Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μύκονος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μύκονος
Γεωγραφία
ΑρχιπέλαγοςΑιγαίο Πέλαγος
Νησιωτικό σύμπλεγμαΚυκλάδες
Έκταση86,125 km²
Υψόμετρο373 μ
Υψηλότερη κορυφήΠροφήτης Ηλίας Βαρνιώτης
Χώρα
ΠεριφέρειαΝοτίου Αιγαίου
ΝομόςΚυκλάδων
ΠρωτεύουσαΜύκονος (πόλη)
Δημογραφικά
Πληθυσμός10.704[1] (απογραφής 2021)
Πυκνότητα124,3 /χλμ2
Πρόσθετες πληροφορίες
Ιστοσελίδαwww.mykonos.gr
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Το συγκρότημα των Κάτω Μύλων, που ορθώνονται περήφανα πάνω από τη θάλασσα, στον μικρό λόφο νοτιοανατολικά της Χώρας.

Η Μύκονος είναι νησί του Αιγαίου Πελάγους και ανήκει στις Κυκλάδες. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Χώρα, που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του νησιού. Η Μύκονος είχε πληθυσμό 10.704[1] άτομα στην απογραφή του 2021. Η έκταση του νησιού είναι 86,125 τ.χλμ., ενώ έχει μήκος ακτών 89 χιλιόμετρα. Η Μύκονος ήταν από τα πρώτα ελληνικά νησιά που αναπτύχθηκε τουριστικά. Ήδη από τη δεκαετία του 1960 συνέρρεαν μαζικά τουρίστες προς το νησί. Σήμερα η νυχτερινή ζωή της Μυκόνου θεωρείται από τις πιο ζωντανές και ενεργές στην Ευρώπη. Το πιο γνωστό σημείο του νησιού στη χώρα ονομάζεται μικρή Βενετία λόγω της ομοιότητας του με τη Βενετία.[2]

Ο κάτοικος της Μυκόνου ονομάζεται Μυκόνιος ή Μυκονιάτης - Μυκονιάτισσα.

Μυθολογία και Αρχαιότητα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη μυθολογία, το νησί πήρε το όνομα του ήρωα Μυκόνου, γιου του Αινίου του Καρύστου - γιός του Απόλλωνα - και της νύμφης Ροιούς της Ζάρυκος - κόρης του Διονύσου (κατά τον Στέφανο Βυζάντιο). Ο Μύκονος ήταν πατέρας της Ξανθίππης, η οποία τον έθρεψε με το δικό της μητρικό γάλα όταν ήταν φυλακισμένος για να μην να πεθάνει από ασιτία.[3] Το νησί αποικήθηκε αρχικά από τους Αιγυπτίους, Ικάριους, Φοίνικες και Μινωίτες, κατόπιν από τους Ίωνες υπό την καθοδήγηση του Ιπποκλέους του Νήλου και πατέρα του Φοβίου ή Φορβίου. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν στη Μύκονο και τον ποταμό Αχελώο, ανύπαρκτο σήμερα, και το όρος «Δίμαστον» που είναι δικόρυφο, ευρισκόμενο πάντως μεταξύ δύο όρων (Ανωμερίτη και Βορνιώτη). Αλλη μυθολογική παράδοση που στην αρχαία Μύκονο αναφέρεται στον φόνο των γιγάντων από τον Ηρακλή στο νησί αυτό (Στράβωνος Ί 487), από εκεί φαίνεται να προήλθε και η παροιμιώδης φράση: «Πάντες υπό μία Μύκονον» που αναφέρεται σε πολλά ανόμοια και ασυνάρτητα πράγματα που βρίσκονται σε μία κατηγορία [4]. Ο Στράβωνας αναφέρει επίσης ότι οι Μυκόνιοι ήταν φαλακροί, ενώ άλλοι συγγραφείς υπερβάλλοντας αναγράφουν ότι παρέμεναν άτριχοι ήδη από τη βρεφική τους ηλικία. Οι αρχαίοι θεωρούσαν τους Μυκόνιους άπληστους και φιλοκερδείς αντίληψη που αντανακλάται στη φράση: «Μυκόνιος γείτων».[5]

Στον όρμο της Φτελιάς, στη βόρεια ακτή του νησιού, πάνω σε χαμηλό λόφο έχει εντοπιστεί οικισμός της νεολιθικής εποχής. Τα παλαιότερα κτίσματα χρονολογήθηκαν στο 5.000 π.Χ., η θέση κατοικήθηκε για μερικούς αιώνες και εγκαταλείφθηκε στα μέσα της πέμπτης χιλιετίας π.Χ., περίπου την ίδια περίοδο που εγκαταλείφθηκε ο οικισμός στη νησίδα Σαλιάγκο. Ανάμεσα στα κτίρια του οικισμού ξεχωρίζει η Οικία Α, του τύπου του μεγάρου με δύο δωμάτια, με σωζόμενο ύψος 1,5 μέτρο και με τοίχους από πέτρα, το οποίο κτίστηκε κατά την πρώτη φάση του οικισμού. Την ίδια περίοδο χρονολογείται η Οικία Γ. Από τη δεύτερη φάση του οικισμού χρονολογείται το κτίριο Δ, το κτίριο F και το κτίριο Ε, ένα κυκλικό κτίριο το οποίο αλληλεπικαλύπτεται με το κτίριο Γ. Στο κτίριο Δ φαίνεται να λειτουργούσε εργαστήριο οψιανού. Στο κτίριο Ε βρέθηκαν πολύχρωμα αγγεία και ειδώλια. Τα κτίρια της νεότερης φάσης του οικισμού έχουν παχύτερους τοίχους, πιθανόν επειδή ήταν διώροφα.[6]

