Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ούστασε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ουστάσι)
Μονάδα των Ούστασε στο Σαράγεβο

Το Κροατικό Επαναστατικό Κίνημα των Ούστασε (Κροατικά: Ustaša - Hrvatski revolucionarni pokret), κοινώς γνωστή ως Ούστασε (Κροατικά: Ustaše), ήταν Κροατική φασιστική, ρατσιστική,[1] υπερεθνικιστική και τρομοκρατική οργάνωση[2], που έδρασε στην αρχική της μορφή, μεταξύ 1929 και 1945. Τα μέλη της δολοφόνησαν εκατοντάδες χιλιάδες Σέρβους, Εβραίους[3] και Ρομά καθώς και πολιτικούς αντιφρονούντες στη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου[4].

Η ιδεολογία του κινήματος ήταν ένας συνδυασμός φασισμού, Καθολικισμού και Κροατικού εθνικισμού[4]. Η Ούστασε υποστήριζε τη δημιουργία μιας Μεγάλης Κροατίας και πέραν του ποταμού Δρίνου, που θα εκτεινόταν μέχρι τα όρια του Βελιγραδίου[5]. Το κίνημα υπογράμμιζε την ανάγκη για μια φυλετικά «καθαρή» Κροατία και προωθούσε γενοκτονία εναντίον Σέρβων, Εβραίων και Ρομά και διώξεις αντιφασιστών ή αντιφρονούντων Κροατών και Βόσνιων Μουσουλμάνων. Η Ούστασε θεωρούσε τους Βόσνιους Μουσουλμάνους ως «Μουσουλμάνους Κροάτες» και ως εκ τούτου αυτοί δεν διώκονταν με βάση τη φυλή[6].

Φανατικά Ρωμαιοκαθολική η Ούστασε υποστήριζε τον Καθολικισμό και το Ισλάμ ως θρησκείες των Κροατών και των Βοσνίων (Μουσουλμάνων) και καταδίκαζε την Ορθοδοξία, που ήταν η κύρια θρησκεία των Σέρβων. Ο Καθολικισμός ταυτίστηκε με τον Κροατικό εθνικισμό[7], ενώ το Ισλάμ, που είχε πολλούς πιστούς στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, εγκωμιαζόταν από την Ούστασε ως θρησκεία που «διαφύλαξε καθαρό το αίμα των Κροατών»[8].

Όταν ιδρύθηκε το 1930[9] ήταν μια εθνικιστική οργάνωση που προσπάθησε να δημιουργήσει ένα ανεξάρτητο Κροατικό κράτος. Όταν η Ούστασε κατέλαβε την εξουσία στο Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας, ένα οιονεί προτεκτοράτο που ιδρύθηκε από τη Φασιστική Ιταλία και τη Ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η στρατιωτική της πτέρυγα έγινε ο Στρατός του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας και η πολιτοφυλακή της Ούστασε (Κροατικά: Ustaška vojnica).[4] Ωστόσο η Ούστασε δεν απέκτησε ποτέ μαζική υποστήριξη.[10]

Το κίνημα λειτουργούσε ως τρομοκρατική οργάνωση πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[4], αλλά τον Απρίλιο του 1941 διορίστηκε για να κυβερνήσει ένα τμήμα της κατεχόμενης από τον Άξονα Γιουγκοσλαβίας ως Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας (NDH), που έχει χαρακτηρισθεί από κοινού ιταλογερμανικό οιονεί προτεκτοράτο[11] και ως κράτος-μαριονέτα[12] της Ναζιστικής Γερμανίας [13][14][15][16]

Η κροατική λέξη ustaša (πληθυντικός: ustaše) κυριολεκτικά σημαίνει επαναστάτης και προέρχεται από το αμετάβατο ρήμα ustati (εξεγείρομαι). Η «Pučki-ustaša» (Γερμανικά: Landsturm) ήταν στρατιωτική τάξη της Αυτοκρατορικής Κροατικής Εθνοφυλακής (1868-1918). Ο ίδιος όρος ήταν το όνομα των κροατικών τρίτης κατηγορίας συνταγμάτων πεζικού (γερμανικά: Landsturm regiments) κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου 1914-1918[17]. Μια άλλη παραλλαγή της λέξης ustati είναι το ustanik (πληθυντικός: ustanici) που σημαίνει αντάρτες ή επαναστάτες. Το όνομα ustaša δεν είχε φασιστικές συνειρμούς κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας καθώς ο όρος ustat χρησιμοποιήθηκε στην Ερζεγοβίνη για να χαρακτηρίσει τους αντάρτες της εκεί εξέγερσης του 1875. Το πλήρες αρχικό όνομα της οργάνωσης εμφανίστηκε τον Απρίλιο του 1931 ως Ustaša – Hrvatska revolucionarna organizacija ή UHRO (Ούστασα - Κροατική Επαναστατική Οργάνωση). Το 1933 μετονομάστηκε σε Ustaša - Hrvatski revolucionarni pokret (Ούστασα - Κροατικό Επαναστατικό Κίνημα), όνομα που διατηρούσε μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο [4].

Οικογένεια Σέρβων δολοφονημένη μετά από επιδρομή της πολιτοφυλακής Ουστάσι, 1941.

Ιδεολογικές ρίζες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Φύρερ της Γερμανίας Αδόλφος Χίτλερ με τον Πάβελιτς στο Μπέργκχοφ έξω από το Μπέρχτεσγκαντεν της Γερμανίας. Η Ούστασε επηρεαζόταν όλο και περισσότερο από τον Ναζισμό μετά την ίδρυση του NDH το 1941.

Μια από τις σημαντικότερες ιδεολογικές επιρροές στον Κροατικό εθνικισμό της Ούστασε ήταν ο Κροάτης ακτιβιστής του 19ου αιώνα Άντε Στάρτσεβιτς, υποστηρικτής της Κροατικής ενότητας και ανεξαρτησίας, με απόψεις τόσο κατά των Αψβούργων όσο και κατά των Σέρβων.[6]

Οραματιζόταν τη δημιουργία μιας Μεγάλης Κροατίας που θα περιλάμβανε εδάφη που κατοικούνταν από Βόσνιους Μουσουλμάνους, Σέρβους και Σλοβένους, θεωρώντας ότι οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι και οι Σέρβοι ήταν Κροάτες, που είχαν προσηλυτιστεί στο Ισλάμ και την Ορθοδοξία, ενώ οι Σλοβένοι θεωρούνταν «ορεσίβιοι Κροάτες». Ο Στάρτσεβιτς ισχυριζόταν ότι η μεγάλη παρουσία Σέρβων σε εδάφη που διεκδικούσε η Μεγάλη Κροατία ήταν το αποτέλεσμα πρόσφατου εποικισμού, που ενθάρρυναν οι ηγεμόνες των Αψβούργων και της εισροής ομάδων όπως οι Βλάχοι που ασπάστηκαν την την Ορθοδοξία και αυτοπροσδιορίζονταν ως Σέρβοι. Ο Στάρτσεβιτς θαύμαζε τους Βόσνιους Μουσουλμάνους επειδή, κατά την άποψή του, ήταν Κροάτες που είχαν ασπασθεί το Ισλάμ για να διατηρήσουν την οικονομική και πολιτική αυτονομία της Βοσνίας και της Κροατίας υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας[18][19].

Η Ούστασε χρησιμοποίησε τις θεωρίες του Στάρτσεβιτς για να προωθήσει την προσάρτηση της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης στην Κροατία και αναγνώρισε την Κροατία ως έχουσα δύο μεγάλες εθνοπολιτιστικές συνιστώσες: τους Καθολικούς και τους Μουσουλμάνους[6] και προσπάθησε να τον εμφανίσει ως συνδεόμενο με τις απόψεις της.[20]

Η Ούστασε προώθησε τις θεωρίες του Δρ Μίλαν Σούφλαϊ, που πιστεύεται ότι υποστήριζε ότι η Κροατία ήταν «ένας από τους ισχυρότερους προμαχώνες του Δυτικού πολιτισμού για πολλούς αιώνες», θέση που ισχυριζόταν ότι είχε χαθεί λόγω της ένωσής της με τη Σερβία όταν το έθνος της Γιουγκοσλαβίας δημιουργήθηκε το 1918.[21] Ο Σούφλαϊ σκοτώθηκε στο Ζάγκρεμπ το 1931 από υποστηρικτές της κυβέρνησης.[22] [23] [24]

Η Ούστασε δέχτηκε τη θεωρία του 1935 ενός φραγκισκανού μοναχού, τον πατέρα Κρύνοσλαβ Ντραγκάνοβιτς, που υποστήριζε ότι πολλοί Καθολικοί στη νότια Ερζεγοβίνη είχαν προσηλυτιστεί στην Ορθοδοξία τον 16ο και τον 17ο αιώνα, προκειμένου να δικαιολογήσει μια πολιτική βίαιου προσηλυτισμού των Ορθόδοξων Χριστιανών της περιοχής στον Καθολικισμό.[25]

Η Ούστασε επηρεάστηκε έντονα από τον ναζισμό και τον φασισμό. Η θέση του Πάβελιτς ως Πόγκλαβνικ βασίστηκε στις παρόμοιες θέσεις του Ντούτσε που κατείχε ο Μπενίτο Μουσολίνι και του Φύρερ που κατείχε ο Αδόλφος Χίτλερ[8]. Η Ούστασε, όπως και οι φασίστες, υποστήριζε μια κορπορατιστική οικονομία.[26][27] Στον Πάβελιτς και την Ούστασε χορηγήθηκε άσυλο στην Ιταλία από τον Μουσολίνι μετά την εξόρισή τους από τη Γιουγκοσλαβία. Ο Πάβελιτς ήταν από το 1927 σε διαπραγματεύσεις με τη φασιστική Ιταλία, που περιλάμβαναν το αίτημα μιας ανταλλαγής εδάφους με κυριαρχία, με την οποία θα ανεχόταν να προσαρτήσει η Ιταλία την περιοχή που διεκδικούσε στη Δαλματία με αντάλλαγμα να υποστηρίξει την κυριαρχία μιας ανεξάρτητης Κροατίας.[6]

