Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ριουκίτσι Ινάντα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ριουκίτσι Ινάντα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
稲田 龍吉 (Ιαπωνικά)[1]
Γέννηση19  Μαρτίου 1874[2]
Ναγκόγια
Θάνατος27  Φεβρουαρίου 1950[2]
Χώρα πολιτογράφησηςΙαπωνία
Ιαπωνική Αυτοκρατορία (έως 1947)
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Τόκιο
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιατρός
ογκολόγος
βακτηριολόγος
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο του Τόκιο
Πανεπιστήμιο Κιούσου
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΤάγμα του Πολιτισμού (1944)
Αυτοκρατορικό βραβείο της Ιαπωνικής Ακαδημίας (2  Ιουλίου 1916)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ριουκίτσι Ινάντα (ιαπ. 稲田 龍吉, 18 Μαρτίου 187427 Φεβρουαρίου 1950) ήταν Ιάπωνας ιατρός, εξέχοντας πανεπιστημιακός και ερευνητής της μικροβιολογίας. Ανεκάλυψε τον παράγοντα που προκαλεί τη λεπτοσπείρωση και υπήρξε πρωτοπόρος της ιαπωνικής κλινικής καρδιολογίας και ογκολογίας.

Ο Ινάντα γεννήθηκε στην πόλη Ναγκόγια της Ιαπωνίας και πήρε πτυχίο ιατρικής από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο (τότε γνωστό ως «Αυτοκρατορικό») προτού συνεχίσει τις ιατρικές σπουδές του στη Γερμανία. Επιστρέφοντας στην Ιαπωνία, έγινε ο πρώτος καθηγητής ιατρικής στο «Ιατρικό Κολέγιο Φουκουόκα» (福岡医科大学) του Αυτοκρατορικού Πανεπιστημίου του Κιότο (京都帝国大学), δηλαδή την ιατρική σχολή του σημερινού Πανεπιστημίου του Κιούσου.

Ο τάφος του δρα. Ινάντα στο Τόκιο

Το 1914-1915 ο Ινάντα ανεκάλυψε το βακτήριο λεπτόσπειρα που προκαλεί τη νόσο λεπτοσπείρωση, στη μορφή που αποκαλείται και αιμορραγικός ίκτερος ή νόσος του Weil. Επιπλέον, ανέπτυξε μια επιτυχημένη θεραπεία της, βασισμένη σε ορρό του αίματος με αντισώματα.[3] Το αρχικό δείγμα υλικού που απεμόνωσε ο Ινάντα το 1914 έχει διατηρηθεί ως σημαντικό τεκμήριο στην ιστορία της ιατρικής. Το 1915 περιέγραψε τον παθογόνο αυτόν παράγοντα σε μια σειρά δημοσιεύσεων με τίτλο «Η νόσος του αιμορραγικού ίκτερου της σπειροχαίτης» (日本黄疸出血性「スピロヘータ」病 = Nihon ōdan shukketsu-sei supirohēta byō), που καλύπτουν από την ανακάλυψη του παθογόνου έως τις πηγές μολύνσεως, την κλινική αντιμετώπιση, την παθολογία, τη διάγνωση και τη θεραπεία της νόσου.

Ο Ινάντα ήταν ο πρώτος επιστήμονας που εισήγαγε έναν ηλεκτροκαρδιογράφο στην Ιαπωνία και, μαζί με συναδέλφους του στην ιατρική σχολή, υπήρξε ένας από τους πρώτους χρήστες της στη χώρα.[4] Υπήρξε επίσης εξαιρετικός ογκολόγος και ήταν αντιπρόεδρος της Ιαπωνικής Εταιρείας Ογκολογικών Ερευνών από το 1919 έως τον θάνατό του.[5]

Το 1920 ο Ινάντα έγινε καθηγητής της Ιατρικής στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Τόκιο και το 1928 ανέφερε τα πρώτα κρούσματα ελκώδους κολίτιδας στην Ιαπωνία, δέκα περιπτώσεις που κατέγραψε και συσχέτισε μέσα σε δέκα χρόνια.[6] Το 1943 έγινε ο πρόεδρος της Ιαπωνικής Ιατρικής Ενώσεως.