Κατά τους ιστορικούς χρόνους η Μύκονος αναφέρεται σπάνια. Από τον Ηρόδοτο (ΣΤ΄118) αναφέρεται ως ορμητήριο του Πέρσου Δάτιδος το 490 π.Χ. Η Μύκονος έχει 2 κύρια μοναστήρια, το ένα στη σημερινή «Άνω Μερά» και στη θέση «Παλαιόκαστρο», ΝΔ της σημερινής πόλης. Οι Μυκόνιοι, που ανήκαν στη Δηλιακή Συμμαχία, κατέβαλλαν στους Αθηναίους συμμαχικό φόρο ενός ταλάντου. Λάτρευαν εκτός τις υπόλοιπες θεότητες του Πανελληνίου Δωδεκαθέου ιδιαίτερα τον Διόνυσο και τη μητέρα του Σεμέλη, τη Δήμητρα (Χλόη) και τον Ποσειδώνα, και προς τιμή τους τελούσαν πανηγυρικές γιορτές με θυσίες κάπρων, αμνών και κριών. Τα νομίσματα της Μυκόνου φέρουν τον Διόνυσο ολόσωμο με την κεφαλή του ή την κεφαλή του Ποσειδώνα. Η Μύκονος κατακτήθηκε από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μαζί με τα υπόλοιπα νησιά, κατόπιν έγινε επαρχία των Βυζαντινών και διατήρησε τα έθιμα και την Ορθόδοξη θρησκεία τους μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα που κατακτήθηκε από τους Βενετούς.

Μεσαίωνας - Βυζάντιο - Ενετοκρατία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το σύμβολο των κατακτητών Γκίζι.

Η Κωνσταντινούπολη κατακτήθηκε από τους Λατίνους που συμμετείχαν στην Δ΄ Σταυροφορία και δημιουργήθηκε η Λατινική Αυτοκρατορία (1204), τα επόμενα χρόνια οι Σταυροφόροι ξεκίνησαν την κατάκτηση των νησιών του Αιγαίου. Η Τήνος και η Μύκονος κατακτήθηκαν από τους αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκίζι, ανήκαν στην επιφανή Οικογένεια Γκίζι από τη Βενετία και ήταν ανιψιοί του δόγη Ενρίκο Ντάντολο.

Ο Ανδρέας Γκίζι έγινε ο πρώτος Λατίνος κυβερνήτης του νησιού υπό την υψηλή κυριαρχία του Δούκα του Αρχιπελάγους Μάρκου Σανούδου (1207). Τον Ανδρέα Γκίζι διαδέχθηκε ο γιος του Βαρθολομαίος Α΄ Γκίζι (19 Μαρτίου 1277), λίγο πριν τον θάνατο του (1303) πήρε σαν δώρο την Κέα και τη Σέριφο που ανακατέλαβαν οι Βενετοί από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.[7] Οι Γκίζι κυβέρνησαν το νησί περίπου δυο αιώνες και τα μέλη της οικογένειας γνώρισαν μεγάλες διακρίσεις. Ο γιος του Βαρθολομαίου Α΄ Γεώργιος Α΄ Γκίζι έγινε μέσω του πρώτου γάμου του Βαρώνος της Χαλανδρίτσας στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας (1286 - 1311) και Καστελάνος της Καλαμάτας (1292).[8] Με τον δεύτερο γάμο του με την Αλίκη νταλε Κάρτσερι εξασφάλισε την Τριτημορία της Εύβοιας που κληρονόμησε ο γιος του Βαρθολομαίος Β΄ Γκίζι από τη μητέρα του (1313). Την περίοδο που κυβέρνησε τη Μύκονο ο Γεώργιος Α΄ Γκίζι το κάστρο του νησιού πυρπολήθηκε από τον Αραγώνιο ναύαρχο Ρουτζέρο ντι Λαούρια. Ο τελευταίος γόνος της Οικογένειας Γκίζι που κυβέρνησε τη Μύκονο ήταν ο Γεώργιος Γ΄ Γκίζι, με τον θάνατο του χωρίς απογόνους (1390) το νησί μεταβιβάστηκε στη Δημοκρατία της Βενετίας.[9][10][11]

Ο τελευταίος άρχοντας της Τήνου Γεώργιος Γ΄ Γκίζι πέθανε το 1390 χωρίς απογόνους και κληροδότησε με τη διαθήκη του τα δύο νησιά που κυβερνούσε Τήνο και Μύκονο στη Δημοκρατία της Βενετίας (1390). Οι Βενετοί κυβέρνησαν τη Μύκονο μέχρι το 1537, το νησί δέχτηκε επίθεση εκείνη τη χρονιά από τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, τον Ελληνικής καταγωγής ναύαρχο του Οθωμανού σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Η Μύκονος από τότε έπεσε στα χέρια των Τούρκων σε αντίθεση με τη γειτονική Τήνο που παρέμεινε στους Βενετούς περίπου δυο ακόμα αιώνες.

