλησε στο Τάγμα του Ναού. Οι Ναΐτες κυβέρνησαν το νησί έχοντάς το αγοράσει, προηγουμένως, από τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο, έναντι του ποσού των 100.000 χρυσών βυζαντίων. Έδρα τους ήταν το Κάστρο της Λευκωσίας. Την ημέρα του Πάσχα, στις 11 Απριλίου 1192, οι κάτοικοι της Λευκωσίας εξεγέρθηκαν και εκδίωξαν τους Ναΐτες από την πόλη. Έχοντας εκδιώξει τους Ναΐτες, και φοβούμενοι την επιστροφή τους, οι κάτοικοι της Λευκωσίας γκρέμισαν σχεδόν συθέμελα το κάστρο της πόλης.[9]
Ο Γκι ντε Λουζινιάν, Βασιλέας της Ιερουσαλήμ, αγόρασε, τότε, την Κύπρο από τους Ναΐτες και εγκατέστησε σε αυτή αριθμό ευγενών και λοιπών τυχοδιωκτών, οι οποίοι προέρχονταν από τη Γαλλία, την Ιερουσαλήμ, την Τρίπολη, το Πριγκιπάτο της Αντιόχειας και το Βασίλειο της Αρμενίας. Ο Γκι μοίρασε τις εκτάσεις που είχε αγοράσει μεταξύ αυτών και η Λευκωσία έγινε πρωτεύουσα του νέου αυτού βασιλείου. Επέβαλε σκληρό φεουδαρχικού τύπου σύστημα διακυβέρνησης και η ευρεία πλειοψηφία των Κύπριων υποβιβάστηκαν στη θέση των δούλων (serfs).[10] Η Φραγκική εξουσία στην Κύπρο ξεκίνησε από το 1192 και κράτησε έως το 1489. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Λευκωσία ήταν πρωτεύουσα του μεσαιωνικού Βασιλείου της Κύπρου, έδρα των βασιλέων του Οίκου του Λουζινιάν, της Λατινικής Εκκλησίας, καθώς και των φραγκικών διοικητικών υπηρεσιών του νησιού. Στη διάρκεια της περιόδου της φραγκικής κυριαρχίας στο νησί, ανεγέρθηκαν τα τείχη της πόλης μαζί με πολλά άλλα παλάτια και κτίρια, συμπεριλαμβανομένου του γοτθικού ρυθμού Καθεδρικού της Αγίας Σοφίας. Οι τάφοι των βασιλέων του Οίκου του Λουζινιάν βρίσκονται εντός αυτού. Το πρώτο κάστρο των Λουζινιάν ανεγέρθηκε στη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Ερρίκου Α΄, το 1211. Στις σφραγίδες του βασιλιά και της μητέρας του Αλίκης το 1234, ένα κάστρο με έναν ή δύο πύργους αναπαριστάται μαζί με την επιγραφή "CIVITAS NICOSIE".[11] Το εξώνυμο "Nicosia" έκανε την εμφάνισή του με την άφιξη των Λουζινιάν. Συγκεκριμένα, οι Γαλλόφωνοι Σταυροφόροι είτε αδυνατούσαν, είτε αδιαφορούσαν, να προφέρουν την ονομασία Λευκωσία, προτιμώντας τη χρήση του όρου "Nicosie" ο οποίος μεταφράστηκε στα ιταλικά και έγινε, στη συνέχεια, διεθνώς γνωστός ως "Nicosia". [εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1374, η Λευκωσία κατελήφθη και λεηλατήθηκε από τους Γενουάτες και το 1426 από τους Μαμελούκους της Αιγύπτου. [εκκρεμεί παραπομπή]
Το 1489, όταν η Κύπρος τέθηκε υπό ενετικό έλεγχο, η Λευκωσία αποτέλεσε διοικητικό τους κέντρο και έδρα του Ενετού κυβερνήτη. Ο Ενετός κυβερνήτης έκρινε ως απαραίτητη την οχύρωση όλων των πόλεων της Κύπρου, λόγω της οθωμανικής απειλής.[12] Το 1567, οι Ενετοί ανήγειραν τα νέα τείχη της Λευκωσίας, τα οποία διατηρούνται έως σήμερα σε καλή κατάσταση, γκρεμίζοντας τα παλιά τείχη που είχαν χτιστεί από τους Φράγκους, καθώς και άλλα σημαντικά κτίρια της φραγκικής περιόδου, συμπεριλαμβανομένου του Βασιλικού Παλατιού, άλλα ιδιωτικά παλάτια και εκκλησίες και μοναστήρια που ανήκαν τόσο σε Ορθοδόξους όσο και σε Λατίνους.[13] Τα νέα τείχη είχαν αστεροειδή σχήμα με έντεκα φρούρια. Ο σχεδιασμός των φρουρίων αυτών ήταν καλύτερος για το πυροβολικό και προσέφερε καλύτερο οπτικό πεδίο για τους αμυνόμενους. Τα τείχη διέθεταν τρεις συνολικά πύλες, στο Βορρά της Πύλη της Κερύνειας, στα δυτικά την Πύλη της Πάφου και στα ανατολικά την Πύλη της Αμμοχώστου.[13] Ο ποταμός Πεδιαίος είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε να περνάει δια μήκος της περιτοιχισμένης ενετικής πόλης. Το 1567, η ροή του εκτράπηκε εντός μίας νεόκτιστης τάφρου για στρατηγικούς λόγους, λόγω της επερχόμενης οθωμανικής επίθεσης.[14]
