Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη
ΣυγγραφέαςΧ. Τζ. Γουέλς
ΤίτλοςThe First Men in the Moon
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1901
Μορφήμυθιστόρημα
Θέμαδιαστημική πτήση
LC ClassOL52260W[1]
ΠροηγούμενοLove and Mr Lewisham
ΕπόμενοThe Sea Lady
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη (τίτλος πρωτοτύπου: The First Men in the Moon) είναι μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Άγγλου συγγραφέα Χ. Τζ. Γουέλς, που αρχικώς δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό The Strand Magazine από τον Νοέμβριο του 1900 μέχρι τον Ιούνιο του 1901 και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά σε βιβλίο μέσα στο 1901.[2] Ο συγγραφέας του, το απεκάλεσε «μία από τις φανταστικές ιστορίες του».

Το μυθιστόρημα αφηγείται την ιστορία ενός ιδιωτικού ταξιδιού στη Σελήνη, που πραγματοποιούν οι δύο κεντρικοί ήρωες: ο επιχειρηματίας Μπέντφορντ (που έχει τον ρόλο του αφηγητή) και ένας ικανός αλλά εκκεντρικός επιστήμονας, ο Κάβορ, και στο οποίο μάλιστα συναντούν κατοίκους, που τους αναφέρουν ως «Σεληνίτες». Η έμπνευση για το έργο φαίνεται να προήλθε από τα διάσημα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν Από τη Γη στη Σελήνη του 1865 και Γύρω από τη Σελήνη του 1870, καθώς και από την όπερα Le voyage dans la lune του Ζακ Όφφενμπαχ, του 1875. Τα μυθιστορήματα του Βερν χρησιμοποιούν επίσης τη λέξη «Σεληνίτες» για να περιγράψουν τους κατοίκους της Σελήνης κατά τη διάρκεια συζητήσεων των πρωταγωνιστών σχετικά με το αν υπάρχει ζωή στη Σελήνη, οι οποίοι όμως στο Γύρω από τη Σελήνη καταλήγουν τελικώς στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.

Ο κ. Μπέντφορντ είναι ένας άτυχος επιχειρηματίας που χρεωκόπησε λόγω της κερδοσκοπίας των μετοχών. Για να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση, κάνει ένα ασυνήθιστο βήμα: μετακομίζει από το Λονδίνο στο Lympne της κομητείας Κεντ, νοικιάζει ένα σπίτι στην ήσυχη ύπαιθρο και αποφασίζει να γράψει ένα θεατρικό έργο, για να ξεφύγει από τη χρεωκοπία. Ωστόσο, ο γείτονας κάθε απόγευμα, ακριβώς την ίδια ώρα, τον ενοχλεί με παράξενους θορύβους, που τον κάνουν να υποπτευθεί ότι ασχολείται με κάποιο μυστικό πείραμα. Μετά από δύο εβδομάδες συναντιούνται και αποδεικνύεται ότι πρόκειται για έναν εκκεντρικό επιστήμονα, τον Δρ. Κάβορ (στο μυθιστόρημα δεν υπάρχουν μικρά ονόματα των κύριων χαρακτήρων, παρά μόνο επώνυμα), ο οποίος είναι απασχολημένος με την ανάπτυξη ενός νέου υλικού, ικανού να θωρακίσει σαν ασπίδα από τη βαρύτητα. Ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ γίνονται φίλοι και ο Μπέντφορντ ενθαρρύνει περαιτέρω τον Κάβορ στα πειράματά του.

Λίγο αργότερα, ο Κάβορ καταφέρνει τον σκοπό του και στις 14 Οκτωβρίου 1899 εφευρίσκει πραγματικά μια ουσία, που την ονομάζει «καβορίτη»[Σημ. 1] («cavorite»), η οποία δεν επιτρέπει στη βαρύτητα να δράσει, λειτουργώντας σαν ασπίδα ενάντια στη βαρύτητα, άρα πρακτικώς την καταργεί, πετυχαίνοντας αντιβαρύτητα. Ο Μπέντφορντ βλέπει στην εμπορική παραγωγή καβορίτη μια πιθανή πηγή «πλούτου αρκετά για να λειτουργήσει οποιοδήποτε είδος κοινωνικής επανάστασης φανταζόμασταν. Μπορεί να κατέχουμε και να διατάσσουμε ολόκληρο τον κόσμο». Ο Κάβορ επινοεί την ιδέα ενός σφαιρικού διαστημοπλοίου και πείθει τον αρχικά απρόθυμο Μπέντφορντ να ξεκινήσουν ένα εξερευνητικό ταξίδι στη σεληνιακή επιφάνεια με τη νέα αυτή πατέντα (αν και ο Κάβορ αρχικά είχε σκεφτεί και αναφέρει στον Μπέντφορντ ακόμα και την ιδέα να πάνε στο Άρη). Παρά το γεγονός ότι ο Κάβορ είναι σίγουρος ότι δεν υπάρχει ζωή στη Σελήνη, ο Μπέντφορντ τελικώς συμφωνεί με την ιδέα.