Η στήριξη του Μουσολίνι στην Ούστασε βασιζόταν σε ρεαλιστικές εκτιμήσεις, όπως η μεγιστοποίηση της ιταλικής επιρροής στα Βαλκάνια. Μετά το 1937, με την αποδυνάμωση της γαλλικής επιρροής στην Ευρώπη μετά την επαναστρατικοποίηση της Ρηνανία από τη Γερμανία και την άνοδο μιας οιονεί-φασιστικής κυβέρνησης στη Γιουγκοσλαβία υπό τον Μίλαν Στογιαντίνοβιτς, ο Μουσολίνι εγκατέλειψε την υποστήριξη της Ούστασε από το 1937-39 και προσπάθησε να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Γιουγκοσλαβία, φοβούμενος ότι η συνεχιζόμενη εχθρότητα προς τη Γιουγκοσλαβία θα είχε ως αποτέλεσμα η τελευταία να εισέλθει στη σφαίρα επιρροής της Γερμανίας[28]

Η κατάρρευση του οιονεί-φασιστικού καθεστώτος Στογιαντίνοβιτς οδήγησε στην αποκατάσταση της υποστήριξης της Ιταλίας προς την Ούστασε, σκοπός της οποίας ήταν η δημιουργία μιας ανεξάρτητης Κροατίας σε προσωπική ένωση με την Ιταλία.[28] Ωστόσο η δυσπιστία της Ούστασε μεγάλωνε. Ο γαμπρός του Μουσολίνι και Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Κόμης Γκαλεάτσο Τσιάνο, σημείωνε στο ημερολόγιό του ότι «ο Ντούτσε είναι αγανακτισμένος με τον Πάβελιτς, επειδή ισχυρίζεται ότι οι Κροάτες είναι απόγονοι των Γότθων, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα να τους φέρει στη γερμανική τροχιά [29]

Η Ναζιστική Γερμανία δεν υποστήριξε αρχικά μια ανεξάρτητη Κροατία ούτε την Ούστασε, με τον Χίτλερ να υπογραμμίζει τη σημασία μιας «ισχυρής και ενωμένης Γιουγκοσλαβίας»[28] Οι Ναζί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Χέρμαν Γκαίρινγκ, ήθελαν τη Γιουγκοσλαβία σταθερή και επίσημα ουδέτερη κατά τη διάρκεια του πολέμου, ώστε η Γερμανία να μπορέσει να συνεχίσει να αποσπά με ασφάλεια τις εξαγωγές πρώτων υλών της Γιουγκοσλαβίας. Οι Ναζί ήταν δυσαρεστημένοι με την Ούστασε, μεταξύ αυτών και ο Χάινριχ Χίμλερ, Ανώτατος Αρχηγός (Reichsführer) των Ες - Ες, από την έλλειψη πλήρους συμμόρφωσης του NDH στην ημερήσια διάταξη των Ναζί για εξόντωση των Εβραίων, καθώς η Ούστασε επέτρεπε στους Εβραίους που ασπάζονταν τον Καθολικισμό να αναγνωρίζονται ως «επίτιμοι Κροάτες», απαλλασσόμενοι έτσι από τις διώξεις[6].

Πολιτικό πρόγραμμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1932 ένα δημοσίευμα στο πρώτο τεύχος της εφημερίδας Ούστασε, υπογεγραμμένο από τον αρχηγό της οργάνωσης Aντε Πάβελιτς, διακήρυξε ότι η βία και ο τρόμος θα είναι το βασικό μέσο για την επίτευξη των στόχων της Ούστασε:[30]

Το 1933 η Ούστασε παρουσίασε τις «Δεκαεπτά Αρχές» που αποτέλεσαν την επίσημη ιδεολογία του κινήματος. Οι Αρχές ανέφεραν τη μοναδικότητα του Κροατικού έθνους, προέτασσαν τα συλλογικά δικαιώματα των ατομικών δικαιωμάτων και διακήρυτταν ότι οι άνθρωποι που δεν ήταν Κροάτες εξ αίματος θα αποκλείονταν από την πολιτική ζωή[6]

Εκείνοι που θεωρούντο «ανεπιθύμητοι» υποβάλλονταν σε μαζική δολοφονία[31]. Αυτές οι αρχές απαιτούσαν τη δημιουργία ενός νέου οικονομικού συστήματος, που δεν θα ήταν ούτε καπιταλιστικό ούτε κομμουνιστικό και υπογράμμιζαν τη σημασία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της πατριαρχικής οικογένειας ως μέσων διατήρησης της κοινωνικής τάξης και ηθικής[6] (Το όνομα που δίνεται από τους σύγχρονος ιστορικός σ 'αυτή τη συγκεκριμένη πτυχή της ιδεολογίας της Ούστασε ποικίλλει: «εθνικός καθολικισμός», «πολιτικός καθολικισμός» και «καθολικός κροατισμός» 33 έχουν προταθεί μεταξύ άλλων.) Στην εξουσία η Ούστασε απαγόρευσε την αντισύλληψη και αυστηροποίησε τους νόμους κατά της βλασφημίας.[32]

Η Ούστασε δεχόταν ότι οι Κροάτες είναι μέρος της Δειναρικής φυλής[33], αλλά απέρριπταν την ιδέα ότι οι είναι κυρίως Σλάβοι, ισχυριζόμενοι ότι έχουν κυρίως από τις γερμανικές ρίζες από τους Γότθους[34]. Η Ούστασε πίστευε ότι μια κυβέρνηση πρέπει κανονικά να είναι ισχυρή και αυταρχική. Το κίνημα ήταν αντίθετο με την κοινοβουλευτική δημοκρατία επειδή είναι «διεφθαρμένη» και με τον Μαρξισμό και τον Μπολσεβικισμό για τις παρεμβάσεις τους στην οικογενειακή ζωή και την οικονομία και για τον υλισμό τους. Η Ούστασε θεωρούσε τα ανταγωνιστικά πολιτικά κόμματα και τα εκλεγμένα κοινοβούλια επιβλαβή για τα δικά της συμφέροντα[35].

Η Ούστασε αναγνώριζε τόσο τον Ρωμαιοκαθολικισμό όσο και το Ισλάμ ως εθνικές θρησκείες του λαού της Κροατίας, αλλά απέρριπτε αρχικά την Ορθοδοξία ως ασυμβίβαστη με τους στόχους της.[21] Αν και έδινε έμφαση σε θρησκευτικά θέματα, τόνιζε ότι το καθήκον προς το έθνος υπερέχει έναντι του θρησκευτικού[36].

Στην εξουσία η Ούστασε απαγόρευσε τη χρήση του όρου «Σερβική Ορθόδοξη πίστη», απαιτώντας αντί αυτού την «Ελληνοανατολική πίστη»[37]. Η Ούστασε προσηλύτισε βίαια πολλούς Ορθόδοξους στον Καθολικισμό, δολοφόνησε και εκτόπισε το 85% των Ορθοδόξων ιερέων και λεηλάτησε και έκαψε πολλές Ορθόδοξες Χριστιανικές εκκλησίες.[38] Η Ούστασε επίσης άσκησε διώξεις στους Παλαιοκαθολικούς που δεν αναγνώριζαν το παπικό αλάθητο[39]. Στις 2 Ιουλίου 1942 ιδρύθηκε η Κροατική Ορθόδοξη Εκκλησία, ως ένα ακόμη μέσο για την καταστροφή της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αυτή η νέα Εκκλησία απέκτησε πολύ λίγους οπαδούς[40].

Ενώ η αρχική εστίαση ήταν εναντίον των Σέρβων, καθώς η Ούστασε πλησίαζε περισσότερο τους Ναζί υιοθέτησε τον αντισημιτισμό.[41] Το 1936, στο «Κροατικό Ζήτημα», ο Άντε Πάβελιτς τοποθετούσε τους Εβραίους στην τρίτη θέση μεταξύ των «Εχθρών των Κροατών» (μετά τους Σέρβους και τους Ελευθεροτέκτονες, αλλά πριν από τους Κομμουνιστές): γράφοντας:[42]

Μόλις βρέθηκε στην εξουσία η Ούστασε εισήγαγε αμέσως μια σειρά φυλετικών νόμων ναζιστικού τύπου, έστειλε τους περισσότερους Εβραίους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ναζιστικά και δικά της, όπως το περιβόητο (δικό της) Γιασένοβατς, όπου όλοι σχεδόν, 32.000 Εβραίοι ή το 80% του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, εξοντώθηκαν.[43]

Η Ούστασε έθετε όρους στους Μουσουλμάνους για την απόκτηση κροατικής ιθαγένειας, όπως υποστηρίζοντας ότι ένας Μουσουλμάνος που υποστήριζε τη Γιουγκοσλαβία δεν θεωρείτο Κροάτης ούτε πολίτης, αλλά αντίθετα «Μουσουλμάνος Σέρβος», που θα στερείτο ιδιοκτησίας και θα φυλακιζόταν. Η Ούστασε υποστήριζε ότι τέτοιοι «Μουσουλμάνοι Σέρβοι» έπρεπε να αποκτήσουν καθεστώς Κροάτη. Ασκούσε διώξεις στους Εβραίους που ασκούσαν τον Ιουδαϊσμό αλλά ενέκριναν τη αναγνώριση ως Κροατών πολιτών Εβραίων προσηλυτισμένων στον Καθολικισμό και την απόδοση σε αυτούς επίτιμης Άριας ιθαγένειας, που τους επέτρεπε να αποκατασταθούν στις θέσεις εργασίας από τις οποίες είχαν προηγουμένως απολυθεί[36]. Αφού αποστέρησε τους Εβραίους από τα πολιτικά τους η Ούστασε επέτρεψε σε κάποιους να υποβάλουν αίτηση για δικαιώματα ως Άριων μέσω δωροδοκίας ή / και μέσω σχέσεων με εξέχοντες Ούστασε. Η όλη διαδικασία ήταν εξαιρετικά αυθαίρετη. Μόνο το 2% των Εβραίων του Ζάγκρεμπ είχαν λάβει Άρια δικαιώματα για παράδειγμα. Επίσης τα δικαιώματα των Αρίων δεν εξασφάλιζαν μόνιμη προστασία από την αποστολή τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή άλλες διώξεις [44].

Από οικονομική άποψη η Ούστασε υποστήριζε τη δημιουργία μιας κορπορατιστικής οικονομίας[35].[32][45] Το κίνημα πίστευε ότι τα δικαιώματα των φυσικών προσώπων υφίσταντο μόνο στην ιδιοκτησία των μικρής κλίμακας μέσων παραγωγής, εκτός του κρατικού ελέγχο. Ο ένοπλος αγώνας, η εκδίκηση και η τρομοκρατία αποθεώνονταν από την Ούστασε [35].

