Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σάμιουελ Φράνκλιν Κόντι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σάμιουελ Φράνκλιν Κόντι
Ο Σάμιουελ Φράνκλιν Κόντι το 1909
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Samuel Franklin Cowdery (Αγγλικά)
Γέννηση6  Μαρτίου 1867
Ντάβενπορτ
Θάνατος7  Αυγούστου 1913
Φάρνμπορο
Συνθήκες θανάτουθανατηφόρο δυστύχημα
Τόπος ταφήςAldershot Military Cemetery
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Ηνωμένο Βασίλειο
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααεροπόρος
καλλιτέχνης τσίρκου
military flight engineer
καουμπόης
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σάμιουελ Φράνκλιν Καουντέρι (αγγλικά: Samuel Franklin Cowdery‎‎), γνωστός αργότερα με το όνομα Σάμιουελ Φράνκλιν Κόντι (αγγλικά: Samuel Franklin Cody‎‎) ήταν Αμερικανός πρωτοπόρος της αεροπορίας, ο οποίος γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου 1867 στο Ντάβενπορτ της Αϊόβα και πέθανε στις 7 Αυγούστου 1913 στο Φάρνμποροου του Ηνωμένου Βασιλείου.

Αυτός ο καλλιτέχνης επιδείξεων (ο οποίος συχνά συγχέεται με τον Μπάφαλο Μπιλ Κόντι[1]), που συμμετείχε σε σόου Άγριας Δύσης, είναι ο εφευρέτης των χαρταετών Κόντι, εναλλακτικών των αεροστάτων που χρησιμοποιήθηκαν από τον Βρετανικό Στρατό κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου για την καθοδήγηση των πυρών του πυροβολικού. Επίσης είναι ο πρώτος που πέταξε με μηχανοκίνητο αεροπλάνο στη Βρετανία στις 16 Οκτωβρίου 1908[2][3].

Στις 11 Οκτωβρίου είχε παρουσιάσει σε αεροπορική έκθεση στο Φάρνμποροου την ιπτάμενη συσκευή του στην πρώην αυτοκράτειρα της Γαλλίας Ευγενία, της οποίας ο οίκος κατά την εξορία της βρισκόταν στην περιοχή.

Πέθανε στις 7 Αυγούστου μετά από συντριβή ενός αεροσκάφους του στο οποίο ήταν κυβερνήτης, του VI[4].

  1. Pawle 1956, σελ. 36.
  2. Taylor & Mondey 1983, σελ. 28
  3. Gibbs-Smith, Charles H. (1958). «S.F. Cody: An Historian’s Comments». Flight 73 (2574): 699. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-03-05. https://web.archive.org/web/20160305023810/https://www.flightglobal.com/pdfarchive/view/1958/1958%20-%200683.html. Ανακτήθηκε στις 28-09-2018. 
  4. Kuntz 2010, σελ. 160