Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χρήστης:Nataly8/Αμμοδοχείο/προετοιμασία άρθρων/Πατριωτικό Πόλεμος του 1812

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πατριωτικός Πόλεμος του 1812
Ναπολεόντειοι πόλεμοι
Όμηροι Γάλλοι μετά τον Πατριωτικό Πόλεμο του 1812
Χρονολογία24 Ιουνίου, 181214 Δεκεμβρίου, 1812
ΤόποςΡωσική Αυτοκρατορία
Έκβασηδιάλυση του στρατού του Ναπολέοντα
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα

Ο Πατριωτικός Πόλεμος του 1812 (γαλλ. Campagne de Russie (1812), ρωσ. Отечественная война 1812 года) ήταν ο πόλεμος μεταξύ Ρωσικής και Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Ο πόλεμος διεξάχθει από τις 24 Ιουνίου μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου 1812. Ο Πατριωτικός Πόλεμος του 1812 υπήρξε πολύ σημαντικός για την παγκόσμια ιστορία, γιατί με την νίκη αυτή, οι Ρώσοι κατάφεραν να διαλύσουν τον, ώς τότε ανίκητο, στρατό του Ναπολέοντα Α' της Γαλλίας.

Πολιτική κατάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αλέξανδρος Α' της Ρωσίας.
Ναπολέων Α' της Γαλλίας.

Μετά την διάλυση του ρωσικού στρατού στην Μάχη του Φρίντλαμ (Πρωσία) τον Ιούνιο του 1807, ο Αυτοκράτορας Αλέξανδρος Α' της Ρωσίας μαζί με τον Ναπολέων Α' της Γαλλίας υπέγραψαν μια συμφωνία ειρήνης στο Τίλζιτ, με την οποία η Ρωσία έπρεπε να βοηθήσει τον Ναπολέοντα στην κατάληψη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Με αυτήν την συμφωνία, η Ρωσική Αυτοκρατορία πήρε την Φιλανδία από την Σουηδία καθώς και άλλες χώρες υπή την κατοχή της, ενώ ο Ναπολέων συνέχιζε την κατάληψη της Ευρώπης επιτυχώς, εκτός στην Αγγλία και την Ισπανία. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια του Ναπολέαντα να παντρευτεί μια γνωστή Ρωσίδα, ο Ναπολέων παντρεύτηκε την Μαρία-Λουίζα την Αυστριακή, την κόρη του Αυστριακού Αυτοκράτορα, Φράντς ΙΙ.

Στις 24 Φεβρουαρίου 1812, ο Ναπολέων υπέγραψε μια συμφωνία συνεργασίας με την Πρωσία, με την οποία η Πρωσία έπρεπε να στείλει στην Ρωσία 20.000 στρατιώτες για να βοηθήσει τον Ναπολέων. Στις 14 Μαρτίου 1812, ο Ναπολέων υπέγραψε μια συμφωνία συνεργασίας με την Αυστρία, με την οποία η Αυστρία έπρεπε να στείλε 30.000 στρατιώτες στην Ρωσία για να βοηθήσει τον Ναπολέων.

Η Ρωσία, επίσης διπλωματικά, ετοιμαζόταν για τον πόλεμο. Κατά την διάρκεια των μυστικών συμφωνιών την άνοιξη του 1812 μεταξύ Ρωσίας και Αυστρίας, οι Αυστριακοί διαβεβαίωσαν τους Ρώσους ότι δεν θα κινηθούν μακριά από τα σύνορα τους με την Ρωσία. Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου, από την πλευρά της Σουηδίας, ο πρώην στρατάρχης στον στρατό του Ναπολέων και μετέπειτα βασιλιάς της Αυστρίας, Κάρολος ΙΔ' Ιωάννης της Σουηδίας, επιβεβαίωσε την Ρωσία για τις φιλικές της θέσεις και μάλιστα υπέγραψαν μαζί συμφωνία συνεργασίας. Στις 22 Μαΐου 1812, ο Ρώσος πρέσβης Μιχαήλ Κουτούζωφ, κατάφερε να υπογράψει συμφωνία ειρήνης με την Τουρκία, τελειώντας έτσι τον πενταετή πόλεμο για την Μολδαβία.

Στις 19 Μαΐου 1812, ο Ναπολέων έφυγε για την Δρέσδη για να συναντηθεί με τον "Δοξασμένο Στρατό" στην λίμνη Νέμαν, η οποία χώριζε την Ρωσία και την Πρωσία. Στις 22 Ιουνίου 1812, ο Ναπολέων κατηγόρησε την Ρωσία ότι δεν τήρησε τους όρους της συμφωνίας ειρήνης του Τίλζιτ και ότι η Ρωσία επιτέθηκε στην Πολωνία, και ίσως για αυτόν τον λόγο στο γαλλικό στρατό υπήρχαν πολλοί Πολωνοί. Οι Γάλλοι Στρατάρχες ακόμα δεν είχαν καταλάβει τους λόγους που έπρεπε να επιτεθούν στην Ρωσία, αλλά αναγκάστηκαν να συμφωνήσουν με τον Ναπολέων.

Στις 24 Ιουνίου 1812, στις 02:00, ο Ναπολέων διάταξε να αρχίσει η επίθεση κατά της Ρωσίας από την λίμνη Νέμαν.

Οι Γάλλοι είχαν υποψιαστεί ότι οι στόχοι της Ρωσίας ήταν η ανεξαρτησία της Πολωνίας. Ο Ναπολέων ζήτησε από τον Αυτοκράτορα Αλεξάνδρο Α' της Ρωσίας να συνεχίσει και να σκληρύνει την πολιορκία της Αγγλίας, ενώ οι Ρώσοι ζήτησαν να φύγουν από την Πρωσία, οι Γάλλοι στρατιώτες, οι οποίοι ήρθαν εκεί λόγω της μη-τήρησης της συμφωνίας ειρήνης στο Τίλζιτ.

Ο χάρτης της Ευρώπης το 1812.

Ο Ναπολέων έφερε στην Ρωσία περίπου 450.000 στρατιώτες, από τους οποίου οι μισοί ήταν Γάλλοι. Μαζί τους ενώθηκαν δυνάμεις από την Ιταλία, Πολωνία, Γερμανία, Ολλανδία καθώς και από την Ισπανία. Η Αυστρία και η Πρωσία, λόγω της συμφωνίας συνεργασίας με τον Ναπολέων, έστειλαν στην Ρωσία 50.000 στρατιώτες συνολικά.