Σε χρονικό διάστημα λίγων μηνών, κατασκευάζουν μια μεγάλη χαλύβδινη και γυάλινη σφαίρα, για την ακρίβεια με πολυεδρικό σχήμα, καλυμμένη με ένα στρώμα καβορίτη και με αρκετές καταπακτές. Επίσης, συγκεντρώνουν τις απαραίτητες προμήθειες επιβίωσης για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς και συσκευές ανακύκλωσης του αέρα μέσα στο διαστημόπλοιο. Μια νύχτα εν έτει 1900 μπαίνουν στη σφαίρα, κλείνουν τις καταπακτές προς την πλευρά του εδάφους, ανοίγουν τις καταπακτές προς την πλευρά της Σελήνης και ανεβαίνουν στο διάστημα, τραβηγμένοι από τη βαρύτητα του φεγγαριού. Ταξιδεύοντας στο διάστημα, βιώνουν έλλειψη βαρύτητας, την οποία ο Μπέντφορντ βρίσκει «εξαιρετικά ξεκούραστη», και τελικά προσεδαφίζονται στη νυχτερινή πλευρά της Σελήνης.

Μετά την προσελήνωση, παρατηρούν ότι γύρω τους επικρατούν τεράστιοι παγετώνες και διαπιστώνουν ότι η ίδια η (φανταστική) ατμόσφαιρα της Σελήνης έχει παγώσει και πέσει στη σεληνιακή επιφάνεια, με αποτέλεσμα ο Κάβορ να υποθέσει ότι κατά τη διάρκεια της μακράς σεληνιακής νύχτας η θερμοκρασία πλησιάζει στο απόλυτο μηδέν. Μόλις λίγο μετά όμως, ο ουρανός αρχίζει να φωτίζεται και, ταυτόχρονα με την ανατολή του Ήλιου, ο παγωμένος αέρας εξαχνώνεται και επιστρέφει στην αέρια μορφή. Αφού η ατμόσφαιρα έχει αποκατασταθεί, ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ βγαίνουν έξω, διαπιστώνουν ότι ο αέρας είναι αναπνεύσιμος και ξεκινούν να εξερευνήσουν τη γύρω περιοχή.

Ανακαλύπτουν ταχέως αναπτυσσόμενα, ερπυστικά φυτά, που φυτρώνουν και αναπτύσσονται εξαιρετικά γρήγορα κατά τη διάρκεια της σεληνιακής ημέρας, αφήνοντας τους σπόρους στο έδαφος για να επιβιώσουν τη νύχτα και να βλαστήσουν την επόμενη μέρα. Σύντομα διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν πλέον να βρουν την σφαίρα μέσα στην τεράστια βλάστηση που αναπτύχθηκε γύρω τους και αρχίζουν να τριγυρίζουν άσκοπα, ενώ τότε επίσης συναντούν ένα κοπάδι από τεράστιες αγελάδες φεγγαριού, μήκους αρκετών δεκάδων μέτρων, οι οποίες φυλάσσονται από ανθρώπους που μοιάζουν με μυρμήγκια. Όταν η πείνα αρχίζει να τους καταβάλλει, δοκιμάζουν ένα φυτό της Σελήνης, από το οποίο πέφτουν σε σοβαρή μέθη. Κατά τη διάρκεια της μέθης, συναντούν μια ομάδα έξι Σεληνιτών, οι οποίοι τους συλλαμβάνουν, ενώ ταυτόχρονα ο αφηγητής Μπέντφορντ χάνει τις αισθήσεις του, και τους μεταφέρουν στις υπόγειες κατοικίες τους, στο εσωτερικό του φεγγαριού.