Οθωμανική και Βρετανική κατοχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 1 Ιουλίου 1570, οι Οθωμανοί εισέβαλαν στο νησί. Στις 22 Ιουλίου, κι ενώ ο Πιαλέ Πασάς είχε καταλάβει την Πάφο, τη Λεμεσό και την Λάρνακα, βάδισε με τα στρατεύματά του προς τη Λευκωσία και ξεκίνησε την πολιορκία της πόλης.[15] Η πόλη κατάφερε να αντέξει για διάστημα 40 ημερών υπό καθεστώς πολιορκίας προτού καταληφθεί στις 9 Σεπτεμβρίου 1570. Περίπου 20.000 κάτοικοι πέθαναν στη διάρκεια της πολιορκίας και κάθε εκκλησία, δημόσιο κτήριο και παλάτι λεηλατήθηκε.[16] Μετά την πολιορκία της, με τα τείχη της σε κατάσταση ερειπίων, η Λευκωσία αριθμούσε, πλέον, μικρό αριθμό κατοίκων. Οι κυριότερες λατινικές εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά, όπως συνέβη με τη μετατροπή του Καθεδρικού της Αγίας Σοφίας στο Σελιμιγιέ Τζαμί. Από το 1570 όταν και οι Οθωμανοί απέκτησαν τον έλεγχο της Λευκωσίας, η παλαιά κύτη του ποταμού που διέσχιζε την περιτειχισμένη πόλη παρέμεινε ανοιχτή και χρησιμοποιήθηκε ως χώρος ρίψης απορριμάτων, όπου το βρόχινο νερό τη διέσχιζε, κατά διαστήματα, καθαρίζοντάς την.[14]
Η Λευκωσία αποτέλεσε έδρα του Πασά, του Έλληνα Αρχιεπισκόπου, του Δραγομάνου και του Καδή. Όταν ο προσφάτως εγκατεστημένος τουρικός πληθυσμός κατέφθασε, αρχικά εγκαταστάθηκε στα βόρεια της παλαιάς κύτης του ποταμού. Οι Ελληνκύπριοι παρέμεναν συγκεντρωμένοι στα νότια, όπου και η Αρχιεπισκοπή της Ορθόδοξης Εκκλησίας ανεγέρθηκε. Άλλες εθνικές μειονότητες όπως οι Αρμένιοι και οι Λατίνοι εγκαταστάθηκαν κοντά στη δυτική είσοδο της πόλης, την Πύλη της Πάφου.[17]
Στις 5 Ιουλίου 1878, η διοίκηση του νησιού επισήμως μεταβιβάστηκε στη Μεγάλη Βρετανία. Στις 31 Ιουλίου 1878, ο Γκάρνετ Γουόλσλι, ο πρώτος Ύπατος Αρμοστής, αφίχθη στην Κύπρο. Άμεσα, εγκατέστησε μία υποτυπώδη μορφή διακυβέρνησης, αποστέλλοντας από έναν αξιωματούχο σε κάθε επαρχία, προκειμένου να επιθεωρήσουν την απόδοση δικαιοσύνης και να συγκεντρώσουν κάθε δυνατή πληροφορία για την περιοχή. Ο Γκάρνετ Γουόλσλι άμεσα προχώρησε στη δημιουργία ενός Ταχυδρομικού Γραφείου στο στρατόπεδό του στο μοναστήρι του Μετοχίου της Μονής Κύκκου, στα περίχωρα της Λευκωσίας. Ο Γκάρνετ Γουόλσλι διέμεινε σε αυτό το "Μοναστηριακό Στρατόπεδο", έως ότου μία προκατασκευασμένη οικία ανεγέρθηκε για τη φιλοξενία του, κοντά στον Στρόβολο, στη θέση του σημερινού Προεδρικού Μεγάρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.[18]
Κατά την περίοδο της βρετανικής διοίκησης, η Λευκωσία βρισκόταν, ακόμη, περιορισμένη εντός των παλαιών ενετικών τειχών της. Παρά τον σημαντικό αριθμών ιδιωτικών κήπων και την ευρεία παροχή νερού προς προς τις δημόσιες κρήνες μέσω υδραγωγείων, οι δρόμοι παρέμεναν μη ασφαλτοστρωμένοι και αρκετά φαρδιοί μονάχα για ένα φορτωμένο ζώο. Το 1881, σκυροστρωμένοι δρόμοι οι οποίοι διέσχιζαν την πόλη ανοίχτηκαν με στόχο τη σύνδεση με τις κυριότερες οδικές αρτηρίες προς τις παραλιακές πόλεις, ωστόσο κανένας δρόμος δεν ασφαλτοστρώθηκε προ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μία σειρά ανοιγμάτων στα ενετικά τείχη έδωσε άμεση πρόσβαση σε περιοχές πέρα των τειχών. Το πρώτο άνοιγμα ανοίχτηκε στην Πύλη της Πάφου το 1879. Το άνοιγμα της Λεμεσού ή της Χατζησσάβα, η σημερινή Πλατεία Ελευθερίας, συνέδεε την πόλη με τα κυβερνητικά γραφεία το 1882. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους, τα όρια της πόλης επεκτάθηκαν σε "έναν κύκλο που σχεδιάστηκε σε μία απόσταση πεντακοσίων γιαρδών από το ακρότερο σημείο των προμαχώνων των οχυρώσεων. Ένα άνοιγμα σχεδιάστηκε στο ύψος της Πύλης της Κερύνειας το 1931, καθώς ένα από τα πρώτα λεωφορεία που χρησιμοποιήθηκαν στη Λευκωσία ήταν αρκετά ψηλό ώστε να μπορεί να περάσει μέσα από την παλαιά πύλη. Ακόμη περισσότερα παρομοίου τύπου ανοίγματα στα παλαιά τείχη ακολούθησαν. Στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, τα χωριά γύρω από τη Λευκωσία άρχισαν να επεκτείνονται. Το 1958, είχαν απορροφηθεί από τα προάστια της πόλης. Μόνον ο Στρόβολος και η Αγλαντζιά κατάφεραν να διατηρήσουν την αυτονομία τους, κυρίως λόγω των δημοσίων εκτάσεων που τα περιτριγύριζαν. Εκείνη την περίοδο, το ιστορικό κέντρο της πόλης είχε γεμίσει από καταστήματα και εργαστήρια."[19]
Το 1955, ένοπλος αγώνας ενάντια στη βρετανική κυριαρχία ξεκίνησε με απώτερο στόχο την ένωση του νησιού με την Ελλάδα, δηλαδή την Ένωση. Του αγώνα αυτού ηγήθηκε η ΕΟΚΑ, ελληνοκυπριακή εθνικιστική παραστρατιωτική αντιστασιακή οργάνωση,[20][21] ενώ έχαιρε της υποστήριξης της ευρείας πλειοψηφίας των Ελληνοκυπρίων. Η ένωση με την Ελλάδα απέτυχε και, αντιθέτως, η ανεξαρτησία της Κύπρου διακηρύχθηκε το 1960. Στη διάρκεια της περιόδου των συγκρούσεων, η Λευκωσία αποτέλεσε το σκηνικό βίαιων διαδηλώσεων ενάντια στη βρετανική κυριαρχία. [εκκρεμεί παραπομπή]
Ανεξαρτησία και διαίρεση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1960, η Λευκωσία έγινε πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Κύπρου, ενός κράτους που ιδρύθηκε από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Το 1963, η ελληνοκυπριακή πλευρά πρότεινε τροπολογίες επί του ήδη ισχύοντος Συντάγματος, οι οποίες απορρίφθηκαν από την τουρκοκυπριακή κοινότητα.[23] Την επομένη αυτής της κρίσεως, στις 21 Δεκεμβρίου 1963, διακοινοτικές ταραχές ξέσπασαν μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η Λευκωσία, τότε, χωρίστηκε μεταξύ ελληνικών και τουρκικών συνοικιών μέσω της Πράσινης Γραμμής, η οποία πήρε την ονομασία της από το χρώμα του στυλό που χρησιμοποίησε ο αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών για τη χάραξη της γραμμής πάνω στον χάρτη της πόλης.[24] Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παύση της συμμετοχής της τουρκοκυπριακής πλευράς στην κυβέρνηση, με περαιτέρω διακοινοτικές ταραχές να ακολουθούν το 1964, με αριθμό Τουρκοκυπρίων κατοίκων να μετακινούνται προς το τουρκικό τμήμα της Λευκωσίας, προκαλώντας σοβαρό ζήτημα υπερπληθυσμού.[25]
Στις 15 Ιουλίου 1974, επιχειρήθηκε πραξικόπημα το οποίο είχε σχεδιάσει η Ελληνική Χούντα των Συνταγματαρχών με στόχο την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Το πραξικόπημα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του προέδρου Μακαρίου Γ΄ και την αντικατάστασή του με τον ενωτικό εθνικιστή Νίκο Σαμψών.[26]
Στις 20 Ιουλίου 1974, ο τουρκικός στρατός εισέβαλε στο νησί, φοβούμενος ότι το πραξικόπημα θα είχε ως αποτέλεσμα την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.[27] Η εισβολή αυτή έλαβε την κωδική ονομασία Επιχείρηση Αττίλας και περιελάμβανε δύο φάσεις.
