Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Φίλιππος Β΄ ο Μακεδών)
Το «Φίλιππος Β'» ανακατευθύνει εδώ. Για άλλες χρήσεις, δείτε: Φίλιππος Β' (αποσαφήνιση).
Αναστασης
Περίοδος359 π.Χ. - 336 π.Χ.
Στέψη359 π.Χ
ΠροκάτοχοςΑμύντας Δ΄ της Μακεδονίας
ΔιάδοχοςΑλέξανδρος ο Μέγας
Στέψη336 π.Χ.
ΔιάδοχοςΑλέξανδρος ο Μέγας
Γέννηση382 π.Χ.
Πέλλα, Ελλάδα
Θάνατος336 π.Χ. (46 ετών)
Αιγές, Βασίλειο της Μακεδονίας
Τόπος ταφήςΑιγές, Βασίλειο της Μακεδονίας
ΣύζυγοςΑυδάτη
Φίλινα
Νικησίπολις
Φίλα
Ολυμπιάδα
Κλεοπάτρα - Ευρυδίκη
ΕπίγονοιΚυνάνη
Φίλιππος Γ΄ της Μακεδονίας
Αλέξανδρος ο Μέγας
Κλεοπάτρα
Θεσσαλονίκη
ΟίκοςΔυναστεία των Αργεαδών
ΠατέραςΑμύντας Γ΄ της Μακεδονίας
ΜητέραΕυρυδίκη της Λυγκηστίδος
ΘρησκείαΕλληνικός παγανισμός
ΕθνικότηταΈλληνας
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Φίλιππος Β΄ ο Μακεδών (382 π.Χ. - 336 π.Χ.) ήταν Έλληνας βασιλιάς του Βασιλείου της Μακεδονίας από το 359 π.Χ. μέχρι τη δολοφονία του από τον Παυσανία, το 336 π.Χ.

Ήταν μέλος της δυναστείας των Αργεάδων των Μακεδόνων βασιλιάδων, τρίτος γιος του βασιλιά Αμύντα Γ' της Μακεδονίας και πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Φιλίππου Γ'. Η άνοδος της Μακεδονίας, η κατάκτησή της και η πολιτική εδραίωση του μεγαλύτερου μέρους της Κλασικής Ελλάδας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Β' επιτεύχθηκε εν μέρει με την αναμόρφωση του μακεδονικού στρατού, ιδρύοντας την ξακουστη μακεδονική φάλαγγα που αποδείχθηκε κρίσιμη για την εξασφάλιση των νικών στο πεδίο της μάχης, την εκτεταμένη χρήση των μηχανημάτων πολιορκίας και τη χρήση αποτελεσματικών συμμαχιών διπλωματίας και γάμου.

Αφού νίκησε τις ελληνικές πόλεις-κράτη της Αθήνας και της Θήβας στη Μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., ο Φίλιππος Β' ηγήθηκε της προσπάθειας για την ίδρυση μιας ομοσπονδίας ελληνικών κρατών, γνωστό ως το Συνεδριο της Κορίνθου, με επικεφαλής τον ίδιο και στόχο τη διεξαγωγή εισβολής στην Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία της Περσίας. Ωστόσο, η δολοφονία του από έναν βασιλικό σωματοφύλακα, τον Παυσανία του Ορέστη, οδήγησε στην άμεση διαδοχή του γιου του Αλέξανδρου, ο οποίος θα εισέβαλε στην Περσική Αυτοκρατορία στη θέση του πατέρα του.

Ο Φίλιππος Β΄ γεννήθηκε το 382 π.Χ. στην Πέλλα, ήταν τριτότοκος γιος του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ΄ και της Ευρυδίκης, κόρης του Σίρρα[1] (γαμπρού του βασιλιά της Λυγκηστίδος Αρραβαίου Α΄) και ο ισχυρότερος και επιφανέστερος Έλληνας της εποχής του. Μετά τη δολοφονία του μεγαλύτερου αδελφού του, Αλέξανδρου Β', ο Φίλιππος στάλθηκε όμηρος στην Ιλλυρία από τον Πτολεμαίο του Άλορου.[2] [3]

Μετά την ήττα των Μακεδόνων από τους Θηβαίους με αρχηγό τον Πελοπίδα στη Θεσσαλία, ο βασιλιάς Αλέξανδρος ο Β' αναγκάστηκε να συνάψει συνθήκη και να παραδώσει 50 ομήρους στη Θήβα, περιλαμβανομένου και του Φιλίππου. Ενώ βρισκόταν στη Θήβα(368-365 π.Χ), ο Φίλιππος έλαβε στρατιωτική και διπλωματική εκπαίδευση από τον Επαμεινώνδα, έγινε ερωμένος του Πελοπίδα και έζησε με τον Παμμένη, ο οποίος ήταν ενθουσιώδης υπέρμαχος του Ιερού Λόχου της Θήβας. Όταν επέστρεψε τελικά στη Μακεδονία, έγινε κυβερνήτης των ανατολικών επαρχιών και παντρεύτηκε μια Μακεδόνα αριστοκράτισσα, τη Φίλινα. Το 359 π.Χ., ο άλλος αδελφός του Φιλίππου, ο βασιλιάς Περδίκκας Γ', πέθανε στη μάχη κατά των Ιλλυριών. Πριν φύγει, ο Περδίκκας είχε διορίσει τον Φίλιππο ως αντιβασιλέα του βρέφους γιου του Αμύντα Δ', αλλά ο Φίλιππος κατάφερε να πάρει το βασίλειο για τον εαυτό του.

