Λίντσεϋ Άντερσον
Λίντσεϋ Άντερσον | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Lindsay Anderson (Αγγλικά) |
Γέννηση | 17 Απριλίου 1923[1][2][3] Μπανγκαλόρ[4] |
Θάνατος | 30 Αυγούστου 1994[1][2][3] Ανγκουλέμ[5] |
Αιτία θανάτου | έμφραγμα του μυοκαρδίου |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[6] |
Σπουδές | Κολλέγιο Γουόνταμ Κολέγιο Τσέλτεναμ St Ronan's School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | σκηνοθέτης κινηματογράφου ηθοποιός σεναριογράφος παραγωγός ταινιών δημοσιογράφος καρατερίστας θεατρικός σκηνοθέτης κριτικός κινηματογράφου σκηνοθέτης τηλεόρασης[7] παραγωγός σκηνοθέτης[8] |
Περίοδος ακμής | 1948 |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Χρυσός Φοίνικας (1969) |
Ιστότοπος | |
www | |
![]() | |
Ο Λίντσεϋ Γκόρντον Άντερσον (αγγλ. Lindsay Gordon Anderson, 17 Απριλίου 1923 – 30 Αυγούστου 1994)[9] ήταν Βρετανός σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου και κριτικός, καθοδηγητής για το κίνημα Free Cinema στον χώρο του ντοκιμαντέρ και το βρετανικό νέο κύμα στον χώρο των ταινιών με υπόθεση.[10][11] Είναι γνωστός σήμερα περισσότερο για την ταινία του τού 1968 Επαναστατημένη γενιά (αγγλ. τίτλος: if....), η οποία βραβεύθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1969 και σημείωσε το κινηματογραφικό «ντεμπούτο» του Μάλκολμ ΜακΝτάουελ.[12] Ο ΜακΝτάουελ γύρισε ένα ντοκιμαντέρ το 2007 σχετικώς με τις εμπειρίες του με τον Άντερσον, το Never Apologize.[13]
Οικογένεια και σπουδές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λίντσεϋ Άντερσον γεννήθηκε στο Μπανγκαλόρ της νότιας Ινδίας, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του, ο Σκωτσέζος Αλεξάντερ Βας Άντερσον, στο Βασιλικό Σώμα Μηχανικών[14][15], τότε ως λοχαγός και αργότερα, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως ανώτατος αξιωματικός.[16][17][18] Η μητέρα του, η Εστέλ Μπελ Γκασόν, είχε γεννηθεί στο Κούνσταουν της Νότιας Αφρικής και ήταν κόρη ενός εμπόρου μαλλιού.[19][20] Ο Λίντσεϋ ήταν ο δεύτερος γιος τους. Οι γονείς του περιήλθαν σε διάσταση το 1926 και η Εστέλ επέστρεψε στην Αγγλία με τα παιδιά της. Το 1932 το ζευγάρι επεχείρησε να επανασυμφιλιωθεί στο Μπανγκαλόρ και όταν η Εστέλ επέστρεψε στην Αγγλία ήταν έγκυος στον τρίτο γιο τους, στον οποίο μάλιστα έδωσε το όνομα Αλεξάντερ Βας Άντερσον, από το όνομα του πατέρα του.[19] Ωστόσο τελικώς οι Άντερσον πήραν διαζύγιο. Η Εστέλ ξαναπαντρεύτηκε το 1936 με τον αξιωματικό Κάθμπερτ Σλέι.[19] Ο πατέρας του μελλοντικού σκηνοθέτη επίσης πήρε άλλη σύζυγο, παραμένοντας στις Ινδίες. Ο Γκάβιν Λάμπερτ γράφει στο Mainly About Lindsay Anderson: A Memoir (Faber and Faber, 2000, σελ. 18) ότι ο πατέρας Αλεξάντερ «έκοψε [την πρώτη του οικογένεια] και την αφαίρεσε από τη ζωή του», μη αναφερόμενος σε αυτή στο «λήμμα» του στο Who's Who. Αλλά ο Λίντσεϋ τον έβλεπε συχνά.[21]
