Γιάννης Καρύδης
Γιάννης Καρύδης | |
---|---|
Γέννηση | 1931 Αθήνα |
Θάνατος | 12 Μαΐου 1996 Αθήνα |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Σπουδές | Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου |
Ιδιότητα | σκηνογράφος, ενδυματολόγος, ζωγράφος και χαράκτης |
Ο Γιάννης Καρύδης (Αθήνα, 1931 – Αθήνα, 05/12/1996) ήταν Έλληνας ζωγράφος, χαράκτης, σκηνογράφος και ενδυματολόγος. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με μεγάλο αριθμό θιάσων στο ελεύθερο θέατρο, σε Ελλάδα και σε Γερμανία, καθώς και με το σύνολο των ελληνικών κρατικών θεάτρων. Φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για κλασικά και σύγχρονα, ελληνικά και ξένα έργα, σε περισσότερες από διακόσιες παραγωγές στο θέατρο πρόζας, στην όπερα και στο μπαλέτο. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του τον απασχόλησε ιδιαίτερα η σκηνική ανανέωση της όπερας. Το ζωγραφικό και χαρακτικό του έργο εντάσσεται κυρίως στον εξπρεσιονισμό.
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γιάννης Καρύδης γεννήθηκε στην Αθήνα. Τελείωσε το Πειραματικό Σχολείο Αθηνών και φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1951–1953). Σπούδασε ζωγραφική με καθηγητή τον Γιάννη Μόραλη και χαρακτική με τον Γιάννη Κεφαλληνό. Συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου, όπου κοντά στον Χέλμουτ Γιούργκενς (H. Jurgens) ειδικεύτηκε στους τομείς της σκηνογραφίας και της ενδυματολογίας.[1] Κέρδισε το πρώτο βραβείο μακέτας της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου, το οποίο συνοδεύτηκε με μία υποτροφία πρακτικής εξάσκησης σε διάφορα γερμανικά θέατρα.[2] Επίσης, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο εργάστηκε ως σκηνογράφος τόσο στο θέατρο όσο και σε τηλεοπτικές θεατρικές παραγωγές. Έκανε κάποιες ατομικές εκθέσεις σκηνογραφίας και ζωγραφικής στην Ελλάδα και στη Γερμανία, ενώ συμμετείχε και σε μια σειρά από ομαδικές εκθέσεις στο εξωτερικό (Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία) και στην Ελλάδα.[3][4] Επέστρεψε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του '60, έπειτα από πρόταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (Ε.Λ.Σ.) για μόνιμη συνεργασία. Υπήρξε ένας από τους βασικούς σκηνογράφους – ενδυματολόγους της Λυρικής επί 35 συνεχείς θεατρικές περιόδους,[5] ενώ το 1985 διαδέχτηκε τον Γιάννη Στεφανέλλη ως διευθυντής των τεχνικών υπηρεσιών της Λυρικής. Παράλληλα, εργάστηκε και στο θέατρο πρόζας, στις άλλες κρατικές σκηνές (Εθνικό Θέατρο, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, Άρμα Θέσπιδος), σε διάφορα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα και σε θιάσους του ελεύθερου θεάτρου (Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», θίασος Τζένης Καρέζη, θίασος Έλλης Λαμπέτη, θίασος Αλέκου Αλεξανδράκη, θίασος Γιάννη Φέρτη – Ξένιας Καλογεροπούλου κ.ά.). Συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως ο Λεωνίδας Τριβιζάς, ο Σπύρος Ευαγγελάτος, ο Αλέξης Σολομός κ.