Ροδόλφος Δ΄ της Αυστρίας
Ροδόλφος Δ΄ | |
---|---|
δούκας της Αυστρίας | |
Περίοδος | 1358 - 1365 |
Προκάτοχος | Αλβέρτος Β΄ |
Διάδοχος | Αλβέρτος Γ΄, Λεοπόλδος Γ΄ |
Γέννηση | 1 Νοεμβρίου 1339 |
Θάνατος | 27 Ιουλίου 1365 (15 ετών) |
Σύζυγος | Αικατερίνη της Βοημίας |
Οίκος | Αψβούργων |
Πατέρας | Αλβέρτος Β΄ |
Μητέρα | Ιωάννα Πφιρτ |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Ροδόλφος Δ΄ ο ιδρυτής, γερμ. Rudolf IV der stifter (1 Noεμβρίου 1339 - 27 Ιουλίου 1365) από τον Οίκο των Αψβούργων, ήταν δούκας της Αυστρίας, Στυρίας, Καρινθίας (1358-65), κόμης του Τυρόλου (1363-65) και δούκας της Καρνιόλης (1365-65).
To 1356 o Κάρολος Δ΄ της Γερμανίας εξέδωσε τo δάταγμα Χρυσή Βούλα, ένα καταστατικό εκλογής του βασιλιά της Γερμανίας, εξαιρώντας τους Αψβούργους από εκλέκτορες. Τότε ο Ροδόλφος Δ΄ έδωσε εντολή να φτιαχτεί το πλαστό έγγραφο Μεγάλο Προνόμιο, όπου ο δούκας της Αυστρίας αναβαθμιζόταν σε αρχιδούκα της Αυστρίας.
Τα νεανικά έτη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννήθηκε στη Βιέννη και ήταν ο πρώτος γιος του Αλβέρτου Β΄ δούκα της Αυστρίας και της Ιωάννας, κόρης και κληρονόμου του Ούλριχ Γ΄ κόμη του Πφιρτ.
Οι προπάτορές του από κόμητες του Άψμπουργκ είχαν γίνει δούκες της Αυστρίας· ο ίδιος ήταν ο πρώτος που γεννήθηκε στην Αυστρία. Αυτό τον έκανε να νοιώθει οικείος με τον τόπο και έτσι ήταν δημοφιλής. Μετά από τον πάππο του Αλβέρτο Α΄ βασιλιά της Γερμανίας, οι Αψβούργοι μάταια προσπάθησαν με τον θείο του Φρειδερίκο να ανακτήσουν το στέμμα. Ωστόσο ο Ροδόλφος Δ΄ είχε από μικρός τον αέρα του βασιλιά και έγινε ένας από τους πιο δραστήριους ηγεμόνες της εποχής του.
Μετά το γάμο του με την κόρη του Καρόλου Δ΄[1], ο οποίος είχε κάνει την Πράγα κέντρο πολιτισμού, προσπάθησε να τον ανταγωνιστεί αυξάνοντας τη σημασία της Βιέννης.
Δραστήριος ως ηγεμόνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Αψβούργοι ήταν δυσαρεστημένοι με το ότι η Βιέννη υπαγόταν στην επισκοπή του Πασάου. Ήθελαν να γίνει έδρα επισκοπής, αλλά ο πάπας δεν συγκατένευε. Τότε ο Ροδόλφος Δ΄ ίδρυσε σύλλογο (collegium) ιερέων στο Αγ. Στέφανο, τους ενέδυσε με ερυθρά ενδύματα όπως αυτά των καρδιναλίων και όρισε τον κοσμήτορα του συλλόγου ως Αρχικαγκελάριο της Αυστρίας. Έκανε προσθήκες το ναό του Αγ. Στεφάνου εξωτερικά σε γοτθικό ρυθμό, προσπαθώντας να μοιάσει με τον Αγ. Βίτο της Πράγας. Αυτός και η σύζυγός του απεικονίστηκαν σε κενοτάφιο στο νάρθηκα του ναού.
Το 1365 ίδρυσε Πανεπιστήμιο στη Βιέννη[2], όπως πριν 17 έτη ο Κάρολος Δ΄ είχε ιδρύσει το Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα. Το Alma Mater Rudolphina είναι το πιο παλιό, με συνεχή λειτουργία, γερμανόφωνο Πανεπιστήμιο. Το Θεολογικό τμήμα ιδρύθηκε αργότερα, το 1385. Για να μην πωλούνται ακίνητα στην Εκκλησία και δεν φορολογούνται, έκανε τον δήμαρχο επόπτη των πωλήσεων ακινήτων. Μερίμνησε για τη σταθερότητα του νομίσματος με την πέννα της Βιέννης.
Το 1356 ο Κάρολος Δ΄ εξέδωσε το διάταγμα Χρυσή βούλα, όπου ρυθμιζόταν η εκλογή του Γερμανού βασιλιά. Ο δούκας της Αυστρίας δεν περιλήφθηκε στους εκλέκτορες. Τότε ο Ροδόλφος Δ΄ έδωσε εντολή να δημιουργηθεί το πλαστό έγγραφο Μεγάλο Προνόμιο, όπου αναβαθμιζόταν ο δούκας της Αυστρίας σε αρχιδούκα, ισότιμο των επτά εκλεκτόρων. Ο τίτλος του αρχιδούκα εφευρέθηκε από εκείνον και μετά τον 16ο αι. δινόταν τιμητικά σε όλους τους άρρενες απογόνους των Αψβούργων.