Τόσο ο Λίντσεϋ όσο και ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Μάρεϋ Άντερσον (1919-2016), πήγαν σχολείο στο Γουόρθινγκ του Δυτικού Σάσεξ και στο Κολέγιο Τσέλτενχαμ.[22][23] Στο Τσέλτενχαμ ο Λίντσεϋ γνώρισε τον ισόβιο φίλο του Γκάβιν Λάμπερτ, που έγινε σεναριογράφος, μυθιστοριογράφος, και αργότερα ο βιογράφος του σκηνοθέτη.[19]
Το 1942 ο Λ. Άντερσον κέρδισε μια υποτροφία για κλασικές σπουδές στο Κολέγιο Γουάντχαμ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.[19] Το επόμενο έτος ωστόσο ανέλαβε υπηρεσία στον βρετανικό στρατό, πολεμώντας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αρχικώς ως απλός στρατιώτης στο Βασιλικό Σώμα Τυφεκιοφόρων και στο τελευταίο έτος του πολέμου ως κρυπτογράφος, με έδρα το Πειραματικό Κέντρο Ασυρμάτου στο Δελχί.[15]
Τον Αύγουστο του 1945 ο Λ. Άντερσον βοήθησε στο κάρφωμα μιας κόκκινης σημαίας από την οροφή της τραπεζαρίας των κατώτερων αξιωματικών στο Άναν Παρμπάτ των Ινδιών, μετά την επιβεβαίωση της νίκης του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας στις εκλογές του 1945.[24] Ο επικεφαλής τους συνταγματάρχης δεν ενέκρινε την πράξη τους αυτή, όπως δήλωσε μια δεκαετία αργότερα, αλλά δεν τους έδωσε κάποια πειθαρχική ποινή.
Ο Λ. Άντερσον επέστρεψε στην Οξφόρδη το 1946, αλλά άλλαξε το πεδίο σπουδών του από τις κλασικές σπουδές στην αγγλική φιλολογία[19] και απεφοίτησε[15] το 1948.
Σταδιοδρομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κριτική κινηματογράφου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Άντερσον έτρεφε εξαρχής ένα πάθος για τον κινηματογράφο και μαζί με τον φίλο του Γκάβιν Λάμπερτ και τους Πήτερ Έρικσον και Κάρελ Ράις, ίδρυσαν το περιοδικό Sequence (1947-1952), που απέκτησε αρκετή επιρροή και ο Άντερσον εξελίχθηκε σε εξέχοντα κριτικό του κινηματογράφου.[19] Αργότερα έγραφε στο περιοδικό του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου Sight and Sound και στο πολιτικό αριστερό περιοδικό New Statesman.[14]
Το 1956, με το άρθρο του «Stand Up, Stand Up» στο Sight and Sound, ο Άντερσον επιτέθηκε στις συνήθειες των κριτικών της εποχής εκείνης και ιδίως στην επιδίωξη της αντικειμενικότητας. Φέροντας ως παράδειγμα κάποια σχόλια του Άλισταιρ Κουκ από το 1935, όπου ο Κουκ είχε ισχυρισθεί ότι ήταν τελείως απολιτικός ως κριτικός, ο Άντερσον απάντησε:
«Τα προβλήματα της αφοσιώσεως εκφράζονται με ευθύτητα, αλλά αντιμετωπίζονται μόνον επιφανειακώς. … Η άρνηση της ηθικής ευθύνης του κριτικού διατυπώνεται συγκεκριμένα, αλλά μόνο με το κόστος της θυσίας της αξιοπρέπειάς του. … [Αυτές οι παραδοχές:] η υιοθέτηση φιλελεύθερων ή ανθρωπιστικών αξιών, με τον όρο ότι αυτές δεν πρέπει να ξεπερνούν κάποια όρια, και η υιοθέτηση ενός τόνου που επιτρέπει στον συγγραφέα να υπεκφεύγει μέσα από το χιούμορ [σημαίνουν ότι] τα θεμελιώδη ζητήματα παραβλέπονται.»[24]
