Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ροβεσπιέρος)
Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Maximilien de Robespierre (Γαλλικά)
Γέννηση6  Μαΐου 1758[1][2][3]
Αράς
Θάνατος28  Ιουλίου 1794[1][2][3]
Παρίσι
Αιτία θανάτουαποκεφαλισμός
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή
Τόπος ταφήςErrancis Cemetery και Κατακόμβες του Παρισιού
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Θρησκείαντεϊσμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓαλλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[2][4]
Ιταλικά
ΣπουδέςΛύκειο Λουί-λε-Γκραν (1769–1781)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
δικηγόρος
δημοσιογράφος
επαναστάτης[5]
Επηρεάστηκε απόΖαν Ζακ Ρουσσώ
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΛέσχη των Ιακωβίνων
Ποινική κατάσταση
Κατηγορίες εγκλήματοςανθρωποκτονία
Οικογένεια
ΓονείςFrançois de Robespierre
ΑδέλφιαΑυγουστίνος Ροβεσπιέρος
Charlotte de Robespierre
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης
πρόεδρος της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης (Αύγουστος 1793 – Σεπτέμβριος 1793)
πρόεδρος της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης (4  Ιουνίου 1794 – 19  Ιουνίου 1794)
Βραβεύσειςγενικός διαγωνισμός
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μαξιμιλιανός Φραγκίσκος Μαρία Ισίδωρος Ροβεσπιέρος (Maximilien François Marie Isidore de Robespierre, 6 Μαΐου 1758 - 28 Ιουλίου 1794) ήταν Γάλλος πολιτικός, δεσπόζουσα μορφή της Γαλλικής Επανάστασης του 1789.

Γεννήθηκε στην πόλη Αρράς. Έζησε πολύ δύσκολα και φτωχικά παιδικά χρόνια, κατόρθωσε όμως να σπουδάσει νομικά στο Παρίσι και επανερχόμενος στη γενέτειρά του άσκησε τη δικηγορία, επιδιδόμενος συγχρόνως στην ποίηση, στη φιλολογία και στη μουσική τέχνη, εκλεγόμενος μέλος της Ακαδημίας του Αρράς.[6]

Το 1789 εξελέγη αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων, στην οποία δεν έτυχε αρχικώς καμίας διάκρισης και ιδιαίτερης προσοχής. Ο Μιραμπώ μόνο, ο οποίος παρακολουθούσε τις σχολαστικές αγορεύσεις του Ροβεσπιέρου, είπε ότι: "Αυτός ο νέος θα πάει μπροστά, γιατί πιστεύει σε όσα λέει". Τότε ο Ροβεσπιέρος ήταν ακόμη μετριοπαθής και υπέρ της βασιλείας, είχε δε προτείνει και την κατάργηση της θανατικής ποινής.

Μετά την άλωση της Βαστίλης, έγινε μία από τις ηγετικές μορφές των Ιακωβίνων. Όταν οι Ορεινοί (οι Ιακωβίνοι, δηλαδή, από τη θέση που καταλάμβαναν στα ορεινά έδρανα της Συνέλευσης ονομάστηκαν Ορεινοί) κατέλαβαν την εξουσία το 1793, ο Ροβεσπιέρος έγινε ουσιαστικός αρχηγός της Γαλλίας. Ετέθη επικεφαλής της Κομμούνας και στη Συμβατική Εθνοσυνέλευση εισήλθε ως αντιπρόσωπος του λαού του Παρισιού. Ψήφισε υπέρ της θανάτωσης του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ και υπέρ της κατάργησης της Βασιλείας.

Για να στερεώσει την εξουσία του, απέκρουσε τις κατηγορίες των Γιρονδίνων ότι επεδίωκε την επιβολή δικτατορίας. Εισερχόμενος δε στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας και διευθύνοντας πλέον τους τομείς της Δημόσιας Ασφάλειας και της Δικαιοσύνης, προέβη σε προγραφές εναντίον των Γιρονδίνων, για τους οποίους πέτυχε να τεθούν εκτός νόμου, στην εξόντωση των αρχηγών τους, αλλά και στη φυσική εξόντωση πολλών συντρόφων του, όπως του Δαντών, τον οποίο μισούσε, θεωρώντας τον βαθύτατα διεφθαρμένο, στέλνοντάς τους στη λαιμητόμο, κάτι που έκανε στη συνέχεια και με τους Εμπερτιστές.

Στην περίοδο της κυριαρχίας του Ροβεσπιέρου επικρατούσε απόλυτη Τρομοκρατία, στηριζόμενη στα Επαναστατικά Δικαστήρια και στη διαβόητη Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας. Παρ' ότι, λόγω της προσωπικής του εντιμότητας, του ανεπίληπτου ιδιωτικού του βίου και του αδέκαστου χαρακτήρα του, είχε επονομασθεί από τους ομοϊδεάτες του "αδιάφθορος", δε δίστασε, για την εδραίωση του καθεστώτος του, να στέλνει καθημερινά, δια του Επαναστατικού Δικαστηρίου, στη λαιμητόμο κατά δεκάδες και εκατοντάδες Γάλλους πολίτες, αντιφρονούντες, βασιλόφρονες, μετριοπαθείς, αναρχικούς, κλέφτες, ύποπτους, άνδρες, γυναίκες, ακόμη και παιδιά, καταδικασθέντες με συνοπτικές διαδικασίες.