Η Ούστασε εισήγαγε εκτεταμένα μέτρα, των οποίων έπεσαν θύματα πολλοί Κροάτες οι ίδιοι. Ο Γιόζο Τομάσεβιτς στο βιβλίο του Πόλεμος και Επανάσταση στη Γιουγκοσλαβία: 1941-1945 αναφέρει ότι «ποτέ πριν στην ιστορία οι Κροάτες δεν είχαν εκτεθεί σε τέτοια νομιμοποιημένη διοικητική, αστυνομική και δικαστική βία και κακοποίηση όπως κατά τη διάρκεια του καθεστώτος της Ούστασε». Τα διατάγματα που θέσπισε το καθεστώς αποτέλεσαν τη βάση που του επέτρεπε να απαλλαγεί από όλους τους ανεπιθύμητους υπαλλήλους της κρατικής και τοπικής κυβέρνησης και των κρατικών επιχειρήσεων, ενώ οι «ανεπιθύμητοι» ήταν όλοι οι Εβραίοι, Σέρβοι και Κροάτες της Γιουγκοσλαβίας, που απολύθηκαν όλοι εκτός από μερικούς που θεωρήθηκε ότι χρειαζόταν ειδικά η κυβέρνηση. Αυτό άφηνε πολλές θέσεις εργασίας για να καλυφθούν από τους υποστηρικτές της Ούστασε και συνοδοιπόρους της και οδήγησε στην πλήρωση κυβερνητικών θέσεων από άτομα χωρίς επαγγελματικά προσόντα[46].

Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Οκτώβριο του 1928, μετά τη δολοφονία του Κροάτη πολιτικού ηγέτη Στιέπαν Ράντιτς, Πρόεδρου του Κροατικού Αγροτικού Κόμματος στη Γιουγκοσλαβική Εθνοσυνέλευση, από τον ριζοσπάστη Μαυροβούνιο πολιτικό Πούνισα Ράσιτς, ιδρύθηκε από τον Μπράνιμιρ Γέλιτς στο Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ μια νεολαιίστικη οργάνωση με την ονομασία Κροατικό Κίνημα Νεολαίας. Ένα χρόνο αργότερα ο Άντε Πάβελιτς προσκλήθηκε από τον 21χρονο Γέλιτς στην οργάνωση ως νέο μέλος. Ένα συγγενές κίνημα, το Domobranski Pokret - που ήταν το όνομα του νόμιμου Κροατικού στρατού της Αυστροουγγαρίας - ξεκίνησε τη δημοσίευση της Hrvatski Domobran, εφημερίδας αφιερωμένης στα κροατικά εθνικά θέματα. Οι Ούστασε έστελναν τη Hrvatski Domobran στις Ηνωμένες Πολιτείες για να λάβουν την υποστήριξή των Κροατοαμερικανών.[47] Η οργάνωση μέσω του Domobran προσπάθησε να διεισδύσει στους μετριοπαθείς Κροάτες και να τους ριζοσπαστικοποιήσει, χρησιμοποιώντας τη δολοφονία του Ράντιτς για να διεγείρει το συναίσθημά τους μέσα στη διαιρεμένη χώρα. Το 1929 είχαν διαμορφωθεί δύο αποκλίνοντα κροατικά πολιτικά ρεύματα: εκείνοι που υποστήριζαν την άποψη του Πάβελιτς ότι μόνο η βία θα μπορούσε να εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα της Κροατίας και το Κροατικό Αγροτικό Κόμμα, υπό τον Βλάτκο Μάτσεκ, διάδοχο τουΣτιέπαν Ράντιτς,[35] που είχε πολύ μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ των Κροατών.

Διάφορα μέλη του Κροατικού Κόμματος των Δικαιωμάτων συμμετείχαν στη συγγραφή του Domobran, μέχρι τα Χριστούγεννα το 1928, όταν η εφημερίδα απαγορεύτηκε από τις αρχές του Βασίλειου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Τον Ιανουάριο του 1929 ο βασιλιάς απαγόρευσε όλα τα εθνικά κόμματα[48] και η ριζοσπαστική πτέρυγα του Κόμματος των Δικαιωμάτων εξορίστηκε, συμπεριλαμβανομένων των Πάβελιτς, Γέλιτς και Γκούσταβ Πέρτσετς. Σε αυτή την ομάδα συμμετείχαν αργότερα αρκετοί άλλοι εξόριστοι Κροάτες. Στις 20 Απριλίου 1929 ο Πάβελιτς και άλλοι συνυπέγραψαν μια διακήρυξη στη Σόφια της Βουλγαρίας με μέλη της Μακεδονικής Εθνικής Επιτροπής, υποστηρίζοντας ότι θα ασκούσαν «τις νόμιμες τους δραστηριότητες για την εδραίωση των ανθρωπίνων και εθνικών δικαιωμάτων, την πολιτική ελευθερία και την πλήρη ανεξαρτησία τόσο της Κροατίας όσο και της Μακεδονίας». Το Δικαστήριο Κρατικής Ασφάλειας στο Βελιγράδι καταδίκασε τον Πάβελιτς και τον Πέρτσετς σε θάνατο στις 17 Ιουλίου 1929.

Οι εξόριστοι άρχισαν να οργανώνουν την υποστήριξη της υπόθεσής τους μεταξύ της Κροατικής διασποράς στην Ευρώπη, καθώς και στη Βόρεια και τη Νότια Αμερική. Τον Ιανουάριο του 1932 ονόμασαν την επαναστατική τους οργάνωση «Ούστασα». Οι Ούστασε πραγματοποιούσαν τρομοκρατικές πράξεις, για να προκαλέσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ζημιά στη Γιουγκοσλαβία. Από τα στρατόπεδα εκπαίδευσής τους στη φασιστική Ιταλία και την Ουγγαρία, τοποθετούσαν ωρολογιακές βόμβες σε διεθνή τρένα με προορισμό τη Γιουγκοσλαβία, προκαλώντας θανάτους και υλικές ζημιές[49]. Τον Νοέμβριο του 1932 δέκα Ούστασε, υπό τον Άντριγια Αρτούκοβιτς και υποστηριζόμενοι από τέσσερις ντόπιους συμπαθούντες, επιτέθηκαν σε φυλακή στο Μπρούσανι στην περιοχή Λίκα / Βέλεμπιτ, σε προφανή προσπάθεια εκφοβισμού των Γιουγκοσλαβικών αρχών. Το περιστατικό αναφέρεται και ως «εξέγερση του Βέλεμπιτ».

Δολοφονία του Βασιλιά Αλέξανδρου Α΄

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πιο γνωστή τρομοκρατική πράξη των Ούστασε έγινε στις 9 Οκτωβρίου 1934, όταν, σε συνεργασία με την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ), δολοφόνησαν τον Βασιλιά Αλέξανδρο Α΄ της Γιουγκοσλαβίας. Ο δράστης, Βούλγαρος μισθοφόρος, Βλάντο Τσερνοζέμσκι, σκοτώθηκε από τη Γαλλική αστυνομία [50]. Τρία μέλη της Ούστασε που περίμεναν σε τρία διαφορετικά σημεία για τον βασιλιά - οι Μίγιο Κραλ, Zβόνιμιρ Πόπισιλ και Mίλαν Ράγιτς - συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη από Γαλλικό δικαστήριο[51].

Ο Άντε Πάβελιτς, μαζί με τον Έουγκεν Kβάτερνικ και τον Iβάν Πέρτσεβιτς, καταδικάστηκαν στη συνέχεια σε θάνατο ερήμην από Γαλλικό δικαστήριο, ως πραγματικοί οργανωτές της δολοφονίας. Οι Ούστασε πίστευαν ότι η δολοφονία του Βασιλιά Αλεξάνδρου είχε «σπάσει πραγματικά τη σπονδυλική στήλη της Γιουγκοσλαβίας» και ότι ήταν το «σημαντικότερο επίτευγμα» τους [50].

Λίγο μετά τη δολοφονία όλες οι οργανώσεις που σχετίζονταν με την Ούστασε καθώς και το Hrvatski Domobran, που συνέχισε ως πολιτική οργάνωση, απαγορεύτηκαν σε όλη την Ευρώπη. Υπό την πίεση της Γαλλίας η Ιταλική αστυνομία συνέλαβε τον Πάβελιτς και αρκετούς εξόριστους Ούστασε τον Οκτώβριο του 1934. Ο Πάβελιτς φυλακίστηκε στο Τορίνο και απελευθερώθηκε τον Μάρτιο του 1936. Αφού συναντήθηκε με τον Eουγκεν Kβάτερνικ, δήλωσε ότι η δολοφονία ήταν «η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι Σέρβοι». Όντας στη φυλακή ο Πάβελιτς ενημερώθηκε για τις εκλογές του 1935 στη Γιουγκοσλαβία, που τις κέρδισε ο συνασπισμός με επικεφαλής τον Κροάτη Βλάντκο Μάτσεκ και δήλωσε ότι η νίκη του ενισχύθηκε από τη δραστηριότητα των Ούστασε. Στα μέσα της δεκαετίας του '30 άρχισαν να εμφανίζονται στους δρόμους του Ζάγκρεμπ γκράφιτι με τα αρχικά ŽAP που σημαίνει «Ζήτω ο Άντε Πάβελιτς» (Κροατικά: Živio Ante Pavelić), κατά τη δεκαετία του 1930 αναπτύχθηκε ένα σχίσμα μεταξύ των μελών Ούστασε «του εσωτερικού», που παρέμειναν στην Κροατία και τη Βοσνία για να πολεμήσουν εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και των «εμιγκρέδων» Ούστασε που είχαν πάει στο εξωτερικό. Οι «εμιγκρέδες» Ούστασε, που είχαν πολύ χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, θεωρούντο βίαιοι, αγράμματοι και φανατικοί από τους Ούστασε «του εσωτερικού», ενώ οι Ούστασε «του εσωτερικού» απορρίπτονταν ως «μαλακοί» από τους «εμιγκρέδες» που θεωρούσαν εαυτούς «πολεμιστές -ελίτ».[52]