Μετά από μια σειρά προβολών που διοργάνωσαν οι Άντερσον και Κάρελ Ράις για ανεξάρτητης παραγωγής ταινίες μικρού μήκους, ο Άντερσον ανέπτυξε μια δική του φιλοσοφία του κινηματογράφου, που εκφράσθηκε σε αυτό που έγινε γνωστό στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ως κίνημα του «ελεύθερου κινηματογράφου» (Free Cinema movement).[25] Ο ίδιος και άλλες ηγετικές μορφές στον χώρο πίστευαν ότι ο βρετανικός κινηματογράφος πρέπει να ξεφύγει από τις ταξικές του στάσεις και ότι η μη-μητροπολιτική Βρετανία θα έπρεπε να προβάλλεται στις οθόνες της χώρας. Ο Άντερσον είχε ήδη αρχίσει να δημιουργεί δικές του ταινίες, από το 1948, με πρώτη τη Meet the Pioneers, ένα ντοκιμαντέρ με θέμα ένα εργοστάσιο με ατέρμονα ιμάντα παραγωγής.[26]
Ο Άντερσον προσκλήθηκε και συμμετέσχε στο Δ.Σ. του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου το 1969 με στόχο την αύξηση της υποστηρίξεως για τους ανεξάρτητους Βρετανούς σκηνοθέτες, αλλά εγκατέλειψε τη θέση αυτή ματά από μόλις ένα έτος.[27]
Σκηνοθετικό έργο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μαζί με τους Κάρελ Ράις, Τόνυ Ρίτσαρντσον και άλλους ο Άντερσον εξασφάλισε χρηματοδότηση από μια ποικιλία πηγών (μεταξύ των οποίων και τη Ford της Βρετανίας). Ο καθένας από αυτούς σκηνοθέτησε μια σειρά από ντοκιμαντέρ μικρού μήκους. Μία από τις πρώτες ταινίες μικρού μήκους του Άντερσον, το Thursday's Children (1954), με θέμα την εκπαίδευση των κωφών παιδιών, έγινε σε συνεργασία με τον Γκυ Μπρέντον, έναν φίλο του από τις ημέρες του στην Οξφόρδη, και κέρδισε το Βραβείο «Όσκαρ» για το Καλύτερο ντοκιμαντέρ μικρού μήκους[14] το 1954. Το Thursday's Children διατηρήθηκε στο Αρχείο Ταινιών της Ακαδημίας Κιν/φου των ΗΠΑ[28] το 2005.
Οι ταινίες αυτές, επηρεασμένες από ένα από τα ινδάλματα του, τον Γάλλο κινηματογραφιστή Ζαν Βιγκό, και «γυρισμένες» στην παράδοση του βρετανικού ντοκιμαντέρ του Χάμφρυ Τζένινγκς, προεικόνισαν μεγάλο μέρος του κοινωνικού ρεαλισμού των βρετανικών δραματικών ταινιών με υπόθεση που εμφανίσθηκαν την επόμενη δεκαετία, όπως π.χ. των ταινιών Σάββατο βράδυ... Κυριακή πρωί του Ράις (1960), Ο επαναστάτης του Ρίτσαρντσον (1962) και Η τιμή ενός ανθρώπου του ίδιου του Άντερσον (1963).
Το όνομα του Άντερσον είναι σήμερα συνδεδεμένο κυρίως με τη δημιουργία της «τριλογίας του Mick Travis», τρεις ταινίες με πρωταγωνιστή τον Μάλκολμ ΜακΝτάουελ στον ομώνυμο ρόλο. Αυτές είναι η Επαναστατημένη γενιά (1968), μια σάτιρα για τα εσωτερικά ιδιωτικά σχολεία, το O Lucky Man! (1973) και το Britannia Hospital (1982), μια φαντασία με στιλιστική επιρροή από τo λαϊκιστικό μέρος του βρετανικού κινηματογράφου, που αντιπροσωπεύεται από τις ταινίες τρόμου της εταιρείας Hammer Film Productions και τις κωμωδίες της σειράς «Carry On».[13]
Το 1981, αν και δεν ήταν ποτέ επαγγελματίας ηθοποιός, ο Άντερσον έπαιξε έναν μικρό ρόλο στη βραβευμένη με «Όσκαρ» ταινία Οι δρόμοι της φωτιάς (παίζει τον διευθυντή του Κολεγίου Κάιους του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ).
