Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λούντβιχ Μπέρνε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λούντβιχ Μπέρνε
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση6  Μαΐου 1786[1][2][3]
Φραγκφούρτη[4]
Θάνατος12  Φεβρουαρίου 1837[1][2][3]
Παρίσι[4]
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο του Περ-Λασαίζ (48°51′33″ s. š., 2°23′43″ v. d.)
Χώρα πολιτογράφησηςΕλεύθερο Κράτος της Φρανκφούρτης
ΘρησκείαΛουθηρανισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[5]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Γκίσεν[6]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας[7]
ποιητής
κριτικός λογοτεχνίας
ποιητής-νομικός
δημοσιογράφος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Καρλ Λούντβιχ Μπέρνε (γερμανικά: Karl Ludwig Börne‎‎) (πραγματικό όνομα Λεμπ Μπαρούχ, 6 Μαΐου 1786 - 12 Φεβρουαρίου 1837) ήταν Γερμανοεβραίος πολιτικός συγγραφέας, δημοσιογράφος και σατιρικός, υπέρμαχος της εβραϊκής χειραφέτησης, και μέλος του κινήματος Νέα Γερμανία.[8]

Βιογραφικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λούντβιχ Μπέρνε γεννήθηκε ως Λεμπ Μπαρούχ το 1786, στη Φρανκφούρτη. Κατάγονταν από μια γνωστή τραπεζική οικογένεια της Φρανκφούρτης, γιος του Γιάκομπ Μπαρούχ, προέδρου της εβραϊκής κοινότητας της Φρανκφούρτης. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο εβραϊκό γκέτο της Φρανκφούρτης. Έλαβε την πρώτη του εκπαίδευση στο σπίτι από οικοδιδάσκαλο. Σε ηλικία 14 ετών, άρχισε να προετοιμάζεται για σπουδές ιατρικής, όπως επιθυμούσε ο πατέρας του, στο Γκίσεν, αλλά καθώς οι Εβραίοι δεν ήταν επιλέξιμοι εκείνη την εποχή για δημόσιες σχολές στη Φρανκφούρτη, ο νεαρός στάλθηκε για σπουδές ιατρικής στο Βερολίνο κοντά στον γιατρό Μάρκους Χερζ, στο σπίτι του οποίου διέμενε. Ο νεαρός Μπαρούχ ερωτεύτηκε βαθιά τη σύζυγο του προστάτη του, την ταλαντούχα και όμορφη 38χρονη Ενριέτε Χερζ. Μετά τον θάνατο του συζύγου της, της αποκάλυψε τα συναισθήματά του με μια σειρά από αξιοσημείωτες επιστολές, αλλά απορρίφθηκε. Κουρασμένος από την ιατρική επιστήμη, την οποία είχε συνεχίσει στο Χάλε, σπούδασε συνταγματικό δίκαιο και πολιτικές επιστήμες στη Χαϊδελβέργη και στο Γκίσεν από όπου το 1809 πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα. Το 1808 έγινε δεκτός ως Ελευθεροτέκτονας.[9]

Κατά την επιστροφή του στη Φρανκφούρτη, που τώρα αποτελούσε μεγάλο δουκάτο υπό την κυριαρχία του πρίγκιπα επισκόπου Καρλ φον Ντάλμπεργκ, έλαβε (1811) κυβερνητική θέση. Οι παλιές συνθήκες όμως επανήλθαν το 1814 και υποχρεώθηκε να παραιτηθεί από το αξίωμά του λόγω της καταγωγής του. Πικραμένος από την καταπίεση από την οποία υπέφεραν οι Εβραίοι στη Γερμανία, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και έγραφε σε φιλελεύθερες εφημερίδες της Φρανκφούρτης. Το 1818 ασπάστηκε τον Λουθηρανισμό, αλλάζοντας το όνομά του από Λεμπ Μπαρούχ σε Λούντβιχ Μπέρνε. Δεν οδηγήθηκε από θρησκευτικές πεποιθήσεις, αλλά από την επιθυμία να να βελτιώσει την κοινωνική του θέση. [10]

Το 1816 γνώρισε τη Ζανέτ Βολ με την οποία δημιούργησαν μια δια βίου στενή φιλία αλλά δεν παντρεύτηκαν ποτέ.

Από το 1818 επιμελήθηκε την εφημερίδα Die Wage, που διακρίνονταν για τα ζωηρά πολιτικά άρθρα της και τη σαρκαστική θεατρική κριτική. Ο Μπέρνε άσκησε ένα νέο είδος δημοσιογραφίας καθώς, μαζί με τον Χάινριχ Χάινε, ήταν ένας από τους πρώτους που εισήγαγαν την επιφυλλίδα, που είχε πρόσφατα αναπτυχθεί στη Γαλλία, στον γερμανόφωνο τύπο. Το επίκεντρο δεν ήταν το ρεπορτάζ ειδήσεων ή η διατύπωση κοινωνικών και πολιτικών αιτημάτων, αλλά ο σχολιασμός, η ταξινόμηση και η αξιολόγηση εκδόσεων και πολιτιστικών έργων άλλων. Τα άρθρα του, με τα οποία καταδίκαζε τους γραφειοκρατικούς θεσμούς της Φρανκφούρτης, προκάλεσαν σύντομα τη δυσαρέσκεια των πολιτικών αρχών και το 1821 η εφημερίδα έκλεισε από την αστυνομία. Ο Μπέρνε εγκατέλειψε για λίγο τον τομέα της δημοσιογραφίας και έζησε μια ήσυχη ζωή στο Παρίσι, το Αμβούργο και τη Φρανκφούρτη.

