Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γεώργιος Τσέτσης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γεώργιος Τσέτσης
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Γεώργιος Τσέτσης (Ελληνικά)
Γέννηση1934[1][2] ή 22  Ιουνίου 1934
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος2  Ιουνίου 2024
Γενεύη
ΕθνικότηταΈλληνες
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΕλληνικά
ΣπουδέςΙερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Πληροφορίες ασχολίας

Ο Γεώργιος Τσέτσης (Κωνσταντινούπολη, 22 Ιουνίου 1934-Γενεύη, 2 Ιουνίου 2024) ήταν ιερέας, θεολόγος, πολυγραφότατος συγγραφέας και εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως σε διεθνείς οργανισμούς και επιτροπές[3].

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γεώργιος Τσέτσης του Θωμά και της Ελένης το γένος Προύσαλη γεννήθηκε στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) της Κωνσταντινούπολης στις 22 Ιουνίου 1934[3]. Έχοντας συγγενείς κληρικούς (παππού και θείο) ασχολήθηκε από μικρή ηλικία με την ψαλτική τέχνη και το 1945, σε ηλικία 11 ετών, προσελήφθη, επί Πατριαρχίας Βενιαμίν, ως «Κανονάρχης» στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου. Εκεί θήτευσε δίπλα στους περίφημους ψάλτες Κωνσταντίνο Πρίγγο και Θρασύβουλο Στανίτσα.

Φοίτησε στη Θεολογικὴ Σχολή της Χάλκης από την οποία αποφοίτησε το 1960[3] καταθέτοντας πτυχιακή εργασία με θέμα: «Ἡ Ἔνταξις τῶν Ἁγίων εἰς τὸ ἑορτολόγιον τῆς Ἐκκλησίας». Στο ακαδημαϊκό έτος 1958-1959 φοίτησε στο οικουμενικό ινστιτούτο του Bossey στη Γενεύη. Τον Μάιο του 1961 παντρεύτηκε την Jacqueline Mermoud, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά.

Το 1988 ανακηρύχθηκε διδάκτορας θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καταθέτοντας διατριβή με τίτλο «Ἡ συμβολὴ τοῦ οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὴν ἵδρυση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν»[3].

Εκκλησιαστική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον Ιούλιο του 1960 ως τον Μάιο του 1961 υπηρέτησε στην Αρχιγραμματεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τον Μάιο του 1961 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Μητροπολίτη Πριγκηποννήσων Δωρόθεο (Γεωργιάδη) και διορίστηκε Αρχιδιάκονος της Μητροπόλεώς του. Ο ίδιος ιεράρχης τον χειροτόνησε πρεσβύτερο τον Αύγουστο του 1964[3].

Τον Ιανουάριο του 1965 προσελήφθη στην Επιτροπή Διεκκλησιαστικής Βοηθείας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στη Γενεύη. Εκεί υπηρέτησε ως:

  • Βοηθός Γραμματέας της Γραμματείας Ορθοδόξων Εκκλησιών Μέσης Ανατολής (Ιανουάριος 1965–Οκτώβριος 1967)
  • Εκτελεστικός Γραμματέας Μέσης Ανατολής (Οκτώβριος 1967–Απρίλιος 1978)
  • Αναπληρωτής Διευθυντής της Επιτροπής Διεκκλησιαστικής Βοηθείας του Π.Σ.Ε. με ειδική ευθύνη τον συντονισμό του Γραμματείων Ασίας, Αφρικής, Ευρώπης, Μέσης Ανατολής, Λατινικής Αμερικής και Ειρηνικού ως προς τα προγράμματα Διεκκλησιαστικής Βοηθείας και Αναπτυξιακών Έργων (Μάιος 1978–Δεκέμβριος 1984)

Από την 1η Ιανουαρίου 1985 διετέλεσε Μόνιμος Αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην έδρα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών[3]. Εκεί διετέλεσε μέλος της Εσωτερικής Διοικητικής Επιτροπής (1971-1984), πρόεδρος της Ορθοδόξου Ομάδος Εργασίας (1972-1984), Πρόεδρος της Ομάδος Εργασίας Μέσης Ανατολής (1973-1977), μέλος (1980-1984) και συμπρόεδρος (1983) της Μικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Π.Σ.Ε. – Βατικανού για κοινωνικά ζητήματα. Συμμετείχε σε Γενικές Συνελεύσεις του Π.Σ.Ε. και του Συμβουλίου Εκκλησιών Μέσης Ανατολής, στις Συνόδους της Κεντρικής και Εκτελεστικής Επιτροπής του Π.Σ.Ε. και σε διάφορα άλλα Διαχριστιανικά και Διορθόδοξα Συνέδρια. Στη Γενική Συνέλευση της Καμπέρρα εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Π.Σ.Ε. και κατόπιν μέλος και της Εκτελεστικής της Επιτροπής.

Εκπροσώπησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο προς τις Ορθόδοξες Εκκλησίες Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Κύπρου, Ελλάδος, Γεωργίας, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, το Βατικανό και την Κοπτική Εκκλησία και συμμετείχε ως Θεολογικός σύμβουλος στις εργασίες της Β´ Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και της Γ´ Προσυνοδικής Πανορθοδόξου Διασκέψεως[3].

Από το 1970 ως το 1982 και από το 1991 ως τον θάνατό του, διετέλεσε Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου του Ορθοδόξου κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Γενεύη. Πριν την ίδρυση το 1982 της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας, εξυπηρέτησε την Ελληνορθόδοξο παροικία Γενεύης ως άμισθος εφημέριος και Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Αυστρίας (1966-1982)[4].