Όταν ο Μπέντφορντ ξυπνά, βρίσκεται σε έναν μικρό θάλαμο με τον Κάβορ. Ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ ανακαλύπτουν ότι η Σελήνη κατοικείται από έναν προηγμένο εξωγήινο πολιτισμό εντομοειδών πλασμάτων παρόμοιων με τα μυρμήγκια αλλά όρθιων, με ύψος 5 πόδια (1,50 μέτρα), τα οποία οι δυο τους αποκαλούν «Σεληνίτες» (και στο πρωτότυπο: Selenites, από το ελληνικό Σελήνη). Σταδιακά, διαπιστώνουν ότι οι Σεληνίτες έχουν σχηματίσει μια σύνθετη κοινωνία και με καταμερισμό της εργασίας, χρησιμοποιούν το ραδιόφωνο για επικοινωνία και περνούν τη νύχτα μέσα σε τεράστια υπόγεια καταφύγια («υποσελήνια» σπήλαια), προστατευμένοι από το θανατηφόρο κρύο.

Αφού οι Σεληνίτες φέρουν φαγητό στους αιχμαλώτους τους, μετά τους οδηγούν μέσα από σπηλιές όπου βρίσκονται παράξενα μηχανήματα. Μπλε λαμπερά ρεύματα ρέουν στο έδαφος, παρέχοντας φως. Όταν φτάνουν σε μια σκοτεινή άβυσσο, οι Σεληνίτες θέλουν να αναγκάσουν τους φυλακισμένους τους να μπουν σε μια στενή γέφυρα που οδηγεί στο σκοτάδι. Έντρομοι ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ αρνούνται να συνεχίσουν. Στη μάχη που ακολουθεί, ο Μπέντφορντ σκοτώνει τρεις Σεληνίτες, παρά τη θέλησή του όμως, διότι όπως διαπιστώνει αναπάντεχα, οι οργανισμοί τους ήταν σαθροί «σαν φρυγανιές» και σπάζουν με μία μόνο γροθιά.

Ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ τρέπονται σε φυγή. Κατά τη διαφυγή τους, ανακαλύπτουν ότι ο χρυσός είναι τόσο κοινός στη Σελήνη όσο και ο σίδηρος στη Γη, και ο Μπέντφορντ παίρνει μαζί του αρκετό χρυσό. Μέσα από μια τρύπα στην οροφή, εισέρχονται σε μια σπηλιά στο πάτωμα της οποίας αναπτύσσονται λαμπερά μανιτάρια. Βαριεστημένος, ο Κάβορ ρίχνει μανιτάρια μέσα από την τρύπα, βάζοντας τους Σεληνίτες στο ίχνος τους. Ο Κάβορ και ο Μπέντφορντ σκαρφαλώνουν μέσα από ένα φρεάτιο σε μια σπηλιά όπου οι Σεληνίτες σφάζουν τις αγελάδες του φεγγαριού. Καθώς περπατούν μέσα στο σπήλαιο, δέχονται επίθεση από τους Σεληνίτες. Όταν ο Μπέντφορντ αντιστέκεται, οι επιτιθέμενοι τρέπονται σε φυγή. Μέσω μιας τεράστιας σπειροειδούς σκάλας, ο Κάβορ και ο Μπέντφορντ επιστρέφουν στη σεληνιακή επιφάνεια.

Μόλις βγαίνουν στην επιφάνεια της Σελήνης, ο Μπέντφορντ και ο Κάβορ χωρίστηκαν για να ψάξουν για το διαστημόπλοιό τους. Ο Μπέντφορντ το βρίσκει, αλλά αναγκάζεται να επιστρέψει στη Γη χωρίς τον Κάβορ, ο οποίος τραυματίστηκε σε πτώση και συνελήφθη ξανά από τους Σεληνίτες, όπως μαθαίνει ο Μπέντφορντ από ένα βιαστικά γραμμένο σημείωμα που άφησε πίσω του ο Κάβορ. Καθώς ο Μπέντφορντ ανακαλύπτει και διαβάζει το σημείωμα, αισθάνεται έναν ψυχρό άνεμο να σαρώνει τον κρατήρα, και αμέσως μετά παρατηρεί ότι ο Ήλιος δύει και ο ουρανός από πάνω του είχε σκοτεινιάσει και ήδη είχαν φανεί τα πρώτα αστέρια. Τότε ξαφνικά, ήδη κατά τη διάρκεια του ηλιοβασιλέματος, ο σεληνιακός αέρας αρχίζει να παγώνει και να πέφτει σαν χιόνι, καθώς φτάνει «η Νύχτα του διαστήματος» (όπως την αποκαλεί), αναγκάζοντάς τον να ορμήσει τρέχοντας προς το διαστημόπλοιο για να επιβιώσει. Τελικώς, ενώ είχε αρχίσει να παγώνει ολόκληρος και να καταρρέει από το θανατηφόρο κρύο και τη ραγδαία αραίωση της ατμόσφαιρας, φτάνει στη σφαίρα, όπου μόλις και προλαβαίνει να μπει ζωντανός πριν γίνει παγοκολώνα, και ξεκινάει την επιστροφή του στη Γη.