Η Αγγλία, είχε βοηθήσει την Ρωσία πολεμικά και οικονομικά, αλλά ο στρατός της είχε επικεντρωθεί στον πόλεμο της Ισπανίας, ενώ ο στόλος δεν μπορούσε να βοηθήσει σε κάτι στις εδάφιες μάχες, αν και λόγω του δυνατού στόλου της Αγγλίας, η Σουηδία έγινε σύμμαχος της Ρωσίας.

Ο Ναπολέων είχε τις πάρακατω ρεζέρβες: 900.000 στρατιώτες στο κέντρο της Ευρώπης, καθώς και 100.000 στρατιώτες του Αμυντικού Στρατού του Ναπολέων της Γαλλίας, οι οποίοι κατά τον νόμο, δεν μπορούσαν να πολεμήσουν εκτός της Γαλλίας.

Η Ρωσία, επίσης είχε πολλές δυνάμεις (βλ. Ρωσικός Στρατός του 1812) αλλά δεν μπορούσε να κινηθεί γρήγορα, λόγω των κακών δρόμων. Το πρώτο χτύπημα του Ναπολεών δέχτηκαν οι στρατιώτες που βρισκόνταν στα δυτικά σύνορα, δηλ. η 1η στρατιά του Μπάρκλαι, η 2η στρατιά του Μπαγκρατιόν, συνολικά 153.000 στρατιώτες και 758 πυρομαχικά[1]. Στο Βόλν, στα νότια, βρισκόταν η 3η στρατιά του Τορμασόφ (45.000 στρατιώτες και 168 πυρομαχικά). Στην Μολδαβία, κατά της Τουρκίας, βρισκόταν η Δουναβική στρατιά του Τσιτσαγκόφ (55.000 στρατιώτες και 220 πυρομαχικά). Στην Φιλανδία, κατά της Σουηδίας, βρισκόταν μια μονάδα της στρατιάς του Στέινγκλ (19.000 στρατιώτες και 102 πυρομαχικά) . Στην Ρίγα βρισκόταν η στρατιά του Έσσεν (18.000 στρατιώτες).

Οι Ρώσοι, από την αρχή, αποφάσισαν για πολύ καιρό να αμύνονται χωρίς να γίνει καμιά αποφασιστική μάχη για να μην χαθούν σημαντικές δυνάμεις του στρατού. Ο Αυτοκράτορας Αλέξανδρος Α' της Ρωσίας είχε πει στον Γάλλο πρέσβη στην Ρωσία, Αρμάν Κολενκούρ[2], τα πάρακατω:

Αν ο Ναπολέων μου επιτεθεί, θα νικήσει με μεγάλη δυσκολία. Οι Ισπανοί, αν και είχαν χάσει πολλές φορές, δεν τα παράτησαν και συνεχίζουν να υπερασπίζονται την πατρίδα τους... Εμάς θα μας βοηθά το κλίμα και ο τσουχτερός χειμώνας μας.

Ο Ναπολεών θέλησε να κάνει ένα πόλεμο χωρίς να χάσει πολλές δυνάμεις. Όπως έλεγε στον Κλέμεντ Μέτερνι:

Θα αρχίσω τον πόλεμο από την λίμνη Νέμαν και θα τον τελειώσω στο Σμολένσκ και στο Μινσκ. Εκεί θα σταματήσω.

Ο Ναπολέων πίστευε πως έτσι θα αναγκάσει τον Αυτοκράτορα Αλέξανδρο να σταματήσει τον πόλεμο και να υπογράψει συμφωνία ειρήνης.

Ο γαλλικός στρατός στην λίμνη Νέμαν.

Στις 24 Ιουνίου 1812, στις 6 π.μ, οι Γάλλοι μπήκαν στο Κόβνο (σημ. Κάουνας, Λιθουανία), μέσω της λίμνης Νέμαν. Για την αποστολή στο Κόβνο 200.000 στρατιωτών (της 1ης, 2ης και 3ης στρατιάς πεζικού) χρειάστηκαν 4 μέρες.

Από τις 29-30 Ιουνίου 1812, στο Πρέν, νότια του Κόβνο, απο την λίμνη Νέμαν στάλθηκε άλλη ομάδα στρατού (79.000 στρατιώτες, 6η και 4η στρατιά πεζικού) υπό την ηγεσία του Ευγκένι Μπογκάρν.

Στις 30 Ιουνίου 1812, στο Γκρόντο, επίσης νότια του Κόβνο, από την λίμνη Νέμαν, στάλθηκαν 79.000 στρατιώτες, η 5η, 7η και 8η στρατιά πεζικού υπό την ηγεσία του Ζέρομ Βοναπάρτη.

Στο Τίλζιτ, βόρεια του Κόβνο, από την λίμνη Νέμαν στάλθηκε η 10η μονάδα του Στρατάρχη Μακντόναλτ. Εκεί, από τα νότια, από την Βαρσοβία, από την λίμνη Μπούγκ, στάλθηκαν 33.000 αυστριακοί στρατιώτες της αυστριακής μονάδας του Σβάρτσενμπέργκ.

Ο Αυτοκράτορας Αλεξάνδρος Α' της Ρωσίας έμαθε για την γαλλική επίθεση την νύχτα της 24ης Ιουνίου, στο Βίλνιους. 4 μέρες αργότερα την πόλη κατέβαλαν οι Γάλλοι.

Από την λίμνη Νέμαν μέχρι το Σμολένσκ (Ιούλιος-Αύγουστος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βόρεια κατέυθυνση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα βόρεια της Ρωσίας, ο Ναπολεών έστειλε την 10η μονάδα του στρατάρχη Μακντόναλτ, στην οποία περιλαμβάνονταν 32.000 Πρώσοι και Γερμανοί. Ο κύριος στόχος αυτής της μονάδας ήταν η κατάληψη της Ρίγας, και μετά αφού ενωθούν με την 2η μονάδα του στρατάρχη Ουντίνο, να αρχίσουν την επίθεση κατά του Πέτρογκαρντ (σημ. Αγία Πετρούπολη).

Ο Μακντόναλτ άρχισε την επίθεση κατά της Ρίγας, αλλά λόγω του ότι δεν είχε δυνατό πυροβολικό, αναγκάστηκε να σταματήσει λίγο μακριά από την Ρίγα. Ο διοικητής της Ρίγας, Έσσεν, έκαψε τα εδάφη μακριά από την Ρίγα και έμεινε στην πόλη με δυνατή άμυνα. Προσπαθώντας να βοηθήσει τον Ουντίνο, ο Μακντόναλτ κατέβαλε το Νταουγκάβπιλς στο Δυτικό Ντβίν και σταμάτησε την επίθεση κατά της Ρίγας, περιμένωντας βοήθεια από την Ανατολική Πρωσία. Οι Πρώσοι, προσπαθούσαν να μην ενταχθούν σε μια σοβαρή μάχη σε αυτήν την άγνωστη αυτή χώρα, αλλά αν χρειαζόταν έπρεπε να απεκρούουν τους Ρώσους της Ρίγας.

