Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πυργόσπιτα στα Βαλκάνια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ένας ιδιαίτερος τύπος[1] των Οθωμανικών πυργόσπιτων (ενικός: αλβανικά: kullë, βουλγαρικά: кули‎‎, kuli; σερβικά: kуле‎‎ όπου όλα έχουν την έννοια "πύργος", από την περσική qulla,[2] που σημαίνει "βουνό" ή "κορυφή" μέσω της τουρκικής kule) αναπτύχθηκαν και κατασκευάστηκαν στα Βαλκάνια[3] (Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Βουλγαρία, Ελλάδα, Κοσσυφοπέδιο, Βόρεια Μακεδονία και Σερβία) μετά την Οθωμανική κατάκτηση κατά το Μεσαίωνα και από την Χριστιανική αλλά και την Μουσουλμανική κοινότητα. Η πρακτική άρχισε κατά τη διάρκεια της παρακμής της Οθωμανικής εξουσίας στα μέσα του 17ου αιώνα[1] και συνέχισε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Τα καστρόσπιτα ήταν συνήθως φτιαγμένα από πέτρα, είχαν τρεις ή τέσσερις ορόφους, και είχαν τετράγωνο ή ορθογώνιο σχήμα.[1] Εξυπηρετούσαν και οι στρατιωτικούς (άμυνα, παρατηρητήριο) και πολιτικούς (κατοικίες) σκοπούς, προκειμένου να προστατεύσουν τις εκτεταμένες οικογένειες των κατοίκων.[3]

Ο λεγόμενος "κλειδωμένο πύργος" στο Theth, στη βόρεια Αλβανία.

Τα αλβανικά Kullë βρίσκονται κυρίως στα βόρεια της χώρας, με σημαντική παρουσία στο νότο, στις περιοχές του Βερατίου, Αργυροκάστρου,[4] Χειμάρρας, και Κάλτσιρε.[5] Τα Kullas είναι βαριά οχυρωμένα κτίρια με μικρά παράθυρα και τρύπες για να πυροβολεί κανείς, επειδή ο κύριος σκοπός τους ήταν να προσφέρουν ασφάλεια σε διάρκεια σύρραξης. Τα πρώτα Kullas χτίστηκαν από τον 17ο αιώνα, όταν υπήρχε συνεχής καταπολέμηση της περιοχής Ντουκαγκίνι (Dukagjini), αν και οι περισσότεροι από αυτούς που υπάρχουν σήμερα είναι του 18ου ή του 19ου αιώνα. Σχεδόν πάντοτε είναι χτισμένα μέσα σε συγκρότημα κτιρίων με διάφορες λειτουργίες, αλλά στις πόλεις υπάρχουν κυρίως ως αυτόνομες δομές. Είναι επίσης τοποθετημένοι σε συγκροτήματα κτιρίων κατά τρόπο που να καθιστά δυνατό για τους κατοίκους να εποπτέουν τη γύρω περιοχή. Τα Kullas στις πόλεις είναι συνήθως χτισμένα ως αυτόνομες δομές, ενώ στα χωριά είναι πιο συχνά σαν μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου kullas και πέτρινων σπιτιών, συνήθως ομαδοποιημένα με βάση την φυλή στην οποία ανήκαν.

Ορισμένα kullë χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι απομόνωσης και ασφαλή καταφύγια ή "κλειδωμένοι πύργοι" (αλβανικά: kulla ngujimi), που προορίζονται για χρήση από πρόσωπα που είναι στόχοι σε βεντέτα (gjakmarrja - τζακμάρια) σύμφωνα με το εθιμικό κώδικα του Κανούν. Ένα παράδειγμα μπορεί να βρεθεί στο Τεθ, στη βόρεια Αλβανία.[6]

Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις οχυρωμένων πυργόσπιτων στο Αργυρόκαστρο που χτίστηκαν τον 13ο αιώνα, προϋπήρχαν δηλαδή της Οθωμανικής κατάκτησης.[7]

Πύργος Κουρτπάσοφ στη Βράτσα της Βουλγαρίας.

Παραδείγματα οχυρωμένων πύργων-κατοικιών στα βουλγαρικά εδάφη περιλαμβάνουν τον Πύργο του Meshchii του 16ου αιώνα (που μετατρέπηκε σε πύργο ρολογιού το 19ου αιώνα) και του 17ου αιώνα Πύργο Kurtpashov στη Βράτσα στα βορειοδυτικά της Βουλγαρίας.[8][9] Ο Πύργος Pirgova (Pirkova), παρόμοιος ως προς το σκοπό του αλλά διαφορετικός στο σχέδιο, ήταν χτισμένος στη νοτιοδυτική πόλη της Κιουστεντίλ τον 14ο ή 15ο αιώνα.[10]