Χάρτης της Μυκόνου, Κριστόφορο Μπουοντελμόντι, 1420.
Η Μαντώ Μαυρογένους. Πορτραίτο στο Ναυτικό Μουσείο Αιγαίου Μυκόνου.

Έκτοτε αρχίζει η Τουρκοκρατία, κατά το πρώτο διάστημα της οποίας το νησί διώκεται από καπιτάνου και επιτροπής Χριστιανών, διατελούντων από τον Μπέη της Κω, μετά το 1669 δίνεται ως τιμή στους μεγάλους διερμηνείς της Πύλης, εισπράττοντας δια επιτροπής τους φόρους και έχοντας τους αντιπροσώπους αυτούς ως διοικητές. Μεταξύ αυτών των τιμαριούχων της Μυκόνου γνωστότεροι παρέμειναν οι Παναγιωτάκης Νικούσιος και Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1669-1709). Η Τήνος σε αντίθεση με τη Μύκονο παρέμεινε άλλους δυο αιώνες στα χέρια των Βενετών, ήταν το τελευταίο νησί του Αιγαίου που κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς (1718). Κατά την επανάσταση του Ορλώφ, η Μύκονος κατελήφθη από τους Ρώσους, οι οποίοι την είχαν στην κατοχή τους το διάστημα 1770-1774. Γενικά όμως κατά την Τουρκοκρατία η Μύκονος διαμορφώθηκε σε ναυτικό νησί και παρείχε στον οθωμανικό στόλο μια γαλέρα και πληρώματα. Κατά τους χρόνους εκείνους το νησί ήταν γεμάτο πειρατές και κουρσάρους, που αποτελούσαν φόβο των τριγύρω νησιών και των διερχομένων του Αιγαίου εμπορικών πλοίων.

Κατά τον Ιερό Αγώνα η Μύκονος πρωτοστάτησε ηρωικά με τα πλοία της, τα οποία ενώθηκαν με τα λοιπού στόλου υπό τον Τομπάζη και αντιστάθηκαν κατά των Τούρκων επανειλημμένως χάρη στην ηρωίδα Μαντώ Μαυρογένους. Κατ´ επανάληψη ο Τούρκος στόλαρχος επιχείρησε να αποβιβαστεί αλλά οι Μυκόνιοι απομάκρυναν τους Τούρκους σκοτώνοντάς τους ή και τραυματίζοντάς τους. Κατά το 1825, η Μύκονος υπέστη βιαιοπραγία από τον Αυστριακό ναύαρχο Παυλούκα με τη δικαιολογία ότι οι Μυκόνιοι είχαν διαπράξει πειρατική αταξία. Στην πραγματικότητα όμως αυτός ενήργησε με διαταγή της κυβέρνησής του κινούμενος εχθρικά κατά του Ελληνικού Αγώνα.

Το 1887 μετά το ναυάγιο του αγγλικού ατμόπλοιου VOLTA στα βόρεια παράλια του νησιού, αποφασίστηκε η κατασκευή του φάρου στη θέση «Βαρβούλακας» (σήμερα Αρμενιστής). Τελικά η Γαλλική Εταιρεία Φάρων ανέλαβε και ολοκλήρωσε την κατασκευή του έργου το 1891. Το ύψος του πέτρινου φάρου είναι 19 μέτρα και το εστιακό του ύψος είναι 184 μέτρα. Ο μηχανισμός του αρχικού φανού που ήταν κατασκευής SAUTER LEMONIER, βραβεύτηκε από τη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων και λειτούργησε στην κορυφή του φάρου Αρμενιστή μέχρι το 1983. Από τότε εκτίθεται στο προαύλιο του Ναυτικού Μουσείου Αιγαίου που στεγάζεται σε ένα παραδοσιακό κυκλαδίτικο κτήριο του 19ου αιώνα, στο κέντρο της Μυκόνου, στη θέση Τρία Πηγάδια.

Το 1923 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών, εγκαθίστανται στο νησί οικογένειες Μικρασιατών προσφύγων οι οποίοι εμπλουτίζουν την κοινωνία και τον πολιτισμό του νησιού με νέα στοιχεία όπως την τεχνογνωσία ύφανσης που κατέστησε τη Μύκονο κέντρο υφαντικής.[12]