Ο Ουντίνο, αφού κατέβαλε το Πόλοτσκ, απέφυγε από τα βόρεια την μονάδα του Βίτγκεστειν. Φοβούμενος την ένωση του Ουντίνο με τον Μακντόναλτ, ο Βίτγκεστειν, στις 30 Ιουλίου 1812, επιτέθηκε αναπάντεχα στον κουρασμένο από το περπάτημα στρατό του και τον έριξε πίσω το Πόλοτσ. Αυτή η νίκη έδωσε στον Βίτγκεστειν την ευκαιρία να επιτεθεί στο Πόλοτσκ από τις 17 μέχρι τις 18 Αυγούστου, αλλά η μονάδα Σέν-Σίρα που στάλθηκε από τον Ναπολέων στο Πόλοτσκ, βοήθησε τους στρατιώτες του Ουντίνο να απεκρούσουν την επίθεση και να συνεχίσουν την πορεία τους.

Ο Ουντίνο και ο Μακντόναλτ, κουρασμένοι από τις μάχες, αποφάσισαν να μείνουν εκεί που βρίσκονταν.

Κατεύθυνση προς την Μόσχα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι Γάλλοι επιτείθονται.

Μονάδες της 1ης στρατιάς του Μπάρκλ προχώρησαν από την Βαλτική Θάλασσα μέχρι την Λίντα. Βλέποντας την απότομη πρόωθηση του Ναπολέοντα, σε πολλές ρωσικές μονάδες υπήρξε ο κίνδυνος της διάλυσης σε κομμάτια. Η μονάδα του Ντόχτουροφ περικυκλώθηκε και δεν μπόρεσε να στείλε δυνάμεις Σβιάντσιονις. Επίσης το ιππικό του Ντόχτουροφ κόπηκε από την υπόλοιπη μονάδα και αναγκάστηκε να ενωθεί με την στρατιά του Μπαγκρατιόν. Μόλις η 1η στρατιά ενώθηκε, ο Μπάρκλ αναγκάστηκε να φύγει από το Βίλν στην Δρέσσα.

Στις 26 Ιουνίου 1812, η στρατιά του Μπάρκλ έφυγε από το Βιλν για να φτάσει στην Δρέσσα, όπου ο Αυτοκράτορας Αλεξάνδρος Α' της Ρωσίας σχεδίαζε να αμύνεται από τον στρατό του Ναπολέοντα. Οι διοικητές, όμως, κατάφεραν να πείσουν τον Αλέξανδρο για την τρέλα αυτής της ιδέας του πολεμικού θεωρού Φούλ. Στις 16 Ιουλίου 1812, ο ρωσικός στρατός συνέχιζε την υποχώρηση του από το Πόλοτσκ στο Βίτεμπσκ, αφήνοντας για την άμυνα της Πετρούπολης την 1η στρατία του Βίτγκεστειν. Στο Πόλοτσκ, ο Αλεξάνδρος Α' άφησε τον στρατό, ακούγοντας τις παρακλήσεις της οικογένειας του. Ο Μπάρκλ, παρόλο που είχε ίσως τις πιο μεγάλες δυνάμεις από την υπόλοιπη Ευρώπη, απέφευγε την αποφασιστική σύγκρουση, κάτι που δεν άρεσε καθόλου στον Ναπολεών που ήθελε γρήγορη κατάληψη της Ρωσίας.

Η 2η στρατιά του Μπαγκρατιόν, στην αρχή του πολέμου, βρίσκοταν στο Γκρόντο, στην δυτική Λευκορωσία, μόλις 150 χιλιόμετρα από την στρατιά του Μπάρκλ. Στην αρχή, ο Μπαγκαρατιόν αποφάσισε να κινηθεί στα βόρεια για να ενωθεί με την 1η στρατία, αλλά όταν έφτασε στην Λίντα, ήταν ήδη αργά. Αναγκάστηκε να υποχωρήσει από τους Γάλλους προς τα νότια. Για την αποκοπή του Μπαγκρατιόν από τις κύριε δυνάμεις, ο Ναπολέων έστειλε εναντίον του, τον Στρατάρχη Ντάβου με 50.000 στρατιώτες. Ο Ντάβου προχώρησε από το Βίλν στο Μινσκ, το οποίο κατέβαλε στις 8 Ιουλίου 1812. Από την άλλη πλευρά, κατά του Μπαγκρατιόν κινήθηκε ο Ζέρομ Βοναπάρτης με 4 στρατιές. Ο Ναπολέων προσπάθουσε να μην αφήσει τις ρωσικές μονάδες να ενωθούν, για να τις διαλύσει σε κομμάτια. Ο Μπαγκρατιόν κατάφερε να αντισταθει, να νικήσει και να αφήσει μακριά του τους στρατιώτες του Ζερόμ. Τώρα, ο κύριος του αντίπαλος ήταν ο Νταβού.

Στις 19 Ιουλίου 1812, ο Μπαγκρατιόν βρισκόταν στο Μπομπρούισκ, στο Μπερεζίν, την ίδια στιγμή που ο Νταβού, στις 21 Ιουλίου 1812, κατέβαλε το Μογκιλιόφ, στον Δνείπερο. Ο Μπαγκρατιόν, όταν έφθασε στον Δνείπερο, 60χλμ από το Μογκιλιόφ, έστειλε, στις 23 Ιουλίου 1812, την μονάδα του Ράεβσκι κατά του Νταβού με στόχο να απομακρύνει τους Γάλλους από το Μογκιλιόφ και να ανοίξει τον δρόμο προς το Βίτεμπσκ, όπου σύμφωνα με τα πλάνα έπρεπε να ενωθούν οι ρωσικές μονάδες. Στην Μάχη του Σαλτανόφ, ο Ράεβσκι κατάφερε να καθυστερήσει την πρόωθηση του Ντάβου από τα ανατολικά του Σμολένσκ, αλλά ο δρόμος για το Βίτεμπσκ ήταν κλειστός. Τώρα ο Νταβού δεν είχε τις δυνάμεις για να ακολουθήσει την 2η στρατιά των Ρώσων, ενώ ο Ζέρομ χωρίς να έχουν ευκαιρία να φτάσουν την 2η στρατιά, συνέχιζαν να προχωρούν στα δάση της Λευκορωσίας.