Ο Άντερσον γνώρισε από το 1950 τον Αμερικανό σκηνοθέτη Τζον Φορντ και συνέγραψε αυτό που θεωρείται ως ένα από τα κυριότερα βιβλία αναφοράς για τον Φορντ, το About John Ford (1983). Με βάση μια εξάδα συναντήσεων σε ένα χρονικό διάστημα πάνω από δύο δεκαετίες, και την ισόβια μελέτη του Άντερσον πάνω στο έργο του Φορντ, το βιβλίο έχει χαρακτηρισθεί ως «ένα από τα καλύτερα που γράφηκαν από έναν κινηματογραφιστή για έναν άλλο κινηματογραφιστή».[29]
Το 1985 ο παραγωγός Μάρτιν Λιούις προσεκάλεσε τον Άντερσον να καταγράψει την επίσκεψη των Wham! στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, μια από τις πρώτες που έγιναν ποτέ στη χώρα από Δυτικούς μουσικούς της ποπ. Ο Άντερσον πράγματι δημιούργησε την ταινία ντοκιμαντέρ Wham! in China: Foreign Skies. Παραδέχθηκε όμως στο ημερολόγιό του στις 31 Μαρτίου 1985, ότι «δεν είχε κάποιο ενδιαφέρον για τους Wham!» ή για την Κίνα και ότι απλώς το «έκανε για τα χρήματα».[30] Η εκδοχή του ίδιου του Άντερσον δεν κυκλοφόρησε ποτέ εξαιτίας αντιρρήσεων του Τζορτζ Μάικλ. Είχε μόνο τέσσερα τραγούδια από την περιοδεία. Ο Άντερσον εκδιώχθηκε από την παραγωγή και ο Μάικλ κυκλοφόρησε την ταινία Wham! in China: Foreign Skies.[31]
Το 1986, κατόπιν προσκλήσεως, ο Άντερσον διετέλεσε μέλος της κριτικής επιτροπής στο 36ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου.[32]
Ο Άντερσον ήταν επίσης σημαντικός σκηνοθέτης του θεάτρου. Επί αρκετά χρόνια συνδεόταν με το Royal Court Theatre του Λονδίνου, όπου ασχολήθηκε με την καλλιτεχνική διεύθυνση από το 1969 έως το 1975.
Θάνατος και κληρονομιά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λίντσεϋ Άντερσον πέθανε από καρδιακή προσβολή στο Ανγκουλέμ της Γαλλίας, σε ηλικία 71 ετών.
Μετά την έκδοση των ημερολογίων του και των συλλεγμένων κειμένων του το 2004 αναζωογονήθηκε το ενδιαφέρον για τον σκηνοθέτη και το έργο του, με αρκετές εργασίες και μονογραφίες από ποικίλες κριτικές θέσεις.[33] Η εκατονταετία από τη γέννησή του το 2023 σημαδεύθηκε από εκδηλώσεις στο Πανεπιστήμιο του Στέρλινγκ, όπου φυλάσσονται σήμερα τα χειρόγραφά του Άντερσον.
Φιλμογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ταινίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτος | τίτλος | Σημειώσεις |
---|---|---|
1963 | Η τιμή ενός ανθρώπου (This Sporting Life) | Υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα |
1967 | The White Bus | Μικρού μήκους, επίσης παραγωγός |
1968 | Επαναστατημένη γενιά (if....) | Επίσης παραγωγός, Χρυσός Φοίνικας, υποψήφια για Βραβείο BAFTA Καλύτερης Σκηνοθεσίας |
1973 | O Lucky Man! | Επίσης παραγωγός, υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα |
1975 | In Celebration | |
1982 | Britannia Hospital | Βραβείο Επιτροπής Κοινού Fantasporto, υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα, υποψήφια για Χρυσό Χιούγκο |
1986 | Wham! in China: Foreign Skies (If You Were There) | Ντοκιμαντέρ |
1987 | Οι φάλαινες του Αυγούστου (The Whales of August) | |
1992 | Is That All There Is? | Επίσης σεναριογράφος |
Τηλεόραση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτος | τίτλος | Σημειώσεις |
---|---|---|
1956-1957 | Οι περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών (The Adventures of Robin Hood) | 5 επεισόδια |
1972 | Play for Today | Επεισόδιο: «Home» |
1979 | The Old Crowd | Τηλεταινία |
1980 | Look Back in Anger | Τηλεταινία |
1986 | Free Cinema | Τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ |
1987 | Buster Keaton: A Hard Act to Follow | Ντοκιμαντέρ (αφηγητής) |
1989 | Glory! Glory! | Τηλεταινία |