Ο πύργος στο Τέσοβο στη νότια Πιρίν, γνωστή για το σχετικά εξελιγμένο σύστημα υδραγωγείου και αποχετευτικό της σύστημα, επίσης πιστεύεται ότι χρονολογείtαι στην πρώιμη Οθωμανική διοίκηση της Βουλγαρίας και μπορεί να ήταν η κατοικία του τοπικού μπέη.[11][12]

Ο Πύργος Hrelyo, που χτίστηκε στα 1334-5 από τον πρωτοσέβαστο Χρέλια στην αυλή του Μοναστηριού της Ρίλα, είναι ένα προ-Οθωμανική παράδειγμα ενός αυτόνομου πύργου που χρησίμευε και για κατοικίες καθώς και για αμυντικούς σκοπούς. Εκτός από τους κατοικήσιμους ορόφους, ο Πύργος Hrelyo των 23 μέτρων περιλαμβάνει επίσης ένα Ορθόδοξο εκκλησάκι στον ψηλότερο όροφο.[13]

Πυργόσπιτα στη Βάθεια Μάνης

Η παράδοση των πυργόσπιτων στην ελληνική αρχιτεκτονική υπήρχε στην προ-Οθωμανική, Βυζαντινή εποχή.[14]

Παρόλο που η αρχιτεκτονική της Οθωμανικής περιόδου έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τα ελληνικά αστικά κέντρα, υπάρχουν διάσπαρτα παραδείγματα πυργόσπιτων χτισμένων κατά την Οθωμανική περίοδο, την πρώιμη σύγχρονη περίοδο, και κατά τη διάρκεια των τσιφλικιών.[15]

Παράλληλα με τα οχυρωμένα σπίτια της Μάνης (που ονομάζονται ξεμόνια), υπάρχουν επίσης πυργόσπιτα (κουλέ) Οθωμανικής προέλευσης.

Έλληνες αρχιτέκτονες ισχυρίζονται ότι τα αλβανικά πυργόσπιτα αναπτύχθηκαν λόγω ελληνικής επιρροής.[16]

Τα πυργόσπιτα της Λέσβου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Λέσβο, υπάρχουν αρκετά πυργόσπιτα. Χτιζόταν με τοπικά υλικά, όπως πέτρες, πηλό, και σπανίως ηλιόκαυτους πλίνθους. Ήταν δυώροφα ή τριώροφα με τετραγονική κάτωψη. Βρισκόταν είτε μέσα στα κτήματα και στους οικισμούς, όπως στα πυργόσπιτα της Μυτιλήνης και της Μόριας, είτε σε απόσταση από αυτά, όπως στους Πύργους Θερμής.[17] Χτιζόταν για την παρακολούθηση του γύρω χώρου, μία ανάγκη δημιουργημένη από την έντονη πειρατική δραστηριότητα της περιοχής.

Η κατασκευή τους με μία ματιά προδίδει τον ξεκάθαρα αμυντικό χαρακτήρα τους. Το ισόγειο δεν έχει κανένα παράθυρο ή άνοιγμα, και σε ορισμένα καστρόσπιτα έχει την δυνατότητα να απομονωθεί εντελώς ο πρώτος όροφος από τον δεύτερο μέσω του κλεισίματος ανοίγματος της εσωτερικής σκάλας μέσω των κλιβανών (κουμπιά). Η κεντρική είσοδος προστατεύεται από μία πόρτα επενδυσμένη είτε με λαμαρίνα είτε με χοντρά ξύλα, με μεγάλη κλειδαριά. Πάνω από την είσοδο, βρισκόταν ο λεγόμενος «φωνιάς» ή «καταρράκτης». Μία μικρή τρύπα, είτε πάνω από την είσοδο, είτε κάτω από τα παράθυρα του πρώτου ορόφου στις περιπτώσεις των παλαιώτερων πύργων, όπου οι αμυνώμενοι μπορούσαν να ρίξουν καυτό λάδι ή νερό στους επιτηθέμενους.[17]

Kulla στο Κοσσυφοπέδιο

Στο Κοσσυφοπέδιο, τα παραδοσιακά, δύο ή τριών ορόφων kullas χτίστηκαν κυρίως μεταξύ του 18ου αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα.[18] Είναι κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου από τοπική πέτρα, αν και μερικοί έχουν ενσωματωμένα ξύλινα στοιχεία στους επάνω ορόφους. Ιστορικά οι κούλες κατοικήθηκαν αποκλειστικά από άνδρες, ενώ γυναίκες και παιδιά στεγάζονταν σε ένα συνδεδεμένο κτίριο-παράρτημα. Οι εξωτερικοί τοίχοι είναι ένα μέτρο πάχος στο επίπεδο του εδάφους, αλλά γίνονται λεπτότεροι προς την οροφή. Τα μικρά ανοίγματα που παίζουν το ρόλο των παραθύρων ονομάζονται φρένγκι (frëngji),[19] και το ιδιαίτερα μικρό τους μέγεθος είναι λόγω της ιστορικής χρήσης που είχαν οι κούλες ως οχύρωση και ως μέσο προστασίας ενάντια στις επιθέσεις.[19]