Στις 23 Ιουλίου 1812, η στρατιά του Μπάρκλ έφτασε στο Βίτεμπσκ, όπου σχεδίαζε να περιμένει τον Μπαγκρατιόν. Για να σταματήσει τους Γάλλους, ο Μπαγκρατιόν έστειλε την 4η μονάδα του Όστερμαν-Τολστόι. Στις 25 Ιουλίου 1812, άρχισε η Μάχη του Όστροβν, η οποία διεξαγώταν μέχρι τις 26 Ιουλίου.

Στις 27 Ιουλίου 1812, ο Μπάρκλ έφυγε από το Βίτεμπσκ στο Σμολένσκ, αφού έμαθε ότι ερχόνταν οι κύριες δυνάμεις του Ναπολέοντα, τις οποίες δεν θα μπορούσε να σταματήσει ο Μπαγκρατιόν για να φτάσει στο Βίτεμπσκ. Στις 3 Αυγούστου 1812, στο Σμολένσκ, ενώθηκαν η 1η και η 2 στρατιά των Ρώσων, και αυτό ήταν η πρώτη στρατηγική επιτυχία των Ρώσων. Στο πόλεμο, εισήλθε μια λειτουργική παύση, κατά την οποία και οι 2 πλευρές ξεκούραζαν τους στρατιώτες τους μετά το πολύ περπάτημα.

Η 7η σαξονική μονάδα (22.000 στρατιώτες) υπό την ηγεσία του Ζάν Ρέιν, έπρεπε να κρατά την αριστερή πλευρά των κύριων δυνάμεων του Ναπολέοντα από την 3η ρωσική στρατιά υπό την ηγεσία του Αλεξάντερ Τορμάσοφ. Ο Ρένε πήρε θέση στην γραμμή Μπρέστ-Κόμπριν-Πίνσκ. Στις 27 Ιουλίου, ο Τορμάσοφ, στην Μάχη του Κόμπριν, διέλυσε τις σαξονικές δυνάμεις, ενώ επίσης ανάγκασε τους Γάλλους να υποχωρήσουν από το Μπρεστ και το Πίνσκ.

Όταν κατάλαβε, πώς η αδύνατη στρατιά του Ρέιν δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στον Τορμάσοφ, ο Ναπολέων αποφάσισε να στείλει εκεί την αυστριακή μονάδα του Σβάρτσενμπεργκ. Ο Ρέιν και ο Σβάρτσενμπεργκ ενώθηκαν και, στις 12 Αυγούστου 1812, στην Γκοροντέτσνια, επιτέθηκαν κατά του Τορμάσοφ και τον ανάγκασαν να υποχωρήσει στο Λούτσκ. Οι κύριες μάχες γινόνταν μεταξύ των Σάξονων και των Ρώσων, ενώ οι Αυστριακοί βοηθούσαν με βομβαρδισμούς τους Σάξονες.

Εκτός τον Τορμάσοφ, στην νότια κατέυθυνση, βρίσκοταν και η 2η ρωσική μονάδα από τις ρεζέρβες υπό την ηγεσία του Φιόντορ Γιέρτελ, η οποία βοηθούσε στην άμυνα του Μπομπρούισκ. Για να μην αφήσει αυτές τις δύο στρατιές να ενωθούν, και για την κατάληψη του Μπομπρούισκ, ο Ναπολέων άφησε την πολωνική μονάδα του Γιάν Ντομπρόφσκ.

Από το Σμολένσκ μέχρι το Μποροντίν (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ένωση των ρωσικών μονάδων, ο Ναπολέων ζήτησε από τον Μπάρκλ να γίνει μια αποφασιστική μάχη. Ο Ναπολέων, χρησιμοποιόντας την αργή πορεία των Ρώσων, ένωσε όλες τις μονάδες του και προσπάθησε να αποφύγει τις δυνάμεις του Μπάρκλ, από την αριστερή πλευρά του από τα νότια, και για αυτό χρησιμοποίησε τον Δνείπερο στα δυτικά του Σμολένσκ. Μετά, σε λίγο καιρό, ο γαλλικός στρατός συνάντησε την 27η μονάδα του Ντμίτρι Νεβερόφσκ. Οι σκληρές μάχες που έγιναν εκεί, έδωσε την ευκαιρία στην μονάδα του Ράεφσκι να φτάσει στο Σμολένσκ.

Στις 16 Αυγούστου 1812, ο Ναπολέων έφτασε στο Σμολένσκ με 180.000 στρατιώτες. Ο Μπαγκρατιόν διάταξε τον Ράεφσκι να κρατήσει το Σμόλενσκ. Ο Μπάρκλ ήταν εναντίον αυτής, της κατά της γνώμης του, άχρηστης μάχης, αλλά στο ρωσικό στρατόπεδο τσάρευε η ελπίδα νίκης. Στις 16 Αυγούστου 1812, στις 6 π.μ, ο Ναπολέων άρχισε την επίθεση με το πεζικό. Η Μάχη του Σμολένσκ (1812) συνέχισε μέχρι τις 18 Αυγούστου 1812, μέχρι που ο Μπάρκλ διάταξε την φυγή των στρατιωτών του από την καμένη πόλη, για να αποφύγει την μεγάλη μάχη χωρίς ευκαιρίες για νίκη. Ο Μπάρκλ είχε 76.000 στρατιώτες, ενώ από την στρατιά του Μπαγκρατιόν, 34.000 στρατιώτες προστάτευαν την ρωσική υποχώρηση στο Ντορογκόμους.

Ο Στρατάρχης Μίσελ Νέι ακολούθησε του Ρώσους. Στις 19 Αυγούστου, οι Ρώσοι, στην αιματηρή Μάχη του Βουνού Βαλούτιν, κατάφεραν να σταματήσουν τον Νέι, ο οποίος είχε μεγάλες απώλειες. Ο Ναπολέων αποφάσισε να στείλει τον διοικητή Ζάν Ζιουνό για να σταματήσει τους Ρώσους, αλλά αυτός δεν τα κατάφερε γιατί είχε κολλήσει σε ένα απέραστο δάσος, και έδωσε την ευκαιρία στους Ρώσους να φύγουν για την Μόσχα από το Ντορογκόμπους. Μετά την Μάχη του Σμολένσκ, ο Ναπολέων έκανε μια μυστική πρόταση στον Αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α' για ειρήνη, ως δυνατός, αλλά δεν πήρε απάντηση.