Ντοκιμαντέρ μικρού μήκους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτος | Τίτλος |
---|---|
1948 | Meet the Pioneers |
1949 | Idlers That Work |
1952 | Trunk Conveyor |
1952 | Three Installations |
1953 | O Dreamland |
1954 | Thursday's Children |
1955 | The Children Upstairs |
1955 | Henry |
1955 | Green and Pleasant Land |
1955 | Foot and Mouth |
1955 | Energy First |
1955 | A Hundred Thousand Children |
1955 | £20 a Ton |
1957 | Wakefield Express |
1957 | Every Day Except Christmas |
1959 | March to Aldermaston |
1967 | The Singing Lesson |
Ηθοποιία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτος | Τίτλος | Ρόλος | Σημειώσεις |
---|---|---|---|
1968 | Inadmissible Evidence | Συνήγορος | |
1973 | O Lucky Man! | ο σκηνοθέτης | Μη αναφερόμενος |
1981 | Οι δρόμοι της φωτιάς | διευθυντής Κολεγίου Κάιους (Πανεπ. Κέιμπριτζ) | |
1991 | Prisoner of Honor | Υπουργός Αμύνης | Τηλεταινία |
1992 | Πονηρά ξενοδοχεία (Blame It on the Bellboy) | κ. Μάρσαλ | Φωνή |
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12039705w. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Lindsay-Anderson. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb12039705w. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2019.
- ↑ (Αγγλικά) www.acmi.net.au. creators/8700.
- ↑ «Anderson, Lindsay Gordon». Who Was Who in America, 1993-1996, vol. 11
. New Providence, N.J.: Marquis Who's Who. 1996. σελ. 6. ISBN 0-8379-0225-8.
- ↑ Richard Findlater (επιμ.): 25 Years of the English Stage Company at the Royal Court, Amber Lane Press, 1981, ISBN 0-906399-22-X
- ↑ Otis L. Guernsey Jr: «Curtain Times: The New York Theater 1965-1967», Applause, 1987, ISBN 0-936839-23-6
- ↑ «Cannes Film Festival archives». 1969. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2011.
- ↑ 13,0 13,1 Catsoulis, Jeannette (14 Αυγούστου 2008). «An Actor's Playful Tribute to a Dissident Director». The New York Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιουνίου 2020. Ανακτήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2017.
- ↑ 14,0 14,1 14,2 «Lindsay Anderson | Biography & Film Career». Encyclopedia Britannica. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 October 2020. https://web.archive.org/web/20201022064915/https://www.britannica.com/biography/Lindsay-Anderson. Ανακτήθηκε στις 2018-06-05.
- ↑ 15,0 15,1 15,2 Graham, Allison (1981). Lindsay Anderson. University of Stirling Archives: Twayne Publishers.
- ↑ «Alexander Vass Anderson – National Portrait Gallery». www.npg.org.uk. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2019.
- ↑ «Officers of the British Army 1939-1945 -- A». www.unithistories.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2017. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2019.
- ↑ Lindsay Anderson Diaries, Lindsay Anderson, ed. Paul Sutton, Bloomsbury, 2004, Introduction, σελ. 13
- ↑ 19,0 19,1 19,2 19,3 19,4 19,5 19,6 Gavin, Lambert (2000). Mainly about Lindsay Anderson: a memoir. Λονδίνο: Faber. ISBN 0-571-17775-1. OCLC 44015535.
- ↑ British Society Since 1945: The Penguin Social History of Britain, Arthur Marwick, Penguin Books, 1996, σελ. 127
- ↑ Lindsay Anderson Revisited: Unknown Aspects of a Film Director, επιμ. Erik Hedling, Christophe Dupin, Palgrave Macmillan, 2016, σελ. 120
- ↑ «Murray Anderson». 27 Μαϊου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιανουαρ. 2021. https://web.archive.org/web/20210123203415/https://www.thetimes.co.uk/article/murray-anderson-vj26whxtj. Ανακτήθηκε στις 30 January 2019.