Μετά τον Μάρτιο του 1937, όταν η Ιταλία και η Γιουγκοσλαβία υπέγραψαν σύμφωνο φιλίας, απαγορεύτηκε η Ούστασε και οι δραστηριότητές της, γεγονός που προσέλκυσε την προσοχή νεαρών Κροατών, ιδιαίτερα φοιτητών, που έγιναν συμπαθούντες ή μέλη. Το 1936 η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση προσέφερε αμνηστία στους Ούστασε του εξωτερικού, υπό τον όρο να υποσχεθούν να αποκηρύξουν τη βία. Πολλοί από τους «εμιγκρέδες» αποδέχτηκαν την αμνηστία και επέστρεψαν στην πατρίδα για να συνεχίσουν τον αγώνα.[53] Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 η Ούστασε άρχισε να διεισδύει στις παραστρατιωτικές οργανώσεις του Κροατικού Αγροτικού Κόμματος, της Κροατικής Αμυντικής Δύναμης και του Αγροτικού Πολιτικού Κόμματος. Στο Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ μια φοιτητική οργάνωση συνδεδεμένη με την Ούστασε έγινε η μεγαλύτερη μεμονωμένη οργάνωση φοιτητών το 1939.[54] Τον Φεβρουάριο του 1939 δύο αποφυλακισθέντες, ο Μίλε Μπούντακ και ο Ιβαν Ορσανιτς, εξέδωσαν το Hrvatski narod (Κροατικό έθνος), περιοδικό που υποστήριζε την Ούστασε.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Δυνάμεις του Άξονα εισέβαλαν στη Γιουγκοσλαβία στις 6 Απριλίου 1941. Ο Βλάντκο Μάτσεκ, ηγέτης του Κροατικού Αγροτικού Κόμματος (HSS), που ήταν τότε το μεγαλύτερο κόμμα στην Κροατία, απέρριψε την προσφορά των Γερμανών να ηγηθεί της νέας κυβέρνησης. Στις 10 Απριλίου ο ανώτερος Ούστασε του εσωτερικού, Σλάβκο Kβάτερνικ, ανέλαβε τον έλεγχο της αστυνομίας στο Ζάγκρεμπ και την ίδια μέρα από μια ραδιοφωνική εκπομπή διακήρυξε τη δημιουργία του Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας (Nezavisna Država Hrvatska, NDH). Το όνομα του κράτους ήταν μια προσπάθεια κεφαλαιοποίησης του Κροατικού αγώνα για ανεξαρτησία. Ο Μάτσεκ εξέδωσε μια δήλωση εκείνη την ημέρα, καλώντας όλους τους Κροάτες να συνεργαστούν με τις νέες αρχές[55]. Στην κορυφή της διοίκησης ήταν. Ο Άντε Πάβελιτς διορίστηκε ως αρχηγός του κράτους της Κροατίας, αφού ο Αδόλφος Χίτλερ είχε αποδεχθεί τη σχετική πρόταση του Μπενίτο Μουσολίνι στις 10 Απριλίου 1941. Η Κροατική Εθνοφρουρά ήταν οι ένοπλες δυνάμεις της Κροατίας, ενώ στη συνέχεια συγχωνεύθηκε στις Κροατικές Ένοπλες Δυνάμεις [56]

Moνάδα των Ούστασε στο Σαράγεβο

Εν τω μεταξύ ο Πάβελιτς και αρκετές εκατοντάδες Ούστασε εγκατέλειψαν τα στρατόπεδα τους στην Ιταλία για το Ζάγκρεμπ, όπου ανακήρυξε νέα κυβέρνηση στις 16 Απριλίου 1941.[6] Εδωσε ο ίδιος στον εαυτό του τον τίτλο του «Πογκλάβνικ» - Κροατικό ανάλογο του «Φύρερ». Το Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας κηρύχθηκε στα Κροατικά «εθνοτικά και ιστορικά εδάφη»[57], τη σημερινή Δημοκρατία της Κροατίας (χωρίς την Ίστρια), τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, τη Σύρμια και τον Κόλπο του Κότορ. Ωστόσο, λίγες μέρες μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, οι Ούστασε αναγκάστηκαν[6] να υπογράψουν τη Συνθήκη της Ρώμης, με την οποία παρέδωσαν στην Ιταλία τμήμα της Δαλματίας, τα νησιά Κρκ, Ραμπ, Κόρτσουλα, Σόλτα, Μλιετ και Τσιόβο και το Μπίογκραντ, το Σίμπενικ, το Σπλιτ και τμήμα του Kόναβλε και του Κόλπου του Kότορ. Ο de facto έλεγχος αυτών των εδαφών ποίκιλε στο μεγαλύτερο μέρος του πολέμου, καθώς οι Παρτιζάνοι ενισχύονταν, ενώ οι Γερμανοί και οι Ιταλοί ασκούσαν όλο και περισσότερο άμεσο έλεγχο στις περιοχές που τους ενδιέφεραν. Οι Γερμανοί και οι Ιταλοί χώρισαν το Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας σε δύο ζώνες επιρροής, μία στη νοτιοδυτική που ελέγχονταν από τους Ιταλούς και μια άλλη στα βορειοανατολικά που ελέγχονταν από τους Γερμανούς. Για τον λόγο αυτό το Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας έχει περιγραφεί ως «ιταλογερμανικό οιονεί προτεκτοράτο». Τον Σεπτέμβριο του 1943, μετά την ιταλική συνθηκολόγηση, το Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας προσάρτησε ολόκληρη την περιοχή, που είχε αποδοθεί την Ιταλία σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ρώμης[58].

Πολιτοφυλακή των Ούστασε

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Συνάντηση στη Βοσνία μεταξύ εκπροσώπων των Τσέτνικ και αξιωματούχων του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας (συμπεριλαμβανομένων της Πολιτοφυλακής των Ούστασε και της Κροατικής Εθνοφρουράς)

Ο Στρατός της Ανεξάρτητης Πολιτείας της Κροατίας απαρτιζόταν από στρατολογημένους που δεν συμμετείχαν στις δραστηριότητες των Ούστασε. Η Πολιτοφυλακή των Ούστασε οργανώθηκε το 1941 σε 5 (αργότερα 15) τάγματα 700 ανδρών, δύο τάγματα ασφαλείας σιδηροδρόμων και την επίλεκτη Μαύρη Λεγεώνα και το Τάγμα Σωματοφυλακής του Πογκλάβνικ (αργότερα Ταξιαρχία).[59]

Στις 27 Απριλίου 1941 μια νεοσυσταθείσα μονάδα του στρατού της Ούστασε σκότωσε μέλη της Σερβικής κοινότητας Γκούντοβατς, κοντά στο Μπιέλοβαρ. Τελικά όλοι όσοι ήταν αντίθετοι και / ή απειλούσαν τους Ούστασε τέθηκαν εκτός νόμου. Το HSS απαγορεύτηκε στις 11 Ιουνίου 1941, σε μια προσπάθεια της Ούστασε να πάρει τη θέση του ως κύριος εκπρόσωπος της Κροατικής αγροτιάς. Ο Βλάντκο Μάτσεκ εστάλη στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γιασένοβατς, αλλά αργότερα απελευθερώθηκε για να εκτίσει ποινή φυλάκισης λόγω της δημοτικότητάς του μεταξύ του λαού. Ο Μάτσεκ κλήθηκε αργότερα από ξένους να πάρει θέση και να αντιταχθεί στην κυβέρνηση Πάβελιτς, αλλά αρνήθηκε. Στις αρχές του 1941 Εβραίοι και Σέρβοι διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν ορισμένες περιοχές του Ζάγκρεμπ[60][61]

Ο Πάβελιτς συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Αδόλφο Χίτλερ στις 6 Ιουνίου 1941. Ο Mίλε Μπούντακ, τότε υπουργός στην κυβέρνηση Πάβελιτς, διακήρυξε δημόσια τη βίαιη φυλετική πολιτική του κράτους στις 22 Ιουλίου 1941. Ο Βιέκοσλαβ «Mαξ» Λούμπουριτς, αρχηγός της μυστικής αστυνομίας, άρχισε το καλοκαίρι του ίδιου έτους να κατασκευάζει στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι δραστηριότητες των Ούστασε σε χωριά πέρα ​​από τις Δειναρικές Άλπεις έκαναν τους Ιταλούς και τους Γερμανούς να εκφράσουν την ανησυχία τους. Σύμφωνα με τον συγγραφέα / ιστορικό Σρτζα Tρίφκοβιτς, ήδη από τις 10 Ιουλίου 1941 ο Στρατηγός της Βέρμαχτ Εντμουντ Γκλάιζε φον Χορστενάου ανέφερε τα ακόλουθα στη Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση, την Oberkommando der Wehrmacht (OKW):[62][63]

Ο ιστορικός Τζόναθαν Στέινμπεργκ περιγράφει τα εγκλήματα της Ούστασε εναντίον Σέρβων και Εβραίων πολιτών: « Οι Σέρβοι και οι Εβραίοι άντρες, γυναίκες και παιδιά κυνηγήθηκαν κυριολεκτικά μέχρι θανάτου». Αναφερόμενος στις φωτογραφίες των εγκλημάτων της Ούστασε που τράβηξαν οι Ιταλοί, ο Στέϊνμπεργκ γράφει: «Υπάρχουν φωτογραφίες Σέρβων γυναικών με στήθη χαραγμένα από κουζινομάχαιρα, ανδρών με τα μάτια εξορυγμένα, ευνουχισμένων και ακρωτηριασμένων».[64]

Μια αναφορά της Γκεστάπο προς τον Διοικητή των Ες-Ες Χάινριχ Χίμλερ, με ημερομηνία 17 Φεβρουαρίου 1942, καταγράφει:

Η αυξημένη δραστηριότητα των [ανταρτικών] ομάδων οφείλεται κυρίως στις φρικαλεότητες που διαπράττονται από μονάδες των Ούστασε στην Κροατία ενάντια στον Ορθόδοξο πληθυσμό. Οι Ούστασε ενεργούν με κτηνώδη τρόπο όχι μόνο εναντίον αντρών στρατεύσιμης ηλικίας, αλλά κυρίως εναντίον αβοήθητων ηλικιωμένων, γυναικών και παιδιών. Ο αριθμός των Ορθοδόξων που οι Κροάτες έχουν σφαγιάσει και σαδιστικά βασανίσει μέχρι θανάτου είναι περίπου τριακόσιες χιλιάδες[65].

Τον Σεπτέμβριο του 1942 σχηματίστηκε μια Αμυντική Ταξιαρχία των Ούστασε και το 1943 τα τάγματά τους αναδιοργανώθηκαν σε οκτώ ταξιαρχίες των τεσσάρων ταγμάτων (1η-8η)[66] Το 1943 οι Γερμανοί υπέστησαν μεγάλες απώλειες στο Ανατολικό Μέτωπο και οι Ιταλοί υπέγραψαν ανακωχή με τους Συμμάχους, αφήνοντας πίσω τους σημαντικές ποσότητες όπλων που έμελλαν να χρησιμοποιήσουν οι Παρτιζάνοι.

Ούστασα μεταμφιεσμένος σε γυναίκα, συλληφθείς από τους Παρτιζάνους της 6ης Ταξιαρχίας της Κράινα

Το 1944 ο Πάβελιτς βασιζόταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στις μονάδες των Ούστασε, πλέον ισχύος 100.000, συγκροτημένες στις Ταξιαρχίες 1 έως 20, τις Ταξιαρχίες Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων 21-24, τρεις μεραρχίες, δύο σιδηροδρομικές ταξιαρχίες, μία αμυντική ταξιαρχία και τη νέα Κινητή Ταξιαρχία. Τον Νοέμβριο του 1944 ο στρατός τέθηκε ουσιαστικά υπό τον έλεγχο Ούστασε όταν οι ένοπλες δυνάμεις του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας συνενώθηκαν με τις μονάδες τους για να σχηματίσουν 18 μεραρχίες, από τις οποίες 13 πεζικού, δύο ορεινές, δύο επιθετικές και μία εφεδρική, καθεμιά με το δικό της πυροβολικό και άλλες μονάδες υποστήριξης. Υπήρχαν αρκετές θωρακισμένες μονάδες[59].

Οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν για λίγο μετά την επίσημη παράδοση της Γερμανικής Στρατιάς Ε στις 9 Μαΐου 1945, καθώς ο Πάβελιτς διέταξε τις δυνάμεις του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας να προσπαθήσουν να διαφύγουν στην Αυστρία μαζί με πολλούς πολίτες. Η Μάχη της Πολιάνα, μεταξύ μιας μικτής φάλαγγας Γερμανών και Ούστασε και μιας δύναμης Παρτιζάνων, ήταν η τελευταία μάχη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος. Οι περισσότεροι από τους φυγάδες, συμπεριλαμβανομένων τόσο Ούστασε όσο και πολιτών, παραδόθηκαν στους Παρτιζάνους στο Μπλάιμπουργκ και αλλού στα αυστριακά σύνορα. Ο Πάβελιτς κρύφτηκε στην Αυστρία και τη Ρώμη και με τη βοήθεια Καθολικών κληρικών αργότερα διέφυγε στην Αργεντινή[67].

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πολλοί από τους Ούστασε κατέφυγαν στην παρανομία ή σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Γερμανία και ορισμένες χώρες της Νότιας Αμερικής, κυρίως η Αργεντινή, με τη βοήθεια των Ρωμαιοκαθολικών εκκλησιών και των υποστηρικτών τους από τον απλό λαό.[68] [69]

Για αρκετά χρόνια κάποιοι Ούστασε προσπάθησαν να οργανώσουν μια ομάδα αντίστασης με το όνομα Σταυροφόροι, αλλά οι προσπάθειές τους εξουδετερώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τις Γιουγκοσλαβικές αρχές[4]. Με την ήττα του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας το κίνημα παρέμεινε αδρανές. Οι εσωτερικές διενέξεις κατακερμάτισαν τους επιζήσαντες Ούστασε. Ο Πάβελιτς δημιούργησε το Κροατικό Κίνημα Απελευθέρωσης, που προσέλκυσε αρκετούς από τους ηγέτες του πρώην κράτους. Ο Βιέκοσλαβ Βράντσιτς ίδρυσε ένα αναθεωρητικό Κροατικό Κίνημα Απελευθέρωσης και έγινε ηγέτης του. Ο Mαξ Λούμπουριτς δημιούργησε την Κροατική Εθνική Αντίσταση. Ο Μαυροβούνιος Μπλάγκογε Γιόβοβιτς στις 9 Απριλίου 1957 κοντά στο Μπουένος Άιρες πυροβόλησε τον Πάβελιτς που υπέκυψε αργότερα στα τραύματά του.[70]

Εθνοτικές και θρησκευτικές διώξεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μια ολόκληρη σερβική οικογένεια βρίσκεται σφαγμένη στο σπίτι της ύστερα από επιδρομή της πολιτοφυλακής των Ούστασε, το 1941

Οι Ούστασε σκόπευαν να δημιουργήσουν μια εθνοτικά «καθαρή» Κροατία και θεωρούσαν τους Σέρβους που ζούσαν τότε στην Κροατία, τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη ως το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον στόχο αυτό. Οι υπουργοί των Ούστασε Μίλε Μπούντακ, Mίρκο Πουκ και Mίλοβαν Ζάνιτς διακήρυξαν τον Μάιο του 1941 ότι στόχος της νέας πολιτικής των Ούστασε ήταν μια εθνικά καθαρή Κροατία. Η στρατηγική για την επίτευξη του στόχου τους ήταν:[71] [72]

  1. Το ένα τρίτο των Σέρβων επρόκειτο να σκοτωθεί.
  2. Το ένα τρίτο επρόκειτο να απελαθεί.
  3. Το ένα τρίτο επρόκειτο να προσηλυτισθεί βίαια στον Καθολικισμό.

Η κυβέρνηση του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας συνεργάστηκε με τη Ναζιστική Γερμανία στο Ολοκαύτωμα και άσκησε τη δική της εκδοχή της γενοκτονίας εναντίον Σέρβων, Εβραίων και Ρομά (γνωστών ως «τσιγγάνων») στα σύνορά της. Η κρατική πολιτική έναντι των Σέρβων είχε αρχικά διακηρυχθεί σύμφωνα με τα λόγια του Mίλοβαν Ζάνιτς, υπουργού Νομοθετικού Συμβουλίου του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, στις 2 Μαΐου 1941:[73]

Οι Ούστασε θέσπισαν φυλετικούς νόμους, που διαμορφώθηκαν στα πρότυπα εκείνων του Τρίτου Ράιχ, για τις διώξεις Εβραίων, Ρομά και Σέρβων, που συλλογικά χαρακτηρίζονταν εχθροί του Κροατικού λαού[8]. Σέρβοι, Εβραίοι, Ρομά, Κροάτες και Βόσνιοι αντιφρονούντες, συμπεριλαμβανομένων των Κομμουνιστών, κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, με μεγαλύτερο το Γιασένοβατς. Μέχρι το τέλος του πολέμου οι Ούστασε, υπό την ηγεσία του Πάβελιτς, είχαν εξοντώσει περίπου 30.000 Εβραίους, 29.000 Τσιγγάνους και 300.000 έως 600.000 Σέρβους[74].

Τα σχολικά βιβλία ιστορίας στη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας ανέφεραν 700.000 ως το συνολικό αριθμό των θυμάτων στο Γιασένοβατς. Αυτό προέκυψε από ένα υπολογισμό των δημογραφικών πληθυσμιακών απωλειών το 1946 (τη διαφορά μεταξύ του πραγματικού πληθυσμού μετά τον πόλεμο και εκείνου που θα υπήρχε, εάν συνεχιζόταν η προπολεμική αυξητική τάση). Στη συνέχεια αυτό χρησιμοποιήθηκε από τον Έντβαρντ Καρντέλι και το Μόσα Πιγιάντε στη διεκδίκηση πολεμικών αποζημιώσεων της Γιουγκοσλαβίας προς τη Γερμανία. Το Μουσείο Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών αναφέρει:

Λόγω των διαφορετικών απόψεων και της έλλειψης τεκμηρίωσης οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των Σέρβων θυμάτων στην Κροατία κυμαίνονται ευρύτατα, από 25.000 έως πάνω από ένα εκατομμύριο. Τα πιο αξιόπιστα στοιχεία προσδιορίζουν τον αριθμό των Σέρβων που σκοτώθηκαν από τους Ούστασε μεταξύ 330.000 και 390.000.[75]

Σέρβοι άμαχοι που αναγκάστηκαν να προσηλυτισθούν στον Καθολικισμό από τους Ούστασε στην Γκλίνα

Η Περιοχή Μνήμης του Γιασένοβατς διατηρεί κατάλογο 83.145 ονόματα θυμάτων του Γιασένοβατς που συγκεντρώθηκαν από κυβερνητικούς αξιωματούχους του Βελιγραδίου το 1964, καθώς και ονόματα και βιογραφικά στοιχεία για τα θύματα που εντοπίστηκαν σε πρόσφατες έρευνες[76]. Δεδομένου ότι η διαδικασία συγκέντρωσης ήταν ατελής εκτιμήθηκε ότι ο κατάλογος αντιπροσώπευε το 60% -75% του συνόλου των θυμάτων και συνεπώς ότι ο αριθμός όσων εξοντώθηκαν σε αυτό το συγκρότημα ήταν περίπου 80.000-100.000. Ο πρώην επικεφαλής της Περιοχής Μνήμης Σίμο Μπρνταρ εκτιμούσε τουλάχιστον 365.000 νεκρούς στο Γιασένοβατς. Οι αναλύσεις των στατιστικολόγων Βλάντιμιρ Ζέργιαβιτς και Μπόγκολιουμπ Κότσοβιτς ήταν παρόμοιες με εκείνες της Περιοχής Μνήμης. Σε ολόκληρη τη Γιουγκοσλαβία ο εκτιμώμενος αριθμός των θανάτων Σέρβων ήταν 487.000 σύμφωνα με τον Κότσοβιτς και 530.000 σύμφωνα με το Ζέργιαβιτς, από συνολικά 1.014.000 ή 1.027.000 θανάτους (αντίστοιχα). Ο Ζέργιαβιτς ανέφερε επίσης ότι 197.000 Σέρβοι άμαχοι σκοτώθηκαν στο NDH (78.000 ως φυλακισμένοι στο Γιασένοβατς και αλλού) καθώς και 125.000 Σέρβοι εμπόλεμοι.

Το Μουσείο Ολοκαυτώματος του Βελιγραδίου συνέταξε κατάλογο με πάνω από 77.000 ονόματα θυμάτων του Γιασένοβατς. Ο πρώην επικεφαλής του Μίλαν Μπούλαγιτς υποστήριξε την άποψη για συνολικά 700.000 θύματα. Η τρέχουσα διοίκηση του Μουσείου έχει επεκτείνει περαιτέρω τον κατάλογο ώστε να περιλαμβάνει λίγο πάνω από 80.000 ονόματα. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διάφοροι Γερμανοί στρατιωτικοί διοικητές και πολιτικές αρχές έχουν δώσει διαφορετικά στοιχεία για τον αριθμό Σέρβων, Εβραίων και άλλων που σκοτώθηκαν στο έδαφος του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας. Ο καθηγητής ιστορίας Γιόζο Τομάσεβιτς ανέφερε ότι ορισμένα από αυτά τα στοιχεία μπορεί να ήταν μια «σκόπιμη υπερβολή» για τη δημιουργία περαιτέρω εχθρότητας μεταξύ των Σέρβων και των Κροατών, ώστε να μην ενωθούν στην αντίσταση κατά του Αξονα [77]. Οι αριθμοί αυτοί περιλάμβαναν 400.000 Σέρβους (Αλεξάντερ Λερ),[78] 500.000 Σέρβους (Λόταρ Ρέντουλιτς),[79] 250.000 έως τον Μάρτιο του 1943 (Εντμουντ Γκλάιζε φον Χόρστεναου),[77] περισσότερο από «3/4 εκατομμύριο Σέρβους»(Χέρμαν Νοϊμπάχερ) το 1943,[80] 600.000-700.000 σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι τον Μάρτιο του 1944 (Eρνστ Φικ),[77] 700.000 (Mάσενμπαχ).

Από περίπου 39.000 Εβραίους που ζούσαν στο έδαφος του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας τουλάχιστον 30.000 πέθαναν [75] [81]

Στρατόπεδα συγκέντρωσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η πολιτοφυλακή των Ούστασε εκτελεί κρατούμενους κοντά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Γιασένοβατς
Μαχαίρι που ονομάζεται «Srbosjek» ή «Σερβοκόφτης», προσδεμένο στο χέρι, που χρησιμοποιείτο από την πολιτοφυλακή των Ούστασε για τη γρήγορη δολοφονία των κρατουμένων στο Γιασένοβατς.

Η πρώτη ομάδα στρατοπέδων δημιουργήθηκε την άνοιξη του 1941 και περιλάμβανε:

  • Ντάνιτσα κοντά στην Kοπρίβνιτσα
  • Παγκ
  • Γιάντοβνο κοντά στο Γκόσπιτς
  • Κρούστσιτσα κοντά στο Βίτεζ και Τράβνικ στη Βοσνία
  • Τζάκοβο
  • Λόμποργκραντ στο Ζαγκόριε
  • Τένια κοντά στο Όσιγιεκ

Αυτά τα στρατόπεδα έκλεισαν τον Οκτώβριο του 1942. Το συγκρότημα Γιασένοβατς κατασκευάστηκε από τον Αύγουστο του 1941 έως τον Φεβρουάριο του 1942. Τα πρώτα δύο στρατόπεδα Κράπιε και Μπρλότσιτσα έκλεισαν τον Νοέμβριο του 1941. Τα τρία νεότερα στρατόπεδα συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι το τέλος του πολέμου:

  • Τσλίγκλανα (Γιασένοβατς III)
  • Κόζαρα (Γιασένοβατς IV)

& Στάρα Γκράντισκα (Γιασένοβατς V) Υπήρχαν και άλλα στρατόπεδα:

  • Γκόσπιτς
  • Γιαστρέμπαρσκο μεταξύ Ζάγκρεμπ και Κάρλοβατς - Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Παιδιών Γιαστρέμπαρσκο
  • Φυλακή Κερέστινετς κοντά στο Ζάγκρεμπ
  • Λεπόγκλαβα κοντά στο Βαράζντιν

Αριθμοί κρατουμένων:

  • μεταξύ 300.000-350.000 έως 700.000 στο Γιασένοβατς (αμφισβητούμενο)
  • περίπου 35.000 στο Γκόσπιτς
  • περίπου 8.500 στο Παγκ
  • περίπου 3.000 στο Τζάκοβο
  • 1.018 στο Γιαστρέμπαρσκο
  • περίπου 1.000 στη Λεπόγκλαβα

Σxέσεις με την Καθολική Εκκλησία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Mάρκο Ντόσεν (άκρη αριστερά, χαιρετώντας ναζιστικά) και ο Αρχιεπίσκοπος Aλοίζιγε Στέπινατς (άκρο δεξιά)

Οι πολιτικές της Ούστασε εναντίον της Ορθοδοξίας συνδέονται εσφαλμένα με την «Ουνία» σε ορισμένους Ορθόδοξους κύκλους. Ο όρος αυτός δεν έχει χρησιμοποιηθεί από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εκτός από την καταδίκη του από το Βατικανό το 1990.[82] Η Ούστασε αντιπροσώπευε ένα ακραίο παράδειγμα «Ουνιτισμού», που βασιζόταν μάλλον στον εθνικισμό παρά στη θρησκεία. Υποστήριξε βίαιη επιθετικότητα ή ισχύ για να προσηλυτίσουν Ορθόδοξους πιστούς που μιλούσαν τη Σερβοκροατική στον Καθολικισμό. Η Ούστασε υποστήριξε τη θέση ότι η Ορθοδοξία, ως σύμβολο του Σερβικού εθνικισμού, ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός της και δεν αναγνώρισε ποτέ την ύπαρξη Σερβικού λαού στα εδάφη της Κροατίας ή της Βοσνίας - αναγνωρίζουν μόνο «Κροάτες της Ανατολικής πίστης». Αποκαλούσε τους Βόσνιους Μουσουλμάνους «Κροάτες της Ισλαμικής πίστης», αλλά τους ανέχονταν και στην πραγματικότητα έλαβαν κάποια υποστήριξη από Βόσνιους Μουσουλμάνους κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπό τη μορφή της Μεραρχίας Χάντσαρ.

Στις 28 Απριλίου 1941 ο επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας στην Κροατία, Αρχιεπίσκοπος Aλοίζιγε Στέπινατς, εξέδωσε δημόσια επιστολή προς υποστήριξη του νέου κράτους των Ούστασε και ζήτησε από τον κλήρο να προσευχηθεί για τον ηγέτη του Aντε Πάβελιτς [83]. Και αυτό παρά το γεγονός ότι οι Ούστασε είχαν ήδη ανακοινώσει μια σειρά αντισερβικών και αντιεβραϊκών μέτρων[84] και γνώριζε ότι ετοίμαζαν Φυλετικούς Νόμους Ναζιστικού τύπου, που υπέγραψε ο Πάβελιτς μόλις μετά από δύο ημέρες[85]. Ενώ ο Στέπινατς διαμαρτυρήθηκε αργότερα για ορισμένες πολιτικές των Ούστασε και βοήθησε ορισμένους Εβραίους και Σέρβους, συνέχισε να υποστηρίζει δημοσίως το κράτος των Ούστασε μέχρι το τέλος του, υπηρέτησε ως Πολεμικός Εφημέριος του κράτους και το 1944 έλαβε ένα μετάλλιο από τον Πάβελιτς [86].

Η συντριπτική πλειοψηφία του καθολικού κλήρου στην Κροατία υποστήριξε την Ούστασε. Κάποιοι ιερείς, κυρίως Φραγκισκανοί, κυρίως, αλλά όχι μόνο, στην Ερζεγοβίνη και στη Βοσνία, συμμετείχαν οι ίδιοι στις θηριωδίες. Ιερείς όπως ο Ιβάν Γκουμπέρινα υπηρέτησαν ως σωματοφύλακες του Πάβελιτς, ενώ ο Ντιονίζιγε Γιούριτσεφ, υπεύθυνος για τον βίαιο προσηλυτισμό των Σέρβων στην κυβέρνηση των Ούστασε, έγραψε ότι δεν ήταν πλέον έγκλημα να σκοτώνουν επτάχρονα αν βρίσκονταν στον δρόμο του κινήματος των Ούστασε.[87] Στην επισκοπική εφημερίδα του ο Αρχιεπίσκοπος του Σαράγεβο, Ιβάν Σάριτς, δημοσίευσε ότι η «απελευθέρωση του κόσμου από τους Εβραίους είναι ένα κίνημα για την ανανέωση της ανθρωπότητας» [88]. Στη Βοσνία οι Ούστασε κυβερνούσαν σε μεγάλο βαθμό μέσω του καθολικού κλήρου, με τον ιερέα Μπόζινταρ Μπράλο να υπηρετεί ως αντιπρόσωπός τους για τη Βοσνία.[89]

Ο Μίροσλαβ Φιλίποβιτς ήταν Φραγκισκανός μοναχός (από το μοναστήρι Πετρίτσεβατς), που φέρεται να εντάχθηκε στην Ούστασε ως στρατιωτικός εφημέριος και στις 7 Φεβρουαρίου 1942 συμμετείχε στη σφαγή περίπου 2730 Σέρβων των γειτονικών χωριών, συμπεριλαμβανομένων περίπου 500 παιδιών. Φέρεται στη συνέχεια να απολύθηκε από το μοναχικό τάγμα του και να αποσχηματίστηκε, παρόλο που φορούσε το ιερατικό του ένδυμα όταν απαγχονίστηκε για εγκλήματα πολέμου. Έγινε Φρούραρχος του στρατόπεδο συγκέντρωσης του Γιασένοβατς, όπου του δόθηκε το προσωνύμιο «Fra Sotona» (Πατέρας Σατανάς) από τους Κροάτες συντρόφους του. Ο υπουργός Εξωτερικών της Κροατίας Μλάντεν Λόρκοβιτς το διατύπωσε ως εξής: «Στην Κροατία μπορούμε να βρούμε λίγους πραγματικούς Σέρβους. Η πλειοψηφία των Πραβοσλάβων (Ορθόδοξων) είναι στην πραγματικότητα Κροάτες που αναγκάστηκαν από ξένους εισβολείς να δεχτούν την πίστη των άπιστων. Τώρα είναι καθήκον μας να τα επαναφέρουμε στη Ρωμαιοκαθολική κοινότητα.»[90]

Κατά τη διάρκεια του πολέμου το Βατικανό διατήρησε πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με το κράτος της Ούστασε (δεχόμενο σε ακρόαση τον Πάβελιτς), με τον παπικό του νούντσιο στο Ζάγκρεμπ, την πρωτεύουσα της Κροατίας. Ο νούντσιος ενημερώθηκε για τις προσπάθειες προσηλυτισμού στον Καθολικισμό. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ούστασε που είχαν καταφέρει να διαφύγουν από τη Γιουγκοσλαβία (συμπεριλαμβανομένου του Πάβελιτς) μεταφέρθηκαν λαθραία στη Νότια Αμερική [67]. Αυτό έγινε σε μεγάλο βαθμό μέσω μυστικών δικτύων, που τα λειτουργούσαν Καθολικοί ιερείς που είχαν προηγουμένως εξασφαλίσει θέσεις στο Βατικανό. Μερικά από τα πιο περιβόητα μέλη του Ιλλυρικού Κολλεγίου του Σαν Τζιρόλαμο στη Ρώμη που ενεπλάκησαν σε αυτά ήταν οι Φραγκισκανοί μοναχοί Κρούνοσλαβ Ντραγκάνοβιτς και Ντόμινικ Μάντιτς και ένας τρίτος με επώνυμο Πετράνοβιτς.[91]