Το κεφάλαιο 20, «Ο κύριος Μπέντφορντ στο άπειρο διάστημα», δεν παίζει κανένα ρόλο στην πλοκή, αλλά είναι ένα αξιοσημείωτο σκηνικό στο οποίο ο αφηγητής, κατά την επιστροφή του στη Γη, περιγράφει την εμπειρία μιας μυστικιστικής «διάχυτης αμφιβολίας για τη δική μου ταυτότητα», με σκέψεις όπως «Οι αμφιβολίες μέσα μου θα μπορούσαν ακόμα να υποστηρίξουν: "Δεν είσαι εσύ που διαβάζεις, είναι ο Μπέντφορντ – αλλά δεν είσαι ο Μπέντφορντ, ξέρεις. Εκεί ακριβώς έρχεται το λάθος"». «Το βρήκα!» φώναξα, «και αν δεν είμαι ο Μπέντφορντ, τι είμαι; Αλλά προς αυτή την κατεύθυνση δεν υπήρχε φως, αν και οι πιο παράξενες φαντασιώσεις ήρθαν στο μυαλό μου, απομακρυσμένες υποψίες σαν σκιά μοιάζουν από μακριά... Ξέρεις ότι είχα μια ιδέα ότι πραγματικά ήμουν κάτι εντελώς έξω όχι μόνο από τον κόσμο, αλλά από όλους τους κόσμους, και έξω από το χώρο και το χρόνο, και ότι αυτός ο φτωχός Μπέντφορντ ήταν απλώς ένα ματάκι μέσα από το οποίο κοίταζα τη ζωή...»[Σημ. 2] Τελικώς όμως, καθώς ο αφηγητής Μπέντφορντ πλησιάζει στη Γη ξαναβρίσκει την αυτοπεποίθησή του.

Από καλή τύχη, ο αφηγητής Μπέντφορντ καταλήγει να πέσει στη θάλασσα στα ανοικτά των ακτών της Μεγάλης Βρετανίας, κοντά στο παραθαλάσσιο χωριό Littlestone, που ανήκει επίσης στην κομητεία Κεντ και δεν είναι μακριά από το σημείο εκκίνησής του. Η περιουσία του αυξάνεται ξαφνικά και ο ίδιος πλουτίζει, με αρκετό χρυσό που έφερε από το φεγγάρι. Σχεδιάζει, επίσης, να οργανώσει μια νέα αποστολή και να απελευθερώσει τον φίλο του, Κάβορ, από την αιχμαλωσία. Τότε όμως χάνει τη σφαίρα όταν ένα περίεργο αγόρι που ονομαζόταν Tommy Simmons (το όνομα ενός παλαιού σχολικού φίλου του Χ. Τζ. Γουέλς) ανεβαίνει στην αφύλακτη σφαίρα και, προφανώς μετά από κάποια τυχαία αλλαγή που δοκίμασε στις καταπακτές, εκτοξεύεται στο διάστημα, προκαλώντας σίγουρα τον θάνατό του, όπως τονίζει ο αφηγητής, καθώς λογικά δεν θα είχε σκεφτεί να βιδώσει το καπάκι διατήρησης της εσωτερικής πίεσης της σφαίρας (αλλά ακόμα και αν το είχε κάνει, «οι πιθανότητες ήταν χίλιες προς μία να μην επιστρέψει», όπως αναφέρει ο Μπέντφορντ). Το άλλο καταστροφικό αποτέλεσμα όμως, είναι ότι ο Μπέντφορντ δεν μπορεί να ξαναπάει στη Σελήνη, ούτε και γενικώς πουθενά εκτός Γης, καθώς μόνο ο Κάβορ γνώριζε την πατέντα της κατασκευής του καβορίτη, ενώ ο Μπέντφορντ δεν είχε προφτάσει να την μάθει και άρα δεν μπορεί να φτιάξει άλλο διαστημόπλοιο.

