Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μάχη των Βουσταγαλλώρων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάχη των Βουσταγαλλώρων
Πόλεμοι του Ιουστινιανού στη Δύση
Χρονολογία1 Ιουλίου 552
ΤόποςΤαγίνες, Ιταλία
ΈκβασηΝίκη των Βυζαντινών
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
10.000 πεζοί
7.000 ιππείς
8.000 τοξότες
18.000 άνδρες
Απώλειες
6.000 - 7.000 άνδρες

Η μάχη των Βουσταγαλλώρων (Λατινικά: Busta Gallorum) ή μάχη των Ταγινών πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουλίου του 552 ανάμεσα στην Βυζαντινή αυτοκρατορία υπό τον στρατηγό Ναρσή και τους Οστρογότθους υπό τον βασιλιά Τωτίλα, κοντά στο χωριό Ταγίνες (Λατινικά: Taginae ή Tadinae), κατά τους πολέμους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού στη Δύση. Νικητής αυτής της αποφασιστικής μάχης ήταν ο Ναρσής.

Ο αυτοκράτορας Ιουστιανιανός θέλησε να ανακαταλάβει το δυτικό μέρος της αυτοκρατορίας. Για αυτό έστειλε το στρατηγό Βελισάριο. Στην αρχή αυτός διέλυσε την αυτοκρατορία των Βανδάλων και στη συνέχεια κατευθύνθηκε στην Ιταλία όπου κατέλαβε το 536 τη Ρώμη. Στην Ιταλία κοντά στον Βελισάριο βρισκόταν κι ο ευνούχος Ναρσής, ο οποίος ανέφερε τις κινήσεις του Βελισάριου στον Ιουστινιανό. Τελικά ο μεγάλος στρατηγός του Ιουστινιανού έδιωξε τον Ναρσή. Όμως και ο ίδιος ο Βελισάριος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Στο διάστημα της απουσίας του Βελισάριου, στις τάξεις των Γότθων αναδείχθηκε ο Τωτίλας. Ο Τωτίλας συσπείρωσε τους Γότθους αλλά και τους Ιταλούς κατά των Βυζαντινών. Μάλιστα με 12.000 άνδρες νίκησε στη Βερόνα τον βυζαντινό στρατό, ενώ το 542 νίκησε στη μάχη της Φαβεντίας και πάλι τους Βυζαντινούς. Τον ίδιο χρόνο κατανίκησε βόρεια της Φλωρεντίας τον βυζαντινό διοικητή της Ιταλίας, τον Ιωάννη. Το 544 ο Βελισάριος ξαναγύρισε στην Ιταλία κι ο Τωτίλας επιτέθηκε κατά της Ρώμης. Ο Γότθος αρχηγός τελικά την κατέλαβε το 546. Ο Βελισάριος τότε κατέλαβε το Οτράντο και νίκησε απόσπασμα Γότθων στο Πέζαρο. Το 548 ανάκτησε τη Ρώμη (η οποία ξανάπεσε δύο χρόνια αργότερα στους Γότθους). Το 549 ζήτησε από τον Ιουστινιανό ενισχύσεις ή την αντικατάστασή του. Ο αυτοκράτορας επέλεξε τη δεύτερη λύση και βρήκε αντικαταστάτη στο πρόσωπο του Ναρσή. Την διετία 550-551 ο Ιουστινιανός Α΄ συγκέντρωσε στην Σαλώνα έναν τεράστιο στρατό από 20.000-25.000 άνδρες, τον αποτελούσαν εκτός από τους Βυζαντινούς και οι σύμμαχοι τους Ούννοι, Έρουλοι, Βούλγαροι και Λομβαρδοί.[1] Ο τεράστιος στρατός αιφνιδίασε τους Γότθους εισβάλλοντας από την ξηρά αντί από τη θάλασσα, γι΄αυτό κινήθηκε στην Υπαρχία του Ιλλυρικού και από εκεί στη Βόρεια Ιταλία (551). Ο στρατός υπό την διοίκηση του Ναρσή έφτασε την επόμενη άνοιξη στην Ανκόνα και από κει βάδισε μέσω της Φλαμινίας Οδού για την Ρώμη.