Ο τάφος του Λούντβιχ Μπέρνε

Μετά την επανάσταση του Ιουλίου 1830, λόγω συνεχών οχλήσεων από την αστυνομία της Φρανκφούρτης, αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι, προσδοκώντας να βρει μια κοινωνία πιο κοντά στις ιδέες του για ελευθερία. Ως μέλος του κινήματος Νέα Γερμανία, που είχε ως στόχο τη διάδοση των δημοκρατικών ιδεών ως προϋπόθεση για την ελευθερία, συνέχισε να σχολιάζει την πολιτική κατάσταση της Γερμανίας με πρόσθετο κέφι στα εύστροφα σατιρικά γράμματα (Briefe aus Paris, 1830–1833, έκδοση στο Παρίσι το 1834), που άρχισε να δημοσιεύει στο τελευταίο του λογοτεχνικό εγχείρημα, La Balance, μια αναβίωση του Die Wage. Οι Επιστολές από το Παρίσι ήταν η πιο σημαντική έκδοση του Μπέρνε και ορόσημο στην ιστορία της γερμανικής δημοσιογραφίας. Η έκδοσή τους οδήγησε να θεωρηθεί ως κορυφαίος στοχαστής στη Γερμανία και ο σημαντικότερος Γερμανοεβραίος συγγραφέας του 19ου αιώνα μετά τον Χάινριχ Χάινε.[11]

Το εβραϊκό ζήτημα απασχολούσε πάντα τον Μπέρνε. Τόνιζε τη σημαντική συνεισφορά του Εβραϊσμού στον παγκόσμιο πολιτισμό και πίστευε ότι η αποστολή των Εβραίων, καθώς ήταν κατακερματισμένοι ως έθνος, ήταν η εφαρμογή των ιδεών του κοσμοπολιτισμού, για να δώσουν παράδειγμα σε όλη την ανθρωπότητα.

Πέθανε στο Παρίσι το 1837 ως αποτέλεσμα μακροχρόνιας ασθένειας από φυματίωση. Τα άπαντα του Μπέρνε εκδόθηκαν σε 12 τόμους στη Βιέννη το 1868.

Το 1843, οι συμπατριώτες του έστησαν ένα ταφικό μνημείο του γλύπτη Νταβίντ ντ' Ανζέ στο παρισινό κοιμητήριο του Περ-Λασαίζ και το 1877 στη γενέτειρα του. Το 1852, προς τιμήν του Λούντβιχ Μπέρνε, Γερμανοί άποικοι ονόμασαν τον οικισμό που δημιούργησαν στο κεντρικό Τέξας των ΗΠΑ Μπέρνε (τώρα έδρα πόλης και κομητείας).[12] Το 1885, η εβραϊκή αγορά της Φρανκφούρτης μετονομάστηκε σε Μπέρνεπλατς. Από το 1993, το βραβείο Λούντβιχ Μπέρνε απονέμεται κάθε χρόνο σε γερμανόφωνους πολιτικούς δημοσιογράφους της Φρανκφούρτης.

Σάτιρα του Λούντβιχ Μπέρνε για την επικείμενη άφιξη του Όθωνα το 1833 στο Ναύπλιο (Έθνος της Κυριακής, 3.9.2000 – 6/13.6.2004)

Και κει που ο αρχαίος Διογένης έκανε βόλτα στην παραλία, παρέα με τον Περικλή και τον Ιπποκράτη, ένα πλοίο ήρθε κι άραξε. Κατέβηκε ένα παιδαρέλι, ο Όθωνας, που είδε τον κόσμο κι άρχισε να απαγγέλλει το διάγγελμά του:

«Έλληνες,

Καθώς σας είναι γνωστό, η Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια ανήκε στη Βαυαρία. Οι Πελασγοί ζούσαν στο Όντενβαλντ και οι Ίωνες κατάγονται από το Λάντσγουντ. Εγώ ήρθα εδώ για να σας κάνω ευτυχισμένους (…). Εσείς να κοιτάτε μόνο τις ελιές σας. Είστε μέλη της Γερμανικής Ένωσης. Οι υπουργοί μου θα σας ανακοινώσουν τις τελευταίες αποφάσεις της γερμανικής ομοσπονδιακής βουλής. Για βασιλική επιχορήγηση θα μου δίνετε έξι εκατομμύρια γρόσια και θα σας επιτρέπω να πληρώνετε τα χρέη μου…».

Ο Διογένης έχωσε το φανάρι του στο πρόσωπο το νεοφερμένου μουρμουρίζοντας ότι για άνθρωπο έψαχνε κι όχι για κάποιον να τον φορέσει σαμάρι, ο Περικλής αναρωτήθηκε πότε μίλησε για ξενόφερτο ηγεμόνα στον Επιτάφιό του και ο Ιπποκράτης, πιο πρακτικός, πήγε κι έφερε έξι αραμπάδες τρελόχορτο μήπως και φέρει στα συγκαλά του τον παλαβό ξένο….[13]

  1. 1,0 1,1 1,2 (Αγγλικά) SNAC. w6xw76zv. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) Find A Grave. 20962. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) Discogs. 2440481. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. CONOR.SI. 120398179.
  6. (Αγγλικά) Mathematics Genealogy Project.
  7. «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
  8. . «geni.com/people/Carl-Ludwig-Borne/». 
  9. . «jewishencyclopedia.com/borne-karl-ludwig». 
  10. . «lbi.org/griffinger/ Karl Ludwig Börne». 
  11. . «en.wikisource.org/wiki/1911_Encyclopedia_Britannica/B6rne,_Karl_Ludwig». 
  12. . «co.kendall.tx.us/Boerne-City-of». 
  13. . «historyreport.gr/Όθων, ο Βαυαρός βασιλιάς».