Μπαρακούντα
Μπαρακούντα Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων: 56–0Ma | ||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Sphyraena barracuda στις Ολλανδικές Αντίλλες
| ||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||
|
Οι λούτσοι (barracuda στα αγγλικά) είναι ακτινοπτερύγιοι ιχθύες γνωστοί για το μεγάλο τους μέγεθος και την τρομακτική τους εμφάνιση. Αποτελούν μέλη τους γένους Σφύραινα (Sphyraena), το μόνο γένος στην οικογένεια Σφυραινίδες, και απαντά σε τροπικά και υποτροπικά αλμυρά νερά σε όλο τον κόσμο, κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας και σε κοραλλιογενείς υφάλους και υποθαλάσσια λιβάδια.[2] Τα μεγάλα μπαρακούντα μπορεί να φτάσουν σε μήκος τα 1,7 μέτρα και βάρος τα 45 κιλά. Το γένος περιλαμβάνει 28 είδη.
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι λούτσοι έχουν μακρύ, λεπτό σώμα, σαν φίδι, με προεξέχοντα, μυτερά δόντια, όπως τα πιράνχας. Τα δύο ραχιαία πτερύγιά τους βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι λούτσοι είναι σκούρα μπλε, πράσινα, λευκά ή γκρι στο άνω τμήμα του σώματός τους, και ασημένια πλευρά και λευκή κοιλιά. Το χρώμα διαφέρει ανάμεσα στα είδη. Τα πτερύγια μπορεί να είναι κίτρινα ή σκούρα. Οι λούτσοι ζουν κυρίως στους ωκεανούς, αλλά κάποια είδη, όπως το μεγάλο μπαρακούντα (Sphyraena barracuda), ζουν σε υφάλμυρα νερά.
Συμπεριφορά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι λούτσοι είναι άγριοι ευκαιριακοί θηρευτές, οι οποίοι βασίζονται στον αιφνιδιασμό και μικρές σε διάρκεια εκρήξεις ταχύτητας, μέχρι 43 χιλιόμετρα την ώρα,[3] ώστε να φτάσουν την λεία. Τα ενήλικα των περισσότερων ειδών είναι λίγο-πολύ μοναχικά, ενώ τα μικρότερα ψάρια συχνά σχηματίζουν συναθροίσεις. Οι λούτσοι τρέφονται κυρίως με άλλα ψάρια (με μέγεθος ακόμη και ίσο με το δικό τους), όπως οι ροφοί, τα μαγιάτικα, μικροί τόνοι, οι κέφαλοι, οι ρέγγες και οι αντσούγιες, κόβοντάς τα στη μέση.[4] . Σκοτώνουν και καταναλώνουν μεγάλη λεία κόβοντας κομμάτια σάρκας. Οι λούτσοι είναι ανταγωνιστικά είδη και συχνά ανταγωνίζονται με τα σκουμπριά, τις ζαργάνες και κάποιες φορές τα δελφίνια για τροφή.
Είδη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προς το παρόν, 28 είδη αυτού του γένους έχουν αναγνωριστεί:
- Sphyraena arabiansis E. M. Abdussamad, Ratheesh, Thangaraja, Bineesh & D. Prakashan, 2015 (Arabian barracuda) [5]
- Sphyraena acutipinnis F. Day, 1876 (Sharpfin barracuda)
- Sphyraena afra W. K. H. Peters, 1844 (Guinean barracuda)
- Sphyraena argentea Girard, 1854 (Pacific barracuda)
- Sphyraena barracuda (G. Edwards, 1771) (Great barracuda)
- Sphyraena borealis DeKay, 1842 (Northern sennet)
- Sphyraena chrysotaenia Klunzinger, 1884 (Yellowstripe barracuda)
- Sphyraena ensis D. S. Jordan & C. H. Gilbert, 1882 (Mexican barracuda)
- Sphyraena flavicauda Rüppell, 1838 (Yellowtail barracuda)
- Sphyraena forsteri G. Cuvier, 1829 (Bigeye barracuda)
- Sphyraena guachancho G. Cuvier, 1829 (Guachanche barracuda)
- Sphyraena helleri O. T. Jenkins, 1901 (Heller's barracuda)
- Sphyraena iburiensis Doiuchi & Nakabo, 2005
- Sphyraena idiastes Heller & Snodgrass, 1903 (Pelican barracuda)
- Sphyraena intermedia Pastore, 2009 [6]
- Sphyraena japonica Bloch & J. G. Schneider, 1801 (Japanese barracuda)
- Sphyraena jello G. Cuvier, 1829 (Pickhandle barracuda)
- Sphyraena lucasana T. N. Gill, 1863 (Lucas barracuda)
- Sphyraena novaehollandiae Günther, 1860 (Australian barracuda)
- Sphyraena obtusata G. Cuvier, 1829 (Obtuse barracuda)
- Sphyraena picudilla Poey, 1860 (Southern sennet)
- Sphyraena pinguis Günther, 1874 (Red barracuda)
- Sphyraena putnamae D. S. Jordan & Seale, 1905 (Sawtooth barracuda)
- Sphyraena qenie Klunzinger, 1870 (Blackfin barracuda)
- Sphyraena sphyraena (Linnaeus, 1758) (Λούτσος)
- Sphyraena tome Fowler, 1903
- Sphyraena viridensis G. Cuvier, 1829 (Yellowmouth barracuda)
- Sphyraena waitii W. Ogilby, 1908
Αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Όπως οι καρχαρίες, κάποια είδη λούτσου έχουν τη φήμη ότι είναι επικίνδυνοι για τους κολυμβητές. Οι λούτσοι μπορεί να μπερδέψουν τους δύτες για μεγάλους θηρευτές και να τους ακολουθήσουν ελπίζοντας ότι θα φάνε τα αποφάγια της λείας τους. Κολυμβητές έχουν αναφέρει ότι έχουν δαγκωθεί από λούτσους, αλλά τέτοια περιστατικά είναι σπάνια και πιθανότατα οφείλονται σε κακή ορατότητα. Τα μεγάλα μπαρακούντα μπορεί να βρεθούν σε λασπώδη ρηχά νερά σε σπάνιες περιπτώσεις. Οι λούτσοι μπορεί να μπερδέψουν αντικείμενα που λάμπουν για λεία.[7] Γενικά, όμως οι λούτσοι δεν επιτίθενται σε ανθρώπους.
Η προσφορά τροφής με το χέρι ή επαφή με μεγάλα μπαρακούντα γενικά αποφεύγεται. Επίσης, το ψαροντούφεκο κοντά σε λούτσους μπορεί να είναι επίσης επικίνδυνο, καθώς μπορούν να κόψουν μεγάλο κομμάτι από το τραυματισμένο ψάρι.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Sepkoski, J. (2002). «A compendium of fossil marine animal genera». Bulletins of American Paleontology 364: 560. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-23. https://web.archive.org/web/20110723131237/http://strata.ummp.lsa.umich.edu/jack/showgenera.php?taxon=611&rank=class. Ανακτήθηκε στις 2016-08-23.
- ↑ Millburn, N. «The Great Barracuda's Diet». Animals - PawNation. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2016.
- ↑ Martin, R.A. «What's the Speediest Marine Creature?». ReefQuest Centre for Shark Research.
- ↑ «Barracuda Fish Facts». AtlanticPanic.
- ↑ Abdussamad, E.M., Retheesh, T.B., Thangaraja, R., Bineesh, K.K. & Prakashan, D. (2015). «Sphyraena arabiansis a new species of barracuda (Family: Sphyraenidae) from the south-west coast of India». Indian Journal of Fisheries 62 (2): 1–6. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-05-02. https://web.archive.org/web/20190502151418/http://epubs.icar.org.in/ejournal/index.php/IJF/article/view/36405/21341. Ανακτήθηκε στις 2018-10-06.
- ↑ Pastore, M.A. (2009). «Sphyraena intermedia sp. nov. (Pisces: Sphyraenidae): a potential new species of barracuda identified from the central Mediterranean Sea». Journal of the Marine Biological Association of the United Kingdom 89 (6): 1299–1303. doi: .
- ↑ Bester, C. «Great barracuda». Florida Museum of Natural History Ichthyology Department. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2016.