Παράλληλα, προσπάθησε να επαναφέρει ως συστατικό στοιχείο του κράτους το πρότυπο των αρχαίων ελληνικών πόλεων (πολιτειών), με ιθύνουσα αρχή την ενότητα και την αρετή, προχωρώντας για τον σκοπό αυτόν σε αλλαγές στο ημερολόγιο και στη θρησκεία, καθιερώνοντας τη λατρεία του Υπέρτατου Όντος ως θεότητα του Ορθού Λόγου, λατρεία της οποίας ανακηρύχθηκε Μέγας Ποντίφικας, σε μεγαλοπρεπή τελετή (16 Νοεμβρίου 1793).

Η Τρομοκρατία, όπως αποκλήθηκε η θηριώδης αυτή περίοδος τριών μηνών, τερματίστηκε με το πραξικόπημα της 9ης Θερμιδόρ (27 Ιουλίου 1794), το οποίο έγινε από τους ίδιους τους συντρόφους του, όταν, συνασπισθέντες οι εχθροί του στη Συνέλευση, εισήγαγαν ψήφισμα, προκειμένου να κηρυχθεί αυτός και οι φίλοι του εκτός νόμου.

Κι ενώ σκόπευαν να τον συλλάβουν και να τον μεταφέρουν από την Εθνοσυνέλευση στις φυλακές του κάστρου του Λουξεμβούργου, ο Ροβεσπιέρος φυγαδεύτηκε από οπαδούς του και έσπευσε ως θριαμβευτής στο Δημαρχείο του Παρισιού, προσπαθώντας να εξεγείρει τον λαό σε στάση. Πολιορκήθηκε, όμως, από τους αντιπάλους του, τραυματίστηκε και συνελήφθη, έπειτα από αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας του. Την επόμενη ημέρα (28 Ιουλίου), ο Ροβεσπιέρος, μαζί με τους συνεργάτες του, οδηγήθηκαν στη λαιμητόμο χωρίς δίκη.

Μαζί του εκτελέστηκαν οι στενοί του συνεργάτες, Σαιν Ζυστ και Κουτόν, αλλά και ο αδερφός του, Αυγουστίνος, υπό τα χειροκροτήματα του λαού του Παρισιού, του οποίου μόλις λίγο καιρό πριν υπήρξε είδωλο. Την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου ακολούθησαν εκτελέσεις περίπου 120 Ιακωβίνων και η διάλυση της λέσχης τους, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς.

Καταγωγή και οικογένεια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μαξιμιλιανός γεννήθηκε στο Αρράς της επαρχίας Αρτουά της Γαλλίας, στις 6 Μαΐου του 1758. Οι ρίζες της οικογένειάς του ανάγονται στον 12ο αιώνα στην Πικαρδία, με ορισμένους από τους προγόνους του να εργάζονται ως συμβολαιογράφοι στο Καρβέν, κοντά στο Αρράς, από τις αρχές του 17ου αιώνα.[7] Πιθανότατα να είχε κάποιον Ιρλανδό πρόγονο, καθώς το επίθετό του θα μπορούσε να είναι παραφθορά του "Robert Speirs".[8]

Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του, Μαξιμιλιανός, ήταν επιτυχημένος δικηγόρος. Ο πατέρας του, Φρανσουά Μαξιμιλιάν Μπαρτελεμί ντε Ρομπεσπιέρ, ήταν δικηγόρος στο Συμβούλιο του Αρτουά (Conseil d'Artois). Παντρεύτηκε τη Ζακλίν Μαργκερίτ Καρό, κόρη ζυθοποιού, στις 2 Ιανουαρίου 1758. Ο Μαξιμιλιανός ήταν ο μεγαλύτερος από 4 παιδιά και η σύλληψή του έγινε εκτός γάμου. Τα αδέρφια του ήταν η Σαρλότ (1760-1834, πέθανε ανύπαντρη λόγω του επωνύμου της), η Ανριέτ (1761-1780, έγινε μοναχή) και ο Αυγουστίνος (1763-1794).[9] Στις 7 Ιουλίου 1764 η μητέρα του Μαξιμιλιανού γέννησε ένα πρόωρο αρσενικό παιδί και απεβίωσε έπειτα από εννέα ημέρες. Ο πατέρας του, από τη θλίψη του, εγκατέλειψε το Αρράς και έφυγε για το εξωτερικό. Περιστασιακά πήγαινε στο Αρράς και οι δύο κόρες του μεγάλωσαν με τις θείες τους (αδερφές του πατέρα τους). Οι δύο γιοι πήγαν στον παππού και τη γιαγιά από την πλευρά της μητέρας τους. Ο πατέρας του Ροβεσπιέρου πέθανε στο Μόναχο στις 6 Νοεμβρίου 1777.[10]