Οι στρατιωτικές ικανότητες και το επεκτατικό όραμα του Φίλιππου για τη Μακεδονία του έφεραν πρόωρη επιτυχία. Έπρεπε πρώτα να διορθώσει τα δεινά που αντιμετώπιζε το βασίλειο στη Μακεδονία. Αυτή ήταν μια δύσκολη κατάσταση που είχε επιδεινωθεί πολύ με την ήττα της Μακεδονίας από τους Ιλλυριούς, έναν αγώνα στον οποίο είχε πεθάνει ο ίδιος ο βασιλιάς Περδίκκας. Οι Παίονες και οι Θράκες είχαν λεηλατήσει και εισβάλλει στις ανατολικές περιοχές της Μακεδονίας, ενώ οι Αθηναίοι είχαν αποβιβαστεί στη Μεθώνη στα παράλια με ένα απόσπασμα υπό τον Αργαίο Β΄.[4]

Αρχικές ενέργειες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με μία σειρά θεμελιωδών μεταρρυθμίσεων στο σύνολο της δομής του βασιλείου του κατάφερε να εισέλθει δυναμικά στο προσκήνιο των ελληνικών υποθέσεων στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Αφού αναδιοργάνωσε ριζικά τον στρατό του, εισάγοντας μεταξύ άλλων τη σάρισα, και επινόησε καινούργιες τακτικές για τη φάλαγγα των οπλιτών. Κατά τον Αρριανό, αντέγραψε από τους Θράκες και υιοθέτησε την τριγωνική παράταξη για τις επιθέσεις του μακεδονικού ιππικού[5]. Ο αναγεννημένος στρατός πέτυχε τότε τις πρώτες του νίκες, εξουδετερώνοντας οριστικά τις ληστρικές επιδρομές των βαλκανικών λαών που περιέβαλλαν τη Μακεδονία και προχώρησε σε κεραυνοβόλες επιθετικές ενέργειες εναντίον των βόρειων, δυτικών και ανατολικών γειτόνων του. Δημιούργησε έτσι στη χερσόνησο του Αίμου ένα μεγάλο κράτος με σχέσεις συμμαχίας, υποτέλειας ή υποταγής με τους παρακάτω λαούς: Ιλλυριοί, Παίονες, Τριβαλλοί, Θράκες, Γέτες, Σκύθες.

Χρησιμοποιώντας διπλωματία, ο Φίλιππος απώθησε τους Παίονες και τους Θράκες υποσχόμενος καταβολή φόρων και νίκησε τους 3.000 Αθηναίους οπλίτες (359 π.Χ.). Στιγμιαία απαλλαγμένος από τους αντιπάλους του, επικεντρώθηκε στην ενίσχυση της εσωτερικής του θέσης και κυρίως του στρατού του. Ο Φίλιππος Β' έκανε πολλές αξιόλογες συνεισφορές στον μακεδονικό στρατό. Το ιππικό και το πεζικό, που ήταν η κύρια πηγή δύναμης του στρατού, διπλασιάστηκαν περίπου από την εποχή των μαχών με τους Ιλλυριούς έως το 334 π.Χ. [6] Αυξήθηκε επίσης η πειθαρχία και η εκπαίδευση των στρατιωτών και στους Μακεδόνες στρατιώτες υπό τον Φίλιππο δόθηκε η δυνατότητα προαγωγής μέσω των βαθμών και ανταμοιβών και επιδομάτων για εξαιρετική υπηρεσία. Εκτός από αυτές τις αλλαγές, ο Φίλιππος δημιούργησε τη Μακεδονική φάλαγγα, έναν σχηματισμό πεζικού που αποτελούνταν από στρατιώτες οπλισμένους όλοι με μια σάρισα. Ο Φίλιππος πιστώνεται για την προσθήκη της σάρισας στον μακεδονικό στρατό, όπου σύντομα ήταν το κοινό όπλο που χρησιμοποιούσαν οι περισσότεροι στρατιώτες.[6][7]

Η πλήρης επικράτηση στη νότιο Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φίλιππος είχε παντρευτεί την Αυδάτη, δισέγγονη του Ιλλυριού βασιλιά της Δαρδανίας, Βαρδύλλη. Ωστόσο, αυτός ο γάμος δεν τον εμπόδισε να βαδίσει κατά των Ιλλυριών το 358 π.Χ. και να τους νικήσει σε μια μάχη στην οποία σκοτώθηκαν περίπου 7.000 Ιλλυριοί (357). Με αυτή την κίνηση, ο Φίλιππος εδραίωσε την εξουσία του στην ενδοχώρα μέχρι τη λίμνη Αχρίδα και κέρδισε την εύνοια των Ηπειρωτών.[8]