Αρχαιολογικοί χώροι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μυκηναϊκός Θολωτός Τάφος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα Αγγελικά έγινε αποκάλυψη μυκηναϊκού θολωτού τάφου του τέλους 15ου π.Χ. αιώνα., στην κορυφή του λόφου κοντά στο ξενοδοχείο Λύτρα. Ο τάφος είναι κυκλικός διαμέτρου 5,80 μ. σκαμμένος στο κάτω μέρος μέσα στο έδαφος και με εσωτερική επένδυση τοίχου με λιθοδομή που διατηρείται σε ύψος 4 μ. Ο θόλος που έχει καταρρεύσει είχε προστατευτική επιχωμάτωση. Εσωτερικά στο δάπεδο και σε ύψος 0,30 μ. διατηρείται μια κτιστή επιφάνεια σε σχήμα Π για την εναπόθεση των νεκρών. Ο θάλαμος έχει πρόσβαση από ένα δρόμο μήκους 14 μ. περίπου και πλάτους 2 μ. που κατευθύνεται από Ν προς Β. Όλα τα ταφικά αντικείμενα και κτερίσματα, πήλινα αγγεία, χρυσά κοσμήματα, σφραγιδόλιθοι από κρύσταλλο, εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο τάφος πιθανότατα κατέρρευσε τον 13ο αι. π.Χ. και εγκαταλείφθηκε γι' αυτό και δεν υπάρχουν μεταγενέστερα ίχνη σχετιζόμενα με τον τάφο. Νεκροταφείο υστερογεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ανακαλύφθηκε στην περιοχή των Κάτω Μύλων.

Στο ομώνυμο ακρωτήριο αποκαλύφθηκε μια σειρά από οικιστικά λείψανα που ξεκινούν από τους προϊστορικούς χρόνους με συνέχεια ως τη ρωμαϊκή περίοδο. Στη χερσόνησο Δίμαστο που χωρίζει τον όρμο Καλαφάτη στη Μύκονο από την παραλία Καλό Λιβάδι έχουμε ενδείξεις της πιθανής ύπαρξης άλλης μιας προϊστορικής πόλης. Άξια επίσκεψης είναι η Μαυροσπηλιά όπου βρέθηκαν πολλά εργαλεία και αντικείμενα της νεολιθικής εποχής. Μια μικρή εγκατάσταση στον λόφο πάνω από τα Καμπαναριά μάλλον ανήκει στις αρχές της 5ης χιλιετίας π.Χ. Στην Αναβολούσα και στο Παλιόκαστρο υπάρχουν οικισμοί των Πρωτοκυκλαδικών και Μεσοκυκλαδικών χρόνων αντιστοίχως.

Νεολιθικός Οικισμός Φτελιάς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ερείπια του προϊστορικού οικισμού της Φτελιάς.

Η ανασκαφή άρχισε το 1995 ως σωστική και μετά από διακοπή δύο χρόνων συνεχίζεται σήμερα ως συστηματική από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Ο νεολιθικός οικισμός βρίσκεται στη Φτελιά Μυκόνου, στο μυχό του κόλπου του Πανόρμου (Εικ. 1) και βόρεια της οδού που οδηγεί στο χωριό Άνω Μερά. Η θέση είναι ακριβώς προσανατολισμένη στον βορρά και συνεπώς εκτεθειμένη στους ανέμους, πράγμα που θα καθιστούσε προβληματική τη διαβίωση σ' αυτήν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Το γεγονός όμως δεν είναι ασυνήθιστο, καθώς νεολιθικές εγκαταστάσεις με παρόμοιο προσανατολισμό έχουν εντοπιστεί και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων, όπως στην Κεφάλα Κέας, στο Σάλιαγκο της Αντιπάρου, στην Γκρόττα Νάξου, σε αρκετές θέσεις της Κύθνου και αλλού.

Από την αρχή της έρευνας άρχισαν να έρχονται στο φως κτηριακά λείψανα ενός μεγάλου προϊστορικού οικισμού. Οι παχιές επιχώσεις 1.60-2.30 μ. έχουν διασώσει τέσσερις οικοδομικές φάσεις, από τις οποίες διατηρείται καλύτερα η παλαιότερη. Στις τελευταίες ανασκαφικές περιόδους (2002, 2003) ανεσκάφη το μεγαλύτερο μέρος ενός κτηρίου με τοίχους ύψ. 1.50 μ. που έχει το σχήμα του «μεγάρου», ενώ βρέθηκαν αψιδωτά κτήρια και δύο στρογγυλά κτίσματα με ύψος 1.80 μ. που πιθανώς χρησιμοποιούνταν ως σιτοβολώνες (granaries). Παρόμοια κτήρια είναι ασυνήθιστα στη νεολιθική περίοδο, η διατήρησή τους μάλιστα σε τέτοιο ύψος δεν έχει άλλο προηγούμενο στο Αιγαίο. Γεωμορφολογικές έρευνες έχουν δείξει ότι η Φτελιά ήταν μία οικιστική εγκατάσταση, εκτάσεως 7-8 στρεμμάτων, που ήκμασε κατά τη Νεότερη Νεολιθική Ι και αποδεικνύεται σύγχρονη με τον γνωστό νεολιθικό οικισμό του Σάλιαγκου της Αντιπάρου. Μία σειρά από ραδιοχρονολογίες προσδιορίζουν την κατοίκηση στον χώρο από το 5100 μέχρι το 4500 περίπου π.Χ.