- ↑ «Murray Anderson, pilot – obituary». The Telegraph. 2016-04-28. ISSN 0307-1235. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Αυγούστου 2020. https://web.archive.org/web/20200806200833/https://www.telegraph.co.uk/obituaries/2016/04/28/murray-anderson-pilot--obituary/. Ανακτήθηκε στις 2018-06-05.
- ↑ 24,0 24,1 Sight and Sound, Φθινόπωρο 1956, ανατυπ. με επιμέλεια Paul Ryan: Never Apologise: The Collected Writings, εκδ. Plexus, Λονδίνο 2004, σσ. 218-232, 228, 226, online εδώ Αρχειοθετήθηκε 16 February 2012[Date mismatch] στο Wayback Machine.
- ↑ Childs, Peter; Storry, Mike, επιμ. (2002). «Anderson, Lindsay». Encyclopedia of Contemporary British Culture. Λονδίνο: Routledge, σελ. 23.
- ↑ Hedling, Erik· Dupin, Christophe (2016). Lindsay Anderson Revisited: Unknown Aspects of a Film Director. Ηνωμένο Βασίλειο: Springer. σελ. 02. ISBN 978-1-137-53943-4.
- ↑ Sterritt, David (Χειμώνας 2012). «Book Review: The British Film Institute, the Government and Film Culture, 1933-2000 by Geoffrey Nowell-Smith; Christophe Dupin». Film Quarterly 66 (2): 56. doi: .
- ↑ «Preserved Projects». Academy Film Archive. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Αυγούστου 2020. Ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2020.
- ↑ David Castell, Daily Telegraph, στο οπισθόφυλλο της Βρετανικής εκδόσεως
- ↑ Paul Sutton (επιμ.): Lindsay Anderson: The Diaries, εκδ. Methuen, Λονδίνο 2004, σελ. 434
- ↑ Tryhorn, Chris (7 July 2023). «Dead dogs, capitalist critique and only four songs: when Wham! squashed Lindsay Anderson's China film». The Guardian. https://www.theguardian.com/film/2023/jul/07/dead-dogs-capitalist-critique-and-only-four-songs-when-wham-squashed-lindsay-andersons-china-film.
- ↑ «Berlinale: 1986 Juries». berlinale.de. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2011.
- ↑ Izod, John, κ.ά. (2012): Lindsay Anderson: Cinema Authorship. (British Film Makers) Manchester: Manchester University Press. Hedling, Erik and Dupin, Christophe. (2016) Lindsay Anderson Revisited: Unknown Aspects of a Film Director. London and New York: Palgrave Macmillan. Kitchen, Will. (2023) Film, Negation and Freedom: Capitalism and Romantic Critique. London and New York: Bloomsbury Academic.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- About John Ford (1983), ISBN 0-85965-014-6
- Will Kitchen: Film, Negation and Freedom: Capitalism and Romantic Critique, 2023, ISBN 979-8765105535
- David Sherwin: Going Mad in Hollywood and Life with Lindsay Anderson (1996), ISBN 0233989668
- The Diaries of Lindsay Anderson, επιμ. Paul Sutton (2004), ISBN 0-413-77397-3
- Never Apologise: The Collected Writings of Lindsay Anderson (2004), ISBN 0-85965-317-X
- John Izod κ.ά.: Lindsay Anderson: Cinema Authorship (British Film Makers) (2012)
- Erik Hedling: Lindsay Anderson: Maverick Film-Maker (1998), ISBN 0304336068
- Six English Filmmakers (2014), ISBN 978-0957246256 - ο Άντερσον και συνάδελφοί του συνομιλούν με τον Σάτον.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Το «Ίδρυμα Λίντσεϋ Άντερσον»
- Φωτογραφίες του Άντερσον
- Άρθρο για το βρετανικό «free cinema» στον ιστότοπο του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου (BFI) Αρχειοθετήθηκε 6 March 2021 στο Wayback Machine.
- Ο Άντερσον στο "screenonline" του BFI Αρχειοθετήθηκε 9 July 2011 στο Wayback Machine.
- Το Αρχείο Λίντσεϋ Άντερσον στο Πανεπιστήμιο του Στέρλινγκ, στη Σκωτία Αρχειοθετήθηκε 20 January 2021 στο Wayback Machine.