Η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής έλαβε χώρα στις 14 Αυγούστου 1974, όπου ο τουρκικός στρατός προέλασε φτάνοντας να καταλάβει συνολική έκταση της τάξεως του 37% επί της συνολικής έκτασης του κυπριακού εδάφους, συμπεριλαμβανομένου του βόρειου τμήματος της Λευκωσίας, της Κερύνειας και της Αμμοχώστου.
Η εμπόλεμη κατάσταση στην οποία είχε βυθιστεί το νησί, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μείζονος προσφυγικού ζητήματος. Επί συνολικού πληθυσμού της τάξεως των 600.000 κατοίκων, ένας εκτιμώμενος αριθμός 140.000 Ελληνοκυπρίων είχε μείνει άστεγος και κατέφυγε νότια, πέραν της Πράσινης Γραμμής. Την ίδια στιγμή, ένας εκτιμώμενος αριθμός 60.000 Τουρκοκυπρίων παρέμενε στα νότια της Πράσινης Γραμμής, μη γνωρίζοντας τί μέλει γενέσθαι με την περίπτωσή τους.[28]
Στις 13 Φεβρουαρίου 1975, η τουρκοκυπριακή κοινότητα διακήρυξε την ίδρυση του Τουρκικού Ομοσπονδιακού Κράτους της Κύπρου στην περιοχή που βρισκόταν υπό τον έλεγχο των τουρκικών δυνάμεων.[29] Στις 15 Νοεμβρίου 1983, η Τουρκοκύπριοι ανακήρυξαν την ανεξαρτησία τους ως Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου, η οποία έκτοτε αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία, στρατεύματα της οποίας βρίσκονται εντός της επικράτειας της Βόρειας Κύπρου.
Στις 23 Απριλίου 2003, το συνοριακό πέρασμα του Λήδρα Παλάς άνοιξε κατά μήκος της Πράσινης Γραμμής, όπου ήταν και η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο συνέβη μετά το 1974.[30] Αυτή η κίνηση συνοδεύτηκε από την επαναλειτουργία του συνοριακού περάσματος Αγίου Δομετίου/Μετεχάν στις 9 Μαΐου 2003.[31] Στις 3 Απριλίου 2008, το πέρασμα της Οδού Λήδρας επίσης άνοιξε.[32]
Διοίκηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ως πρωτεύουσα, η Βόρεια Λευκωσία αποτελεί πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό κέντρο της Βόρειας Κύπρου. Η Βόρεια Λευκωσία φιλοξενεί τα υπουργεία της Βόρειας Κύπρου. Η πόλη κυβερνάται από τον τουρκικό δήμο Λευκωσίας, ο οποίος αναγνωρίζεται από το σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.[33]
Δήμαρχος είναι ο Μεχμέτ Χαρμαντσί του Κοινοτικού Δημοκρατικού Κόμματος (TDP).[34] Ανήλθε στην εξουσία έπειτα από τις τοπικές εκλογές του 2014 με ποσοστό 38% επί του συνόλου των ψήφων, νικώντας τους υποψήφιους δύο μεγάλων κομμάτων, οι οποίοι θεωρούνταν ως οι έχοντες τις περισσότερες πιθανότητες εκλογικής νίκης σύμφωνα με τα τουρκοκυπριακά ΜΜΕ, με αποτέλεσμα η νίκη του να θεωρείται ως έκπληξη.[35] Η οργάνωση του δήμου περιλαμβάνει ένα Δημοτικό Συμβούλιο 22 μελών, το οποίο αποτελείται από 8 συμβούλους προερχόμενους από το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (CTP), 6 από το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (UBP), 6 από το Κοινοτικό Δημοκρατικό Κόμμα, 1 από το Δημοκρατικό Κόμμα (DP-UG) και 1 από το Κόμμα Νέας Κύπρου (YKP).[36]
Συνοικίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Λευκωσία είναι χωρισμένη σε αριθμό διοικητικών υποδιαιρέσεων γνωστών ως mahalleler (ενικός: mahalle) ή συνοικιών. Καθεμία από αυτές τις συνοικίες έχει ως επικεφαλής έναν muhtar, ο οποίος εκλέγεται από τους κατοίκους σε τοπικές εκλογές. Υπάρχουν συνολικά 25 συνοικίες οι οποίες τελούν υπό τη δικαιοδοσία του τουρκικού δήμου Λευκωσίας, εκ των οποίων οι 12 βρίσκονται εντός της περιτειχισμένης πόλης και οι 13 εκτός των τειχών,[37] ενώ παρακάτω ακολουθεί κατάλογός τους σύμφωνα με τον καταγεγραμμένο πληθυσμό τους κατά τη διάρκεια της απογραφής του 2011:[38]
Συνοικία | Πληθυσμός |
---|---|
Κουτσούκ Καϊμακλί | 10.572 |
Ορτάκιοϊ | 8.868 |
Χαμίτκιοϊ | 5.338 |
Χασπολάτ | 4.204 |
Τασκινκιόι | 3.847 |
Γενισεχίρ | 3.715 |
Κιζιλάι | 3.535 |
Μάρμαρα | 3.081 |
Γκιοτσμενκιόι | 3.003 |
Κιοσκλουτσιφτλίκ | 2.939 |
Άγιος Δομέτιος | 2.314 |
Κουμσάλ | 1,855 |
Γενί Τζαμί | 1.663 |
Τσαγλαϊάν | 1.307 |
Σελιμιγιέ | 878 |
Ακ Καβούκ | 793 |
Αμπντί Τσαούς | 568 |
Ιμπραΐμπασα | 566 |
Αραμπαχμέτ | 561 |
Αγιλντίζ | 489 |
Καραμανζαντέ | 351 |
Μαχμούτπασα | 314 |
Αϊκασιανό | 233 |
Ιπλικπαζαρί | 229 |
Χαϊντάρπασα | 155 |
Αστικό τοπίο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιτειχισμένη πόλη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιτειχισμένη πόλη της Λευκωσίας έχει ιδιαιτέρως πλούσια ιστορία, πολιτισμό και αρχιτεκτονική. Το βόρειο τμήμα είναι πλουσιότερο σε ιστορικά κτίρια και πολιτισμικά έργα, με τη συνοικία Σελιμιγιέ να διατηρεί αναλλοίωτο τον ιστορικό της χαρακτήρα και ατμόσφαιρα.[39] Το σύνολο της περιτειχισμένης πόλης έχει ανακηρυχθεί ως προστατευόμενη περιοχή από το Τουρκοκυπριακό Τμήμα Αρχαιοτήτων, ενώ 672 κτίρια και τοποθεσίες ιστορικής σημασίας έχουν, επίσης, προστεθεί σε αυτήν.[40]
Στο κέντρο της περιτειχισμένης πόλης βρίσκεται η Πλατεία Ατατούρκ, περισσότερο γνωστή ως Σαράϊονού. Η πλατεία έχει χαρακτηριστεί ως "η καρδιά της Λευκωσίας" και ιστορικά αποτελούσε το πολιτισμικό κέντρο της τουρκοκυπριακής κοινότητας, με τους επισκεπτόμενους Τούρκους πρωθυπουργούς να δίνουν ομιλίες στον χώρο αυτό πριν και κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στην Κύπρο. Ακόμη και σήμερα αποτελεί τόπο μαζικών συγκεντρώσεων στη διάρκεια πολιτικών εκστρατειών, ενώ φιλοξενεί τα κεντρικά γραφεία του Κόμματος Εθνικής Ενότητας.[41][42] Στο μέσον της πλατείας ορθώνεται ο Ενετικός Κίονας, περισσότερο γνωστός στους ντόπιους απλώς ως "ο Οβελίσκος" ("Dikiltaş") και συμβολικής αξίας για την κυβέρνηση της χώρας.[41] Ο κίονας μεταφέρθηκε από την αρχαία πόλη της Σαλαμίνας από τους Ενετούς κατά το 1550. Τα οικόσημα έξι ιταλικών οικογενειών ευγενών ακόμη διακρίνονται στη βάση του κίονα, αν και το άγαλμα του λέοντα που βρισκόταν στην κορυφή του έχει, αντικατασταθεί, πλέον, από μία χάλκινη σφαίρα.[43] Στην πλατεία βρισκόταν παλιά το παλάτι των Λουζινιάν, τη θέση του οποίου πήρε το, κατασκευασμένο στη διάρκεια της περιόδου της βρετανικής κυριαρχίας, σημερινό δικαστικό μέγαρο.[44]
Η Λεωφόρος Γκιρνέ συνδέει το Σαραγιονού με την Πύλη της Κερύνειας και την Πλατεία Ινονού, η οποία ευρίσκεται εμπρός της τελευταίας. Η λεωφόρος έχει χαρακτηριστεί ως "το σύμβολο της περιτειχισμένης πόλης", ενώ είναι γεμάτη με αριθμό καταστημάτων και εστιατορίων.[45] Ένα σχέδιο βρισκόταν σε φάση εφαρμογής το 2015 με στόχο την αναδόμηση της περιοχής με καλύτερη κτιριακή διάταξη και ποιότητα, ορατότητα και προσβασιμότητα.[46]