Μέσα στα κτήρια βρέθηκαν θραύσματα κεραμικής αλλά και δεκάδες ακέραια αγγεία, που παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία ως προς την ποιότητα της επιφάνειας και τα σχήματα. Σε ένα τοπικό εργαστήριο φαίνεται ότι ανήκουν χιλιάδες θραύσματα αγγείων με διακόσμηση από επίθετο λευκό και κόκκινο χρώμα που τοποθετείται μετά το ψήσιμο στη μαύρη στιλβωμένη επιφάνεια του αγγείου εξωτερικά και εσωτερικά. Εκτός από τα κεραμεικά ευρήματα βρέθηκαν σε εκπληκτική αφθονία και εργαλεία από οψιανό, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν πολλές δεκάδες αιχμών βελών και δοράτων άριστης ποιότητας που δείχνουν ιδιαίτερη εξειδίκευση στο κυνήγι. Παρόμοιες αιχμές βελών έχουν βρεθεί στο Σάλιαγκο της Αντιπάρου, αλλά και στη θέση Μαύρη Σπηλιά που δεν απέχει πολύ από τη Φτελιά. Το πλήθος πάντως των απολεπισμάτων που συνελέγησαν τόσο από την επιφάνεια όσο και από τα στρώματα της ανασκαφής, καθώς και πολλοί πυρήνες οψιανού καθιστούν σαφές ότι γινόταν επί τόπου η κατεργασία του υλικού που ερχόταν από τη Μήλο. Σε ένα δωμάτιο διαπιστώθηκε ότι υπήρχε χώρος εργαστηρίου.

Εντυπωσιακά ευρήματα είναι τα δύο γυναικεία πήλινα ειδώλια που βρέθηκαν σε μικρό βάθος από την επιφάνεια. Το ένα είναι μικρό, του γνωστού στεατοπυγικού τύπου, χαρακτηριστικού της νεολιθικής περιόδου σε όλη την Ελλάδα, ενώ το άλλο έχει ύψος τουλάχιστον 0.30μ. και είναι τελείως ασυνήθιστο. Έχει μακρύ κυλινδρικό λαιμό που απολήγει σε ωοειδές κεφάλι, λοξό προς τα πίσω, τριγωνικό σώμα που φέρει δύο κομβιόσχημες αποφύσεις στη θέση των μαστών και αμυδρή βάθυνση στο σημείο του αφαλού και παχείς στεατοπυγικούς γλουτούς.

Η μικρή ποσότητα οστρέων και ψαριών καθιστά προφανές ότι οι κάτοικοι του οικισμού ήταν κυρίως προσανατολισμένοι στην καλλιέργεια της γης, τη βόσκηση ζώων και το κυνήγι και όχι τόσο στο ψάρεμα.

Λείψανα της νεολιθικής εποχής εντοπίστηκαν και σε λόφους ανατολικά της Φτελιάς, αλλά και σε άλλα σημεία του νησιού, πράγμα που δείχνει ότι η κατοίκηση ήταν πυκνή από πολύ πρώιμη εποχή.

Γενικά η Μύκονος έχει σχήμα ακανόνιστου τριγώνου που διακόπτεται από μικρούς ορμίσκους, κυριότεροι των οποίων είναι ο Πάνορμος προς Β., ο Τούρλος προς Δ., όπου και ο κύριος λιμένας και η Χώρα (πρωτεύουσα). Κυριότερα ακρωτήρια της Μυκόνου είναι η Αληγόμαντρα (ΝΔ.) ο Αρμενιστής (ΒΔ.), και το Ευρύ (Α.) απέναντι από το Δραγονήσι. Σε απόσταση 2 μίλια ΝΔ. της νήσου βρίσκεται η ιστορική Δήλος και δυτικότερα αυτής η Ρήνεια που μαζί με άλλες βραχονησίδες, όλες ακατοίκητες, υπάγονται διοικητικά στη Μύκονο.

Το έδαφος της Μυκόνου είναι επί το πλείστον πετρώδες και ελάχιστα ομαλό. Υφίστανται μόνο δύο βουνά, αμφότερα δίκορφα μετρίου ύψους: ο Ανωμερίτης (ανατολικά) και ο Βορνιώτης (βόρεια). Και των δύο η υψηλότερη κορυφή τους λέγεται «Προφήτης Ηλίας». Η Μύκονος στερείται δασών και παρουσιάζει λίγη φυτεία με αντίστοιχη περιορισμένη καλλιέργεια κυρίως σε σιτάρι, σταφύλια και σύκα. Έχει πολλούς χείμαρρους και κανέναν ποταμό. Υφίσταται μόνο μια πηγή παρά τη θέση της Μονής Τουρλιανής. Η ύδρευση παλαιότερα γινόταν από πηγάδια. Σήμερα οι ανάγκες υδροδότησης καλύπτονται από το εργοστάσιο αφαλάτωσης, που λειτουργεί στην περιοχή του Κόρφου, και από τα δύο φράγματα, του Μαραθιού και της Μαούς.