Ο Μπέντφορντ γράφει και δημοσιεύει την ιστορία του στο περιοδικό The Strand Magazine (το ίδιο περιοδικό όπου δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά και το μυθιστόρημα Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη) και στη συνέχεια μαθαίνει ότι «ο κ. Τζούλιους Γουέντιγκι, ένας Ολλανδός ηλεκτρολόγος, ο οποίος πειραματίζεται με ορισμένες συσκευές παρόμοιες με αυτές που χρησιμοποιεί ο κ. Τέσλα στην Αμερική», έχει πιάσει δείγματα ασύρματης τηλεγραφίας από τον Κάβορ που στάλθηκαν από το εσωτερικό της Σελήνης. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου σχετικής ελευθερίας, ο Κάβορ δίδαξε σε δύο Σεληνίτες αγγλικά και έμαθε πολλά για τη σεληνιακή κοινωνία, τα οποία και αναφέρει στα σήματά του προς τη Γη, καθώς κατάφερε επίσης να αποκτήσει πρόσβαση σε έναν ραδιοφωνικό πομπό για να μεταδώσει στη Γη την ιστορία της ζωής του μέσα στο φεγγάρι.

Η αφήγηση του Κάβορ εξηγεί ότι οι Σεληνίτες υπάρχουν σε χιλιάδες μορφές και βρίσκουν εκπλήρωση στην εκτέλεση της συγκεκριμένης κοινωνικής λειτουργίας για την οποία έχουν ανατραφεί: η εξειδίκευση είναι η ουσία της σεληνιτικής κοινωνίας. «Με τη γνώση οι Σεληνίτες μεγάλωσαν και άλλαξαν. Η ανθρωπότητα αποθήκευσε τις γνώσεις της γι' αυτούς και παρέμεινε εξοπλισμένη», παρατηρεί ο ηγέτης της Σελήνης, Grand Lunar / Μεγάλος Σεληνιακός, όταν τελικά συναντά τον Κάβορ και ακούει για τη ζωή στη Γη. Τότε όμως, ο Κάβορ διαπράττει ένα καταστροφικό και μοιραίο σφάλμα. Αποκαλύπτει την τάση της ανθρωπότητας για πολέμους. Ο ηγέτης της Σελήνης και όσοι ακούν τη συνέντευξη είναι «έκπληκτοι» και οι μεταδόσεις του Κάβορ διακόπτονται. Ο Μπέντφορντ συμπεραίνει ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Κάβορ έχει εμποδιστεί να εκπέμπει περαιτέρω στη Γη, καθώς οι Σεληνίτες προφανώς θα θεώρησαν το ανθρώπινο είδος ως επικίνδυνο. Τότε ξαφνικά ο Κάβορ βγάζει μια κραυγή τρόμου «ήμουν τρελός που πληροφόρησα τον Grand Lunar...» και ένα λεπτό μετά βγάζει μία δεύτερη κραυγή «ο καβορίτης φτιάχνεται έτσι! Παίρνετε...» και μετά οριστική διακοπή. Η τύχη του παραμένει άγνωστη, αλλά ο Μπέντφορντ είναι σίγουρος ότι «δεν θα λάβουμε ποτέ άλλο μήνυμα από το φεγγάρι» και φαντάζεται ότι τη στιγμή της διακοπής ο Κάβορ σπεύδει στον πομπό, παλεύοντας απεγνωσμένα με τους Σεληνίτες που τον σέρνουν μακριά στο σκοτάδι.