Σε ηλικία 8 ετών ο Μαξιμιλιανός ήξερε να διαβάζει και να γράφει και ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα στο κολέγιο (collège) του Αρράς.[8] Τον Οκτώβριο του 1769, έπειτα από την πρόταση του επισκόπου, έλαβε υποτροφία και σπούδασε στο Κολέγιο του Λουδοβίκου του Μεγάλου (Collège Louis-le-Grand), του Πανεπιστημίου του Παρισιού. Ο Ροβεσπιέρος παρέμεινε στο Παρίσι μέχρι τα 23 του χρόνια και ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στη δικηγορία.

Στον Ροβεσπιέρο έτυχε να καλωσορίσει τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ΄, όταν είχε επισκεφθεί το κολέγιο. Έτσι, και μάλιστα υπό δυνατή βροχή, ο νεαρός φοιτητής τού απήγγειλε επαίνους, ενώ αργότερα θα συναντώνταν ξανά, υπό άλλες συνθήκες.

Με την αποφοίτησή του, έλαβε δωρεά 600 λιβρών για τα 12 έτη κατά τα οποία αποτέλεσε πρότυπο ακαδημαϊκής επιτυχίας και προσωπικής διαγωγής.[11]

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, ο Ροβεσπιέρος έμαθε να θαυμάζει τη Δημοκρατία της Ρώμης και τη ρητορική του Κικέρωνα, του Κάτωνα και άλλων μορφών της κλασικής ιστορίας. Συμμαθητές του ήταν και οι Καμίλ Ντεμουλέν και Λουί Μαρί Στανισλά Φρερόν. Μελέτησε επίσης τα έργα του φιλοσόφου Ζαν Ζακ Ρουσό και επηρεάστηκε από τις ιδέες του.[12] Η ιδέα της επαναστατικής ανδρείας και το πρόγραμμά του για τη δόμηση της πολιτικής κυριαρχίας από μια άμεση δημοκρατία προήλθε από τον Ρουσό. Επειδή επεδίωκε αυτά τα ιδανικά, στη διάρκεια του καθεστώτος των Ιακωβίνων επονομάστηκε "Αδιάφθορος".[13]

Έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, έγινε δεκτός στον δικηγορικό σύλλογο του Αρράς. Το 1782 διορίστηκε ποινικός δικαστής με πρόταση του επισκόπου της γενέτειράς του, ωστόσο ο Ροβεσπιέρος παραιτήθηκε, απηυδισμένος από υποθέσεις που επέσειαν τη θανατική ποινή, δεδομένης της τότε αντίθεσής του σε αυτήν.[14] Αντίθετα, έγινε σύντομα συνήγορος και υπερασπιστής άπορων πελατών. Κατά τις συνεδριάσεις του δικαστηρίου, έγινε γνωστός επειδή προωθούσε τα ιδανικά του Διαφωτισμού και επιχειρηματολογούσε υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[15] Κατά τα τελευταία χρόνια της σταδιοδρομίας του διάβαζε πάρα πολλά βιβλία και εστίασε στην κοινωνική και πολιτική θεωρία γενικότερα.

Εξελέγη μέλος της Ακαδημίας του Αρράς τον Δεκέμβριο του 1783 και έναν χρόνο αργότερα τιμήθηκε με μετάλλιο (από κοινού με τον δημοσιογράφο Πιέρ Λουί ντε Λακρετέλ) από την Ακαδημία του Μετς, για το δοκίμιό του με θέμα το αν θα έπρεπε να αποκηρύσσονται και οι συγγενείς ενός καταδικασμένου εγκληματία. Τα επόμενα δοκίμιά του δεν είχαν επιτυχία, όμως ο ίδιος έγινε δεκτός στη φιλοτεχνική λέσχη "Rosatia", που περιλάμβανε ποιητές, μουσικούς και λογοτέχνες.

Στο Παρίσι, μια από τις πρώτες του δικαστικές επιτυχίες ήταν η υπεράσπιση ενός πολίτη, στον οποίο είχε κάνει μήνυση ο γείτονάς του, καθώς θεωρούσε το αλεξικέραυνο που είχε στη στέγη του σπιτιού του ως διαβολικό κατασκεύασμα. Η εφεύρεση ήταν νέα για την εποχή και ήταν φυσικό να τρόμαζε τους δεισιδαίμονες στη Γαλλία. Ο Ροβεσπιέρος κέρδισε τη δίκη και έγινε πια διάσημος.