Αφού εξασφάλισε τα δυτικά και νότια σύνορα της Μακεδονίας, ο Φίλιππος συνέχισε να πολιορκεί την Αμφίπολη το 357 π.Χ. Οι Αθηναίοι δεν μπόρεσαν να κατακτήσουν την Αμφίπολη, που διοικούσε τα χρυσωρυχεία του όρους Παγγαίου, οπότε ο Φίλιππος συμφώνησε με την Αθήνα να τους μισθώσει την πόλη μετά την κατάκτησή της, με αντάλλαγμα την Πύδνα (η οποία έχασε η Μακεδονία το 363 π.Χ.). Ωστόσο, μετά την κατάκτηση της Αμφίπολης, ο Φίλιππος κατέλαβε για λογαριασμό του την Πύδνα και κράτησε και τις δύο πόλεις (357 π.Χ.). Η Αθήνα σύντομα κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του, και ως αποτέλεσμα, ο Φίλιππος συμμάχησε τη Μακεδονία με τη Χαλκιδική Συμμαχία της Ολύνθου. Στη συνέχεια κατέκτησε την Ποτίδαια, κρατώντας αυτή τη φορά τον λόγο του και την παραχώρησε στη Συμμαχία το 356 π.Χ.[9]

Το 357 π.Χ., ο Φίλιππος παντρεύτηκε την Ηπειρώτισσα πριγκίπισσα Ολυμπιάδα, η οποία ήταν κόρη του βασιλιά των Μολοσσών. Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε το 356 π.Χ., την ίδια χρονιά που το άλογο κούρσας του Φιλίππου κέρδισε στους Ολυμπιακούς Αγώνες.[10]

Κατά το 356 π.Χ., ο Φίλιππος κατέλαβε την πόλη Κρενίδες και άλλαξε το όνομά της σε Φιλίππους. Στη συνέχεια ίδρυσε μια ισχυρή φρουρά εκεί για να ελέγχει τα ορυχεία της, τα οποία απέδωσαν μεγάλο μέρος του χρυσού που χρησιμοποίησε αργότερα για τις εκστρατείες του. Στο μεταξύ, ο στρατηγός του Παρμενίωνας νίκησε ξανά τους Ιλλυριούς.[11]

Έχοντας αυξήσει το γόητρο του με το να γίνει ολυμπιονίκης κατά τους 106ους (356 π.Χ.), 107ους (352 π.Χ.) και 108ους (348 π.Χ.) Ολυμπιακούς αγώνες στα ιππικά αγωνίσματα του κέλη, τέθριππου και συνωρίδος αντίστοιχα, από το 346 π.Χ. προσπάθησε να πείσει τις ελληνικές πόλεις-κράτη του νότου με τη δύναμη της διπλωματίας για ένωση και κοινή εκστρατεία κατά των Περσών με κυριότερο σύμμαχο ως το 338 π.Χ. τη Θήβα, αλλά και με υπολογίσιμους αντιπάλους την Αθήνα και τη Σπάρτη.

Χάρτης της επικράτειας του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας

Το 355–354 π.Χ. πολιόρκησε τη Μεθώνη, την τελευταία πόλη στον Θερμαϊκό Κόλπο που ελεγχόταν από την Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ο Φίλιππος τραυματίστηκε στο δεξί του μάτι, το οποίο αργότερα αφαιρέθηκε χειρουργικά.[12] Παρά την άφιξη δύο αθηναϊκών στόλων, η πόλη έπεσε το 354 π.Χ. Ο Φίλιππος επιτέθηκε επίσης στα Άβδηρα και τη Μαρώνεια, στα θρακικά παράλια (354–353 π.Χ.).[13]

Το Μακεδονικό βασίλειο την εποχή του Φιλίππου Β΄

Κατά τη διάρκεια του Γ΄ Ιερού Πολέμου (355-352 π.Χ.) συγκρούστηκε με την ανερχόμενη δύναμη της Φωκίδας και τον τύραννο των Φερρών, και παρά τις αρχικές του αποτυχίες κατάφερε να τους νικήσει στη μάχη του Κρόκιου Πεδίου το 352 π.Χ., πετυχαίνοντας παράλληλα άλλες δύο νίκες στο στρατιωτικό και το διπλωματικό πεδίο: την υποταγή της Θεσσαλίας στη Μακεδονία (άρα και την ένταξη του περίφημου θεσσαλικού ιππικού στον στρατό του) και την αποδοχή της Μακεδονίας ως μέλους του Αμφικτυονικού Συνεδρίου των Δελφών, προβάλλοντας έτσι τη Μακεδονία ως πρωταγωνιστική δύναμη σταθερότητας στα ελληνικά πράγματα.

Η εμπλοκή του Φιλίππου στον Τρίτο Ιερό Πόλεμο (356-346 π.Χ.) ξεκίνησε το 354 π.Χ. Μετά από αίτημα της Θεσσαλικής Συμμαχίας, ο Φίλιππος και ο στρατός του ταξίδεψαν στη Θεσσαλία για να καταλάβουν τις Παγάσες, με αποτέλεσμα να συμμαχήσουν με τη Θήβα. Ένα χρόνο αργότερα, το 353 π.Χ., ο Φίλιππος κλήθηκε για άλλη μια φορά να βοηθήσει στη μάχη, αλλά αυτή τη φορά εναντίον του τυράννου Λυκόφρονα που υποστηριζόταν από τον Ονόμαρχο. Ο Φίλιππος και οι δυνάμεις του εισέβαλαν στη Θεσσαλία, νικώντας 7.000 Φωκείς και αναγκάζοντας τον Φαήλλο, τον αδελφό του Ονόμαρχου, να φύγει.[14]

