Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σαντιάγο ντε Κομποστέλα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Σαντιάγο δε Κομποστέλα)

Συντεταγμένες: 42°52′51″N 08°32′45″W / 42.88083°N 8.54583°W / 42.88083; -8.54583

Σαντιάγο δε Κομποστέλα

Σημαία

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Σαντιάγο δε Κομποστέλα
42°53′0″N 8°32′0″W
ΧώραΙσπανία[1]
Διοικητική υπαγωγήΑ Κορούνια[2]
Ίδρυση1834
ΠροστάτηςΑπόστολος Ιάκωβος
Διοίκηση
 • Mayor of Santiago de CompostelaGoretti Sanmartín Rei (από 2023)
 • Μέλος του/τηςCiudades Patrimonio de la Humanidad de España
Έκταση220,01 km²
Υψόμετρο260 μέτρα
Πληθυσμός98.687 (2023)[3]
Ταχ. κωδ.15700
Τηλ. κωδ.981
Ζώνη ώραςUTC+01:00
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Σαντιάγο δε Κομποστέλα είναι η πρωτεύουσα της αυτόνομης κοινότητας της Γαλικίας στην Ισπανία. Ο καθεδρικός ναός, που δεσπόζει στην κύρια πλατεία της παλιάς και καλοδιατηρημένης πόλης και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Ιάκωβο (Santiago), είναι ο προορισμός ενός από τους πιο σημαντικούς δρόμους προσκυνήματος, γνωστού ήδη από τον 9ο αιώνα ως του Δρόμου του Αγίου Ιακώβου, γαλικιανά: Camiño de Santiago. Το 1985 όλη αυτή η διαδρομή αναγνωρίστηκε ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.

Το Σαντιάγο είναι η ντόπια γαλικιανή εξέλιξη του Κοινής Λατινικής Sanctus Iacobus, "Άγιος Ιάκωβος". Σύμφωνα με το θρύλο, το Κομποστέλα προέρχεται από το λατινικό Campus Stellae ("πεδιάδα των αστεριών", το μέρος όπου ήταν θαμμένος ο Άγιος Ιάκωβος), όμως είναι μάλλον όχι πιθανό ότι από τη φράση θα μπορούσε να προκύψει το σύγχρονο όνομα Κομποστέλα, δεδομένης της κανονικής μετάβασης από τα λατινικά στα μεσαιωνικά γαλικιανά.

Άλλες ετυμολογίες περιλαμβάνουν το λατινικό compositum και το τοπικό κοινής λατινικής Composita Tella, που σημαίνει "νεκροταφείο", ή απλά επίσης από το λατινικό compositella, που σημαίνει "αυτός που είναι καλώς συναρμοσμένος". Στη Γαλικία απαντάται και αλλού αυτό το τοπωνύμιο, παρόμοιο με αυτό της Compostilla στην επαρχία του Λεόν.

Ο Δρόμος του Αγίου Ιακώβου (Ο Camiño de Santiago)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λέγεται ότι οι Απόστολοι Ιάκωβος και Ιωάννης, γιοι του Ζεβεδαίου, μετά τη Σταύρωση και την Ανάληψη του Ιησού, θέλησαν να διαδώσουν το Ευαγγέλιο στους ειδωλολάτρες. Ο μεν Ιωάννης επέλεξε να στραφεί ανατολικά, πέρα από τον Ευφράτη, ενώ ο Ιάκωβος, αφού πρώτα άρχισε να κηρύττει στην Ιουδαία και τη Σαμάρεια, πήρε την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από τον αδελφό του, φανερή αναφορά στις τιμητικές θέσεις δεξιά και αριστερά του ουράνιου θρόνου που είχε ζητήσει η μητέρα τους, Σαλώμη, από τον Κύριο. Έτσι βρέθηκε στην απώτατη Δύση, στην Ισπανία. Η Ισπανία ήταν άλλωστε τμήμα και των σχεδίων του Παύλου, όπως ο ίδιος αναφέρει καθαρά στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, "καθ' οδόν προς την Ισπανίαν, θα έρθω σε σας" (15, 24), μόνο που δεν είναι γνωστό αν ο Παύλος τελικά κατόρθωσε να κάνει το ταξίδι εκείνο, καθώς δεν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες.

Ο Ιάκωβος δεν πέτυχε πολλά πράγματα και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. Εκεί, το έτος 44 θανατώθηκε με μαχαίρι από τον Ηρώδη Αγρίππα και το σώμα του πετάχτηκε στα σκυλιά. Ήταν ο πρώτος Απόστολος που μαρτύρησε για την πίστη του. Λέγεται πως οι μαθητές του πήραν το ακέφαλο σώμα, το μετέφεραν στην Ισπανία, στην πιο απόμακρη δυτική πλευρά, εκεί που η στεριά χάνεται στη θάλασσα μέσα στην καταχνιά, και το έθαψαν. Στο μέρος εκείνο έκτισαν μια μικρή εκκλησία και μετά το γεγονός ξεχάστηκε. Η ιδέα ότι ο Ιάκωβος κήρυξε στην Ισπανία άρχισε να διαδίδεται στη Δύση από τον 7ο αι. και μετά. Ήταν η εποχή που οι Άραβες είχαν αρχίσει να εξαπλώνονται στην Ιβηρική χερσόνησο και οι χριστιανοί χρειάζονταν επειγόντως υπερασπιστή της πίστης τους.

Το 813 βρέθηκε θαυματουργικά η εκκλησία και ο τάφος δίπλα της από έναν ερημίτη μοναχό, τον Πελάγιο. Την εποχή εκείνη ο Αλφόνσος Β' βασίλευε στην Αστουρία και ο Καρλομάγνος ήταν αυτοκράτορας της Δύσης. Για να καταλάβει ο αναγνώστης το μέγεθος της φήμης που απέκτησε αυτός ο τόπος της λατρείας του σκηνώματος του Αγίου Ιακώβου, αρκεί να λεχθεί πως τον 12ο αι. επισκέπτονταν ετησίως την εκκλησία εκείνη 500.000 πιστοί. Το μέγεθος είναι τεράστιο, αν συγκριθεί με τον πληθυσμό της Ευρώπης της εποχής εκείνης, που τον υπολογίζουν σε 60.000.000. Τόση εντύπωση έκανε αυτή η κοσμοπλημμύρα στον μουσουλμάνο πρέσβη Αλί μπεν Γιουσούφ, το 1121, ώστε σημείωνε, "είναι τόσο το πλήθος αυτών που πάνε και έρχονται, που μετά βίας μπορεί κανείς να διαβεί το δρόμο που οδηγεί δυτικά".

Κατά το Μεσαίωνα το προσκύνημα ήταν μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές έκφρασης του θρησκευτικού συναισθήματος. Οι βαθύτεροι λόγοι έχουν τις ρίζες τους στην χριστιανική αντίληψη ότι η ίδια η ζωή είναι ένα προσκύνημα και, όταν από τον 2ο αι. οι πιστοί άρχισαν να λατρεύουν τα υλικά κατάλοιπα των αγίων, στα οποία απέδιδαν δυνάμεις θαυματουργικές, τα μέρη όπου βρίσκονταν αυτά τα κατάλοιπα έγιναν τόποι λατρείας. Με τον καιρό, ο συνδυασμός της εξομολόγησης με ένα προσκύνημα εθεωρείτο ως η καλύτερη συνταγή για συγχώρεση των αμαρτιών.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]