Κοντά στην είσοδο της περιτειχισμένης πόλης, στα δυτικά της Λεωφόρου Γκιρνέ, βρίσκεται η γειτονιά του Σαμανμπαχτσέ, χτισμένη στη διάρκεια του 19ου αιώνα από την κυβέρνηση, ενώ θεωρείται ως το πρώτο δείγμα εργατικών κατοικιών στο νησί. Οι οικίες είναι ομοιόμορφες και συνεχόμενες, ενώ στο κέντρο της γειτονιάς βρίσκεται ένα ιστορικό συντριβάνι. Κατοικήσιμη περιοχή έως σήμερα, η γειτονιά αυτή θεωρείται ως ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα της κυπριακής κουλτούρας.[47]
Νοτιότερα, δίπλα στο σημείο ελέγχου της Οδού Λήδρας, βρίσκεται η περιοχή Αράστα. Η περιοχή αυτή πεζοδρομήθηκε το 2013 και περιλαμβάνει σειρά ιστορικών οδών καταστημάτων, χαρακτηριστικών της ανατολίτικης παράδοσης με καταστήματα πώλησης παραδοσιακών ειδών, καθώς και εστίασης. Η περιοχή είναι ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των τουριστών.[48][49]
Κοντά σε αυτήν βρίσκεται και το Μπουγιούκ Χαν, το μεγαλύτερο καραβανσεράι του νησιού και το οποίο θεωρείται ως ένα από τα ομορφότερα ως προς την αρχιτεκτονική κτίρια στην Κύπρο, ενώ ανεγέρθηκε το 1572 από τους Οθωμανούς. Το κτίριο διέθετε 68 δωμάτια κι ένα μικρό τζαμί στο μέσον του προαυλίου χώρου του, ενώ σήμερα λειτουργεί ως πολιτισμικό κέντρο για το τουριστικό κοινό, με αριθμό καταστημάτων πώλησης ενθυμίων και χειροποίητων προϊόντων, καφενεία και ταβέρνες με παραδοσιακό φαγητό, ενώ, ταυτόχρονα, οργανώνει σειρά πολιτισμικών δραστηριοτήτων, όπως μικρής κλίμακας συναυλίες όπερας.[50][51][52] Ακριβώς στην απέναντι πλευρά του δρόμου, βρίσκεται το Κουμαρτσιλάρ Χαν (Πανδοχείο του Τζογαδόρου), χτισμένο στη διάρκεια του 17ου αιώνα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα οθωμανικού εμπορικού πανδοχείου.[53]
Άλλο ένα κεντρικό σημείο της περιτειχισμένης πόλης είναι το Σελιμιγιέ Τζαμί, αρχικά χτισμένο ως ο Καθεδρικός Ναός της Αγίας Σοφίας. Το τζαμί αυτό αποτελεί το κατεξοχήν θρησκευτικό κέντρο της Βόρειας Κύπρου. Χτίστηκε μεταξύ του 1209 και του 1228 από τη Λατινική Εκκλησία της Κύπρου, σε γοτθικό αρχιτεκτονικό ρυθμό αντίστοιχο αυτού των γαλλικών καθεδρικών ναών. Οι κίονές του είναι παλαιότερης ημερομηνίας, καθώς χρονολογούνται από τη ρωμαϊκή περίοδο, αποτελώντας πιθανή απόδειξη της παρουσίας βυζαντινής εκκλησίας στην ίδια θέση πριν την ανέγερση της νέου καθεδρικού ναού. Αποτελούσε τον τόπο στέψης των προερχόμενων από τον Οίκο των Λουζινιάν βασιλέων, ενώ μετατράπηκε στο μεγαλύτερο τζαμί του νησιού από τους Οθωμανούς το 1571. Παραμένει ως σήμερα, ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης. Δίπλα στο τζαμί βρίσκεται το Μπεντεστέν, μία μεγάλου μεγέθους πρώην εκκλησία σε βυζαντινό και γοτθικό ρυθμό, χτισμένη κατά τον 6ο και τον 14ο αιώνα. Χρησιμοποιήθηκε ως αγορά στη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου. Σήμερα, χρησιμοποιείται ως πολιτισμικό κέντρο, όπου διάφορες πολιτισμικές εκδηλώσεις, όπως συναυλίες και φεστιβάλ λαμβάνουν χώρα.[54][55][56] Τα δύο αυτά κτίρια επιβλέπουν μία πλατεία, γνωστή ως Πλατεία Σελιμιγιέ, η οποία, επίσης, φιλοξενεί πολιτισμικές δραστηριότητες, καθώς και ορισμένες χορευτικές εκδηλώσεις.[57][58] Η Βιβλιοθήκη του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, η οποία φιλοξενεί χειρόγραφα στα τούρκικα, τα αραβικά και τα περσικά, τα οποία χρονολογούνται ηλικίας άνω των 500 ετών και θεωρούνται ως χαρακτηριστικά παραδείγματα καλλιγραφίας,[56] βρίσκεται επίσης επί της Πλατείας Σελιμιγιέ.[59]