Την ίδια χρονιά, ο Ονόμαρχος και ο στρατός του νίκησαν τον Φίλιππο σε δύο διαδοχικές μάχες. Ο Φίλιππος επέστρεψε στη Θεσσαλία το επόμενο καλοκαίρι, αυτή τη φορά με στρατό 20.000 πεζών, 3.000 ιππείς και την πρόσθετη υποστήριξη των δυνάμεων της Θεσσαλικής Συμμαχίας. Στη μάχη του Κρόκιου Πεδίου, 6.000 Φωκείς έπεσαν και 3.000 αιχμαλωτίστηκαν και αργότερα πνίγηκαν. Αυτή η μάχη έδωσε στον Φίλιππο τεράστιο κύρος καθώς και τη δωρεάν προσάρτηση των Φερών. Έγινε αρχηγός ( άρχων ) της Θεσσαλικής Συμμαχίας και μπόρεσε να διεκδικήσει τη Μαγνησία και την Περραιβία, που επέκτεινε την επικράτειά του στις Παγάσες.[15][16] Ο Φίλιππος δεν επιχείρησε να προχωρήσει στη Στερεά Ελλάδα γιατί οι Αθηναίοι, μη μπορώντας να φτάσουν έγκαιρα για να υπερασπιστούν τις Παγάσες, είχαν καταλάβει τις Θερμοπύλες.

Δεν υπήρξαν ακόμη εχθροπραξίες με την Αθήνα, αλλά η Αθήνα απειλήθηκε από τους Μακεδόνες. Από το 352 έως το 346 π.Χ., ο Φίλιππος δεν ταξίδεψε ξανά νότια. Δραστηριοποιήθηκε στην ολοκλήρωση της υποταγής της βαλκανικής ορεινής χώρας στα δυτικά και βόρεια και στη μείωση των ελληνικών πόλεων της ακτής μέχρι τον Έβρο. Στον αρχηγό αυτών των παράκτιων πόλεων, την Όλυνθο, ο Φίλιππος συνέχισε να δηλώνει φιλία έως ότου οι γειτονικές πόλεις ήταν στα χέρια του.[17]

Το 348 π.Χ., ο Φίλιππος ξεκίνησε την πολιορκία της Ολύνθου, η οποία, εκτός από τη στρατηγική της θέση, στέγασε τα ετεροθαλή αδέρφια του, τον Αρριδαίο και τον Μενέλαο, διεκδικητές του μακεδονικού θρόνου. Η Όλυνθος είχε αρχικά συμμαχήσει με τον Φίλιππο, αλλά αργότερα μετατόπισε την πίστη της στην Αθήνα. Ο τελευταίος όμως δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει την πόλη γιατί οι εκστρατείες της αναχαιτίστηκαν από μια εξέγερση στην Εύβοια. Ο Μακεδόνας βασιλιάς πήρε την Όλυνθο το 348 π.Χ. και ισοπέδωσε την πόλη. Την ίδια τύχη είχαν και άλλες πόλεις της Χαλκιδικής χερσονήσου, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η Χαλκιδική Συμμαχία.[18]

Statue of Philip II, 350-400 AD.
Άγαλμα του Φιλίππου Β΄, 350-400 μ.Χ. Ρηνανικό Κρατιδιακό Μουσείο του Τριρ.

Η Μακεδονία και οι γειτονικές της περιοχές έχοντας πλέον ενοποιηθεί με ασφάλεια, ο Φίλιππος γιόρτασε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Δίον. Το 347 π.Χ., ο Φίλιππος προχώρησε στην κατάκτηση των ανατολικών συνοικιών γύρω από τον Έβρο και ανάγκασε την υποταγή του Θράκα πρίγκιπα Κερσοβλέπτη. Το 346 π.Χ., παρενέβη αποτελεσματικά στον πόλεμο μεταξύ Θηβαίων και Φωκαίων, αλλά οι πόλεμοι του με την Αθήνα συνεχίστηκαν κατά διαστήματα. Ωστόσο, η Αθήνα είχε κάνει προτροπές για ειρήνη και όταν ο Φίλιππος μετακόμισε πάλι νότια, ορκίστηκε ειρήνη στη Θεσσαλία.[19]

Με βασικές ελληνικές πόλεις-κράτη υποταγμένες, ο Φίλιππος Β' στράφηκε προς τη Σπάρτη, προειδοποιώντας τις: «Αν εισβάλω στη Λακωνία, θα σας διώξω.[20] Η λακωνική απάντηση των Σπαρτιατών ήταν μονολεκτική: «Αν». Ο Φίλιππος προχώρησε στην εισβολή κατά της Λακωνίας, ερήμωσε μεγάλο μέρος της και εκδίωξε τους Σπαρτιάτες από διάφορα μέρη.[21]

Το 345 π.Χ., ο Φίλιππος διεξήγαγε μια σκληρή εκστρατεία εναντίον των Αρδιαίων ( Αρδιαίοι ), υπό τον βασιλιά τους Πλεύρατο Α΄, κατά την οποία ο Φίλιππος τραυματίστηκε σοβαρά στο κάτω δεξί πόδι από έναν Άρδιο στρατιώτη.[22]

Το 342 π.Χ., ο Φίλιππος οδήγησε μια στρατιωτική εκστρατεία βόρεια κατά των Σκυθών, κατακτώντας τον οχυρωμένο Θρακικό οικισμό Ευμολπία για να του δώσει το όνομά του, Φιλιππούπολη (σημερινή Πλόβντιβ).

