Τραστουζουμάμπη
Μονοκλωνικό αντίσωμα | |
---|---|
Είδος | Ολόκληρο αντίσωμα |
Πηγή | Humanized (from mouse) |
Στόχος | HER2/neu |
Κλινικά δεδομένα | |
Εμπορικές ονομασίες | Herceptin,Herceptin Hylecta, Herzuma, Kanjinti, Ontruzant, Perjeta-Herceptin, Phesgo, Trazimera |
AHFS/Drugs.com | monograph |
MedlinePlus | a699019 |
Δεδομένα άδειας |
|
Κατηγορία ασφαλείας κύησης |
|
Οδοί χορήγησης | Ενδοφλέβια (IV),Υποδόρια |
Κυκλοφορία | |
Κυκλοφορία |
|
Φαρμακοκινητική | |
Μεταβολισμός | Μεταβολίζεται ενδοκυτταρικά σε μικρότερα πεπτίδια και αμινοξέα |
Βιολογικός χρόνος ημιζωής | 28ημέρες, μπορεί να μειωθεί στις 2-12 ημέρες με χορήγηση μειωμένων δόσεων |
Απέκκριση | Δοσοεξαρτώμενη (μη γραμμική) αποβολή μεσολαβούμενη από επιθηλιακά κύτταρα,χαμηλή νεφρική απέκκριση |
Κωδικοί | |
Αριθμός CAS | 180288-69-1 |
Κωδικός ATC | L01FD01 |
PubChem | SID 46507516 |
DrugBank | DB00072 |
UNII | P188ANX8CK |
ChEMBL | CHEMBL1201585 |
Συνώνυμα | RHUMAB HER2
Trastuzumab trastuzumab-anns trastuzumab-dkst trastuzumab-dttb trastuzumab-pkrb trastuzumab-qyyp |
Η τραστουζουμάμπη, που πωλείται με την επωνυμία Herceptin μεταξύ άλλων, είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του μεταστατικού καρκίνου του µαστού, του οποίου οι όγκοι υπερεκφράζουν το HER2 γονίδιο καθώς και του καρκίνου του στομάχου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μονοθεραπεία ή μαζί με άλλα φάρμακα χημειοθεραπείας. Πρόκειται για ένα ανασυνδυασµένο εξανθρωποποιηµένο IgG1 µονοκλωνικό αντίσωµα που δρα έναντι του υποδοχέα 2 του ανθρώπινου επιδερµικού αυξητικού παράγοντα (human epidermal growth factor receptor 2 - HER2), ο οποίος υπερεκφράζεται στο 20-30% των καρκίνων του μαστού. Δεν θα πρέπει να συγχέετε η τραστουζουμάμπη (Herceptin) με την ado-trastuzumab emtansine (Kadcyla).
Η τραστουζουμάμπη δρα δεσμεύοντας τον υποδοχέα HER2 και επιβραδύνοντας την κυτταρική αναπαραγωγή. Χορηγείται με αργή ενδοφλέβια ή υποδόρια έγχυση, ενώ δεν θα πρέπει να χορηγείται µε ταχεία ή bolus ενδοφλέβια ένεση.
Οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες μετά την χορήγηση του μονοκλωνικού αντισώματος περιλαμβάνουν πυρετό, ναυτία, βήχα, απώλεια βάρους, προβλήματα ύπνου και εξάνθημα. Άλλες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν καρδιακή ανεπάρκεια, αλλεργικές αντιδράσεις και πνευμονική νόσο. Η χρήση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να βλάψει το μωρό.
Η τραστουζουμάμπη εγκρίθηκε για ιατρική χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον FDA τον Σεπτέμβριο του 1998 και στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον ΕΜΑ τον Αύγουστο του 2000.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]