Το 1363 απεβίωσε ο Μάινχαρντ Γ΄ του Τυρόλου και ο Ροδόλφος Δ΄ συμφώνησε με τη μητέρα του Μαργαρίτα να λάβει την κομητεία. Αλλά ο Στέφανος Β΄ της Βαυαρίας, αδελφός του συζύγου της, εισέβαλε στην κομητεία και την κράτησε ώσπου απεβίωσε η Μαργαρίτα το 1369. Από τότε περιήλθε στον Ροδόλφο Δ΄ οριστικά. Το 1364 αναβάθμισε τη μαρκιωνία της Καρνιόλης σε δουκάτο και το επόμενο έτος ίδρυσε εκεί την πόλη Ρούντολφσβερτ (νυν Νόβο Μέστο).
Γενική αποτίμηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρά τον υπερβολικό χαρακτήρα των σχεδίων του, κατάφερε να εκσυγχρονίσει την επικράτεια και την πόλη του, αυξάνοντας τη σπουδαιότητά τους. Όταν απεβίωσε το 1365 στο Μιλάνο, μόλις 25 ετών[1] και χωρίς απογόνους, η πρόοδος αυτή σταμάτησε. Η Αικατερίνη απεβίωσε το 1395· και οι δύο τάφηκαν στην κρύπτη των δουκών, κάτω από το Στέφανσντομ της Βιέννης[1].
Σύμφωνα με τους Κανόνες διαδοχής του Οίκου που θέσπισε ο Ροδόλφος Δ΄ έπρεπε να τον διαδεχθούν από κοινού οι επιζώντες αδελφοί του Αλβέρτος Γ΄ και Λεοπόλδος Γ΄, αλλά αυτοί φιλονικούσαν ασταμάτητα. Τελικά το 1379 στο Νόμπεργκ συμφώνησαν να διαιρέσουν τις κτήσεις. Το έργο του Ροδόλφου Δ΄ θα συνεχίσει ο εγγονός του Λεοπόλδου Γ΄, ο Φρειδερίκος Ε΄, που έγινε βασιλιάς της Γερμανίας, κύριος όλων των Αψβουργκών κτήσεων και επικύρωσε το Μεγάλο Προνόμιο.
Η προσωπογραφία του τον απεικονίζει σε 3/4 να φέρει το δικής του επινόησης αρχιδουκικό διάδημα. Είναι ορατή η παράλυση νεύρων του προσώπου του. Βρέθηκε στην κρύπτη, επάνω από τον τάφο του και φυλάσσεται στο Μουσείο της Καθολικής αρχιεπισκοπής της Βιέννης.
Σε κενοτάφιο του νάρθηκα του Αγ. Στεφάνου υπάρχει γλυπτό με το ζεύγος. Γύρω τους υπάρχει κρυπτογραφημένη επιγραφή. Το σχήμα των γραμμάτων είναι μάλλον δικής του επινόησης. H επιγραφή αποκρυπτογραφημένη είναι η εξής: hic est sepultus dei gratia dux Rudolfus fundator (εδώ είναι θαμμένος ο θεία χάριτι δούκας Ροδόλφος ο ιδρυτής) και almechtiger got und waltiger herr Jesus Christus cin schepher (o παντοδύναμος θεός και ο μεγάλος κύριος Ιησούς Χριστός ένας ποιμένας).
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε το 1356 την Αικατερίνη του Οίκου του Λουξεμβούργου, κόρη του Καρόλου Δ΄ της Γερμανίας και Βοημίας· δεν απέκτησαν απογόνους.
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Jaschke, Karl-Ulrich (1997). «From Famous Empresses to Unspectacular Queens». Στο: Duggan, Anne J., επιμ. Queens and Queenship in Medieval Europe. The Boydell Press. σελ. 102.
- ↑ Kann, Robert A. (1977). A History of the Habsburg Empire 1526–1918. University of California Press. σελ. 15.
Περαιτέρω βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Baum, Wilhelm (1996). Rudolf IV. der Stifter. Seine Welt und seine Zeit. Graz-Wien-Köln.
- Alfons Huber (1865) (in German), Geschichte des Herzogs Rudolf IV. von Oesterreich, Wagner’sche Universitaets-Buchhandlung
- Alfons Huber (1889), "Rudolf IV. (1339 bis 1365)", Allgemeine Deutsche Biographie (ADB) (in German), 29, Leipzig: Duncker & Humblot, pp. 544–547
- Heinz Dopsch (2005), "Rudolf IV.", Neue Deutsche Biographie (NDB) (in German), 22, Berlin: Duncker & Humblot, pp. 179–180; (full text online)
- Wilhelm Baum: Rudolf IV. der Stifter. Seine Welt und seine Zeit. Styria, Graz, 1996, ISBN 3-222-12422-1
- Entry about Rudolf IV, Duke of Austria in the database Gedächtnis des Landes on the history of the state of Lower Austria (Lower Austria Museum)
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Rudolf IV, Duke of Austria της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |