Μυθιστόρημα μαθητείας
Μυθιστόρημα μαθητείας (γερμανικά: Bildungsroman) είναι ένα είδος μυθιστορήματος που αναπτύχθηκε ευρέως στη γερμανική λογοτεχνία στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, την εποχή του Διαφωτισμού. Το περιεχόμενό του είναι η ψυχολογική, ηθική και κοινωνική διαμόρφωση της προσωπικότητας του πρωταγωνιστή ο οποίος μέσα από τις εμπειρίες του βρίσκει σοφούς συμβούλους, μαθαίνει, βιώνει τη φιλία και τον έρωτα και γίνεται πιο ώριμος και ολοκληρωμένος. Είναι υπο-είδος της ιστορίας ενηλικίωσης, όρος που χρησιμοποιείται συχνά εναλλακτικά. Ο όρος προέρχεται από τις γερμανικές λέξεις Bildung (εκπαίδευση ή διαμόρφωση) και Roman (μυθιστόρημα).[1]
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο όρος επινοήθηκε από τον γλωσσολόγο και λογοτεχνικό μελετητή Καρλ Μόργκενστερν τη δεκαετία του 1820 - εποχή κατά την οποία οι όροι ανάπτυξη, ανατροφή και εκπαίδευση σχεδόν δεν διαφοροποιούνταν μεταξύ τους - για να ορίσει το μυθιστόρημα που επικεντρώνεται στην ψυχολογική ανάπτυξη και την ηθική αγωγή του πρωταγωνιστή από την παιδική ηλικία έως την ενηλικίωση, η οποία καταλήγει σε σημαντική αλλαγή των απόψεων του χαρακτήρα. Η δημιουργία του είδους συνήθως χρονολογείται από τη δημοσίευση του έργου του ΓκαίτεΤα χρόνια της μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ το 1795-96, όπως καθόρισε ο Βίλχελμ Ντίλταϋ το 1870, ή από την Ιστορία του Αγάθωνα (1767) του Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ. Αν και ο όρος εμφανίστηκε στη Γερμανία, η μορφή προϋπήρχε και είναι παρόμοια με προηγούμενα γαλλικά φιλοσοφικά μυθιστορήματα όπως το Αγαθούλης του Βολταίρου (1759) και το Αιμίλιος, ή Περί αγωγής του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ (1762). [2]
Περιεχόμενο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το θέμα του νεαρού ήρωα που βγαίνει στον κόσμο για να εκτελέσει μια αποστολή στο τέλος της οποίας κατακτά το ιπποτικό ιδεώδες, προϋπήρχε στη λογοτεχνία ήδη από τον Μεσαίωνα σε πολλά έπη, όπως Πάρσιφαλ (1200) του Βόλφραμ φον Έσενμπαχ ή Ο σερ Γκαουέιν και ο Πράσινος Ιππότης (14ος αι.), που θεωρούνται πρόδρομοι του είδους. [3]
Ωστόσο τα ιδανικά άλλαξαν και από τον 18ο αιώνα το θέμα των ονομαζόμενων μυθιστορημάτων μαθητείας είναι το ταξίδι ενός νεαρού αφελούς και γεμάτου ιδανικά ήρωα, που αναζητά απαντήσεις σε ερωτήματα της ζωής και φτάνει σταδιακά στο ιδανικό του ολοκληρωμένου και καλλιεργημένου Ανθρώπου βιώνοντας τα μεγάλα γεγονότα της ύπαρξης: θάνατος, έρωτας, μίσος, κ.λπ. Διαμορφώνει έτσι σταδιακά την αντίληψή του για τη ζωή σε μια διαδικασία που μπορεί να εκτείνεται σε χρόνια, μερικές φορές και δεκαετίες. Συνήθως στην αρχή της ιστορίας, υπάρχει μια συναισθηματική κρίση που κάνει τον πρωταγωνιστή να ξεκινήσει το ταξίδι του. Στόχος είναι η ωριμότητα και ο πρωταγωνιστής το πετυχαίνει σταδιακά και με δυσκολία. Το είδος συχνά παρουσιάζει μια σύγκρουση μεταξύ του κύριου χαρακτήρα και της κοινωνίας και μπορεί επίσης να περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα.
Τυπικά, οι αξίες της κοινωνίας γίνονται σταδιακά αποδεκτές από τον πρωταγωνιστή - μαζί με τα μεγαλεπήβολα όνειρα της νιότης του τελειώνουν και τα λάθη και οι απογοητεύσεις του - αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που ο ήρωας αποτυγχάνει, όπως είναι το Άντον Ράιζερ (μεταξύ 1785 και 1790) του Καρλ Φίλιπ Μόριτς, που θεωρείται παράδειγμα αρνητικής εκπαιδευτικής πορείας. Σε ορισμένα έργα, ο ήρωας βοηθά και άλλους αφού έχει επιτύχει την ωριμότητα. Η μαθητεία συχνά έχει διδακτικό περιεχόμενο στο πνεύμα του Διαφωτισμού και δεν αφορά μόνο τον πρωταγωνιστή αλλά επίσης χρησιμεύει και για την εκπαίδευση του αναγνώστη.[4]
Η δομή του μυθιστορήματος συχνά χωρίζεται σε τρία μέρη και ακολουθεί το πρότυπο «χρόνια νεότητας – χρόνια ταξιδιού – χρόνια ωριμότητας». Λόγω των περιπλανήσεων του ήρωα συνδέεται με το πικαρέσκο μυθιστόρημα.[5]
Έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κλασικά παραδείγματα μυθιστορήματος μαθητείας είναι μεταξύ πολλών άλλων: στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα Το Κόκκινο και το Μαύρο (1830) του Σταντάλ, Ντέιβιντ Κόπερφιλντ (1849) και Μεγάλες προσδοκίες (1861) του Τσαρλς Ντίκενς, Η αισθηματική αγωγή (1869) του Γκυστάβ Φλωμπέρ, Μια συνηθισμένη ιστορία (1847) του Ιβάν Γκοντσαρόφ, Νιέτοτσκα Νιεζβάνοβα (1849) και Ο έφηβος (1875) του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν (1884) του Μαρκ Τουέιν. Στις αρχές του 20ού αιώνα το Ντέμιαν (1919) και Σιντάρτα (1951) του Έρμαν Έσσε και Το μαγικό βουνό (1924) του Τόμας Μαν. Στην ελληνική πεζογραφία αναφέρεται το μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη Ερόικα (1938). Στη μεταπολεμική περίοδο, το είδος αναβίωσε και απέκτησε νέα δημοτικότητα. Βιβλία για την ενηλικίωση των εφήβων του πολέμου και της μεταπολεμικής περιόδου, όπως Ο φύλακας στη σίκαλη (1951) του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ και Το τενεκεδένιο ταμπούρλο (1959) του Γκύντερ Γκρας απέκτησαν παγκόσμια απήχηση.[6]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ . «greeklanguage.gr/digitalResources/literature/education/literature_history».
- ↑ . «merriam-webster.com/dictionary/bildungsroman».
- ↑ . «britannica.com/art/bildungsroman».
- ↑ . «lektuerehilfe.de/merkmaletextsorten/epik/roman/bildungsroman».
- ↑ . «study.com/academy/lesson/bildungsroman-definition-characteristics-examples».
- ↑ . «litcharts.com/literary-devices-and-terms/bildungsroman».