Στις 17 Αυγούστου 1812, σε μια συνεδρία που συγκάλεσε ο Αυτοκράτορας Αλέξανδρος Α', οι διοικητές προσπάθησαν να τον πείσουν να διορίσει διοικητή του ρωσικού στρατού τον Μιχαήλ Κουτούζοφ. Στις 29 Αυγούστου 1812, ο Κουτούζοφ, έγινε επίσημα ο διοικητής του ρωσικού στρατού.

Ακολουθώντας την ίδια πολιτική με τον προκάτοχο του, ο Κουτούζοφ δεν μπορούσε να αποφύγει μια αποφασιστική σύγκρουση για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Τέτοια μάχη ζητούσε και ο ρωσικός λαός, αν και δεν είχε επιρροή σε πολεμικές αποφάσεις. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1812, οι Ρώσοι υποχώρησαν στο χωριό Μποροντίν, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την Μόσχα. Ο Κουτούζοφ είχε αποφασίσει να κάνει εκεί την αποφασιστική μάχη, μιας και η ποσότητα των δυνάμεων ήρθε προς την μεριά των Ρώσων. Αν στην αρχή του πολέμου, ο Ναπολέων είχε στρατό 3 φορές μεγαλύτερο από τον ρωσικό, τώρα στο Μποροντίν διάθεται 135.000 στρατιώτες, ενώ οι Ρώσοι 110.000 στρατιώτες. Το κύριο πρόβλημα του ρωσικού στρατού επικεντρώνονταν στην έλλειψη πολεμοφόδιων. Την ίδια στιγμή, που από την Μόσχα στάλθηκαν 100.000 εθελοντές, το πρόβλημα με τα πολεμοφόδια μεγάλωσε.

Κύριο λήμμα: Μάχη του Μποροντίν

Στις 7 Σεπτεμβρίου 1812, στο χωριό Μπροντίν (124χλμ δυτικά της Μόσχας) έγινε η πιο αιματηρή και σημαντική μάχη του Πατριωτικού Πολέμου 1812 μεταξύ Γάλλων και Ρώσων. Μετά από περίπου 2 εβδομάδες μάχης, οι Γάλλοι με την τιμή 34.000 στρατιωτών κατάφερε να διαλύσει τον ρωσικό στρατό από την αριστερή πλευρά. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1812, μιας και οι Ρώσοι είχαν τεράστιες απώλειες, ο Κουτούζοφ διέταξε την υποχώρηση στο Μοζάισκ.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1812, στις 4 μ.μ, ο Κουτούζοφ συγκάλεσε πολεμικό συνέδριο για να αποφασιστούν οι επόμενες κινήσεις. Πολλοί διοικητές πρότειναν ακόμα μια αποφασιστική μάχη με τον Ναπολέων, αν και στο τέλος, ο Κουτούζοφ διέταξε να υποχωρήσουν.

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1812, ο ρωσικός στρατός πέρασε από την Μόσχα και έφτασε στο Ρεζάν (νοτιο-δυτικά της Μόσχας). Την ίδια νύχτα, ο Ναπολέων μπήκε στην ήδη άδεια Μόσχα.

Η Μάχη του Μπορόντιν.
Η πυρκαγία της Μόσχας.

Στις 14 Σεπτεμβρίου, ο Ναπολέων χωρίς μάχη, κατέβαλε την Μόσχα, αλλά την ίδια νύχτα στην Μόσχα ξέσπασε πυρκαγία, η οποία την επόμενη μέρα έγινε τόσο δυνατή, που ο Ναπολέων αναγκάστηκε να φύγει από το Κρεμλίνο. Η πυρκαγία συνεχίστηκε μέχρι τις 18 Σεπτεμβρίου 1812, και κατέστρεψε μεγάλη έκταση της Μόσχας.

Πάνω από 400 πολίτες της Μόσχας πυροβολήθηκαν από τους Γάλλους για υποψίες στην συμμετοχή της πυργκαγίας της Μόσχας.

Υπάρχουν πολλές θεωρείες για το ξέσπασμα της πυρκαγίας - οργανωμένο κάψιμο κατά την υποχώρηση (η κύρια ίσως θεωρεία), το κάψιμο από απλούς Ρώσους, ή και μη-ελεγχόμενες κινήσεις των Γάλλων κατά την κατάληψη της Μόσχας.

Ο Κουτούζοφ, συνέχιζε την πορεία από την Μόσχα στο Ρεζάν, και όταν τελείως απέφυγε την παρακολούθηση από τον Μιούρατ, γύρισε προς τα δυτικά και βγήκε, μέσω του Ποντόλσκ, στην Καλούγκα.

Μετά, στις 2 Οκτωβρίου 1812, ο Κουτούζοφ μετέφερε τον στρατό στο χωριό Ταρούτινο, νότια της Καλούγκα. Με αυτόν τον τρόπο, ο Κουτούζοφ έκλεισε στον Ναπολέοντα τον κύριο δρόμο προς την νότια κατεύθυνση.

Η κατάληψη της Μόσχας δεν ήταν στρατιωτικός αλλά πολιτικός στόχος. Από την Μόσχα, ο Ναπολέων προσπαθούσε να κάνει μια συμφωνία ειρήνης με τον Αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α'. Ο Ναπολέων, δεν μπορούσε να μείνει στην Μόσχα τον χειμώνα λόγω της πυρκαγιάς. Στις 5 Οκτωβρίου 1812, ο Ναπολέων, έστειλε τον διοικητή Ζακ Λόριστον στον Κουτούζοφ, για να μεταφέρει μύνημα στον Αλέξανδρο Α'. Το μύνημα έλεγε:

Χρειάζομαι ειρήνη, την χρειάζομαι με οποιοδήποτε κόστος

Μετά από μικρή συζήτηση, ο Κουτούζοφ έστειλε τον Λόριστον πίσω στην Μόσχα. Ο Ναπολέων ετοιμαζόταν για υποχώρηση, όχι ακόμα από την Ρωσία, αλλά από τα χειμερινά διαμερίσματα στο Δνείπερο και στην Ντβίνα.

Η υποχώρηση του Ναπολέων (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια στιγμή που ο Ναπολέων κατέβαλε την Μόσχα, στην αριστερή πλευρά από τα βόρεια, στο Πόλοτσκ, κρατιόταν η στρατιά του Βίτγκεστειν, την οποία κρατούσαν η μονάδα του Σιν-Σίρα και ο Ουντίνο. Η δεξιά πλευρά του μετώπου του Ναπολέοντα, είχε υποχωρήσει από τα σύνορα της Ρωσίας στην Λευκορωσία.