ά. Επιπλέον, επιμελήθηκε την όψη σε αρκετές κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, ενώ ασχολήθηκε και με την εικονογράφηση βιβλίων. Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Βιολέτα Καρύδη. Πέθανε στην Αθήνα στις 05 Δεκεμβρίου 1996 έπειτα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Θάφτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Επαγγελματική πορεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γ. Καρύδης πραγματοποίησε τις πρώτες του επαγγελματικές σκηνογραφικές δουλειές στο Μόναχο στον θίασο Μικρή Κωμωδία (Kleine Komödie), με τον οποίο συνεργάστηκε από το 1956 έως και το 1960.[6] Την ίδια περίοδο είχε μια σειρά από συνεργασίες με αρκετούς ακόμα βαυαρικούς θιάσους (Studio Zerboni, 1957), κυρίως στο πλαίσιο της υποτροφίας που είχε από την Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου. Επίσης, στο Μόναχο πραγματοποίησε τις πρώτες ατομικές εικαστικές του εκθέσεις. Επέστρεψε στην Ελλάδα την περίοδο 1961/62, με αφορμή την έναρξη της συνεργασίας του με την Εθνική Λυρική Σκηνή. Η πρώτη παραγωγή που σκηνογράφησε για τη Λυρική ήταν η όπερα Ντον Τζοβάννι (Μάρτιος 1962). Κατά τη μακροχρόνια συνεργασία του με τη Λυρική (1961–1995) σχεδίασε ή επιμελήθηκε σκηνικά και κοστούμια για περισσότερες από τριάντα όπερες, οπερέτες, μπαλέτα και μιούζικαλ, σε 134 παραγωγές ή/και αναβιώσεις παραγωγών (Τανχόιζερ, Οθέλος, Οι γάμοι του Φίγκαρο, Η εύθυμη χήρα, Το δαχτυλίδι της μάνας, Ζορμπάς κ.ά.).[7] Ο ίδιος διατύπωσε την οπτική του για τη σκηνογραφία σε παραστάσεις όπερας λέγοντας ότι: «η όπερα ανήκει στο ζωντανό θέατρο. Δεν είναι ταμπού, ούτε μουσειακό είδος. Η αναβίωσή της, λοιπόν, όχι μόνο επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται να δοκιμάζεται με όλες τις πιθανές δυνατότητες».[8]
Παράλληλα με τη δουλειά του στη Λυρική, φιλοτέχνησε αδιάλειπτα, σκηνικά και κοστούμια για έναν μεγάλο αριθμό παραγωγών στο θέατρο πρόζας. Συστήθηκε στο ελληνικό θεατρόφιλο κοινό με την παράσταση Μια όμορφη Κυριακή του Σεπτέμβρη στο Κυκλικό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά (Δεκέμβριος 1961).[9] Ακολούθησαν οι συνεργασίες του με τον θίασο της Έλλης Λαμπέτη (Η κληρονόμος, Οντίν), με τον θίασο του Αλέκου Αλεξανδράκη (Το σινικό τείχος, Ο θάνατος της Μπέσσυ Σμιθ), με τον θίασο του Κώστα Μουσούρη (Τρεις αδελφές, Ένα παράξενο ζευγάρι), με τον θίασο του Δημήτρη Χορν (Το αυγό, Ερρίκος Δ'), με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» (Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, Οι δούλες), με τον θίασο Άννας και Μαρίας Καλουτά (Η θεία του Καρόλου). Η κριτική της εποχής αναγνώρισε στον Γ. Καρύδη την ικανότητα να προσαρμόζει αποτελεσματικά τις σκηνογραφίες του στις διαφορετικού τύπου θεατρικές σκηνές, στις οποίες κλήθηκε κατά καιρούς να εργαστεί. Επίσης του αναγνώρισε τη δημιουργικότητα να βρίσκει τις απαραίτητες με το εκάστοτε έργο σκηνογραφικές λύσεις, κινούμενος ενίοτε μεταξύ λιτότητας, επιβλητικότητας, υπερβολής κ.ά.
