Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μάχη της Οκινάουα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αμερικανοί πεζοναύτες μάχονται στην Οκινάουα, στις 18 Μαρτίου του 1945

Η Μάχη της Οκινάουα (31 Μαρτίου22 Ιουνίου 1945, γνωστή και σαν «Επιχείρηση Παγόβουνο») είναι πολεμική σύγκρουση που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Β’ Π.Π. στο πλαίσιο των εχθροπραξιών του Ειρηνικού Ωκεανού, στο ομώνυμο νησί της Ιαπωνίας, μεταξύ ναυτικών - αποβατικών και αεροπορικών δυνάμεων των ΗΠΑ, τις οποίες ενίσχυσαν και Βρετανικές μονάδες από τη μία και Ιαπωνικών στρατιωτικών τμημάτων με τη βοήθεια αεροπορίας αλλά και Ιαπώνων πολιτών, από την άλλη. Η μάχη (που ήταν επιτυχής για τις Αμερικανικές δυνάμεις) έληξε ύστερα από 82 ημέρες (καθώς διήρκεσε από την άνοιξη έως το καλοκαίρι του 1945) και ήταν ιδιαίτερα αιματηρή, με τις απώλειες των Ιαπώνων να είναι υπέρ-δεκαπλάσιες από εκείνες των δυτικών συμμάχων.

Με τον πόλεμο στην Ευρώπη να πλησιάζει στο τέλος του, οι Ιάπωνες σύμμαχοι του Άξονα δεν έδειχναν διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν τις εχθροπραξίες κατά τους πρώτους μήνες του 1945, ενώ από τη μεριά τους, οι ΗΠΑ υποχρεώνονταν να δαπανούν τεράστια χρηματικά ποσά, στρατιωτικό υλικό και εκατοντάδες χιλιάδων στρατιώτες σε ενεργή υπηρεσία, ώστε να βρίσκονται σε συνεχή δράση απέναντι σε μία παραδοσιακή στρατιωτική δύναμη της οποίας το σθένος και η αίσθηση του καθήκοντος ήταν υπεράνω κάθε άλλης υποχρέωσης[1]. Ο Ιάπωνας Αυτοκράτορας φαινομενικά ήταν ουδέτερος όσον αφορά στις αποφάσεις που λαμβάνονταν για τη συνέχιση του πολέμου[2], ωστόσο τόσο εκείνος, όσο και το Αυτοκρατορικό Γενικό Επιτελείο επέμεναν στην παράταση της αντίστασης κατά των προελαύνοντων Αμερικανικών μονάδων, που απειλούσαν με πλήρη κατάκτηση το Ιαπωνικό ναυτικό συγκρότημα.

Απόβαση στην Οκινάουα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έπειτα από την αίσια για τους Αμερικανούς έκβαση της μάχης στην Ίβο Τζίμα και την κατάληψή της, η Οκινάουα ήταν το τελευταίο προπύργιο των Ιαπώνων πριν από την πρωτεύουσά τους, Τόκιο, που ήταν αποφασισμένοι να προστατεύσουν μαχόμενοι μέχρις εσχάτων. Οι Αμερικανοί έκριναν πως μία αποβατική επιχείρηση στο νησί θα ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να εξουδετερώσουν την άμυνα των Ιαπώνων και έτσι, να τους υποχρεώσουν σε συνθηκολόγηση. Συγκέντρωσαν, για το σκοπό αυτό, μία τεράστια δύναμη συνολικά 548.000 ανδρών (5πλάσια από εκείνη των Ιαπώνων), αποτελούμενη από τη 10η Αμερικανική Στρατιά (Πεζικό – Καταδρομείς) υπό το στρατηγό Σάιμον Μπόλιβαρ Μπούκνερ, έναν στόλο επίθεσης (1.320 πλοίων κάθε τύπου), με επικεφαλής το ναύαρχο Ρέημοντ Α. Σπρούανς και μοίρες βαρέων βομβαρδιστικών της Αεροπορίας του Ναυτικού και των Πεζοναυτών. Το γενικό πρόσταγμα όλων των αμφίβιων μονάδων ανατέθηκε στο ναύαρχο Ρίτσμοντ Λ. Τέρνερ. Επιπλέον, τους Αμερικανούς ενίσχυσε μία Βρετανική ναυτική μοίρα (αποτελούμενη από σκάφη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας δηλαδή στελεχωμένα με πληρώματα Βρετανών, Καναδών, Αυστραλών και Νεοζηλανδών ναυτών) υπό τον αντιναύαρχο σερ Μπέρναρντ Ρόουλινγκ. Απέναντί τους είχαν περίπου 110.000 Ιάπωνες και πιο συγκεκριμένα την 32η Αυτοκρατορική Στρατιά του στρατηγού Μιτσούρου Ουσιζίμα που ήταν ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου και επικεφαλής της άμυνας, την 62η Μεραρχία Πεζικού (76.000 άνδρες) του στρατηγού Τακέο Φουγιόκα, την 24η Μεραρχία υπό το στρατηγό Σεν Αμανίγια, την 44η Μικτή Αυτόνομη Ταξιαρχία, ναυτική δύναμη (3.500 ναυτών και 7.000 πολιτοφυλάκων) του αντιναυάρχου Μινόρου Ότα, καθώς και 20.000 οπλισμένους πολίτες (το νησί είχε τότε μισό εκατομμύριο κατοίκους). Όσον αφορά στον αέρα, μεταξύ των περίπου 10.000 αεροπόρων (υπό τις διαταγές του αντιναυάρχου Ματόμε Ουγκάκι) υπήρχαν διαθέσιμοι και αποφασισμένοι να θυσιαστούν, πέφτοντας με τα σκάφη τους πάνω στον αντίπαλο, αρκετοί πιλότοι αυτοκτονίας («καμικάζε»).

Συγκρούσεις και απώλειες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εχθροπραξίες ξεκίνησαν με μία προπαρασκευαστική επιχείρηση των Αμερικανών, που σημειώθηκε στις 26 Μαρτίου 1945. Ακολούθως, με έναρξη την 31 Μαρτίου εξαπολύθηκε η κύρια επίθεση με συντονισμένη δράση ναυτικού και αεροπορίας. Η αντίσταση των Ιαπωνικών μονάδων ήταν εξαιρετικά πεισματική, με αποτέλεσμα συνολικά 155.000 νεκρούς και των δύο πλευρών. Οι αμυνόμενοι είχαν 142.058 θύματα, εκ των οποίων σχεδόν 42.000 ήταν πολίτες. Έχασαν επίσης, 7.830 αεροσκάφη, ενώ ολόκληρο το Γεικό τους Επιτελείο αυτοκτόνησε μετά τη διαπίστωση, στα μέσα Ιουνίου, ότι η μάχη είχε χαθεί. Από τη μεριά τους, οι Αμερικανοί – Βρετανοί είχαν 12.855 νεκρούς στρατιώτες, 763 καταρριφθέντα αεροσκάφη και 36 πλοία εκτός μάχης (17 βυθισμένα και 19 με ανεπανόρθωτες ζημίες). Στις 18 Ιουνίου, μόλις 4 μέρες πριν την κατάπαυση του πυρός (22 Ιουνίου 1945) σκοτώθηκε ο Αμερικανός διοικητής της 10ης Στρατιάς κι αντικαταστάθηκε από το στρατηγό Ρόι Τζέιγκερ.

Η αυτοκτονία των Ιαπώνων αξιωματούχων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την παραμονή του τερματισμού της μάχης (21 Ιουνίου), ο Ουσιζίμα και ο αρχηγός του επιτελείου του, στρατηγός Ιζάμου Κο, αφού πρώτα γευμάτισαν με παραδοσιακό τρόπο, πραγματοποίησαν τελετουργική αυτοκτονία με χαρακίρι, ενώ άλλοι επτά βαθμοφόροι του επιτελείου έδωσαν τέλος στη ζωή τους χρησιμοποιώντας τα πιστόλια τους.