Είσοδος στην πολιτική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1789, όταν ακόμα ήταν εναντίον της θανατικής ποινής, ο Ροβεσπιέρος εξελέγη αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων και συντάχθηκε με τους φτωχούς και τους ανθρώπους κατώτερων κοινωνικών τάξεων για την εποχή (Εβραίοι, μαύροι, ηθοποιοί).[16][17] Ως συχνός ομιλητής στη Συντακτική Συνέλευση, με τις ιδέες του υποστήριξε σθεναρά τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις συνταγματικές επιταγές, συχνά με μεγάλη επιτυχία. Καθιέρωσε την περίοδο εκείνη το σύνθημα "Ελευθερία, Ισότητα, Αδερφότητα". Για πρώτη φορά έγινε χρήση του συνθήματος στον λόγο του Ροβεσπιέρου "Περί οργανώσεως της Εθνοφρουράς" (Discours sur l'organisation des gardes nationales), στις 5 Δεκεμβρίου 1790, Άρθρο XVI, και σύντομα μεταδόθηκε από τα λαϊκά στρώματα σε ολόκληρη τη Γαλλία.


Discours sur l'organisation des gardes nationales
Article XVI.
Στις ψυχές τους χαραγμένες αυτές οι λέξεις: ΓΑΛΛΙΚΟΣ ΛΑΟΣ, & από κάτω: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΙΣΟΤΗΤΑ, ΑΔΕΡΦΟΤΗΤΑ. Οι ίδιες λέξεις είναι γραμμένες στις σημαίες που φέρουν τα τρία χρώματα του έθνους.
(γαλλικά: XVI. Elles porteront sur leur poitrine ces mots gravés : LE PEUPLE FRANÇAIS, & au-dessous : LIBERTÉ, ÉGALITÉ, FRATERNITÉ. Les mêmes mots seront inscrits sur leurs dra-peaux, qui porteront les trois couleurs de la na-tion.‎‎)
[18]

Προτομή από τερακότα του Ροβεσπιέρου του 1791

Λίγο αργότερα ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση. Ο φίλος του Καμίλ Ντεμουλέν, δυναμικός νεαρός φοιτητής (που καρατομήθηκε αργότερα κατ' εντολήν του Ροβεσπιέρου) ηγήθηκε αυτών που φώναξαν πρώτοι "Στη Βαστίλη!" και ο λαός κατέλαβε το σύμβολο της απολυταρχίας, τις φυλακές της Βαστίλης, στις 14 Ιουλίου 1789.

Τον επόμενο χρόνο (1790) ο Ροβεσπιέρος εξελέγη πρόεδρος των Ιακωβίνων[11] και σύντομα καταξιώθηκε ως επικεφαλής της ριζοσπαστικής εκείνης πτέρυγας της Εθνοσυνέλευσης.[6] Την ίδια χρονιά εγκαταστάθηκε στην οδό Saintonge, στον αριθμό 9, κοντά στο Παλάτι Τουιλερί.[19] Έπειτα από τη Σφαγή στο Πεδίο του Άρεως στις 17 Ιουλίου 1791, μετακόμισε στην οικία του επιπλοποιού Μορίς Ντιπλέ, ένθερμου θαυμαστή του Ροβεσπιέρου, στην οδό Σεν Ονορέ.[20] Εξαιτίας φόβων για την ασφάλειά του, αλλά και της επιθυμίας του να ζει κοντά στην Εθνοσυνέλευση, ο Μαξιμιλιανός έζησε εκεί ώς τον θάνατό του, με εξαίρεση δύο βραχύχρονες περιόδους. Σύμφωνα με τον γιατρό του, Ζοζέφ Σουμπερμπιέλ, τον επαναστατικό δικαστή Ζοασίμ Βιλάτ και την κόρη του Ντιπλέ, Ελιζαμπέτ, ο Ροβεσπιέρος αρραβωνιάστηκε με την κόρη του Ντιπλέ, Ελεονόρ, όμως δεν έγινε κανένας γάμος.[21]

Στις 30 Σεπτεμβρίου 1791, όταν διαλύθηκε η Συντακτική Εθνοσυνέλευση, ο λαός των Παρισίων ονόμασε τον Ροβεσπιέρο και τον Ζερόμ Πετιόν ως τους δύο αδιάφθορους πατριώτες, επειδή αρνήθηκαν να δωροδοκηθούν και ήταν καθαροί στις αρχές τους και για τον λιτό τρόπο ζωής τους.[15] Ο Ροβεσπιέρος επέστρεψε στο Αρράς, όπου του επιφυλάχθηκε θερμότατη υποδοχή. Τον Νοέμβριο επανήλθε στο Παρίσι, όπου ανέλαβε δημόσιος εισαγγελέας.[22]

Άνοδος στην εξουσία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροβεσπιέρος αντιτάχθηκε στην κήρυξη πολέμου με την Αυστρία και για τον λόγο αυτό ήρθε σε σύγκρουση με τους Γιρονδίνους. Επίσης, ήταν αντίθετος στη χρήση βίας, προκειμένου να διασπαρούν οι ιδέες της Επανάστασης.[23]

Τον Απρίλιο του 1792 ο Ροβεσπιέρος παραιτήθηκε από τη θέση του γενικού εισαγγελέα των Βερσαλλιών, την οποία κατείχε επίσημα, όμως δεν ασκούσε τα καθήκοντά του από τον Φεβρουάριο, και ξεκίνησε την έκδοση μιας επιθεώρησης, του "Υπερασπιστή του Συντάγματος" (Le Défenseur de la Constitution).[24]

Ο "Αδιάφθορος", όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν, δεν είχε πλέον καμία αμφιβολία για την ενοχή του Βασιλιά. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ δικάστηκε και ο Ροβεσπιέρος έμελλε να πει για την καταδίκη του: "Ο μεγαλύτερος εγκληματίας του κόσμου δεν πρέπει να δικαστεί, είναι ήδη καταδικασμένος!".[25] Ο Λουδοβίκος καταδικάστηκε σε θάνατο και αποκεφαλίστηκε στις 21 Ιανουαρίου του 1793.[26] Στις 31 Μαΐου και 2 Ιουνίου 1793, με τον Ροβεσπιέρο να ελέγχει και τη Συμβατική Εθνοσυνέλευση, οι Ιακωβίνοι έθεσαν εκτός νόμου τους αντιπάλους τους, Γιρονδίνους, και ανέλαβαν πλήρως την εξουσία.

Τρομοκρατία και νέα μέτρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πορτραίτο του Ροβεσπιέρου από τον Λουί Μπουαγί

Ο Ροβεσπιέρος κυβέρνησε για τους επόμενους μήνες σχεδόν δικτατορικά, στηριζόμενος σε νέα όργανα, όπως τα Επαναστατικά Δικαστήρια, τα οποία δίκαζαν και έστελναν στην γκιλοτίνα με συνοπτικές διαδικασίες τους αποκαλούμενους και "εχθρούς του λαού", και την πανίσχυρη 9μελή Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας, της οποίας ο ίδιος εξελέγη μέλος το 1793.[27] Αποτελούσε την "Τριανδρία" (της οποίας ήταν η ηγετική μορφή) μαζί με τους στενούς συνεργάτες του, Σαιν Ζυστ και Ζωρζ Κουτόν. Ήδη από το 1791 ήταν πολύ λαοφιλής.

Ο Ροβεσπιέρος συνετέλεσε στην κατάργηση της δουλείας σε όλα τα εδάφη της Γαλλίας.[28][29]

Ταυτόχρονα, προέβη σε σειρά μέτρων για την αναμόρφωση της κοινωνικής και θρησκευτικής πραγματικότητας. Από τα σημαντικότερα μέτρα που έλαβε ήταν:

  • Εκκαθάριση του στρατού από τους παλιούς στρατηγούς. Υπήρχαν πλέον, με την αποχώρηση των παλαιών στρατηγών, στρατηγοί ηλικίας ακόμα και 25 ετών.
  • Αναμόρφωση του ημερολογίου (Δημοκρατικό ημερολόγιο). Διαγράφηκε η Κυριακή και ορίστηκαν νέα ονόματα για τους μήνες. Το έτος 1 της επανάστασης (1793) ορίστηκε ως αρχή του ημερολογίου. Επίσης, κρατικοποιήθηκε η περιουσία των μοναστηριών και μειώθηκαν τα προνόμια του κλήρου.

Κατασκευάστηκαν όπλα από το λιώσιμο των μετάλλων των σημάντρων των εκκλησιών (η Γαλλία ήταν τότε υπό πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση) και καθιερώθηκε η λατρεία του Υπέρτατου Όντος.[30] Ολοκληρώθηκε έτσι τυπικά η αποχριστιανοποίηση του κράτους. Η λατρεία του Υπέρτατου Όντος εγκαθιδρύθηκε από τον Ροβεσπιέρο σε αντιπαράθεση προς τον Καθολικό Χριστιανισμό αφ' ενός και τον αθεϊσμό του Ζακ Ρενέ Εμπέρ (Jacques René Hébert-Εμπερτιστές) αφ' ετέρου.[31]

Εφαρμόστηκε η Τρομοκρατία, με βάση την ιδέα του συνεργάτη του, Ζωρζ Κουτόν. Πρώτα εκτελέστηκαν οι μετριοπαθείς Γιρονδίνοι (Οκτώβριος 1793) και στη συνέχεια άλλοι πολιτικοί, θεωρούμενοι ως ακραίοι, όπως και μεγάλος αριθμός στρατιωτικών και ευγενών. Δεν ξέφυγαν από την εκτέλεση ούτε οι πρώην στενοί του συνεργάτες, Δαντών (Νταντόν) και Ντεμουλέν, επειδή διαφωνούσαν με τα τρομοκρατικά μέτρα, θεωρώντας τον υπερβολικό ιδεαλιστικό φανατισμό του Ροβεσπιέρου εξαιρετικά επικίνδυνο.