Ο Τωτίλας, επειδή ήταν απασχολημένος στη Νότια Ιταλία, έστειλε το στρατηγό Τεΐα να κόψει τις γέφυρες στην Ιταλία[ασαφές] για να μην περάσει ο Ναρσής. Ο τελευταίος όμως κατασκεύασε γέφυρες από σχεδίες και κατάφερε να φτάσει το 552 μ.Χ. στις Ταγίνες, οι οποίες λέγονταν Μπούστα Γκαλόρουμ, δηλαδή "Νεκρικές Πυρές των Γαλατών", λόγω της νίκης των Ρωμαίων επί των Γαλατών πιο παλιά σε αυτήν την περιοχή.[2] Ο Ναρσής είχε παρατάξει 6.000 Λομβαρδούς στο κέντρο με αρχηγό τον Οδουίνο. Άκόμη είχε παρατάξει 4.000 Έρουλους και Γέπιδες επίσης στο κέντρο, υπό τους Φιλεμούθο κι Αρούθο. Στα άκρα παρέταξε το ιππικό, στα δεξιά 3.000 ιππείς υπό το Βαλεριανό και 2.500 ιππείς στα αριστερά με αρχηγό τον ίδιο. Ακόμη σε κάθε άκρο έβαλε 4.000 τοξότες και πίσω από το αριστερό 1.500 ιππείς. O Ναρσής συμπεριφέρθηκε αμυντικά παρά το γεγονός ότι είχε μεγάλη αριθμητική υπεροχή, στο κέντρο τοποθέτησε τους Γερμανούς μισθοφόρους σε πυκνό σχηματισμό και εκατέρωθεν τους Ρωμαίους, σε κάθε πτέρυγα είχε 4.000 πεζούς στρατιώτες. Στην αρχή ο Γότθος στρατηγός ήθελε να καταλάβει ένα λόφο κοντά στο στρατό του Ναρσή, αλλά δεν τα κατάφερε. Ύστερα έστειλε ένα στρατιώτη που τον υπηρετούσε, τον Κόκκα, να μονομαχήσει με έναν άλλο στρατιώτη του Ναρσή. Ο τελευταίος έστειλε τον Αρμένιο Ανζάλα, ο οποίος φόνευσε τον Κόκκα. Στη συνέχεια ήρθαν ενισχύσεις 2.000 ανδρών από τον Τεΐα και ο στρατός του Τωτίλα αυξήθηκε σε 18.000 άνδρες. Οι Γότθοι αναθάρρησαν κι άρχισε μάχη. Το γοτθικό ιππικό επιτέθηκε αλλά οι τοξότες των Βυζαντινών, σχηματίζοντας ημισέληνο, έριχναν κατά του αντίπαλου ιππικού, το οποίο άρχισε να υποχωρεί. Εκμεταλλευόμενο αυτό το γεγονός το βυζαντινό πεζικό επιτέθηκε και το βυζαντινό ιππικό πλευροκόπησε τη γοτθική παράταξη. Έτσι οι Γότθοι ηττήθηκαν.

Μετά τη μάχη οι Γότθοι μετρούσαν νεκρούς της τάξης των 6.000 με 7.000 ανδρών και ο Τωτίλας είχε τραυματιστεί. Λίγο αργότερα πέθανε και οι Γότθοι εξέλεξαν καινούριο αρχηγό τους τον στρατηγό του Τωτίλα, τον Τεΐα. Ο τελευταίος ηττήθηκε στη μάχη του όρους Λακτάριους και οι Γότθοι εξαφανίστηκαν για πάντα ως πολιτική δύναμη στην Ιταλία. Στη συνέχεια, ο Ναρσής στράφηκε κατά των Φράγκων και των Αλαμανών που είχαν επιδράμει στην Ιταλία, και τους έδιωξε πέρα από τις Άλπεις, στη μάχη της Κάπουας στην κοιλάδα του ποταμού Κασιλίνου (σημ. Σάρνο).

  1. J. Norwich, Byzantium: The Early Centuries, σ. 251
  2. Kaegi, Walter Emil; Kazhdan, Alexander (1991). "Busta Gallorum". In Kazhdan, Alexander (ed.). The Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford and New York: Oxford University Press
  • Πόλεμος & Ιστορία, τεύχος 129, Ιούνιος 2009
  • Ιστορικές Σελίδες, τεύχος 39, Μάιος 2009