Το 1965 εργάστηκε για πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο στην παράσταση του έργου Λορεντζάτσιο. Κατά τις επόμενες δεκαετίες επανήλθε στο Εθνικό Θέατρο για να σκηνογραφήσει δώδεκα ακόμα παραγωγές (Η συναναστροφή, Η νεκρή βασίλισσα, Η τρικυμία κ.ά.). Με το Εθνικό Θέατρο πραγματοποίησε την πρώτη από τις δύο σκηνογραφικές του δουλειές στο αρχαίο δράμα. Συγκεκριμένα, επιμελήθηκε την όψη στην παράσταση της κωμωδίας του Αριστοφάνη Πλούτος (1965). Για τη δουλειά του στην παράσταση αυτή οι θεατρικές κριτικές ήταν αντιφατικές. Από τη μία γινόταν λόγος για «εξαίρετο σκηνικό, για εκφραστικώτατες μάσκες του χορού και ταιριαχτά στο έργο κοστούμια», για «ένα τόσο πρωτότυπο σκηνικό»,[10] για «σκηνικό με πολύ ειρωνεία», για «το φκιάρι της Αθηνάς» ως σκηνικό εύρημα.[11] Από την άλλη κατηγορήθηκε ότι σχεδίασε ένα «σκηνικό χωρίς καμία σχέση με την ποίηση του Αριστοφάνη», για «ερειπογραφία του κλασικίζοντας ρομαντισμού»,[12] διακοσμητικό φόρτο,[13] για αδούλευτες μάσκες. Η δεκαετία του '60 ολοκληρώθηκε με την έναρξη της συνεργασίας του με το Κ.Θ.Β.Ε. στην παράσταση Μαρία Δοξαπατρή, σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου (1968). Η συνεργασία αυτή συνεχίστηκε περιστασιακά και απέφερε πέντε θεατρικές παραγωγές (1973–1983), τόσο νεοελληνικών έργων (Η απαγωγή της Σμαράγδως και Το φιντανάκι) όσο και έργων του σύγχρονου ξένου ρεπερτορίου (Κάπταιν Μπράσμπαουντ και Η ηδονή της τιμιότητας), αλλά και του κλασικού Η λοκαντιέρα.[14]
Οι δεκαετίες του '70 και του '80 αποτέλεσαν περίοδο έντονης δραστηριότητας για τον Γ. Καρύδη καθώς εργάστηκε σε πληθώρα παραστάσεων, σε όλα σχεδόν τα είδη του θεάτρου. Συνέχισε τις συνεργασίες του με τους κρατικούς θεατρικούς οργανισμούς, ενώ συμμετείχε στις πρώτες οργανωμένες προσπάθειες θεατρικής αποκέντρωσης (Άρμα Θέσπιδος, ημικρατικοί θίασοι, δημοτικά περιφερειακά θέατρα). Παράλληλα, διεύρυνε τον κύκλο συνεργασιών του στο ελεύθερο θέατρο. Από τη μια είχε νέες συνεργασίες με θιάσους που παρουσίαζαν σύγχρονο ελληνικό και ξένο ρεπερτόριο (θίασος Στέφανου Ληναίου – Έλλης Φωτίου, θίασος Έλσας Βεργή, θίασος Δημήτρη Μυράτ – Βούλας Ζουμπουλάκη κ.ά.). Από την άλλη σχεδίασε σκηνικά και κοστούμια για μουσικές παραστάσεις (Μια γυναίκα με σημασία, 1978), για παραστάσεις μπαλέτου (Ζορμπάς, 1988) και περιστασιακά, για επιθεωρήσεις (Πυρ, ΠΑΣΟΚ και θάλασσα, 1983). Με τον θίασο της Έλσας Βεργή πραγματοποίησε τη δεύτερη εργασία του στο αρχαίο δράμα, σχεδιάζοντας σκηνικά και κοστούμια για τη Μήδεια του Ευριπίδη (1979). Συνέχισε να εργάζεται και να είναι παραγωγικός μέχρι τον θάνατό του, το 1996. Μία από τις τελευταίες παραστάσεις στην οποία σκηνογράφησε ήταν το Χαμάμ γυναικών (1996), όπου δημιούργησε σύμφωνα με την κριτική «μία εντυπωσιακή σκηνογραφία».[15]
Ο Γ. Καρύδης με την σκηνογραφική του πορεία στο θέατρο τήρησε μεταξύ άλλων και μία από τις βασικές εικαστικές αρχές του δασκάλου του Γιούργκενς, που υποστήριζε ότι βασικός σκοπός της σκηνογραφίας είναι η οπτική ερμηνεία μιας ανθρώπινης δραματικής στιγμής μέσα στα ιστορικά της πλαίσια, «σύμφωνα πάντα με το σύγχρονο αίσθημα».[16] Για το εικαστικό έργο του Γ. Καρύδη στο θέατρο έχει γραφτεί ότι «Η δύναμη της φαντασίας του και η συστηματική μελέτη των ιστορικών εποχών, του επιτρέπουν να πηδάει από τη σύγχρονη Ρωσσία στην Αγγλία του 18ου αιώνα και από την μεσαιωνική Γαλλία στην Ισπανία του Lorca. Το χαρακτηριστικό της ιδιότητας αυτής του Καρύδη είναι ότι δεν προσηλώνεται σχολαστικά στο στυλ της εποχής. Αντίθετα, χρησιμοποιώντας μιαν αυστηρή αφαίρεση, καταλήγει στο να κρατάει μόνο τα ουσιωδέστερα χαρακτηριστικά του ύφους αυτού και να δίνει λιτά, συμβολικά, την πεμπτουσία του».[17]
Στον κινηματογράφο εργάστηκε στις ταινίες: Το φρούριο των αθανάτων (1971), Παύλος Μελάς (1974), 17 σφαίρες για έναν άγγελο (1981), Κατάσκοπος Νέλη (1981) και Απουσίες (1987). Στην τηλεόραση σκηνογράφησε τόσο σειρές μυθοπλασίας (Μια φορά κι έναν καιρό: Χαρούμενη Αποκριά, Εγνατία Οδός, Νύχτα, Οι Άθλιοι των Αθηνών) όσο και τηλεοπτικές θεατρικές παραστάσεις στα πλαίσια της εκπομπής Θέατρο της Δευτέρας (Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Άνθρωποι και ποντίκια κ.ά.).
Παράλληλα, με τη σκηνογραφική του δουλειά ο Γ. Καρύδης ασχολήθηκε συστηματικά με τη ζωγραφική και τη χαρακτική. Παρουσίασε έργα του σε ατομικές εκθέσεις: Mallura (Μόναχο, 1960) Χίλτον (Αθήνα, 1971), Palazzo dei Prigioni (Βενετία, 1972), Αναδρομική στην Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων (Αθήνα, 1994). Επίσης, πήρε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις όπως η Πανελλήνια Έκθεση Ζωγραφικής (Αθήνα, 1957, 1960, 1963), η Έκθεση στο Ζυγό (Αθήνα, 1958),[18] η Μπιενάλε (Παρίσι, 1962), η Έκθεση Αρχιτεκτονικής Θεάτρου και Σκηνογραφιών (Ζάππειο, 1962)[19] κ.ά. Ο Μαρίνος Καλλιγάς με αφορμή την ατομική έκθεση του Γ. Καρύδη στον Ζυγό (1962), αναφέρθηκε στο ζωγραφικό του έργο ως «ένα εξπρεσιονισμό, που τις περισσότερες φορές ξεπερνά τα παλιά όρια και γίνεται αφηρημένη τέχνη», όπου τα χρώματα και οι χαράξεις, οι παραμορφωμένες μορφές δηλώνουν ψυχικές καταστάσεις.[20] Ο κριτικός, από το σύνολο των έργων της έκθεσης ξεχώρισε το έργο Γαλάζιο τοπίο. Στον κατάλογο έκθεσής του το 1974 (Γκαλερί Διογένης) σημειώνεται ότι τα έργα του χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα από το χρώμα και το σχήμα, ότι εστιάζει «απόλυτα στο υλικό και στη στρουκτούρα», ενώ «τα θέματα των έργων είναι παρμένα από το ζωικό και φυτικό βασίλειο, χωρίς να λείπει το ανθρώπινο στοιχείο, όλα όμως ιδωμένα στο μεταφυσικό τους χώρο και με το φακό του μικροσκοπίου.»[21]
Τέλος, ο Γ. Καρύδης ασχολήθηκε και με την εικονογράφηση βιβλίων, όπως Η μπαλάντα της φυλακής του Ρήντινγκ (Όσκαρ Ουάιλντ, Γκοβόστης), Τον καιρό του Λεοντόκαρδου (Ιάκωβος Κυθρεώτης, Βιβλιοπωλείον της Εστίας) κ.ά.
Παραστασιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατάλογος ελληνικών θεατρικών παραστάσεων στις οποίες ο Γ. Καρύδης εργάστηκε ως σκηνογράφος ή/και ενδυματολόγος.
Όλες οι πληροφορίες προέρχονται από το έντυπο πρόγραμμα της κάθε παράστασης ή/και από σχετικά δελτία τύπου.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Έλληνες σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι και αρχαίο δράμα (Έκθεση, 1999). Αθήνα: ΕΚΠΑ – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. 1999. σελ. 144. ISBN 9602145811.
- ↑ Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο (Έκθεση, 2003). Αθήνα: Εθνικό Θέατρο. 2003. σελ. 102.
- ↑ Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο (Έκθεση, 2003). Αθήνα: Εθνικό Θέατρο. 2003. σελ. 102.
- ↑ Μπαμπούρης, Σπ. (12/10/1961). «18 νέοι Έλληνες καλλιτέχνες στην Μπεννάλε των Παρισιών». Το Βήμα [Αθήνα]. https://www.nationalgallery.gr/library/el/el_1961196218_00001_0001.html.
- ↑ «Πρόσωπα: Γιάννης Καρύδης, σκηνογράφος, ζωγράφος». Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο. Ανακτήθηκε στις 21 Αυγούστου 2020.
- ↑ Ματθιόπουλος, Ευγένιος, επιμ. (2000). Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών: ζωγράφοι - γλύπτες - χαράκτες 16ος – 20ος αιώνας. Τόμος 2: Θ–Λ. Αθήνα: Μέλισσα. σελ. 164.
- ↑ «Πρόσωπα: Γιάννης Καρύδης, σκηνογράφος, ζωγράφος». Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο. Ανακτήθηκε στις 21 Αυγούστου 2020.
- ↑ Τσούχλου, Δήμητρα· Μπαχαριάν, Ασαντούρ (1985). Η σκηνογραφία στο νεοελληνικό Θέατρο. Αθήνα: Άποψη. σελ. 200.
- ↑ «29 Νοεμβρίου αρχίζει το "Κυκλικό Θέατρο"», Το Βήμα [Αθήνα], 22/11/1961, σ. 2.
- ↑ Κλάρας, Μπάμπης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: από το Εθνικό Θέατρο στο Ηρώδειο», Η Βραδυνή [Αθήνα], 21/09/1965.
- ↑ Δρομάζος, Στάθης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: μια καλή παράσταση με απαράδεκτες προχειρότητες», Η Αυγή [Αθήνα], 19/09/1965.
- ↑ Διαμαντόπουλος, Αλέξης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: στο "Ηρώδειο" από το "Εθνικό"», Μεσημβρινή [Αθήνα], 20/09/1965.
- ↑ Κουκούλας, Λέων. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη στο Ωδείον Ηρώδου Αττικού», Αθηναϊκή [Αθήνα], 22/09/1965.
- ↑ «Συντελεστές: Καρύδης, Γιάννης». Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος – Ψηφιακή Βιβλιοθήκη. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2020.
- ↑ Θωμαδάκη, Μαρίκα. «Της... απελπισίας: Νελ Νταν "Χαμάμ γυναικών". Θέατρο "Μπρόντγουαίη"», Το Βήμα [Αθήνα], 08/12/1996, σ. 39.
- ↑ Δήμου, Νίκος (Αύγουστος 1958). «Ο σκηνογράφος Γιάννης Καρύδης». Ζυγός: περιοδικό καλών τεχνών (33): 26.
- ↑ Δήμου, Νίκος (Αύγουστος 1958). «Ο σκηνογράφος Γιάννης Καρύδης». Ζυγός: περιοδικό καλών τεχνών (33): 26.