Το υπέδαφος της Μυκόνου έχει χαρακτηριστεί πλούσιο σε κοιτάσματα μαγγανιούχου σιδήρου, χαλκού, και γαληνίτη, πλην όμως παραμένουν ανεκμετάλλευτα. Κυριότερα γεωργικά προϊόντα είναι κριθάρι, σταφύλια και σύκα, καθώς και η περιορισμένη κτηνοτροφία. Χαρακτηριστικό είναι το τυρί της Μυκόνου, η γνωστή «κοπανιστή» με πικάντικη καυτερή γεύση. Ένα, επίσης, τοπικό τυρί είναι η τυροβολιά (ή τ'ροβολιά στο μυκονιάτικο ιδίωμα), ανάλατο τυρί με το οποίο γίνεται το ξινότυρο και οι παραδοσιακές πίτες, μελόπιτα και κρεμμυδόπιτα. Παλαιότερα η Μύκονος ήταν σπουδαίος κυνηγότοπος για ορτύκια και τρυγόνια. Επίσης οι κάτοικοι ασχολούνται και με την αλιεία, που δεν καλύπτει τις ανάγκες της νήσου.

Πανοραμική εικόνα του λιμανιού της Χώρας Μυκόνου.

Η Μύκονος παρουσιάζει ένα θερμό ημίξηρο κλίμα στέπας με έντονα μεσογειακά στοιχεία. Εμφανίζει πολύ ήπιους χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια λόγω των μελτεμιών που πνέουν σχεδόν συνέχεια στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Κλιματικά δεδομένα Μυκόνου
Μήνας Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιούν Ιούλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Έτος
Μέση Μέγιστη °C (°F) 14.3 14.9 16.0 18.8 22.9 26.3 27.5 27.5 25.6 21.9 19.0 16.0 20,89
Μέση Μηνιαία °C (°F) 12.5 13.1 14.1 16.7 20.5 24.0 25.8 25.9 23.9 20.3 17.4 14.2 19,03
Μέση Ελάχιστη °C (°F) 10.7 11.3 12.1 14.5 18.1 21.7 24.1 24.4 22.2 18.7 15.7 12.4 17,16
Βροχόπτωση mm (ίντσες) 73,1 60,6 32,7 16,5 6,4 4,2 0,07 1,6 12,1 26,2 36,2 57,2 326,87
Πηγή: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (Ιουλ 2008-Μαρ 2023)[13] [14]

Εκκλησιαστική υπαγωγή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παναγία Παραπορτιανή στη Μύκονο.
Ο Ναός της Παναγίας Παραπορτιανής.

Αρχικά η Μύκονος αποτελούσε τμήμα της Επισκοπής της Δήλου. Όταν όμως παρήκμασε η επισκοπή αυτή, προσαρτήθηκε στην επισκοπή Τήνου. Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας η Μύκονος ακολούθησε εκκλησιαστικά την τύχη των άλλων νήσων των Κυκλάδων. Συγκεκριμένα, όταν η Μύκονος καταλήφθηκε από τους Γκίζη, ιδρύθηκε η λατινική επισκοπή Μυκόνου που διατηρήθηκε έως το 1449, όταν ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ λόγω έλλειψης καθολικών πιστών ένωσε την επισκοπή αυτή με εκείνη της Τήνου, υπό τον τίτλο Επισκοπή Τήνου και Μυκόνου. Το 1537 με την κατάληψη από τους Τούρκους (1537), το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανασύνταξε τη Μητρόπολη Παροναξίας, στην οποία και τέθηκε εξαρχικά μέχρι το 1646, οπότε αποσπάσθηκε και αποτέλεσε τμήμα της επισκοπής Σίφνου και Μήλου. Σε αυτήν παρέμεινε μέχρι το 1833, οπότε και συγχωνεύτηκε με την επισκοπή Κυκλάδων. Σήμερα υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Σύρου Τήνου και Άνδρου.

Το νησί κοσμείται από το Μοναστήρι της «Παναγίας της Τουρλιανής στην Άνω Μερά, όπου φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τουρλιανής. Στη Χώρα της Μυκόνου λειτουργούν οι ναοί: «Μεγάλη Παναγιά» ή «Μητρόπολη», η Αγία Κυριακή και η Παναγία γη Πανάχραντος ή «Πανάχρα» ενώ σε όλο το νησί υπάρχουν πάνω από 500 εκκλησίες και ξωκλήσια «ένα για κάθε μέρα του χρόνου» όπως λένε οι ντόπιοι.

Ο Πίθος της Μυκόνου, πιθαμφορέας του 7ου π.Χ. αι., με παραστάσεις από τον Τρωικό Πόλεμο. Στην κεντρική σύνθεση παριστάνονται Αχαιοί πολεμιστές με τον Δούρειο Ίππο.
  • Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου

Κτίσθηκε το 1902, για να στεγάσει τα ευρήματα του 426/5 π.Χ. από τη Ρήνεια. Το αρχικό νεοκλασικό κτήριο πήρε τη σημερινή «νησιώτικη» μορφή του το 1934, ενώ το 1972 προστέθηκε η μεγάλη ανατολική αίθουσα. Από τα ευρήματα της Μυκόνου, εντυπωσιάζει ιδιαίτερα ο μεγάλος ‘Πίθος της Μυκόνου’ (πιθαμφορέας από τηνιακό εργαστήριο, του 7ου π.Χ. αι.), με τις πλούσιες ανάγλυφες παραστάσεις του από τον Τρωικό Πόλεμο, κατανεμημένες σε ζώνες (σε κεντρική σύνθεση παριστάνονται οι Αχαιοί πολεμιστές με τον Δούρειο Ίππο). Στο αρχαιολογικό μουσείο φιλοξενούνται κατά καιρούς εκθέσεις, όπως η έκθεση Vanity, μια διακυκλαδική έκθεση που εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 2016 με αντιπροσωπευτικά δείγματα κοσμημάτων που έχουν βρεθεί στις Κυκλάδες από τα νεολιθικά χρόνια έως και σήμερα [15] και πιο πρόσφατα την έκθεση The Palace at 4 a.m., μία ομαδική έκθεση σύγχρονη τέχνης που περιλαμβάνει δεκατρείς καλλιτέχνες από διαφορετικές χώρες, το έργο των οποίων αντιπαρατίθεται με τη μόνιμη συλλογή του Μουσείου. Η έκθεση The Palace at 4 a.m. εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 2019 και παρουσιάστηκε σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων του Υπουργείου Πολιτισμού, σε ανάθεση και διοργάνωση από τον Οργανισμό ΝΕΟΝ.[16]

  • Ναυτικό Μουσείο Αιγαίου

Σκοπός του Μουσείου είναι η διατήρηση, προβολή και μελέτη της ελληνικής ναυτικής ιστορίας και παράδοσης, και ειδικότερα η εξέλιξη και δραστηριότητα του εμπορικού πλοίου, κυρίως στoν ιστορικό χώρο του Αιγαίου.

  • Λαογραφικό Μουσείο Μυκόνου

Βρίσκεται στη θέση Κάστρο, κοντά στην Παραπορτιανή και στεγάζεται σε παλιό διώροφο καραβοκυραίικο σπίτι. Το Λαογραφικό Μουσείο Μυκόνου έχει και τα εξής παραρτήματα: -Το «Σπίτι της Λένας» Πρόκειται για ένα αντιπροσωπευτικό μεσοαστικό ισόγειο σπίτι του περασμένου αιώνα στην περιοχή Τρία Πηγάδια στη Χώρα της Μυκόνου. -Αγροτομουσείο-Μύλος του Μπόνη Είναι ένα υπαίθριο μουσείο που παρουσιάζει τις παραδοσιακές αγροτικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούσαν στη Μύκονο για την παραγωγή και μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων (αλώνι, φούρνος, πηγάδι, πατητήρι κ.λ.π.), με επίκεντρο τον παλιό Μύλο του Μπόνη σε κατάσταση πλήρους λειτουργίας.[17]

Στη Μύκονο λειτουργούν σήμερα 5 νηπιαγωγεία εντός του Δήμου, 3 Δημοτικά, 2 Γυμνάσια (ένα στη Χώρα και ένα στην Άνω Μερά) και 2 Λύκεια (ένα Γενικό και ένα Επαγγελματικό). Επίσης λειτουργεί ένα ιδιωτικό σχολείο.

Δημοτική βιβλιοθήκη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Μυκόνου ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1957 με πρωτοβουλία και δωρεά του Ιωάννη Μελετόπουλου, πρώην εφόρου του Ιστορικού και Εθνολογικού Μουσείου Αθηνών και στεγάζεται στην οικία Ιγγλέση στο ιδιόκτητο πλέον οίκημα που παραχωρήθηκε στον Δήμο.
Η συλλογή της αφορά όλα τα θεματικά πεδία και το φάσμα της ανθρώπινης γνώσης όπως Ελληνική λογοτεχνία, Θρησκεία, Ιστορία, Ποίηση, Θέατρο, Αρχαιολογία, Τέχνη κ.ά. καθώς και θέματα που αφορούν τη Μύκονο και τις Κυκλάδες και αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά για τη χώρα. Το σημαντικότερο τμήμα αποτελεί το «Ιστορικό Αρχείο Μυκόνου», το οποίο περιλαμβάνει έγγραφα και χειρόγραφα των προηγούμενων αιώνων σχετικά με την ιστορία του νησιού και των Κυκλάδων, σπάνιες και πολύτιμες εκδόσεις, φωτογραφίες και έγγραφα με την αλληλογραφία της ηρωίδας του 1821 Μαντώ Μαυρογένους. Το τμήμα αυτό είναι κλειστό προς το κοινό με εξαίρεση τη μελέτη και έρευνα επάνω στα έγγραφα που αφορούν την ιστορία του νησιού. Επιπρόσθετα, έχει στην κατοχή της μια μοναδική συλλογή νομισμάτων και σφραγίδων των Κυκλάδων, παλιές γκραβούρες και χάρτες και επιπλέον, διαθέτει μεγάλη συλλογή από παλιό πληροφοριακό υλικό, που αποτελείται από Εγκυκλοπαίδειες και λεξικά. [18]

Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τη Μύκονο παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-421, που καλύπτει και όλες τις ΒΔ. Κυκλάδες και ειδικότερα ο ΧΕΕ-421/1, που είναι και ο λιμενοδείκτης του λιμένα Μυκόνου.

  1. 1,0 1,1 «Αποτελέσματα της Απογραφής Πληθυσμού-Κατοικιών έτους 2021 που αφορούν στο Μόνιμο Πληθυσμό της Χώρας» (PDF). Ελληνική Στατιστική Αρχή. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2024. 
  2. Mowbray, Nicole (2005-05-24). «Mykonos is back in vogue; Here Comes Summer.». The Evening Standard. http://www.highbeam.com/doc/1G1-132722354.html. Ανακτήθηκε στις 2007-08-09. [νεκρός σύνδεσμος]
  3. Gaius Julius Hyginus, Fabulae from The Myths of Hyginus translated and edited by Mary Grant. University of Kansas Publications in Humanistic Studies, 254
  4. Αλέξανδρος Ραγκαβής: Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας, τόμος Α΄
  5. Αλέξανδρος Ραγκαβής: Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας, τόμος Α΄, Ηρόδοτος Στ 118, Θουκυδίδης Γ 29, Στράβων Ι 437
  6. Σαμψών, Αδαμάντιος (2008). «The architectural phases of the Neolithic settlement of Ftelia on Mykonos». Horizon. A colloquium on the Prehistory of the Cyclades. Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. σελ. 29-33. 
  7. Saint-Guillain 2006, p. 182.
  8. Bon (1969), pp. 234–235, 459
  9. William Miller, The Latin Orient (London: Society for Promoting Christian Knowledge, 1920), p. 39
  10. D. Jacoby, La féodalité en Grèce médiévale. Les « Assises de Romanie », sources, application et diffusion (1971), p. 237
  11. Τα μέλη της Οικογένειας Γκίζι που κυβέρνησαν την Τήνο μαζί με τη Μύκονο αναλυτικά ήταν:
  12. Γιώργος Καζάνας, Μικρασιάτες στη νήσο Μύκονο και Μυκόνιοι στη Μικρά Ασία - ιστολόγιο Ένωσης Μικρασιατών Φοιτητών
  13. «Monthly Bulletins». www.meteo.gr. 
  14. https://penteli.meteo.gr/stations/mykonos/
  15. «Ministry of Culture and Sports | Archaeological Museum of Mykonos». odysseus.culture.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουλίου 2022. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουνίου 2019. 
  16. «THE PALACE AT 4 A.M.». NEON. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουνίου 2019. 
  17. http://www.mykonostour.gr/mykonos_museums/index.html
  18. https://greekarchivesinventory.gak.gr/index.php/u-1910
  • «Μύκονος». Ειδικό αφιέρωμα από το 1960 μέχρι σήμερα, περιοδικού Γεωτρόπιο τεύχος 25, σ.22-39 (Σεπτ. 2000)
  • Τρύφ. Ευαγγελίδου, Η Μύκονος (1912)
  • Αθ. Ταρσούλη, Άσπρα Νησιά (1937)
  • Χελντράϊχ, Η χλωρίδα της Μυκόνου κλπ.(=Επετηρίδα «Παρνασσού» Έ, 1901,239-259). - Η αρχαία Μύκονος,
  • Χίλλερ φόν Γκαιρτρινκερ, Επιγραφές Κυκλάδων (στο Σώμα Ελληνικών Επιγραφών)
  • Ι. Σβαρώνου, Νομισματική ιστορία (1894). Μεσαιωνικοί και νεώτεροι χρόνοι.
  • Μύλλερ, Ιστορία της Φραγκοκρατίας (μετάφραση Λάμπρου 1909-1910), τόμ. A. 69 και ΄Β 347-430
  • Του αυτού Μύκονος (=Αγγλική ιστορική επιθεώρηση, τόμ. Κ΄Β, 327 εξ.
  • Γεδεών, Ανατολικοί και Δυτικοί στη Μύκονο (1920)
  • Παύλου Λάμπρου, Ανέκδοτα νομίσματα και μολυβδόβουλα (1886)
  • Κ. Σάθα, Μνημεία ελληνικής ιστορίας (τόμ. A και ΄Δ)
  • Περ. Ζερλέντη, Παναγιώτης Νικούσιος και Αλεξ. Μαυροκορδάτος, άρχοντες Μυκόνου (=Νησιωτική *Επετηρίδα, ΄Β 1918 σελ. 161-223)
  • Μαντώ Μαυρογένους, η ηρωίδα της Μυκόνου (=Αθηναϊκό Ημερολόγιο, 1888, σελ. 246-249)
  • Η γλώσσα των Νοτίων Σποράδων (1920)
  • Σ. Μενάρδου, Τοπωνυμικό της Μυκόνου (=Επετηρίδα Βυζαντινών Σπουδών, ΄Ζ, σελ. 240-252).
  • Freely, John (4 June 2006). The Cyclades: Discovering the Greek Islands of the Aegean
  • Harry Coccossis, Alexandra Mexa, The challenge of tourism carrying capacity assessment: theory and practice, 2004
  • Lloyd E. Hudman, Richard H. Jackson, Geography of travel and tourism, 2003
  • Simon Rogers (2012-05-06). "Greece election results mapped. Infographic | News"
  • Tsakos, Konstantinos (1998). Delos-Mykonos: A Guide to the History and Archaeology

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]