Μεταξύ των συνοικιών της παλαιάς πόλης βρίσκονται το Γενί Τζαμί και το Αραμπαχμέτ. Το Γενί Τζαμί φιλοξενεί το Τζαμί του Χαϊντάρ Πασά, το οποίο ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη εκκλησία της πόλης πριν από τη μετατροπή της σε τζαμί από τους Οθωμανούς, ενώ με τον γοτθικό αρχιτεκτονικό ρυθμό της, διαθέτει πλούσια σκαλισμένες πύλες. Η γειτονιά του Αραμπαχμέτ περιλαμβάνει το Αραμπαχμέτ Τζαμί, το οποίο χτίστηκε το 1845.[56]
Μητροπολιτική περιοχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πέρα από την περιτειχισμένη πόλη, η Βόρεια Λευκωσία έχει επεκταθεί ώστε να αποτελεί μία μεγάλη πόλη, με μία αστική περιοχή η οποία έχει απορροφήσει την γειτονική πόλη του Κιόνελι και το πρώην χωριό του Χαμίτκιοϊ τα οποία αποτελούν, πλέον, μέρος του τουρκικού δήμου Λευκωσίας. Η ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Βόρειας Λευκωσίας εξ'ορισμού περιλαμβάνει και την περιοχή της Μιας Μηλιάς, η οποία, επίσης, θεωρείται ως μέρος της αστικής περιοχής της πόλης, καθώς βρίσκεται εντός της περιοχής αρμοδιότητας του Τουρκικού Δήμου Λευκωσίας, τον δήμο του Γερόλακκου και το Κανλίκιοϊ το οποίο βρίσκεται στην περιοχή αρμοδιότητας του δήμου του Κιόνελι, τοποθεσία προς την κατεύθυνση της οποίας έχει προβλεφθεί πως θα επεκταθεί η Βόρεια Λευκωσία. Η μητροπολιτική περιοχή είναι μεγέθους 165,2 τετραγωνικών χιλιομέτρων.[60]
Οι συνοικίες της Λευκωσίας που βρίσκονται πέρα των τειχών είναι πιο ευρύχωρες από την περιτειχισμένη πόλη, με φαρδύτερους δρόμους και κόμβους. Οι περιοχές αυτές χαρακτηρίζονται από τις πολυόροφες πολυκατοικίες από σκυρόδεμα. Στα προάστια της πόλης, έχει κατασκευαστεί σημαντικός αριθμός επαύλεων που ανήκουν στη μεσαία και την ανώτερη τάξη.[61] Οι Τουρκοκύπριοι που προέρχονται από τη μεσαία και την ανώτερη τάξη έχουν εγκαταλείψει την περιτειχισμένη πόλη, προκειμένου να εγκατασταθούν σε περιοχές όπως το Κιουτσούκ Καϊμακλί και το Χαμίτκιοϊ, οι οποίες γνώρισαν, ως αποτέλεσμα, ανάλογη οικονομική ανάπτυξη και ανάλογη αύξηση στην εμπορική δραστηριότητα.[62][63] Καθώς η πόλη άρχισε να επεκτείνεται πέρα του περιτειχισμένου της τμήματος, μεγάλες και επιβλητικές οικίες χτίστηκαν στις περιοχές του Κιοσκλουτσιφτλίκ και του Τσαγλαγιάν, οι οποίες, σήμερα, χαρακτηρίζουν τις προαναφερθείσες συνοικίες. Η συνοικία της Νεάπολης, σχεδιάστηκε από τη βρετανική αποικιακή διοίκηση στη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, με απώτερο στόχο την ελάττωση των αποστάσεων και την εύνοια της υγιούς κοινωνικής αλληλεπίδρασης, ενώ θεωρείται έως σήμερα εξαιρετικό παράδειγμα πολεοδομικού σχεδιασμού στην Κύπρο.[64]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Cyprus». Lcweb2.loc.gov. 20 Νοεμβρίου 1967. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013.