Το 340 π.Χ., ο Φίλιππος ξεκίνησε την πολιορκία της Περίνθου και το 339 π.Χ., άρχισε μια άλλη πολιορκία κατά της πόλης του Βυζαντίου. Καθώς και οι δύο πολιορκίες απέτυχαν, η επιρροή του Φιλίππου στην Ελλάδα διακυβεύτηκε.[23] Επιβεβαίωσε με επιτυχία την εξουσία του στο Αιγαίο νικώντας μια συμμαχία Θηβαίων και Αθηναίων στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., και την ίδια χρονιά, κατέστρεψε την Άμφισσα γιατί οι κάτοικοι είχαν καλλιεργήσει παράνομα μέρος της Κρισαίας πεδιάδας που ανήκε στους Δελφούς. Αυτές οι αποφασιστικές νίκες οδήγησαν στην αναγνώριση του Φίλιππου ως στρατιωτικού ηγέτη του Συνεδρίου της Κορίνθου, μιας ελληνικής συνομοσπονδίας που συμμάχησε κατά της Περσικής Αυτοκρατορίας, το 338/7 π.Χ.[24][25] Τα μέλη του συνεδρίου συμφώνησαν να μην διεξάγουν ποτέ πόλεμο μεταξύ τους, εκτός αν ήταν για να καταστείλουν κάποια επανάσταση.[26]

Όμως μόλις το 338 π.Χ., μετά την ιδιαίτερης σκληρότητας μάχη της Χαιρώνειας, κατάφερε ο Φίλιππος να ενώσει τους Έλληνες. Στη μάχη αυτή ο Φίλιππος μαζί με τον Αλέξανδρο, που διοικούσε ένα τμήμα του στρατού, αντιμετώπισε τον συνασπισμό Αθηναίων, Θηβαίων και όλων σχεδόν των νότιων Ελλήνων και τους νίκησε.

Ύστερα, με το συνέδριο της Κορίνθου, ένωσε τους Έλληνες και πολιτικά, εκτός από τη Σπάρτη, που επέλεξε την απομόνωση και τη συνεχή αντιπαράθεση με τους Μακεδόνες, και την ουδέτερη Κρήτη.

Φίλιππος και Μέγας Αλέξανδρος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φίλιππος, έχοντας διώξει την πρώτη του σύζυγο και μητέρα του Αλέξανδρου, Ολυμπιάδα, παντρεύτηκε μια Μακεδόνισσα πριγκίπισσα, την Κλεοπάτρα, ανιψιά του Αττάλου. Στο γαμήλιο γλέντι ο Άτταλος εύχεται στο ζευγάρι να αποκτήσει γρήγορα ένα νόμιμο διάδοχο (αποκαλώντας έμμεσα τον Αλέξανδρο νόθο). Ο Αλέξανδρος αδειάζει το ποτήρι του στο πρόσωπο του Αττάλου και ξεσπά ένας φοβερός καυγάς. Ο Φίλιππος, μεθυσμένος, τραβά το ξίφος του, αλλά σκοντάφτει και πέφτει κάτω. Ο Αλέξανδρος σχολιάζει «δείτε τον άνθρωπο που θέλει να περάσει στην Ασία και δεν μπορεί να περάσει πάνω από ένα τραπέζι».

Η Ολυμπιάδα με τον Αλέξανδρο καταφεύγουν στο σπίτι του πατέρα της στην Ήπειρο. Η φυγή του Αλέξανδρου χαλάει τα σχέδια του Φιλίππου, που δεν μπορεί να εκστρατεύσει χωρίς αντιβασιλέα. Ο Αλέξανδρος αργότερα γύρισε και ο Φίλιππος ξανάρχισε τα σχέδιά του, στέλνοντας τον Ιούνιο του 336 π.Χ. στον Ελλήσποντο τον Άτταλο και τον Παρμενίωνα με 10.000 στρατό, για να προετοιμάσουν την εκστρατεία.

Εκστρατείες κατά της Περσίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φίλιππος Β' ενεπλάκη αρκετά νωρίς σε αγώνες ενάντια στην αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών. Περίπου το 352 π.Χ., υποστήριξε αρκετούς Πέρσες αντιπάλους του Αρταξέρξη Γ΄, όπως ο Αρτάβαζος Β΄, ο Αμμινάπης ή ένας Πέρσης ευγενής ονόματι Αρχέλαος, δεχόμενος τους για αρκετά χρόνια ως εξόριστους στη Μακεδονική αυλή.[27][28][29][30] Η υποδοχή των εξόριστων του έδωσε μια καλή γνώση των περσικών ζητημάτων, και ίσως μάλιστα να επηρέασε κάποιες από τις καινοτομίες του στη διαχείριση του μακεδονικού κράτους.[27] Με αυτούς τους Πέρσες εξόριστους έκανε παρέα και ο Αλέξανδρος στα νιάτα του.[28][31][32]