  • Με το νόμο της 10ης Ιουνίου του 1794 (22 Πραϊριάλ) αφαιρέθηκε από τους κατηγορουμένους το δικαίωμα της υπεράσπισης, προκρίνοντας ως πρόσχημα την κρισιμότητα των στιγμών (εδραίωση της επανάστασης), η οποία ήταν δυνατό να βλαφθεί από χρονοβόρες διαδικασίες (θύμα του οποίου νόμου έπεσε αργότερα και ο ίδιος ο εμπνευστής του). Έτσι, μέσα σε 6 εβδομάδες, πάνω από 1.400 άτομα οδηγήθηκαν στη λαιμητόμο, μόνο στο Παρίσι, ενώ την ίδια ώρα εκτελέσεις γίνονταν σε αρκετές άλλες πόλεις. Ανάμεσα στα θύματα και πολλοί αδίκως καταδικασθέντες, λόγω συνωνυμίας ή λανθασμένων πληροφοριών. Η περίοδος αυτή ονομάστηκε Μεγάλη Τρομοκρατία και στιγμάτισε το κοσμοϊστορικό γεγονός της Γαλλικής Επανάστασης. Μέσα στο χάος που επικρατούσε, κανένας δεν ήξερε αν θα ήταν το επόμενο θύμα στην γκιλοτίνα, μέσα σ' ένα περιβάλλον άκρατων μηχανορραφιών, συκοφαντιών και πολιτικής ίντριγκας. Ο τρόμος είχε απλωθεί για τα καλά πάνω από τη γαλλική πρωτεύουσα.

Τα νέα μέτρα προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις. Την 9η Θερμιδόρ του έτους 2 της Επανάστασης, δηλαδή στις 27 Ιουλίου 1794, ο Ροβεσπιέρος εμφανίστηκε στη Συμβατική Συνέλευση και ανέφερε ότι είχε στην κατοχή του κατάλογο με εχθρούς του λαού, ανάμεσά τους και μέλη της Συνέλευσης, τους οποίους, όμως, δεν ανέφερε.[32] Αυτό σήμαινε σύλληψη και εκτέλεσή τους με συνοπτικές διαδικασίες. Φοβούμενοι ότι μπορεί να είναι και αυτοί στη λίστα, τα περισσότερα μέλη-βουλευτές της Συμβατικής προκάλεσαν πανδαιμόνιο και δεν άφησαν το δικηγόρο από το Αρράς να μιλήσει. Ούτε ο φίλος του, Σαιν Ζυστ, εξέχων ρήτορας, που παρέσυρε τα πλήθη, μπόρεσε να πει κάτι. Αντίθετα, ένα μέλος της Εθνοσυνέλευσης τον προκάλεσε να πει τα ονόματα, αναγκάζοντας τον Ροβεσπιέρο να αιφνιδιαστεί και να ψελλίσει διάφορες δικαιολογίες, κατόπιν των οποίων πολλά μέλη απαίτησαν τη σύλληψή του ως εχθρού της ενότητας του λαού. Επρόκειτο για καλά οργανωμένη συνωμοσία, που μέσα σε λίγες στιγμές αποκαθήλωσε τον μόλις πριν λίγο πανίσχυρο τύραννο.

Ο Ροβεσπιέρος και οι φίλοι του, αντιλαμβανόμενοι το δυσμενές γι' αυτούς κλίμα, θα φύγουν με δυσκολία από το χώρο της Συμβατικής Συνέλευσης και θα πάνε στο δημαρχείο. Δυστυχώς γι' αυτούς, όμως, φάνηκαν αδύναμοι την κρίσιμη εκείνη στιγμή, καθώς και εξαιρετικά άτυχοι. Αντί να προστρέξει σε στρατιωτικές δυνάμεις που ακόμα ήλεγχε, ο Ροβεσπιέρος κατέφυγε στο δημαρχείο, όπου δεν υπήρχαν στρατιωτικές δυνάμεις. Επίσης, ο αρχηγός του σώματος που έτρεξε προς βοήθειά του ήταν, αν και γενναίος αξιωματικός, μέθυσος και ανεύθυνος, με αποτέλεσμα η βοήθεια να καθυστερήσει, την ώρα που οι πιο πολλές μονάδες ήταν πιστές στο Ροβεσπιέρο και μπορούσε ακόμα να ελέγξει τα γεγονότα.

Τελικώς, η χωροφυλακή πραγματοποίησε έφοδο στο Δημαρχείο για να τον συλλάβει, όπου, σύμφωνα με μία εκδοχή ορισμένων αυτοπτών μαρτύρων, ένας νεαρός χωροφύλακας, ονόματι Μερντά, θα τσακίσει με μια πιστολιά το σαγόνι του Ροβεσπιέρου.[33] Επικρατέστερη, όμως, είναι η εκδοχή ότι ο Ροβεσπιέρος αυτοτραυματίστηκε.[34] Όπως και να έχει, μόλις τσακίστηκε το πηγούνι του "Αδιάφθορου", ο Σαιν Ζυστ δεν έφερε επιπλέον αντίσταση, ο Κουτόν κύλησε με το αναπηρικό του καροτσάκι να ξεφύγει και κόντεψε να σκοτωθεί, γλυστρώντας στις σκάλες, ο Λε Μπα αυτοκτόνησε, ενώ ο αδελφός του, Αυγουστίνος Ροβεσπιέρος, τραυματίστηκε, προσπαθώντας να διαφύγει από το μπαλκόνι του δημαρχείου, πηδώντας από αρκετό ύψος στο πλακόστρωτο (δε σκοτώθηκε, γιατί έπεσε επάνω σε δύο ανθρώπους), την ώρα που ο λαός παρακολουθούσε τα δραματικά τεκταινόμενα παγωμένος.

Πολλοί άνθρωποι, υποστηρικτές του Ροβεσπιέρου, ξεσηκώθηκαν και ζήτησαν την αποφυλάκισή του, ενώ ο ίδιος ήταν αιφνιδιασμένος από την απρόσμενη τροπή των γεγονότων, καταματωμένος, με σκισμένα ρούχα. Όταν κάποιος του έδωσε ένα μαντίλι για να καλύψει την τραυματισμένη σιαγόνα του, τον ευχαρίστησε, λέγοντάς του: "Σας ευχαριστώ, κύριε".[35] Τελικώς, φυλακίστηκε στην Κονσιερζερί, δίπλα από το κελί όπου είχε φυλακιστεί παλαιότερα η Μαρία Αντουανέτα. Από εκεί έβγαινε κανείς μόνο για καρατόμηση.

Η εκτέλεση του Ροβεσπιέρου και των συνεργατών του, σε λιθογραφία της εποχής. Ο αποκεφαλισμένος δεν είναι ο Ροβεσπιέρος, ο οποίος εικονίζεται (αρ. 10) ζωντανός να κρατά το τραυματισμένο σαγόνι του, αλλά ο Κουτόν.

Στις 28 Ιουλίου 1794, ημέρα Δευτέρα, ο Ροβεσπιέρος, με τραυματισμένο πιγούνι, οδηγήθηκε στη λαιμητόμο, μαζί με 21 ακόμα συνεργάτες του.[36] Η διαδρομή με το κάρο, στο οποίο ήταν δεμένος, ήταν εξουθενωτική. Παιδιά έριχναν αίμα βοδιού στο σπίτι όπου έμενε, το φτωχικό σπίτι του ξυλουργού Ντιπλέ. Η πλατεία, όπου είχε στηθεί η γκιλοτίνα, στο κέντρο του Παρισιού, ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο.

Πρώτος εκτελέστηκε ο Σαιν Ζυστ, ανεβαίνοντας αγέρωχα και αμίλητος τα σκαλιά. Μόλις ήρθε η σειρά του Μαξιμιλιανού, ο δήμιος θέλησε να κολακεύσει το μαινόμενο πλήθος, ταλαιπωρώντας τον Μαξιμιλιανό, αφαιρώντας με δύναμη τον επίδεσμο που συγκρατούσε την κάτω σιαγόνα του Ροβεσπιέρου. Τότε ο Μαξιμιλιανός έβγαλε μια κραυγή από τον ανυπόφορο πόνο του διαλυμένου του σαγονιού.[37] Έπειτα, έλαβε χώρα η εκτέλεση και υπήρξε απόλυτη σιγή στο συγκεντρωμένο πλήθος. Ο κούφιος αλλά δυνατός ήχος της λαιμητόμου σήμανε το τέλος του Ροβεσπιέρου. Ετάφη σε έναν κοινό τάφο, μαζί με όλους τους υπόλοιπους εκτελεσθέντες, στο Κοιμητήριο Ερανσίς[38] (όπου σήμερα βρίσκεται η πλατεία Προσπέρ-Γκουμπό). Την περίοδο μεταξύ 1844 και 1859 (πιθανόν το 1848), τα λείψανα όλων όσων είχαν ταφεί εκεί μεταφέρθηκαν στις Κατακόμβες των Παρισίων.