Από την Μόσχα μέχρι το Μαλογιαροσλάφτς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 18 Οκτωβρίου 1812, ο Κουτούζοφ άρχισε την επίθεση κατά τους Γάλλους, που ήταν υπό την ηγεσία του Μιουράτ, ο οποίος παρακολουθούσε την στρατιά του Κουτούζοφ στο Ταρούτινο. Αφού έχασε 4.000 στρατιώτες και 38 κανόνια, ο Μιουράτ αναγκάστηκε να υποχωρήσει στην Μόσχα. Η Μάχη του Ταρούτινο ήταν μια σημαντική φάση στον Πατριωτικό Πόλεμο, μιας και με την νίκη αυτή οι Ρώσοι άρχισαν την αντεπίθεση τους.

Στις 19 Οκτωβρίου 1812, ο γαλλικός στρατός (110.000 στρατιώτες) υποχώρησαν από την Μόσχα, διασχίζοντας τον παλιό δρόμο της Καλούγκα. Ο Ναπολέων, λόγω του χειμώνα που κόντευε, ήθελε να φτάσει στο Σμολένσκ, όπου υπήρχαν πολλά πολεμοφόδια για να γεμίσουν τις απώλειες που υπέστη ο στρατός. Ο ένας τρόπος για να φτάσει στο Σμολένσκ ήταν να διασχύσει τον δρόμο του Σμολένσκ (οι άλλοι δρόμοι ήταν σε πολύ κακή κατάσταση), με τον οποίο είχε φτάσει στην Μόσχα. Ο άλλος τρόπος, τον οποίο και διάλεξε ο Ναπολέων, ήταν να πάνε πεζοί στην Καλούγκα, στα νότια. Ο Ναπολέων είχε και σοβαρό πρόβλημα με τα άλογα, για αυτό και αναγκάστηκε να αφήσει πίσω πολλά πυρομαχικά. Αυτό έφερε και στην απότομη αδυνάτωση του γαλλικού ιππικού.

Ο δρόμος προς την Καλούγκα ελεγχόταν από την στρατιά του Κουτούζοφ. Ο Ναπολέων, για να αποφύγει μια μάχη που μπορούσε να καταστρέψει τον στρατό του, γύρισε πρός το χωριό Τρόιτσκ. Αλλά, ο Κουτούζοφ μετέφερε την στρατιά του στο Μαλογιαροσλάφτς, και με αυτόν τον τρόπο έκοψε τον δρόμο για υποχώρηση στους Γάλλους.

Στις 24 Οκτωβρίου 1812, διεξάχθει η Μάχη του Μαλογιαροσλάφτς. Οι Γάλλοι κατάφεραν να καταβάλουν την πόλη, αλλά ο Κουτούζοφ κατάφερε να στήσει μια γερή άμυνα πίσω από την πόλη, την οποία ο Ναπολέων δεν ρίσκαρε να καταστρέψει. Η στρατιά του Κουτούζοφ, στις 22 Οκτωβρίου είχε 97.00 στρατιώτες, 20.000 Κοζάκους, 622 κανόνια και 10.000 εθελοντές. Την ίδια στιγμή, ο Ναπολέων κατείχε 70.000 ανίκανους στρατιώτες, το ιππικό χάθηκε τελείως, ενώ το πυροβολικό ήταν πολύ χειρότερο από αυτό των Ρώσων. Τώρα την μάχη έλεγχε ο ρωσικός στρατός.

Στις 26 Οκτωβρίου 1812, ο Ναπολέων διάταξε υποχώρηση προς τα βόρεια, στο Μπόροφσκ-Βερέγια-Μοζάισκ. Η Μάχη του Μαλογιαροσλάφτς αναδείχθηκε αχρείαστη για τους Γάλλους, μιας και καθυστέρησε την υποχώρηση τους.

Από το Μαλογιαροσλάφτς μέχρι το Μπερεζίν (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι Κοζάκοι επιτείθονται κατά των Γάλλων.

Από το Μαλογιαροσλάφτς μέχρι το χωριό Κράσνι (45χλμ δυτικά του Σμολένσκ), τον στρατό του Ναπολέοντα ακολουθούσε η ρωσική στρατιά υπό την ηγεσία του Μιχαήλ Μιλοράντοβιτς. Από όλες τις πλευρές, κατά των Γάλλων επιτείθονταν οι Κοζάκοι και αντάρτες υπό την ηγεσία του Ματβέι Πλάτοφ. Την ίδια ώρα, η στρατία του Κουτούζοφ, με αργό ρυθμό, πήγαινε παράλληλα, στα νότια, με τον στρατό του Ναπολέων.

Στις 1 Νοεμβρίου 1812, ο Ναπολέων πέρασε από το Βιάζμ, και στις 8 Νοεμβρίου 1812, έφτασε τελικά στο Σμολένσκ, όπου έμεινε για 5 μέρες μέχρι να φτάσουν οι υπόλοιπες δυνάμεις. Στις 3 Νοεμβρίου, διεξάχθει η Μάχη του Βιάζμ, κατά την οποία οι Γάλλοι έχασαν πολλούς στρατιώτες και όπλα. Στο Σμολένσκ, ο Ναπολέων κατείχε 50.000 στρατιώτες (συμπεριλαμβανόμενου 5.000 ιπποτών), και σχεδόν τόσους ανίκανους στρατιώτες κια τραυματίες.

Οι Γάλλοι είχαν μπει στο Σμολένσκ με την ελπίδα ότι θα μπορέσουν να φάνε και να ξεκουραστούνε. Στην πόλη δεν υπήρχαν πολλά πολεμοφόδια, και αυτά που υπήρχαν ήταν κατεστραμένα. Ο Ναπολέων διάταξε τον θάνατο του Σιόφφ, γιατί αυτός σε συνάντηση με τους τοπικούς γεωργούς, δεν κατάφερε να συμφωνήσει για την τροφοδότηση των στρατιωτών του.

Η στρατηγική θέση του Ναπολέοντα γινόταν όλο και χειρότερη - από τα νότια κόντευε η Δουναβική στρατιά του Τσιτσαγκόφ, ενώ από τα βόρεια άρχιζε επίθεση η στρατιά του Βίτγκεσειν, η οποία είχε καταβάλει, στις 7 Νοεμβρίου 1812, το Βίτεμπσκ.