Το 336 π.Χ., ο Φίλιππος Β' έστειλε τον Παρμενίωνα, με τον Αμύντα, τον Ανδρομένη και τον Άτταλο, και στρατό 10.000 ανδρών στη Μικρά Ασία για να προετοιμαστούν για μια εισβολή για να απελευθερώσουν τους Έλληνες που ζούσαν στη δυτική ακτή και τα νησιά από την κυριαρχία των Αχαιμενιδών. [33] [34] Στην αρχή όλα πήγαν καλά. Οι ελληνικές πόλεις στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας επαναστάτησαν μέχρι που έφτασε η είδηση ότι ο Φίλιππος είχε δολοφονηθεί και τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς ο μικρός γιος του Αλέξανδρος. Οι Μακεδόνες αποθαρρύνθηκαν από τον θάνατο του Φιλίππου και στη συνέχεια ηττήθηκαν κοντά στη Μαγνησία από τους Αχαιμενίδες υπό τη διοίκηση του μισθοφόρου Μέμνονα της Ρόδου.[34][33]

Δολοφονία και διαδοχή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η δολοφονία του Φιλίππου από τον Παυσανία της Ορεστίδος, αναπαράσταση των τελών του 19ου αιώνα

Ακολούθως οργάνωσε τον εορτασμό για τους γάμους της κόρης του Κλεοπάτρας με τον βασιλιά των Μολοσσών, Αλέξανδρο Α΄, στο θέατρο των Αιγών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο, σε μια επίδειξη δύναμης, ο Φίλιππος έκανε την είσοδό του στο θέατρο χωρίς τη φρουρά του. Τότε όμως δολοφονήθηκε από έναν από τους πιο έμπιστους σωματοφύλακές του, τον Παυσανία. Ο Παυσανίας σκοτώθηκε λίγα λεπτά αργότερα από τους διώκτες του - Λεοννάτο μαζί με τον Περδίκκα[35][36]-.

Ο Αλέξανδρος και με την υποστήριξη του Αντίπατρου, που εκτελούσε χρέη αντιβασιλέα, ανακηρύχθηκε από τον στρατό νέος βασιλιάς. Οι λόγοι και οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας δεν έγιναν γνωστοί. Φαίνεται όμως ότι είχε συνεργούς, πράγμα που στρέφει τις υποψίες είτε στους Πέρσες, που ήθελαν να αποτρέψουν την εισβολή στο κράτος τους, είτε στην Ολυμπιάδα, που αισθανόταν ταπεινωμένη, επειδή ο Φίλιππος την είχε χωρίσει για μία νεότερη και ανιψιά του στρατηγού Αττάλου. Θα μπορούσαν όμως να είναι κάποιοι εσωτερικοί αντίπαλοι του Φιλίππου στη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα.

Ο τάφος του Φιλίππου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 8 Νοεμβρίου 1977, ο αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος ανακοίνωσε την ανακάλυψη του ασύλητου τάφου (Τάφος ΙΙ, όπως έχει ονομαστεί από τους αρχαιολόγους) του Φιλίππου Β΄ στη Βεργίνα της Ημαθίας, γεγονός που υπήρξε μείζων αρχαιολογική ανακάλυψη παγκοσμίως. Τα ευρήματα του τάφου αργότερα συμπεριλήφθηκαν στην έκθεση «Αναζητώντας τον Αλέξανδρο» που έγινε σε τέσσερις πόλεις των Η.Π.Α. από το 1980 έως το 1982. Η ταυτοποίηση του τάφου αμφισβητήθηκε, συχνά στην Αμερική και την Ιταλία, από το 1978 και από Έλληνες αρχαιολόγους και συνεχίζει να αμφισβητείται ακόμη και σήμερα. Από ορισμένους αρχαιολόγους και ιστορικούς, όπως η καθηγήτρια Όλγα Παλαγγιά[37], οι P. Lehmann, Α.Μ. Prestianni Giallobardo, Β. Tripodi, Ε.Ν. Borza, υποστηρίχθηκε ότι ο νεκρός του Τάφου ΙΙ είναι ο Φίλιππος Γ΄ ο Αρριδαίος ο οποίος δολοφονήθηκε το 317 π.Χ. Ο αναπληρωτής καθηγητής αρχαιολογίας Παναγιώτης Φάκλαρης υποστήριξε, από το 1994, ότι οι τάφοι στη Βεργίνα δεν είναι βασιλικοί, και απέκλεισε την ταύτιση της Βεργίνας με τις Αιγές.[38]

Ο Μιλτιάδης Χατζόπουλος, συνόψισε όλον τον σχετικό επιστημονικό διάλογο έως το 2008, κλίνοντας υπέρ της εκδοχής του Φιλίππου Β΄, σημειώνοντας ότι η συζήτηση για τη χρονολόγηση του τάφου συσκοτίστηκε από την επιδίωξη δημοσιότητας, πολιτικές ατζέντες, προσωπικές διαφορές και έλλειψη κοινής λογικής, τα οποία οδήγησαν κάποιους σε «σειρά από αμφίβολες υπο-χρονολογήσεις».[39]

Φίλιππος ΙΙ βασ. Μακεδόνων, Μακεδονία, Ελλάδα

Μετά από τις αμφισβητήσεις έγινε επανεξέταση των οστών που βρέθηκαν στον Τάφο ΙΙ, από Βρετανούς ειδικούς, η οποία απορρίπτει την εκδοχή του Φιλίππου Γ΄ Αρριδαίου.[40] Μεταγενέστερη κριτική εξέταση των επιχειρημάτων έως το 2011 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σίγουρα ο τάφος δεν ανήκει στον Φίλιππο Γ' Αρριδαίο και ότι αυτή η άποψη μπορεί να απορριφθεί από τη σύγχρονη επιστήμη.[41]

Τον Μάρτιο του 2015, πιστοποιήθηκε από ομάδα ερευνητών ότι η σορός του Τάφου Ι εμφανίζει οπή στο οστό του γονάτου. Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, το 339 π.Χ., τρία χρόνια δηλαδή πριν από τη δολοφονία του Φιλίππου, κατά τη διάρκεια μάχης, είχε τραυματιστεί από δόρυ που διαπέρασε το πόδι του. Το οστούν έχει επίσης υποστεί αγκύλωση μεταξύ της κνήμης και του μηρού, που δείχνει ότι το άτομο κούτσαινε, όπως και ο Φίλιππος μετά τον τραυματισμό του. Όλα αυτά δείχνουν, κατά την ερευνητική ομάδα, πως ο Τάφος Ι ανήκει στον Φίλιππο Β΄ και ο ασύλητος Τάφος ΙΙ (τον οποίο ο Ανδρόνικος είχε συνδέσει με τον Φίλιππο Β΄) στον Φίλιππο Γ΄ Αρριδαίο.[42][43]