- ↑ indley, Dan. Promoting peace with information: transparency as a tool of security regimes (2007) Princeton University Press, p.87
- ↑ 2006 Census of the TRNC State Planning Organization - Table 2
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Saint Tryphillius». Saintsoftheday108.blogspot.com. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «The Crusades - home page». Boisestate.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ 13,0 13,1 «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ 14,0 14,1 «Nicosia» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 22 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Cyprus - Historical Setting - Ottoman Rule». Historymedren.about.com. 17 Ιουνίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia». Conflictincities.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ «EOKA (Ethniki Organosis Kyprion Agoniston)». Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ «War and Politics – Cyprus». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2008.
- ↑ Hastürer, Hasan. Lefkoşa'ya en tepeden bakarken... Αρχειοθετήθηκε 2016-03-04 στο Wayback Machine. (Kıbrıs Postası) Retrieved on 13 June 2012.
- ↑ Solsten, Eric. «The Republic of Cyprus». US Library of Congress. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2012.
- ↑ «Nicosia Municipality». Nicosia.org.cy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ Solsten, Eric. «Intercommunal Violence». US Library of Congress. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2012.
- ↑ «CYPRUS: Big Troubles over a Small Island». TIME. 29 July 1974. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-12-21. https://web.archive.org/web/20111221060408/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,911440,00.html. Ανακτήθηκε στις 2015-09-03.
- ↑ Alford, Jonathan. Adelphi papers, Issues 149-164 (1979), International Institute for Strategic Studies, p. 18.
- ↑ The Cyprus Conspiracy: America, Espionage and the Turkish Invasion. By Brendan O'Malley, Ian Craig. Books.google.com. 25 Αυγούστου 2001. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2012.
- ↑ Malcolm Nathan Shaw, International Law, Cambridge University Press, 2003, ISBN 978-0-521-82473-6, p. 212.
- ↑ Emotion as Cyprus border opens (BBC News) Retrieved on 2012-06-18.
- ↑ Report of the Secretary-General on the United Nations Operation in Cyprus
- ↑ Symbolic Cyprus crossing reopens (BBC News) Retrieved on 2012-06-18.
- ↑ «The Constitution - Appendix D: Part 12 - Miscellaneous Provisions». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2015.
- ↑ «Belediye Başkanı». Nicosia Turkish Municipality. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 7 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Lefkoşa'da sol ittifak: Bu daha başlangıç!». Birgün. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 7 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Belediye Meclisi». Nicosia Turkish Municipality. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 7 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ Bağışkan, Tuncer. «Lefkoşa'nın Mahalleleri». Yeni Düzen. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Tablo 3. İlçe, Bucak, Belediye, Mahalle ve Cinsiyete göre sürekli ikamet eden nüfus, 2011». TRNC State Planning Organization. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2017. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «6.12: Kentsel Koruma» (PDF) (στα Τουρκικά). TRNC Department of City Planning. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015.
- ↑ «Lefkoşa Kentsel Sit Alanı» (PDF) (στα Τουρκικά). TRNC Department of City Planning. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 7 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015.
- ↑ 41,0 41,1 «İki paradan bir milyona... Saraçoğlu'ndan Ecevit'e...». kibris.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «UBP Sarayönü Genel Merkez binasında heyecanlı bekleyiş sürüyor». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Venedik Sütunu». Nicosia Turkish Municipality. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ Dizdarlı, Bülent. «Orta çağ taş müzesi ve bir turistin düşündürdükleri…». Haber Kıbrıs. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Girne Caddesi'nin dokusu değişecek». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Başkent Lefkoşa'ya yeni çehre». Genç TV. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Samanbahçe Evleri». Nicosia Turkish Municipality. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Arasta». LTB. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Asmaaltı ve Arasta'ya Çöp Bidonları». Kıbrıs Time. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Arasta boş, Büyük Han kaynıyor!». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Büyük Han». LTB. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Büyük Han'da opera sürprizi». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Kumarcılar Hanı». LTB. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Selimiye Cami». LTB. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Trio Arion oda müziği konserler dizisi yarın başlıyor». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιουλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ 56,0 56,1 56,2 Dreghorn, William. «The Antiquities of Turkish Nicosia». stwing.upenn.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Earthdance Nicosia'da dans ve müzik barış için buluştu». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιουλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Festival coşkusu sürüyor». Kıbrıs Postası. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιουλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Sultan 2. Mahmut Kütüphane». LTB. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Başlangıç» (PDF). TRNC Department of City Planning. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 6 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Urbanization in Cyprus». Eastern Geography Review. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Omorfita». PRIO Displacement Center. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Hamid Mandres». PRIO Displacement Centre. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «Lefkoşa'nın ilk planlı varoşu: Yenişehir». Havadis. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015.
Συντεταγμένες: 35°10′37″N 33°21′48″E / 35.177011°N 33.36324°E