Αλδόλη
![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/4/41/Aldol_general_2.svg/220px-Aldol_general_2.svg.png)
Στην οργανική χημεία, αλδόλη (aldol) είναι μια δομή που αποτελείται από μια υδροξυομάδα (-ΟΗ) δύο άνθρακες μακριά είτε από αλδεΰδη είτε από κετόνη . Το όνομα συνδυάζει το επίθημα 'ολ' (ol) από την αλκοόλη και το πρόθεμα ανάλογα με την καρβονυλική ομάδα, είτε 'αλδ' (ald) για μια αλδεΰδη ή 'κετ' (ket) για μια κετόνη, οπότε αναφέρεται ως 'κετόλη'. Για μια αλδόλη μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται ο όρος β-υδροξυαλδεΰδη (ή β-υδροξυ κετόνη για μια κετόλη). Ο όρος "αλδόλη" μπορεί να αναφέρεται στην 3-υδροξυβουτανάλη.[1][2] Οι αλδόλες είναι το προϊόν μιας αντίδρασης σχηματισμού δεσμού άνθρακα-άνθρακα, δίνοντάς τους ευρεία εφαρμοσιμότητα ως πρόδρομες για μια ποικιλία άλλων ενώσεων.
Σύνθεση και αντιδράσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/c/c7/Stereochemical_Configurations_of_Aldols.png/555px-Stereochemical_Configurations_of_Aldols.png)
Οι αλδόλες συντίθενται συνήθως από μια αντίδραση προσθήκης αλδόλης χρησιμοποιώντας δύο αλδεΰδες ή μια αλδεΰδη και μια κετόνη για μια κετόλη.[1] Αυτές οι αντιδράσεις μπορούν επίσης να γίνουν ενδομοριακά για να σχηματίσουν δακτυλίους 5 ή 6 μελών ή για στερεοεκλεκτικές συνθέσεις στην ενεργή περιοχή της ασύμμετρης σύνθεσης. Οι αλδόλες μπορεί επίσης να υποστούν μια αντίδραση συμπύκνωσης στην οποία η υδροξυομάδα αντικαθίσταται από έναν δεσμό π. Η τελική δομή είναι μια αντιδραστική α,β-ακόρεστη καρβονυλική ένωση, η οποία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε μια ποικιλία άλλων αντιδράσεων:
- RC(O)CH2CH(OH)R' → RC(O)CH=CHR' + H2O
Εφαρμογές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι αλδόλες που συντίθενται από δύο αλδεΰδες είναι συνήθως ασταθείς, παράγουν συχνά δευτερεύουσες ενώσεις όπως διόλες, ακόρεστες αλδεΰδες, ή αλκοόλες.[1] Η υδροξυπιβαλδεΰδη (Hydroxypivaldehyde) είναι ένα σπάνιο παράδειγμα αποστάξιμης αλδόλης.[3] Η αλδόλη 3-υδροξυβουτανάλη είναι πρόδρομη της κιναλδίνης, η οποία είναι πρόδρομος της χρωστικής κίτρινη κινολίνη SS (quinoline Yellow SS).[1] Οι αλδόλες χρησιμοποιούνται επίσης ως ενδιάμεσες στη σύνθεση φυσικών προϊόντων και φαρμάκων πολυκετιδίων (polyketide) όπως οσεταλμιβίρη (Oseltamivir) και εποθιλόνη (Epothilone).[4][5][6][7]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Kohlpainter, Christian; Schulte, Markus; Falbe, Jürgen; Lappe, Peter; Weber, Jürgen; Frey, Guido D. (15 January 2013). «Aldehydes, Aliphatic». Ullmann's Encyclopedia of Industrial Chemistry (7). doi: . ISBN 9783527303854. https://onlinelibrary.wiley.com/doi/full/10.1002/14356007.a01_321.pub3?saml_referrer. Ανακτήθηκε στις 1 April 2023.
- ↑ PubChem. «CID 21282929». National Center for Biotechnology Information (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 15 Απριλίου 2023.
- ↑ Zhang, Yanping; Mu, Hongliang; Pan, Li; Wang, Xuling; Li, Yuesheng (21 May 2018). «Robust Bulky [P,O] Neutral Nickel Catalysts for Copolymerization of Ethylene with Polar Vinyl Monomers». ACS Catal. 8 (7): 5963–5976. doi: .
- ↑ Schetter, Bernd; Mahrwald, Rainer (2006). «Modern aldol methods for the total synthesis of polyketides». Angewandte Chemie International Edition 45 (45): 7506–25. doi: . PMID 17103481.
- ↑ Ghosh, Arun K.; Dawson, Zachary L. (2009). «Synthesis of Bioactive Natural Products by Asymmetric syn- and anti-Aldol Reactions». Synthesis 2009 (17): 2992–3002. doi: . PMID 30443084.
- ↑ Ko, Ji S.; Keum, Ji E.; Ko, Soo Y. (15 October 2010). «A synthesis of oseltamivir (Tamiflu) starting from D-mannitol». J Org Chem 75 (20): 7006–9. doi: . PMID 20866058. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/20866058/.
- ↑ Schinzer, Dieter (2004-06-24), Mahrwald, Rainer, επιμ., The Aldol Reaction in Natural Product Synthesis: The Epothilone Story (1 έκδοση), Wiley, σελ. 311–328, doi: , ISBN 978-3-527-30714-2, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1002/9783527619566.ch7, ανακτήθηκε στις 2024-04-15