  1. Ανδρόνικος, V24,50. Έργον 1983.30, 1990.83 EMTh3, 1989 (1992) 28,34.
  2. Green, Peter (2013). Alexander of Macedon, 356-323 B. C. : A Historical Biography. Berkeley: University of California Press. σελ. 48. ISBN 9780520954694. 
  3. Howe, T. (2017), "Plain tales from the hills: Illyrian influences on Argead military development", in S. Müller, T. Howe, H. Bowden and R. Rollinger (eds.
  4. Αυτό το λήμμα βασίζεται ή περιλαμβάνει κείμενο από λήμμα στo Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής βιογραφίας και μυθολογίας του Ουίλλιαμ Σμιθ (1870) που αποτελεί κοινό κτήμα.
  5. Δεπάστας, Νικόλαος, Δόκτωρ (2012). Στρατιωτική Οργάνωση και Πολεμική Τέχνη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αθήνα: Διεύθυνση Ιστορίας, Γενικό Επιτελείο Στρατού. σελ. 214. 
  6. 6,0 6,1 Hatzopoulos, Miltiades B. (1980). Philip of Macedon. Athens: Ekdotike Athenon S.A. σελ. 59. 
  7. «The Professionalization of the Macedonian Military». The Macedonian Conquest of Persia. Penn State University. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2021. 
  8. The Cambridge Ancient History Volume 6: The Fourth Century BC by D. M. Lewis, 1994, p. 374, (ISBN 0-521-23348-8): ".
  9. Hammond, N.G.L. (1994). Philip of Macedon. Baltimore: The Johns Hopkins University Press. σελίδες 30–31. ISBN 0-8018-4927-6. 
  10. Green, Peter (2013). Alexander of Macedon, 356-323 B. C. : A Historical Biography. Berkeley: University of California Press. σελ. 39. ISBN 9780520954694. 
  11. Hammond, N.G.L. (1966). «The Kingdoms in Illyria circa 400-167 B.C.». The Annual of the British School at Athens 61: 239–266. doi:10.1017/S0068245400019043. ISSN 0068-2454. https://www.jstor.org/stable/30103175. Ανακτήθηκε στις March 2, 2021. 
  12. A special instrument known as the Spoon of Dioclese was used to remove his eye.
  13. Public Domain 
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  14. Hammond, N.G.L. (1994). Philip of Macedon. Baltimore: The Johns Hopkins University Press. σελίδες 46–47. ISBN 0-8018-4927-6. 
  15. Hammond, N.G.L. (1994). Philip of Macedon. Baltimore: The Johns Hopkins University Press. σελίδες 47–48. ISBN 0-8018-4927-6. 
  16. Public Domain 
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  17. Public Domain 
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαBevan, Edwyn Robert (1911) Chisholm, Hugh, επιμ. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  18. Hammond, N.G.L. (1994). Philip of Macedon. Baltimore: The Johns Hopkins University Press. σελίδες 51–52. ISBN 0-8018-4927-6. 
  19. Public Domain 
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  20. Plutarch· W.C.Helmbold. «De Garrulitate». Perseus Digital Library. Tufts University. Ανακτήθηκε στις 5 Μαΐου 2021. ἂν ἐμβάλω εἰς τὴν Λακωνικήν, ἀναστάτους ὑμᾶς ποιήσω 
  21. Cartledge, Paul (2002). Sparta and Lakonia : a regional history, 1300-362 B.C. (2nd έκδοση). New York: Routledge. σελ. 273. ISBN 0-415-26276-3. Philip laid Lakonia waste as far south as Gytheion and formally deprived Sparta of Dentheliatis (and apparently the territory on the Messenian Gulf as far as the Little Pamisos river), Belminatis, the territory of Karyai and the east Parnon foreland. 
  22. Ashley, James R., The Macedonian Empire: The Era of Warfare Under Philip II and Alexander the Great, 359–323 BC., McFarland, 2004, p. 114, (ISBN 0-7864-1918-0)
  23. Public Domain 
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  24. Cawkwell, George (1978). Philip II of Macedon. London, United Kingdom: Faber & Faber. σελ. 170. ISBN 0-571-10958-6. 
  25. Wells, H. G. (1961) [1937]. The Outline of History: Volume 1. Doubleday. σελίδες 279–80. ... in 338 B.C. a congress of Greek states recognized him as captain-general for the war against Persia. 
  26. Rhodes, Peter John· Osborne, Robin (2003). Greek Historical Inscriptions: 404–323 BC. Oxford University Press. σελ. 375. ISBN 978-0-19-815313-9. 
  27. 27,0 27,1 Morgan, Janett (2016). Greek Perspectives on the Achaemenid Empire: Persia Through the Looking Glass (στα Αγγλικά). Edinburgh University Press. σελ. 271. ISBN 978-0-7486-4724-8. 
  28. 28,0 28,1 Cawthorne, Nigel (2004). Alexander the Great (στα Αγγλικά). Haus Publishing. σελίδες 42–43. ISBN 978-1-904341-56-7. 
  29. Briant, Pierre (2012). Alexander the Great and His Empire: A Short Introduction (στα Αγγλικά). Princeton University Press. σελ. 114. ISBN 978-0-691-15445-9. 
  30. Jensen, Erik (2018). Barbarians in the Greek and Roman World (στα Αγγλικά). Hackett Publishing. σελ. 92. ISBN 978-1-62466-714-5. 
  31. Howe, Timothy· Brice, Lee L. (2015). Brill's Companion to Insurgency and Terrorism in the Ancient Mediterranean (στα Αγγλικά). BRILL. σελ. 170. ISBN 978-90-04-28473-9. 
  32. Carney, Elizabeth Donnelly (2000). Women and Monarchy in Macedonia (στα Αγγλικά). University of Oklahoma Press. σελ. 101. ISBN 978-0-8061-3212-9. 
  33. 33,0 33,1 Briant, Pierre (2002). From Cyrus to Alexander: A History of the Persian Empire (στα Αγγλικά). Eisenbrauns. σελ. 817. ISBN 978-1-57506-120-7. 
  34. 34,0 34,1 Heckel, Waldemar (2008). Who's Who in the Age of Alexander the Great: Prosopography of Alexander's Empire (στα Αγγλικά). John Wiley & Sons. σελ. 205. ISBN 978-1-4051-5469-7. 
  35. Διόδωρος Σικελιώτης. 16.94.4
  36. «pothos.org - Leonnatus». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2014. 
  37. «Αρχαιότητα, Αναγέννηση: μια εκλεκτική συγγένεια». Αρχαιολογία Online. 2016-03-23. http://www.archaiologia.gr/blog/2016/03/23/%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%B9%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B5%CE%BA%CE%BB%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/. Ανακτήθηκε στις 2017-05-09. 
  38. εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, Ο τάφος του Φιλίππου: όνειρα και αλήθειες Τα ευρήματα της Βεργίνας,η πρωτεύουσα των Μακεδόνων και οι αντικρουόμενες απόψεις των αρχαιολόγων ανακτήθηκε στις 3/11/2014
  39. «Hatzopoulos B. Miltiades. The Burial of the Dead (at Vergina) or The Unending Controversy on the Identity of the Occupants of Tomb II. Περιοδικό «Τεκμήρια», Εθν. Ίδρυμα Ερευνών, τομ. 9, 2008, σελ. 117, 118». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2014. 
  40. Musgrave Jonathan et al. The Occupants of Tomb II at Vergina. Why Arrhidaios and Eurydice must be excluded. Int J Med Sci 2010; 7(6):s1-s15. doi:10.7150/ijms.7.s1
  41. Robin Lane Fox, Introduction: Dating the royal tombs at Vergina, στο Robin J. Fox (εκδ.) Brill's Companion to Ancient Macedon: Studies in the Archaeology and History of Macedon, 650 BC - 300 AD. BRILL, 22 Ιουν 2011, σελ. 1-34.
  42. Antonis Bartsiokas, Juan-Luis Arsuagab, Elena Santosb, Milagros Algabab, and Asier Gómez-Olivencia. The lameness of King Philip II and Royal Tomb I at Vergina, Macedonia.
  43. Saraceni, Jessica E. «Study Confirms Remains as Philip II of Macedon - Archaeology Magazine». www.archaeology.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2017. 
  • Συλλογικό, Φίλιππος βασιλεύς Μακεδόνων, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1980
  • Χρυσούλα Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Βεργίνα. Ο τάφος του Φιλίππου. Η τοιχογραφία με το κυνήγι, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 231 (Αθήνα 2004).
  • N. G. L. Hammond, Φίλιππος ο Μακεδών, Α. ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ - ΠΑΙΔΕΙΑ Α.Ε., Θεσσαλονίκη, 1997

Επιπλέον βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • M. B. Hatzopoulos (2018). La mort de Philippe II: Une étude des sources. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ. 76. Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών - Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών.