Μετάβαση στο περιεχόμενο

Έφη Μπριστ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έφη Μπριστ
Η έκδοση του 1896
ΣυγγραφέαςΤέοντορ Φοντάνε
ΤίτλοςEffi Briest
Effi Briest
ΓλώσσαΓερμανικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1894
Πολιτιστικό κίνημαΡεαλισμός
Μορφήμυθιστόρημα
Θέμαsexual morality
mores
αγάπη
γάμος
καριέρα
Ενοχή
ΧαρακτήρεςEffi Briest, Geert von Innstetten, Major Crampas και Luise von Briest
ΤόποςΒερολίνο[1]
Πομερανία
LC ClassOL857189W[2]
LΤ ID97214
Πρώτη έκδοσηPenguin Classics
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Έφη Μπριστ (γερμανικά: Effi Briest ‎‎) είναι μυθιστόρημα του Τέοντορ Φοντάνε που δημοσιεύθηκε σε περιοδικό το 1894/ 95 και εκδόθηκε σε βιβλίο το 1896. Σηματοδοτεί την κορύφωση του ποιητικού ρεαλισμού της γερμανικής λογοτεχνίας. Είναι η γερμανική παραλλαγή στο θέμα της μοιχείας και θεματικά συγκρίνεται με άλλα μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, όπως η Άννα Καρένινα και η Μαντάμ Μποβαρύ.[3]

Το κοινωνικό μυθιστόρημα σκιαγραφεί μια ρεαλιστική εικόνα της εποχής και επικρίνει τις άκαμπτες κοινωνικές συμβάσεις στη Γερμανική Αυτοκρατορία.

Ο βαρόνος Γκέερτ φον Ίνστετεν φτάνει στην μικρή πόλη Χόεν-Κρέμμεν στο Βραδεμβούργο και επισκέπτεται το αρχοντικό της οικογένειας Μπριστ, όπου, γοητευμένος από την 17χρονη Έφη, ζητά το χέρι της. Η μητέρα - που ο 38χρονος βαρόνος ήταν παλιός θαυμαστής της - πείθει την Έφη να δεχτεί την πρόταση, αν και σύντομα αρχίζει και η ίδια να έχει επιφυλάξεις. Με τον γάμο η Έφη εγκαταλείπει την ανέμελη ζωή της, τους αγαπημένους γονείς και τους παιδικούς της φίλους. Μετά τον μήνα του μέλιτος στην Ιταλία, το ζευγάρι εγκαθίσταται στο (φανταστικό) λιμάνι της Πομερανίας Κεσίν σε ένα σπίτι στο οποίο η Έφη νιώθει συνεχώς άβολα καθώς από την αρχή βλέπει ένα φάντασμα (τον υπηρέτη του παλιού ιδιοκτήτη του σπιτιού) που τη βασανίζει, προφανώς προϊόν της φαντασίας της. Ο σύζυγος, αν και κατά τα άλλα πολύ προσεκτικός, χλευάζει τους φόβους της. Επιπλέον, ο Ίνστετεν λείπει σχεδόν πάντα από το σπίτι για δουλειά (είναι νομάρχης), η Έφη αισθάνεται μοναξιά και απομόνωση και δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στον νέο της ρόλο ως βαρόνη. [4]

Η νεαρή γυναίκα σύντομα βαριέται στην παραθαλάσσια πόλη όπου δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου ζωή, ειδικά το χειμώνα. Οι τοπικοί ευγενείς την αποφεύγουν γιατί τη βρίσκουν πολύ ανώριμη, βρίσκει μόνο έναν φίλο, τον φαρμακοποιό που της συμπαραστέκεται. Η άνοιξη φέρνει στην Έφη ανακούφιση από τους φόβους της, αλλά η πλήξη συνεχίζεται. Τον Μάιο, ο φτάνει στο Κεσίν ο ταγματάρχης Κράμπας, κάτι που κάνει την κοινωνική ζωή λίγο πιο ζωντανή. Τον Ιούνιο, γεννιέται η κόρη της Άννι. Μετά από μια διαμονή στο σπίτι των γονιών της, η Έφη επιστρέφει στο Κεσίν στα τέλη του καλοκαιριού. Ο Ίνστετεν και ο ταγματάρχης Κράμπας κάνουν βόλτες μαζί, στις οποίες αργότερα συμμετέχει και η Έφη. Όταν ο Ίνστετεν φεύγει για τα επαγγελματικά του καθήκοντα, ο ταγματάρχης τη φλερτάρει. Η Έφη αρχικά αντιστέκεται στη γοητεία του, αλλά στη συνέχεια κολακεύεται από το ενδιαφέρον του και ξεκινά μια ερωτική σχέση, η οποία τη βυθίζει σε ολοένα και πιο οδυνηρές συγκρούσεις συνείδησης.

Τα αισθήματα ενοχής τη βασανίζουν όλο και περισσότερο. Όταν μετά από μερικές εβδομάδες ο Ίνστετεν ανακοινώνει ότι σύντομα θα επιστρέψουν στο Βερολίνο, υποδέχεται την είδηση με ανακούφιση και διακόπτει αμετάκλητα την επαφή με τον Κράμπας. Στο Βερολίνο, καταφέρνει να ξεχάσει τα χρόνια του Κεσίν: το σπίτι με το φάντασμα, το κρύο κλίμα, το εχθρικό περιβάλλον και την απιστία της. Φαίνεται ότι η Έφη και ο Γκέερτ είναι τελικά ευτυχισμένοι, ακόμη κι αν τα αισθήματα της ενοχής της δεν εξαφανίζονται ποτέ εντελώς.

Έξι χρόνια αργότερα – η Έφη έχει πάει κατόπιν ιατρικής συμβουλής στα λουτρά για θεραπεία – ο Ίνστετεν βρίσκει τυχαία τα γράμματα που της είχε γράψει ο Κράμπας εκείνη την εποχή. Παρόλο που έχουν περάσει πολλά χρόνια, προκαλεί τον πρώην φίλο του σε μονομαχία. Το καθήκον τον καλεί να επανορθώσει την προσβολή που έχει υποστεί ακόμη κι αν, όπως λέει ο ίδιος, δεν είναι η εκδίκηση ή ο θυμός που τον οδηγεί αλλά οι κοινωνικές συμβάσεις. Ένας φίλος του προσπαθεί να τον πείσει για το παράλογο της πράξης (είχε περάσει πάρα πολύς χρόνος), αλλά μάταια. Στη μονομαχία ο Ίνστετεν σκοτώνει τον ταγματάρχη. Η Έφη, υπεύθυνη για την απιστία, απορρίπτεται από όλους: σύζυγο, γονείς, φίλους, κοινωνία. Δεν θα επιστρέψει ποτέ στο σπίτι στο Βερολίνο και χάνει την επιμέλεια της κόρης της, την οποία θα ξαναδεί μια φορά αργότερα, εντελώς αποξενωμένη.

Η Έφη μένει σε ένα διαμέρισμα στο Βερολίνο μόνη με την πιστή υπηρέτρια της, εξοστρακισμένη από την κοινωνία. Καθώς η υγεία της συνεχίζει να επιδεινώνεται, ο γιατρός πείθει τους γονείς της να τη δεχθούν στο σπίτι τους. Περνά τις τελευταίες εβδομάδες της περιπλανώμενη μόνη στη φύση, αλλά δεν αναρρώνει. Πεθαίνει σε ηλικία 29 ετών, αφού συγχώρεσε τον Ίνστετεν και έτσι βρήκε την ηρεμία της. Στην τελική σκηνή, οι γονείς της αναρωτιούνται αν εκείνη τη μακρινή μέρα η Έφη δεν ήταν πολύ μικρή για να πάρει για σύζυγο τον βαρόνο Ίνστετεν, παραδεχόμενοι αόριστα την ενοχή τους για τη μοίρα της χωρίς να τολμούν να αμφισβητήσουν τους κοινωνικούς κανόνες που πυροδότησαν την τραγωδία.[5]

Το μυθιστόρημα βασίζεται σε μια πραγματική ιστορία που συνέβη στο Ντίσελντορφ το 1886. Η Ελίζαμπεθ φον Άρντεν (1853-1952), η οποία ήταν παντρεμένη με τον αξιωματικό Αρμάντ φον Άρντεν (1848-1919), και οι δύο από την παλιά αριστοκρατία του Βραδεμβούργου, ξεκίνησε μια σχέση με τον φίλο του δικηγόρο Εμίλ Χάρτβιτς. Όταν ο σύζυγος ανακάλυψε τη σχέση από την αλληλογραφία τους, κατέθεσε αίτηση διαζυγίου και προκάλεσε τον εραστή σε μονομαχία - ο Χάρτβιτς πέθανε λίγες μέρες αργότερα από τα τραύματά του. Ο Άρντεν καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση αλλά η ποινή του μειώθηκε και αφέθηκε ελεύθερος μετά από μόλις 18 ημέρες στη φυλακή. Το διαζύγιο το 1887 του έδωσε την πλήρη επιμέλεια των παιδιών τους.

Παρόλο που υπάρχουν αρκετοί παραλληλισμοί μεταξύ των χαρακτήρων του μυθιστορήματος και των πραγματικών προσώπων, ο συγγραφέας φρόντισε να τροποποιήσει πολλές λεπτομέρειες για να μην εκθέσει την ιδιωτική ζωή των εμπλεκομένων, καθώς οι φον Άρντεν ζούσαν την εποχή της δημοσίευσης. Οι τροποποιήσεις χρησίμευσαν επίσης για να τονιστεί η τραγική μοίρα της Έφης και η κοινωνική κριτική που συνδέεται με αυτήν. Μια σημαντική διαφορά είναι το τέλος των δύο ιστοριών: ενώ η Έφη ζει μια πολύ απομονωμένη ζωή μετά τον χωρισμό της και πεθαίνει σε νεαρή ηλικία, η Ελίζαμπεθ φον Άρντεν εργάστηκε σαν νοσοκόμα μετά τον χωρισμό της και πέθανε σε ηλικία 99 ετών.[6]

Το μυθιστόρημα έχει διασκευαστεί αρκετές φορές σε ταινία, οι πιο πρόσφατες είναι

Μεταφράσεις στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Έφη Μπριστ, μετάφραση: Άγγελος Παρθένης, εκδόσεις Εστία, 1989 [9]
  • Έφη Μπριστ, μετάφραση: Πέτρος Κωσταράς, εκδόσεις Υδροπλάνο, 2021
  1. OL857189W.
  2. archive.org/details/effibriest00theo. Ανακτήθηκε στις 3  Φεβρουαρίου 2019.
  3. . «getabstract.com/de/zusammenfassung/effi-briest». 
  4. . «xlibris.de/Autoren/Fontane/Kurzinhalt/EffiBriest». 
  5. . «studysmarter.de/schule/deutsch/epische-texte/effi-briest/». 
  6. . «inhaltsangabe.de/fontane/effi-briest/». 
  7. . «imdb.com/Effi Briest/Original title: Fontane Effi Briest/1974». 
  8. . «imdb.com/Effi Briest/2009». 
  9. . «politeianet.gr/books/fontane-theodor-estia-efi-mprist».