Το καθεστώς των Ούστασε είχε καταθέσει μεγάλες ποσότητες χρυσού που είχαν διαρπαγεί από Σέρβους και Εβραίους κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου σε λογαριασμούς ελβετικών τραπεζών. Από τα συνολικά 350 εκατομμύρια ελβετικά φράγκ περίπου 150 εκατομμύρια κατασχέθηκαν από Βρετανικά στρατεύματα, ωστόσο τα υπόλοιπα 200 εκατομμύρια (περίπου 47 εκατομμύρια δολάρια) έφτασαν στο Βατικανό. Τον Οκτώβριο του 1946 η Αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών SSU ισχυρίστηκε ότι τα κεφάλαια αυτά διατηρούνταν ακόμη στην Τράπεζα του Βατικανού. Το ζήτημα αυτό ήταν το θέμα μιας ομαδικής αγωγής κατά της Τράπεζας του Βατικανού και άλλων.[92]

Ο Καρδινάλιος Aλοίζιγε Στέπινατς, Αρχιεπίσκοπος του Ζάγκρεμπ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατηγορήθηκε ότι υποστήριξε τους Ούστασε και δικαίωσε τους κληρικούς που συνεργάστηκαν μαζί τους και συνεπώς συμμετείχαν σε βίαιους προσηλυτισμούς. Ο Στέπινατς δήλωσε στις 28 Μαρτίου 1941, σημειώνοντας για τις πρώιμες προσπάθειες ένωσης Κροατών και τους Σέρβων:

»Συνολικά οι Κροάτες και οι Σέρβοι είναι από δύο κόσμους, τον βόρειο πόλο και τον νότιο πόλο, ποτέ δεν θα μπορέσουν να συναντηθούν παρά μόνο με ένα θαύμα του Θεού. Το σχίσμα (μεταξύ της Καθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας) είναι το μεγαλύτερο ανάθεμα στην Ευρώπη, σχεδόν μεγαλύτερο από τον Προτεσταντισμό. Εδώ δεν υπάρχει ηθική, ούτε αρχή, ούτε αλήθεια, ούτε δικαιοσύνη, ούτε τιμιότητα».[93]

Το 1998 ο Στέπινατς μακαριοποίησε από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄. Στις 22 Ιουνίου 2003 ο Ιωάννης Παύλος Β΄ επισκέφθηκε την Μπάνια Λούκα. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης πραγματοποίησε λειτουργία στο προαναφερθέν μοναστήρι Πετρίτσεβατς. Αυτό προκάλεσε δημόσια αντίδραση λόγω της σύνδεσης του μοναστηριού με το Φιλίποβιτς. Στο ίδιο σημείο ο Πάπας ανακοίνωσε τη μακαριοποίηση του Ρωμαιοκαθολικού λαϊκού Ιβάν Μέρτς (1896-1928), που ήταν ο ιδρυτής του «Συλλόγου Κροατικών Αετών» το 1923, που μερικοί το θεωρούν ως πρόδρομο των Ούστασε. Οι Ρωμαιοκαθολικοί απολογητές υπερασπίζονται τις ενέργειες του Πάπα λέγοντας ότι το μοναστήρι στο Πετρίτσεβατς ήταν ένα από τα μέρη που παραδόθηκε στις φλόγες, προκαλώντας τον θάνατο του 80χρονου μοναχού Aλοίζιγε Aτλίγια. Επιπλέον οι απολογητές ισχυρίστηκαν ότι ο πόλεμος είχε προκαλέσει «μια συνολική έξοδο του Καθολικού πληθυσμού από αυτή την περιοχή», ότι οι λίγοι που παρέμειναν ήταν «κυρίως ηλικιωμένοι» και στη συνέχεια η εκκλησία στη Βοσνία φέρεται να διακινδύνευσε «πλήρη εξαφάνιση» εξαιτίας του πολέμου.

Το σύμβολο που χρησιμοποιείτο στη σημαία του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας

Το σύμβολο των Ούστασε ήταν ένα κεφαλαίο μπλε γράμμα «U» μέσα σε ένα έμβλημα εκρηγνυόμενης χειροβομβίδας.[94] [95]

Η σημαία του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας ήταν οριζόντια τρίχρωμη κόκκινη-λευκή-μπλε με την ασπίδα του Ενθόσημου Κροατίας στη μέση και το U επάνω αριστερά. Το νόμισμά της ήταν το κούνα του NDH.

Χρήση από Σέρβους εθνικιστές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου Σέρβοι ιστορικοί χρησιμοποίησαν την Ούστασε για να υποστηρίξουν ότι οι Σέρβοι αντιστάθηκαν στον Άξονα, ενώ οι Κροάτες και οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι τον υποστήριζαν ευρέως. Ωστόσο η Ούστασε δεν απέκτησε ποτέ μαζική υποστήριξη.[96] Τη δεκαετία του 1980 Σέρβοι ιστορικοί παρήγαγαν πολλά έργα για τον αναγκαστικό προσηλυτισμό κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο των Σέρβων στον Καθολικισμό στην Κροατία των Ούστασε.[97] Αυτές οι συζητήσεις μεταξύ των ιστορικών άρχισαν να γίνονται ανοιχτά εθνικιστικές και επίσης να εισέρχονται στα ευρύτερα μέσα μαζικής ενημέρωσης[98]. Οι ιστορικοί στο Βελιγράδι κατά τη δεκαετία του 1980, που είχαν στενές σχέσεις με την κυβέρνηση, πήγαιναν συχνά στην τηλεόραση τα βράδια για να συζητήσουν εφευρημένες ή πραγματικές λεπτομέρειες για τη γενοκτονία των Ούστασε εναντίον Σέρβων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[99] ΟΙ Σέρβοι κληρικοί και εθνικιστές κατηγόρησαν όλους τους Κροάτες για εγκλήματα που διέπραξαν οι Ούστασε και για το σχέδιο γενοκτονίας του Σερβικού λαού. Αυτές οι προπαγανδιστικές δραστηριότητες αποσκοπούσαν στην αιτιολόγηση των προγραμματισμένων εγκλημάτων και της εθνο-δημογραφικής επέμβασης στην Κροατία [99][100]

Σύγχρονη χρήση του όρου «Ούστασε»

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κίνημα των Ούστασε χωρίστηκε σε διάφορες οργανώσεις και δεν υπάρχει επί του παρόντος κανένα πολιτικό ή παραστρατιωτικό κίνημα που να υποστηρίζει την κληρονομιά του ως «διάδοχό του». Ο όρος «Ούστασε» χρησιμοποιείται σήμερα υβριστικά για τον κροατικό υπερεθνικισμό. Χρησιμοποιείται επίσης μερικές φορές μεταξύ των Σέρβων για να περιγράψει τη σερβοφοβία ή γενικότερα να αμαυρώσει τους πολιτικούς αντιπάλους. Όταν η κυριαρχία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς έφτανε στο τέλος του, ορισμένοι διαδηλωτές τον αποκαλούσαν «Ούστασα».[101]