Στις 14 Νοεμβρίου, ο Ναπολέων, αποφάσισε να υποχωρήσει από το Σμολένσκ, σε μια προσπάθεια να γυρίσει πίσω τα εδάφη που έχασε. Η μονάδα του Νέι, για άγνωστους λόγους, υποχώρησε από το Σμολένσκ στις 17 Νοεμβρίου. Αλλά, η πορεία ήταν αργή, λόγω των δυσκολιών που υπήρχαν στον δρόμο. Αυτό το εκμεταλλεύτηκε ο Κουτούζοφ, ο οποίος έκοψε τον δρόμο υποχώρησης των Γάλλων από το Κράσνι. Από τις 15 μέχρι τις 18 Νοεμβρίου, διεξάχθει η Μάχη του Κράσνι. Ο Ναπολέων κατάφερε να ξεφύγει, αν και έχασε πολλούς στρατιώτες και μεγάλο μέρος του πυροβολικού.

Η Δουναβική στρατιά του Τσιτσαγκόφ, στις 26 Νοεμβρίου 1812, κατέβαλε το Μινσκ. Επίσης, η Δουναβική στρατιά του Τσιτσαγκόφ, στις 21 Νοεμβρίου 1812, κατέβαλε το Μπορίσοφ, όπου ο Ναπολέων σχεδίαζε να κατευθυνθεί από το Μπερεζίν. Παρόλο που ο Ουντίνο κατάφερε να νικήσει τους Ρώσους, έφερε τεράστιες απώλειες.

Από το Μπερεζίν μέχρι την Νεμάνα (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 25 Νοεμβρίου 1812, λόγω διάφορων κινήσεων του Ναπολέοντα, ο Τσιτσαγκόφ κινητοποίησε το ενδιαφέρον του για το Μπορίσοφ. Ο Τσιτσαγκόφ πίστευε ότι ο Ναπολέων θα κατευθυνθεί στο Μπορίσοφ, για να βγεί σε μικρό δρόμο στο Μινσκ και να ενωθεί με τους Αυστριακούς συμμάχους. Την ίδια ώρα, οι Γάλλοι είχαν φτιάξει 2 γέφυρες, στις οποίες, στις 26 και 27 Νοεμβρίου, ο Ναπολέων κατευθύνθηκε στην δυτική ακτή της λίμνης Μπερεζίν.

Αφού κατάλαβε το λάθος του, ο Τσιτσαγκόφ με τις κύριες δυνάμεις του, στις 28 Νοεμβρίου, επιτέθηκε κατά του Ναπολέοντα στην δυτική ακτή της λίμνης Μπερέζνι. Στην ανατολική ακτή της λίμνης, η στρατιά του Βίτγκεστειν άρχισε και αυτός την επίθεση κατά των Γάλλων. Η στρατιά του Κουτούζοφ είχε μείνει πίσω. Στις 29 Νοεμβρίου, ο Ναπολέων διάταξε να κάψουν τις γέφυρες. Το κύριο αποτέλεσμα της Μάχης του Μπερεζίν ήταν οτι ο Ναπολέων απέφυγε την τελική καταστροφή του στρατού του.

Αφού είχε χάσει 30.000 στρατιώτες, ο Ναπολέων με τους υπόλοιπους 9.000 κινήθηκε προς το Βίλν, όπου ξαναενώθηκαν οι γαλλικές μονάδες. Τον στρατό συνόδευαν και πολλοί άχρηστοι, στον πόλεμο, στρατιώτες καθώς και στρατιώτες των συμμάχων. Ο τσουχτερός χειμώνας που είχε πέσει εκείνη την χρονία, αδυνάτωσε περισσότερο τους ήδη πεινασμένους Γάλλους.

Στις 6 Δεκεμβρίου 1812, ο Ναπολέων γυρίζει στο Παρίσι για να βρεί νέους στρατιώτες. Στις 14 Δεκεμβρίου 1812, στο Κόβνο, οι 16.000 στρατιώτες του "Δοξασμένου Στρατού" υποχώρησαν από την λίμνη Νεμάν στην Πολωνία, και αργότερα στην Πρωσία. Ο Πατριωτικό Πόλεμος του 1812 είχε τελειώσει με την τελική καταστροφή του "Δοξασμένου Στρατού".

Βόρεια κατεύθυνση (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την 2η Μάχη του Πόλοτσκ (18-20 Οκτωβρίου), η οποία έγινε 2 μήνες μετά την 1η, ο στρατάρχης Σεν-Σίρ υποχώρησε προς το Σάσνικα, κάτι που έκανε πιο επικύνδινη την επίθεση της στρατιάς του Βίγκεστειν κατά του υπόλοιπου γαλλικού στρατού. Αυτές τις μέρες, ο Ναπολέων υποχώρησε από την Μόσχα. Προς βοήθεια του στρατού, από το Σμολένσκ στάλθηκε η 9η μονάδα του στρατάρχη Βίκτορ, που ήρθε στην Ρωσία ως ρεζέρβα από την Ευρώπη. Οι ενωμένες στρατιές είχαν 36.000 στρατιώτες, που περίπου ήταν οι ίδιες δυνάμεις με την στρατία του Βίγκεστειν. Στην Μάχη του Τσάσνικα, που διεξάχθει στις 31 Οκτωβρίου 1812, οι Γάλλοι έχασαν και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στα νότια.

Το Βίτεμπσκ έμεινε απροστάτευτο, και μια μονάδα της στρατιάς του Βίγκεστειν κατάφερε να καταβάλει την πόλη και να πάρει ως φυλακισμένους 300 Γάλλους στρατιώτες. Στις 14 Νοεμβρίου, ο στρατάρχης Βίκτορ προσπάθησε να σταματήσει τον Βίγκεστειν, στην περιοχή του Σμολιάν, αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά ο στρατάρχης Βίκτορ, ενώθηκε με τις υπόλοιπες δυνάμεις και υποχώρησε στο Μπερεζίν.

Στις 20 Σεπτεμβρίου, η φιλανδική μονάδα του Στέινγκελ, στάλθηκε στην Ρίγα, αλλά στις 29 Σεπτεμβρίου 1812, μετά την επιτυχία κατά του γαλλικού πυροβολικού, αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο Πόλοτσκ, για να βοηθήσει την στρατιά του Βίγκεστειν. Στις 15 Νοεμβρίου 1812, ο Μακντόναλντ κατάφερε να επιτεθεί επιτυχώς κατά των Ρώσων.

Η 10η μονάδα του στρατάρχη Μακντόναλτ άρχισε να υποχωρεί από την Ρίγα προς την Πρωσία, στις 19 Δεκεμβρίου, μετά που οι τελευταίοι στρατιώτες του "Δοξασμένου Στρατού" υποχώρησαν από την Ρωσία. Στις 26 Δεκεμβρίου 1812, η στρατιά του Μακντόναλτ αναγκάστηκε να σταματήσει την στρατία του Βίγκεστειν. Στις 30 Δεκεμβρίου 1812, ο Ρώσος διοικητής Ντίμπιτς έκλεισε μια συμφωνία ειρήνης με τον διοικητή της πρωσικής μονάδας, Ιόρκ. Με αυτόν τον τρόπο, οι Ρώσοι ανάγκασαν τον Μακντόναλτ να υποχωρήσει στην Ανατολική Πρωσία.

Νότια κατεύθυνση (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1812)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 18 Οκτωβρίου, ο Ναύαρχος Τσιτσαγκόφ με 38.000 στρατιώτες πέρασε από τον Δούναβη και έφτασε στο Λούτσκ. Οι ενωμένες δυνάμεις του Τσιτσαγκόφ και του Τορμάσοφ (65.000 στρατιώτες) επιτέθηκαν κατά της στρατιάς του Σβάρτσενμπεργκ (40.000 στρατιώτες) αναγκάζοντας τον να υποχωρήσει στην Πολωνία. Ο Τσιτσαγκόφ, ο οποίος αντικατέστησε τον Τορμάσοφ, έδωσε στους στρατιώτες του διακοπές για 2 εβδομάδες. Στις 27 Οκτωβρίου 1812, ο Τσιτσαγκόφ αναχώρησε από το Μπρεστ-Λιτόφσκα προς το Μινσκ με 24.000 στρατιώτες, αφήνοντας εναντίον του Σβάρντσενμπεργκ, τον διοικητή Σάκεν με 27.000 στρατιώτες.

Ο Σβάντσενμπεργκ ακολούθησε τον Τσιτσαγκόφ, αφού απέφυγε τον Σάκεν και αφού κρύφτηκε από αυτούς με την σαξονική μονάδα του Ρέιν. Ο Ρέιν δεν κατάφερε να κρατήσει τον Σάκεν και ο Σβάντσεμπεργκ αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω από το Σλόμιν. Οι ενωμένες δυνάμεις του Ρέιν και του Σβάντσενμπεργκ ανάγκασταν τον Σάκεν να υποχωρήσει στα νότια, προς το Μπρεστ-Λιτόβσκα. Στις 16 Νοεμβρίου 1812, η στρατιά του Τσιτσαγκόφ κατέβαλε το Μινσκ και στις 21 Νοεμβρίου 1812 έφθασε κοντά στο Μπορίσοφ.

Στις 27 Νοεμβρίου, ο Σβάντσενμπεργκ με διαταγή του Ναπολέοντα, γύρισε στο Μινσκ, αλλά έφθασε εως το Σλόμιν, από όπου στις 24 Δεκεμβρίου υποχώρησε από το Μπέλοστοκ στην Πολωνία.

Αποτέλεσματα του Πατριωτικού Πολέμου του 1812

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι Γάλλοι υποχωρούν από την Ρωσία.

Ο Ναπολέων, ο οποίος θεωρείταν ειδικός στον πόλεμο, εισέβαλε στην Ρωσία με δυνάμεις 3 φορές περισσότερες από αυτές του ρωσικού στρατού, αλλά δεν κατάφερε να κερδίσει κάτι το σημαντικό, και επίσης έχασε ολοκληρωτικά τον στρατό του.

Ο αριθμός των 500.000 νεκρών στρατιωτών δεν μπαίνει στο μυαλό των σύγχρονων ιστορικών. Ο μεγαλύτερος αριθμός των άρθρων για αυτό το θέμα προσπαθούν να βρουν τους λόγους για την ήττα του Ναπολέων. Σύμφωνα με αυτά τα άρθρα, ο κύριος λόγος της ήττας του Ναπολέων ήταν οι κακοί δρόμοι και ο ρωσικός χειμώνας, καθώς και η λίγη καλλιέργεια που δεν έδωσε την δυνατότητα στους Γάλλους για την τροφοδότηση τους.

Ο κύριος λόγος της ήττας του Ναπολέοντα ήταν ο Πατριωτικός Πόλεμος του 1812, δηλ. η αποτυχημένη εισβολή στην Ρωσία. Οι κύριοι λόγοι της νίκης των Ρώσων ήταν η συμμετοχή όλου του ρωσικού λαού στον πόλεμο, η ανδρεία των στρατιωτών και των αξιωματικών και η φυσική πολεμική ικανότητα του Κουτούζοφ καθώς και άλλων διοικητών. Η νίκη αυτή έδωσε στους Ρώσους αυξημένο ηθικό.

Σύμφωνα με τον Κάρλ Κλαουζέιτς, ο Ναπολέων, στην αρχή του πολέμου, διάθεται 610.000 στρατιώτες (συμπεριλαμβανόμενου τους 50.000 Πρώσους και Αυστριακούς. Στην αρχή του Ιανουαρίου 1813, μετά την λήξη του πολέμου, ο Ναπολέων κατείχε 23.000 στρατιώτες, δηλ. ο Ναπολέων έχασε στην Ρωσία 550.000 στρατιώτες καθώς και 1.200 κανόνια.

Σύμφωνα με τους υπολιγισμούς του Άουερσβαλντ, στις 21 Δεκεμβρίου 1812, στην Ανατολική Πρωσία έφθασαν 255 διοικητές, 5.111 αξιωματικοί, 26.950 στρατιώτες. Πολλοί από αυτούς, σύμφωνα με τον Φιλίππ Σεγκιούρ, πέθαναν από ασθένειες όταν έφθασαν σε ακίνδυνη περιοχή.

Ο Κουτούζοφ[3] είχε πει στον Αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α' της Ρωσίας ότι ο Ναπολέων είχε χάσει 150.000 στρατιώτες.

Μετά, το 1813, ο στρατός του Ναπολέοντα διαλύθηκε στην Μάχη του Λέιπςιγκ και το 1814, έχασε την θέση του στον θρόνο της Γαλλίας.

Στις 30 Αυγούστου 1814, ο Αλεξάνδρος Α' αποφάσισε ότι στις 25 Δεκεμβρίου, μαζί με τα Χριστούγεννα, οι Ρώσοι θα γιόρταζαν και την νίκη στο Πατριωτικό Πόλεμο του 1812.

Σήμερα υπάρχουν πολλά μνημεία προς τιμήν αυτού του γεγονότους. Το πιό σημαντικό μνημείο είναι η Εκκλησία του Σωτήρα Χριστού, καθώς και πλατεία Ντβορτσόβι. Ο Πατριωτικός Πόλεμος του 1812 είχε μεγάλη επιρροή και στην ρωσική λογοτεχνία. Ένα γνωστό λογοτεχνικό έργο προς τιμή του Πατριωτικού Πολέμου είναι το "Πόλεμος και Ειρήνη".