Επιστημονικές ανακρίβειες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο μυθιστόρημα Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη, ο αφηγητής ήρωας, ο κ. Μπέντφορντ, αναφέρει το μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν με παρόμοιο θέμα Από τη Γη στη Σελήνη, στον συνταξιδιώτη του, καθηγητή Κάβορ, ο οποίος του απαντά ότι δεν ξέρει σε τι αναφέρεται ο κ. Μπέντφορντ, διότι δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με τη λογοτεχνία. Ο Βερν θα απαντήσει στην «πρόκληση»: «...οι ιστορίες του (Γουέλς) δεν εδράζονται σε πολύ επιστημονικές βάσεις... Εγώ χρησιμοποιώ τη φυσική. Εκείνος επινοεί.» δηλώνει ο Βερν. «Πηγαίνω στη Σελήνη με βλήμα κανονιού. Καμία επινόηση. Εκείνος πηγαίνει... ...με σκάφος που κατασκευάζει από υλικό που καταργεί το νόμο της βαρύτητας. Αυτό είναι πολύ όμορφο, αλλά δείξτε μου αυτό το μέταλλο. Μπορεί ο κύριος Γουέλς να μου δείξει λίγο "καβορίτη"? Ας τον παραγάγει».[3][4] Σύντομα, τη δεκαετία του 1910, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας δικαιώνει τα λόγια αυτά του Βερν κατά απόλυτο τρόπο: η βαρύτητα έχει σχέση με τον ίδιο το χωρόχρονο, είναι τόσο γενική ώστε κανένα υλικό παρασκευαζόμενο με χημικές μεθόδους δεν μπορεί να είναι αδιαφανές στη βαρυτική ακτινοβολία.

Εκτός από την παράμετρο αυτή, ακόμα και αν υπήρχε κάποιος «εξωτικός» τρόπος να κατασκευαστεί ένα τέτοιο υλικό, είναι απίθανο ότι θα ήταν δυνατό να κατασκευαστεί οποιοδήποτε αποτελεσματικό διαστημικό σκάφος με τη βοήθεια του «καβορίτη». Η άνωση του υλικού δεν θα ήταν πολύ διαφορετική από αυτή ενός συμβατικού μπαλονιού και το ταξίδι στο φεγγάρι, λαμβάνοντας υπόψη και την αεροδυναμική αντίσταση στην ατμόσφαιρα της Γης, θα διαρκούσε πολύ περισσότερο από ό,τι περιγράφεται στο βιβλίο.

Επιπλέον (αν και αυτό είναι εν μέρει φυσικό λόγω της εποχής που γράφτηκε το μυθιστόρημα), οι ιδιότητες της επιφάνειας της Σελήνης περιγράφονται εξωπραγματικά. Η περιγραφή του Χ. Τζ. Γουέλς για τη συμπεριφορά της (υποθετικής) ατμόσφαιρας της Σελήνης, δηλαδή πάγωμα και πτώση στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια της ψυχρής εποχής, ισχύει για τον Πλούτωνα, όπως έχει ανακαλυφθεί στη σύγχρονη ιστορία, αλλά ακόμα και στον Πλούτωνα χρειάζεται πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αρκετών γήινων ετών, για να συμβεί (και όχι σε λεπτά ή δευτερόλεπτα). Η ιδέα ότι η επιφάνεια του φεγγαριού είναι πολύ ζεστή κατά τη διάρκεια της ημέρας και πολύ κρύα τη νύχτα είναι βασικά αλήθεια. Ωστόσο, η θερμοκρασία της επιφάνειας της Σελήνης κατά την μακρά σεληνιακή νύχτα, αν και πέφτει σε μείον τριψήφια νούμερα, δεν φτάνει στο σημείο πήξης του οξυγόνου ή του αζώτου (στο βιβλίο υποτίθεται ότι τα κύρια συστατικά του σεληνιακού αέρα ήταν παρόμοια με της Γης), ούτε, επομένως, μπορεί να πέσει σχεδόν στο απόλυτο μηδέν (όπως ονομάζεται η χαμηλότερη δυνατή θερμοκρασία στη θεωρία, που είναι στους -273,15 °C), όπως υπέθεσε ο Κάβορ στο έργο.

Είναι, επίσης, αδιανόητο να φανταστεί κανείς (ακόμα και στην επιστημονική φαντασία, καθώς δεν μπορούν να αγνοηθούν οι νόμοι της Φυσικής) ότι σε μια ατμόσφαιρα ήδη από τα κρίσιμα λεπτά κατά τη διάρκεια του ηλιοβασιλέματος (που εδώ μάλιστα το ηλιοβασίλεμα θα είχε ακόμα μεγαλύτερη χρονική διάρκεια, λόγω της αργής περιστροφής της Σελήνης), πριν ακόμα ο Ήλιος χαθεί από τον ορίζοντα, η θερμοκρασία ξαφνικά πέφτει κατευθείαν σε νούμερα τέτοια που η ατμόσφαιρα παγώνει και πέφτει σαν χιόνι στερεού αζώτου ή / και οξυγόνου (και μάλιστα απευθείας, χωρίς να μεσολαβήσει συμπύκνωση σε υγρή μορφή), καθώς αυτό θα συνέβαινε στους -210 °C έως -220 °C. Μάλιστα ο Μπέντφορντ αναφέρει ότι μόλις μπήκε μέσα στο διαστημόπλοιο, πριν ξεκινήσει, πρόλαβε να δει μέσα στη χιονοθύελλα ότι ένα μέρος του Ηλίου φαινόταν ακόμα πάνω από τον ορίζοντα και δεν είχε δύσει εντελώς (επίσης, αναφέρει ότι με το λίγο ηλιακό φως που είχε μείνει, μπόρεσε να δει ότι οι θάμνοι λύγιζαν και έσπαζαν από το βάρος του χιονιού, κάτι ενδεικτικό της έντασης της χιονοθύελλας από την ατμόσφαιρα που πάγωνε και κατέρρεε ραγδαία). Κάτι ακόμα πιο αδιανόητο όμως, είναι ότι σε μια τέτοια ξαφνική και απίστευτη πτώση της θερμοκρασίας σε τέτοια νούμερα, κανένα άτομο δεν θα μπορούσε να επιβιώσει και μάλιστα να καταφέρνει να ενεργεί κατά βούληση, όπως κάνει ο Μπέντφορντ καθώς τρέχει προς το διαστημόπλοιο τα κρίσιμα λεπτά που ο Ήλιος δύει, και καταφέρνει οριακά να το ανοίξει και να μπει μέσα σε αυτό για να φύγει από τη Σελήνη. Απεναντίας μάλιστα, θα κατέρρεε και θα πέθαινε ακαριαία, ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα που το ατμοσφαιρικό αυτό χιόνι θα άρχιζε να πέφτει μπροστά του.

Προσαρμογές στην οθόνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βιβλίο έχει γυριστεί σε ταινία ή τηλεταινία τέσσερις φορές:

  • 1902 - A Trip to the Moon, βουβή ταινία, που συνδυάζει το Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη με τα βιβλία του Ιουλίου Βερν με παρόμοιο θέμα Από τη Γη στη Σελήνη και Γύρω από τη Σελήνη.
  • 1919 - The First Men in the Moon, βουβή ταινία, σε σκηνοθεσία Μπρους Γκόρντον.[5]
  • 1964 - First Men in the Moon, έγχρωμη ταινία, σε σκηνοθεσία Νέιθαν Γιουράν.
  • 2010 - The First Men in the Moon, τηλεταινία του BBC Four, σε σκηνοθεσία Μαρκ Γκάτις.
  1. Αν και η ακριβής σύνθεση του καβορίτη δεν αποκαλύπτεται στο έργο, υπονοείται ότι υποτίθεται ότι αποτελείται από ένα κράμα μετάλλων, μέσα στο οποίο προστίθεται ήλιο με απροσδιόριστα μέσα, ένα χημικό στοιχείο που είχε ανακαλυφθεί μόλις τριάντα χρόνια νωρίτερα, το 1868.
  2. Μια αντίστοιχη μυστικιστική διάχυτη αμφιβολία για την ταυτότητά του, εκφράζει και ο (ανώνυμος) αφηγητής στο μυθιστόρημα του Γουέλς Ο Πόλεμος των Κόσμων, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1898, τρία χρόνια νωρίτερα.
  1. «The first men in the moon by H. G. Wells | Open Library». Ανακτήθηκε στις 29  Αυγούστου 2023.
  2. McLean, S. (17 Απριλίου 2009). The Early Fiction of H.G. Wells: Fantasies of Science. ISBN 9780230236639. Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2018. 
  3. Crossley, Robert (1986). H.G. Wells. Wildside Press. pp. 50–51.
  4. Giblin, James (2000). The Century that was: Reflections on the Last One Hundred Years. Simon and Schuster. σελ. 8. ISBN 978-0-689-82281-0. I sent my travelers to the moon with gunpowder, something one sees every day. Where is Monsieur Wells' 'Cavorite'? Let him show it to me! 
  5. Robert Godwin, H.G. Wells: The First Men in the Moon: The Story of the 1919 Film, Apogee Space Books, ISBN 978-1926837-31-4.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]