Παραπομπές-σημειώσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. "Ustasa (Croatian political movement)". Britannica.com. Retrieved 3 September 2012.
  2. Tomasevich 2001, p. 32.
  3. Tomasevich 2001, pp. 351–352.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Ladislaus Hory und Martin Broszat. Der kroatische Ustascha-Staat, Deutsche Verlag-Anstalt, Stuttgart, 2. Auflage 1965, pp. 13–38, 75–80. (in German)
  5. Meier, Viktor. Yugoslavia: a history of its demise (English), London, UK: Routledge, 1999, p. 125. ISBN 9780415185950
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 6,8 Fischer, Bernd J., ed. (2007). Balkan Strongmen: Dictators and Authoritarian Rulers of South-Eastern Europe. Purdue University Press. pp. 207–208, 210, 226. ISBN 978-1-55753-455-2.
  7. Kent, Peter C. The lonely Cold War of Pope Pius XII: the Roman Catholic Church and the division of Europe, 1943–1950, McGill-Queen's Press (MQUP), 2002 p. 46; ISBN 978-0-7735-2326-5 "Fiercely nationalistic, the Ustaše were also fervently Catholic, identifying, in the Yugoslav political context, Catholicism with Croatian nationalism..."
  8. 8,0 8,1 8,2 Butić-Jelić, Fikreta. Ustaše i Nezavisna Država Hrvatska 1941–1945. Liber, 1977
  9. Tomasevich 2001, p. 30.
  10. Philip J. Cohen (1996). Serbia's Secret War: Propaganda and the Deceit of History. Texas A&M University Press. p. 85
  11. Tomasevich 2001, pp. 233–241.
  12. Independent State of Croatia". Britannica.com. Retrieved 3 September 2012.
  13. Yugoslavia, Holocaust Encyclopedia, United States Holocaust Memorial Museum website; accessed 25 April 2014.
  14. History of Croatia:World War II Archived 1 November 2009 at WebCite
  15. Watch, Helsinki (1993). War Crimes in Bosnia-Hercegovina. Human Rights Watch. ISBN 978-1-56432-083-4. Retrieved 23 April 2008.
  16. Raič, David (2002). Statehood and the law of self-determination. Martinus Nijhoff Publishers. ISBN 978-90-411-1890-5. Retrieved 23 April 2008.
  17. See: hr:Pučki-ustaše
  18. Fischer, Bernd J., ed. (2007)
  19. Balkan Strongmen: Dictators and Authoritarian Rulers of South-Eastern Europe. Purdue University Press. pp. 207–208, 210, 226. ISBN 978-1-55753-455-2.
  20. Ramet 2006, p. 117.
  21. 21,0 21,1 Ramet 2006, p. 118.
  22. "Einstein accuses Yugoslavian rulers in savant's murder", New York Times, 6 May 1931. mirror
  23. "Raditch left tale of Yugoslav plot". New York Times. 23 August 1931. p. N2. Retrieved 6 December 2008.mirror
  24. Cohen, Philip J. and David Riesman. Serbia's Secret War: Propaganda and the Deceit of History. Texas A&M University Press, 1996, pp. 10–11. ISBN 9780890967607
  25. Ramet 2006, p. 126.
  26. Đilas, Aleksa.
  27. The contested country: Yugoslav unity and communist revolution, 1919–1953, Harvard University Press, 1991, pp. 114–115, 129. ISBN 9780674166981
  28. 28,0 28,1 28,2 Van Creveld, Martin L. Hitler's Strategy 1940–1941: The Balkan Clue. 2nd edition. London/New York: Cambridge University Press, 1974. pp. 6–8 ISBN 9780521201438.
  29. "Galeazzo Ciano, Count; Malcolm Muggeridge (translator). Ciano's diary, 1939–1943. W. Heinemann, 1950, p. 392.
  30. Goldstein & Goldstein 2016, p. 92.
  31. Ramet 2006, σελ. 119
  32. 32,0 32,1 Atkin, Nicholas and Frank Tallet. Priests, prelates and people: a history of European Catholicism since 1750. New York, New York: I.B. Tauris & Co. Ltd., 2003. p. 248. ISBN 9781860646652
  33. Caccamo, Francesco and Trinchese, Stefano. Rotte adriatiche. Tra Italia, Balcani e Mediterraneo. FrancoAngeli, 2011. p. 158. ISBN 9788856833027
  34. Rich, Norman. Hitler's War Aims: the Establishment of the New Order (1974), pp. 276–77. W.W. Norton & Co: New York. ISBN 9780393332902
  35. 35,0 35,1 35,2 35,3 Đilas, Aleksa. The contested country: Yugoslav unity and communist revolution, 1919–1953, Harvard University Press, 1991, pp. 114–115, 129. ISBN 9780674166981
  36. 36,0 36,1 Greble, Emily. Sarajevo, 1941–1945: Muslims, Christians, and Jews in Hitler's Europe. Ithaca, New York: Cornell University Press, 2011. p. 125. ISBN 9780801449215
  37. "Ramet 2006, p. 119.
  38. Tomasevich 2001, p. 529
  39. "Ramet 2006, p. 119
  40. Tomasevich 2001, p. 546.
  41. Goldstein & Goldstein 2016, p. 93
  42. «Roy Rosenzweig Center for History and New Media – Democratizing history through digital media» (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 8 Αυγούστου 2023. 
  43. "Holocaust Era in Croatia 1941-1945: Jasenovac" United States Holocaust Memorial Museum
  44. Goldstein & Goldstein 2016, pp. 127–35.
  45. Griffin, Roger. The Nature of Fascism. Digital Printing edition. New York, New York: Routledge, 2003, p. 120. ISBN 9781136145889
  46. Tomasevich, Jozo (2001). War and Revolution in Yugoslavia 1941-1945. Stanford, California: Stanford University Press. pp. 381–82. ISBN 978-0-8047-3615-2.
  47. Kivisto, Peter. The Ethnic enigma: the salience of ethnicity for European-origin groups. Cranbury, NJ/London, UK/Mississauga, Canada: Associated University Press, 1989. p. 107 ISBN 9780944190036
  48. Jović, Dejan. Yugoslavia: a state that withered away, p. 51
  49. Tomasevich 2001, pp. 33
  50. 50,0 50,1 Tomasevich 2001, pp. 33–34
  51. Tomasevich 2001, pp. 33.
  52. Yeomens 2011, p. 190
  53. Yeomens 2011, p. 190-191
  54. Yeomens 2011, p. 191
  55. Maček, Vladko. In the Struggle for Freedom (New York: Robert Speller & Sons, 1957), p. 230.
  56. Goldstein, Ivo (2001). Croatia: A History. Hurst & Co. p. 133. ISBN 978-0-7735-2017-2.
  57. Tomasevich 2001, σελ. 466 «… εθνοτικό και ιστορικό έδαφος».
  58. Tomasevich 2001, pp. 233–302
  59. 59,0 59,1 Thomas, N./Mikulan, K. Axis Forces in Yugoslavia 1941–45. London: Osprey, 1995; ISBN 978-1-85532-473-2.
  60. "PHOTOGRAPHY". Jewish Historical Museum of Yugoslavia. 1941. Retrieved 3 December 2007.
  61. Some were sent to concentration camps and subsequently killed. For a description of these deportations and the treatment in the camps C.f. Djuro Schwartz, "In the Jasenovac camps of death" (ג'ורו שווארץ, במחנות המוות של יאסנובאץ", קובץ מחקרים כ"ה, יד-ושם)
  62. Trifković, Srđa (21 April 2000). "The Real Genocide in Yugoslavia: Independent Croatia of 1941 Revisited". Chronicles.
  63. Trifković, Srđa (21 April 2000). "The Real Genocide in Yugoslavia: Independent Croatia of 1941 Revisited". The Centre for Peace in the Balkans.
  64. Phayer, Michael (2000). The Catholic Church and the Holocaust, 1930–1965. Bloomington, IN: Indiana University Press. p. 33.
  65. Goñi, Uki. The real Odessa: smuggling the Nazis to Perón's Argentina; Granta, 2002, p. 202. ISBN 9781862075818
  66. .Thomas, N./Mikulan, K. Axis Forces in Yugoslavia 1941–45. London: Osprey, 1995; ISBN 978-1-85532-473-2.
  67. 67,0 67,1 "Tied up in the Rat Lines", Haaretz, 17 January 2006.
  68. "US Army File: Krunoslav Draganović". jasenovac-info.com. Archived from the original on 8 October 2007. Retrieved 23 March 2015.
  69. "CIC Memorandum". jasenovac-info.com. 12 September 1983. Archived from the original on 8 October 2007. Retrieved 4 October 2007.
  70. "Two Bullets for Pavelić" (PDF). 2003. Archived from the original (PDF) on 23 April 2009.
  71. Jones, Adam & Nicholas A. Robins. (2009), Genocides by the oppressed: subaltern genocide in theory and practice, p. 106, Indiana University Press; ISBN 978-0-253-22077-6
  72. Jacobs, Steven L. Confronting genocide: Judaism, Christianity, Islam, pp. 158–59, Lexington Books, 2009
  73. "Deciphering the Balkan Enigma: Using History to Inform Policy" (PDF). Retrieved 3 June 2011.
  74. Ball, Howard (2010). Genocide: A Reference Handbook. ABC-CLIO. p. 124. ISBN 978-1-59884-488-7
  75. 75,0 75,1 "Jasenovac". Us-israel.org. Retrieved 3 September 2012.
  76. Jasenovac Memorial Site official web site; accessed 25 August 2016.
  77. 77,0 77,1 77,2 Tomasevich 2001, p. 722.
  78. Summers, Craig & Eric Markusen. Collective violence: harmful behavior in groups and governments; Rowman & Littlefield, 1999, p. 55 ISBN 9780847688135
  79. Rummel, Rudolph J. Democide: Nazi Genocide and Mass Murder; Transaction Publishers, 1992, p. 75. ISBN 9781412821476; "Ενώ τα Γερμανικά στρατεύματα βρίσκονταν ακόμα σε αρκετές θέσεις στην Κροατία, οι Κροάτες άρχισαν μια κτηνώδη δίωξη των Ορθοδόξων [Σέρβων]. Τότε σκοτώθηκαν τουλάχιστον μισό εκατομμύριο άνθρωποι. Μια απίστευτη κυβερνητική νοοτροπία ήταν υπεύθυνη, όπως έμαθα τον Αύγουστο του 1943 όταν έλαβα την απάντηση σε μια ερώτηση μου από κυβερνητικό λειτουργό στον κύκλο του αρχηγού του κράτους."
  80. Neubacher, page 31
  81. Ball, Howard (2010). Genocide: A Reference Handbook. ABC-CLIO. p. 124. ISBN 978-1-59884-488-7.
  82. "Uniatism, Method of Union of the Past, and the Present Search For Full Communion". Vatican Publishing House. 17–24 June 1993. Retrieved 4 October 2007. Όσον αφορά τη μέθοδο που ονομάζεται «ουνιτισμός», δηλώθηκε στο Φράιζινγκ (Ιούνιος 1990) ότι «την απορρίπτουμε ως μέθοδο για την επιδίωξη της ενότητας, επειδή είναι αντίθετη στην κοινή παράδοση των Εκκλησιών μας».
  83. Tomasevich 2001, p. 555
  84. Tomasevich 2001, pp. 381–384
  85. Goldstein & Goldstein 2016, p. 490
  86. Što je nama Stepinac? | http://www.autograf.hr/sto-je-nama-stepinac/
  87. Phayer, 2000. p.34
  88. Phayer, 2000. p.35
  89. Tomasevich 2001, pp. 490, 496.
  90. Berenbaum, Michael (editor), A Mosaic of Victims. Non-Jews Persecuted and Murdered by the Nazis, NYU Press, pp. 74–79 (1 March 1992); ISBN 0814711758/ISBN 978-0814711750
  91. "Mass grave of history: Vatican's WWII identity crisis". The Jerusalem Post. Retrieved 17 January 2018.Gorin, Julia (23 February 2010). "Mass grave of history: Vatican's WWII identity crisis". The Jerusalem Post. Retrieved 17 January 2018.
  92. Gorin, Julia (23 February 2010). "Mass grave of history: Vatican's WWII identity crisis". The Jerusalem Post. Retrieved 17 January 2018.Gorin, Julia (23 February 2010). "Mass grave of history: Vatican's WWII identity crisis". The Jerusalem Post. Retrieved 17 January 2018.
  93. Stanojević, Branimir. Alojzije Stepinac, zločinac ili svetac: dokumenti o izdaji i zločinu, Nova knjiga, 1986, p. 51
  94. Littlejohn, David (1994). Foreign Legions of the Third Reich. 3. R. James Bender Publishing. pp. 216–17. ISBN 978-0-912138-29-9.
  95. Tomasevich 2001, p. 327.
  96. Philip J. Cohen (1996). Serbia's Secret War: Propaganda and the Deceit of History. Texas A&M University Press. p. 85.
  97. Aleksov 2007, p. 106
  98. Brunnbauer, Ulf (2011). "Historical Writing in the Balkans". In Woolf, Daniel; Schneider, Axel. The Oxford History of Historical Writing: Volume 5: Historical Writing Since 1945. Oxford University Press. p. 364. ISBN 9780199225996.
  99. 99,0 99,1 Stojanović 2011, p. 221
  100. Michael A. Sells (10 December 1998). The Bridge Betrayed: Religion and Genocide in Bosnia. University of California Press. pp. 61–62.
  101. Regional Express, prosvjedi-operacija-nije-uspjela-pacijent-je-umro "Prosvjedi- Operacija nije uspjela, pacijent je umro", regionalexpress.hr; accessed 25 August 2016.(in Croatian)

Σχετική βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]