Πτυχές της ζωής στις κούλες ήταν έντονα επηρεασμένες από την Μουσουλμανική κουλτούρα, ιδίως το διαχωρισμό μεταξύ ανδρών και γυναικών σε κοινωνικούς χώρους και εισόδους.[20] Οι χαρακτηριστικές διπλές είσοδοι και σκάλες (κύρια και δευτερεύουσα) αντανακλούν τη διαίρεση αυτή, δεδομένου ότι μόνο η πλαϊνή είσοδος και σκάλα οδηγούσαν στην ιδιωτική οικογενειακή δωμάτια. Οι κούλες είναι επίσης ταιραιστές για το κλίμα του Κοσσυφοπεδίο, καθώς η κατασκευή τους τους επιτρέπει να παραμείνουν δροσερές το καλοκαίρι και ζεστές το χειμώνα.[20]

Πύργος Νενάντοβιτς, Βάλιεβο, Σερβία

  1. 1,0 1,1 1,2 Grube-Mitchell 1978, p. 204: "a distinctive form of defensive tower-dwelling, the kula, developed among both the Christian and the Muslim communities during the insecure period of the decline of the Ottoman authority in the 17th century .
  2. Fishta-Elsie-Mathie-Heck 2006, p. 435
  3. 3,0 3,1 Greville Pounds 1994, p. 335: "In southeastern Europe, where the extended family was exemplified as nowhere else in the western world, the home itself was often protected, giving rise to the kula or tower- house."
  4. Stubbs-Makaš 2011, p. 392
  5. Epirus, 4000 years of Greek history and civilization. p. 334
  6. Marika McAdam· Jayne d' Arcy· Chris Deliso· Peter Dragicevic (2 Μαΐου 2009). Western Balkans. Lonely Planet. σελ. 92. ISBN 978-1-74104-729-5. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2012. 
  7. Internationale Tourismusattraktionen in Mittel- und Südosteuropa. Österreichisches Ost- und Südosteuropa-Institut, 1999, p. 2.
  8. Strnadel, Leslie· Erdley, Patrick (2012). Bulgaria (Other Places Travel Guide). Other Places Publishing. σελ. 110. ISBN 9780982261996. 
  9. Kay, Annie (2008). Bulgaria: The Bradt Travel Guide. Bradt Travel Guides. σελ. 138. ISBN 9781841621555. 
  10. «Pirkova Tower». Tourism Kyustendil. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2012. 
  11. «Кулата в Тешово с първото ВиК» (στα Bulgarian). Стандарт (Стандарт нюз АД). 2011-08-04. http://paper.standartnews.com/bg/article.php?article=376875. Ανακτήθηκε στις 18 May 2012. 
  12. Пелтеков, Александър (2001). «Старата кула» [The old tower] (στα Bulgarian). Teshovo.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2012. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  13. Thomas, John Philip· Hero, Angela Constantinides· Constable, Giles (2000). Byzantine Monastic Foundation Documents: A Complete Translation of the Surviving Founders' Typika and Testaments, Volume 1. Dumbarton Oaks. σελ. 126. 
  14. Howard Davis.
  15. Sigalos 2004, p. 53
  16. Sigalos 2004, p. 48: "The Albanian kula, or tower house, for example, was regarded to have developed under Greek influence (Megas 1951, 1967)."
  17. 17,0 17,1 Anagnōstu, Stratēs I. (2011). Stratē I. Anagnōstu Topikē istoria : anaphores stē neoterē kai synchronē istoria tēs Lesbu. Mytilēnē: Ekd. Entelecheia. σελ. 75-76. ISBN 978-960-7886-17-0. 900601037. 
  18. Rassam 2001, p. 2
  19. 19,0 19,1 Rassam 2001, p. 3
  20. 20,0 20,1 Rassam 2001, p. 6
  21. «Kula Nenadovića» (στα Serbian). Valjevozavas.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2012. Kula Nenadovića je svakako simbol grada Valjeva. Podignuta je u proleće 1813. godine ... CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  22. Subotić, Vojislav (2006). Memorijali oslobodilačkih ratova Srbije, Book 1, Volume 1. Vlada Republike Srbije, Ministarstvo rada, zapošljavanja i socijalne politike. σελ. 97. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2012. Kula Nenadovica (Nenadovic's Tower) ... was built at Jakob Nenadovic's command in 1813. He was Minister for Private Affairs. It served for military purposes. Turks used it as a prison later