Απεβίωσε στη Γενεύη στις 2 Ιουνίου 2024[5].

Τιμητικές διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1971 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας και η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σε ένδειξη αναγνώρισης της διακονίας του, του απένειμαν το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας[3].

Του απονεμήθηκαν επίσης οι παρακάτω τιμητικές διακρίσεις:

Το 2018 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών[6].

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συνέγραψε και δημοσίευσε πολλά βιβλία και μελέτες, μεταξύ των οποίων:

Βιβλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ἡ ἔνταξις τῶν Ἁγίων εἰς τὸ ἐορτολόγιον τῆς Ἐκκλησίας πάλαι καὶ νῦν, (Κων/πολις 1962), Β´ Ἔκδοσις ἐπηυξημένη μὲ τὸν τίτλο Ἡ Ἔνταξις τῶν Ἁγίων στὸ Ἑορτολόγιο, Τέρτιος, Κατερίνη 1992.
  • L’ Église Orthodoxe et l' Église locale, Genève 1975,
  • La Dimension universelle de l' Église, Lyon 1986.
  • Οἰκουμενικὰ Ἀνάλεκτα - Συμβολὴ στὴν ἱστορία τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, Τέρτιος, Κατερίνη 1987.
  • Ἡ συμβολὴ τοῦ οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὴν ἵδρυση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, Τέρτιος, Κατερίνη 1986.
  • Οἰκουμενικὸς θρόνος καὶ οἰκουμένη - Ἐπίσημα Πατριαρχικὰ Κείμενα, Τέρτιος, Κατερίνη 1989.
  • Εὐρωπαϊκή Ἑνότητα καὶ Ἐκκλησία. Ἱεραποστολικὰ ἐρεθίσματα καὶ οἰκουμενικὲς προκλήσεις, Τέρτιος, Κατερίνη 1990.
  • Σύγχρονες Ἀρειανικὲς Τάσεις, Τέρτιος, Κατερίνη 1992.
  • Ἀσματικὴ Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Ἀργυρῆς, Ἐπέκταση Κατερίνη 1997.
  • Ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας στὴν πρόσφατη Γιουγκοσλαβικὴ διαμάχη, Ἐπέκταση - Κατερίνη 1998.
  • Σταχυολογήματα περί Πόλης και Φαναρίου[7], 2023

Άρθρα / Μελέτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ἡ λειτουργικὴ κίνησις τῆς Κοινότητος τοῦ Τaizé, Περιοδικὸ «Γρηγόριος Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1962.
  • O οἰκ. χαρακτὴρ τῆς Θ. Λειτουργίας, Περιοδικὸ «Ἀπόστολος Βαρνάβας», Λευκωσία 1966.
  • Ἡ εἰκοσιπενταετηρὶς τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, Περιοδικὸ Ἐκκλησία, Ἀθῆνα 1973.
  • Δυσκολίαι εἰς τὸν διάλογον Ὀρθοδοξίας καὶ Ῥωμαιοκαθολικισμοῦ, Περιοδικὸν Ἐκκλησία, Ἀθῆνα 1979.
  • Ἡ Ὀρθόδοξη παρουσία στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, μία ἐμπειρία ἀμοιβαίου ἐμπλουτισμοῦ, Ἐπετηρὶς Ἀποφοιτῶν Χάλκης, Ἀθῆνα 1984.
  • Βανκούβερ 1983, μία πρώτῃ ἀξιολόγησις τῆς ΣΤ´ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, Περιοδικὸ «Eκκλησία», Ἀθῆνα 1984.
  • Ἡ θεματολογία τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ πνευματολογική της διάσταση, ἐν Μνὴμῃ Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 1984.
  • Α synthesis of the responses of Orthodox Churches to the Lima document on Baptism, Eucharist, and Ministry, ἐν Orthodoxes Forum, Μόναχο 1986.
  • Le Ρatriarché Oecumenique en tant que protos dans l' Église Orthodoxe, Wien 1989.
  • Μία Ὀρθόδοξη θεώρηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Ἐπετηρὶς Ἀποφοίτων Χάλκης, Ἀθῆνα 1991.
  • Ἐμεῖς καὶ οἱ Ἄλλοι. Ὀρθοδοξία διαλεγομένη, Περιοδικὸ «Καθ᾽ ὁδόν» Θεσσαλονίκη 1992.
  • Ἡ Ἐκκλησία, παράγων συμφιλιώσεως καὶ εἰρήνης - Σκέψεις μὲ ἀφορμὴ τὴ Σερβοκροατικὴ διένεξη, Περιοδικὸ «Καθ᾽ Ὁδόν», Θεσσαλονίκη 1992.
  • Ἡ συνειδητοποίηση τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος στὴν ἐνορία, Περιοδικὸ «Ἀπόστολος Βαρνάβας», Λευκωσία 1995.
  • Ἡ δραστηριοποίηση τοῦ Π.Σ.Ε. μετὰ τὰ Σεπτεμβριανὰ Γεγονότα, Περιοδικὸ «Ἡ Καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολή», Ἀθῆνα 1996.
  • Ὁ οἰκουμενισμὸς ὡς ποιμαντικὸ πρόβλημα , Περιοδικὸ «Ἐκκλησία» Ἀθῆνα 1997.
  • Ἡ Παπικὴ ἐγκύκλιος «Ἵνα πάντες ὦσιν» - Περιληπτικὴ παρουσίαση καὶ σχολιασμός, Ἐπετηρὶς Θεολόγων Χάλκης, Ἀθῆναι 1997.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικές συνδέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]