Ο Ροβεσπιέρος σήμερα θεωρείται αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Άλλοι τον θεώρησαν δικτάτορα και άλλοι καλό, φλογερό και, κυρίως, υποδειγματικά ηθικό επαναστάτη. Διασημότερη είναι η εκδοχή ότι επρόκειτο περί ενός ανθρώπου απαράμιλλης ηθικής (στην παιδική του ηλικία έγινε μάρτυρας ενός καταπληγιασμένου κατάδικου, που περνούσε με το κάρο, πηγαίνοντας για εκτέλεση, συναντώντας τη ματιά του ανήμπορου αυτού ανθρώπου, ματιά που, κατά τον ίδιο, δεν ξέχασε ποτέ στη ζωή του), που στην προσπάθειά του να πλάσει έναν ιδανικό κόσμο, όπως τον φανταζόταν, αναγκάστηκε να εξολοθρεύσει τους εχθρούς του, τους οποίους θεωρούσε βαθύτατα διεφθαρμένους και λαοπλάνους, αναδεικνύοντας έτσι την αντίφαση μεταξύ του ιδεαλιστικού υπόβαθρου και της πρακτικής εφαρμογής, στον αδυσώπητο κόσμο της διαπάλης για την εγκόσμια εξουσία.

Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Ροβεσπιέρος απέτυχε να καταλάβει ότι η Γαλλία είχε πια ανάγκη από μια πολιτική συνθέσεων και συμφιλίωσης και όχι κατατμήσεων και αντιθέσεων, έστω και αν αυτό θα έδινε τη δυνατότητα σε πολλούς διεφθαρμένους να συνεχίσουν τον πολιτικό τους βίο. Απέτυχε να καταλάβει ότι η Δημοκρατία, ακόμα και αν περιλάμβανε έναν αριθμό διεφθαρμένων πολιτικών, ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος για την ανόρθωση της πολύπαθης γαλλικής γης.

Η συζήτηση γύρω από το πρόσωπό του συνεχίζεται μεταξύ των ιστορικών. Ένθερμοι υπερασπιστές του έχουν υπάρξει οι Έρνεστ Χάμελ, Κλοντ Μαζορίκ, Αλμπέρ Ματιέ και ο Έλληνας συγγραφέας Βλάσης Ρασσιάς[39].

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 11922216p. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Maximilien, François, Marie, Isidore, Joseph De Robespierre». (Γαλλικά) Sycomore. 11798.
  4. CONOR.SI. 28885859.
  5. (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 8  Αυγούστου 2012. 500354298. Ανακτήθηκε στις 9  Φεβρουαρίου 2024.
  6. 6,0 6,1 Συλλογικό έργο, Εγκυκλοπαίδεια "2002", Αθήνα 1984, (νέα έκδοση) τ. 17, σελ. 283.
  7. «Généalogie de Robespierre». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιανουαρίου 2006. 
  8. 8,0 8,1 Carr 1972, σελ. 10.
  9. «In Memory Of Maximillien (The Incorruptible) De Robespierre». Christian Memorials. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2009. 
  10. Scurr 2006, σελ. 20.
  11. 11,0 11,1 Scurr 2006, σελ. 22, 35.
  12. Jenkins 2011
  13. Haydon Doyle 2006, σελ. 56
  14. Scurr 2006.
  15. 15,0 15,1 Rudé 1975.
  16. "Robespierre, "Speech Denouncing the New Conditions of Eligibility," 22 October 1789" Αρχειοθετήθηκε 2019-01-23 στο Wayback Machine., George Mason University. Retrieved 26-2-2017.
  17. "Maximilien Robespierre", Department of History. Ohio State University. 1998. Retrieved 26-2-2017
  18. Gauthier 1992, σελ. 129.
  19. Scurr 2006, σελ. 154.
  20. Scurr 2006, σελ. 155.
  21. Robespierre 2006.
  22. Matrat 1975.
  23. Bell 2007, σελ. 118.
  24. Soboul 2005.
  25. Robespierre 1958, σελ. 88–89, στο Tome IX, Discours.
  26. Scurr 2006, σελ. 249–251.
  27. Andress 2006, σελ. 178–79.
  28. Fulop-Miller, Rene (16 Απριλίου 2013). Leaders, Dreamers And Rebels – An Account Of The Great Mass-Movements Of History And Of The Wish-Dreams That Inspired Them (στα Αγγλικά). Read Books Ltd. ISBN 9781473383692. 
  29. «Robespierre and the Terror | History Today». www.historytoday.com. Ανακτήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2017. 
  30. «Robespierre, M. "The Cult of the Supreme Being", in Modern History Sourcebook, 1997». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2018. 
  31. Scott 1974, σελ. 107.
  32. Korngold, Ralph 1941, p. 365, Robespierre and the Fourth Estate Retrieved 27 Ιουλίου 2014.
  33. Brink 1899, σελ. 399.
  34. Carr 1972, σελ. 54.
  35. Andress 2006, σελ. 343.
  36. «Maximilien Robespierre | Biography, Facts, & Execution» (στα αγγλικά). Encyclopedia Britannica. https://www.britannica.com/biography/Maximilien-Robespierre. Ανακτήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2017. 
  37. Schama 1989, σελ. 845–46.
  38. (Γαλλικά) Landrucimetieres.fr
  39. Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος (Maximilien Francois Marie Isidore de Robespierre, 6 Μαϊου 1758 – 28 Ιουλίου 1794), rassias.gr.

Πηγές-Βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]