- ↑ Ματθιόπουλος, Ευγένιος. ό.π., σ. 165.
- ↑ «Έκθεση Αρχιτεκτονικής θεάτρου και σκηνογραφιών», Το Βήμα [Αθήνα], 20/06/1962, σ. 2.
- ↑ Καλλιγάς, Μαρίνος. «Τρεις εκθέσεις: η πρόσφατη εργασία του Γιάννη Καρύδη», Το Βήμα [Αθήνα], 14/06/1962, σ. 2.
- ↑ «Έκθεση ζωγραφικής Γιάννη Καρύδη: στη γκαλερί "Διογένης"», Τα Νέα [Αθήνα], 19/04/1974, σ. 2.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «29 Νοεμβρίου αρχίζει το "Κυκλικό Θέατρο"», Το Βήμα [Αθήνα], 22/11/1961.
- Δήμου, Νίκος. «Ο σκηνογράφος Γιάννης Καρύδης», Ζυγός: περιοδικό καλών τεχνών, 33 (Αύγουστος 1958), σ. 25–28.
- Διαμαντόπουλος, Αλέξης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: στο "Ηρώδειο" από το "Εθνικό"», Μεσημβρινή [Αθήνα], 20/09/1965.
- Δρομάζος, Στάθης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: μια καλή παράσταση με απαράδεκτες προχειρότητες», Η Αυγή [Αθήνα], 19/09/1965.
- «Έκθεση Αρχιτεκτονικής θεάτρου και σκηνογραφιών», Το Βήμα [Αθήνα], 20/06/1962.
- «Έκθεση ζωγραφικής Γιάννη Καρύδη: στη γκαλερί "Διογένης"», Τα Νέα [Αθήνα], 19/04/1974.
- Έλληνες σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι και αρχαίο δράμα (Έκθεση, 1999). Αθήνα: ΕΚΠΑ – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, 1999.
- Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο (Έκθεση, 2003). Αθήνα: Εθνικό Θέατρο, [2003].
- Θωμαδάκη, Μαρίκα. «Της... απελπισίας: Νελ Νταν "Χαμάμ γυναικών". Θέατρο "Μπρόντγουαίη"», Το Βήμα [Αθήνα], 08/12/1996.
- Καλλιγάς, Μαρίνος. «Τρεις εκθέσεις: η πρόσφατη εργασία του Γιάννη Καρύδη», Το Βήμα [Αθήνα], 14/06/1962.
- Κλάρας, Μπάμπης. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη: από το Εθνικό Θέατρο στο Ηρώδειο», Η Βραδυνή [Αθήνα], 21/09/1965.
- Κουκούλας, Λέων. «Ο "Πλούτος" του Αριστοφάνη στο Ωδείον Ηρώδου Αττικού», Αθηναϊκή [Αθήνα], 22/09/1965.
- Ματθιόπουλος, Ευγένιος (επιμ.). Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών: ζωγράφοι – γλύπτες – χαράκτες , 16ος – 20ος αιώνας. Τόμος 2: Θ–Λ. Αθήνα: Μέλισσα, 2000.
- Μπαμπούρης, Σπ. «18 νέοι Έλληνες καλλιτέχνες στην Μπεννάλε των Παρισιών», Το Βήμα [Αθήνα], 12/10/1961.
- Τσούχλου, Δήμητρα και Μπαχαριάν, Ασαντούρ. Η σκηνογραφία στο νεοελληνικό Θέατρο. Αθήνα: Άποψη, 1985.
Ηλεκτρονικές Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο
- Εθνική Πινακοθήκη – Βιβλιοθήκη και Αρχείο – Ψηφιακές Συλλογές – Ψηφιοποιημένα Άρθρα Εφημερίδων
- Εθνικό Θέατρο Ελλάδας – Ψηφιοποιημένο Αρχείο
- Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
- Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος – Ψηφιακή Βιβλιοθήκη
- Ταινιοθήκη της Ελλάδος – Ψηφιακή Συλλογή Αρχειοθετήθηκε 2020-09-16 στο Wayback Machine.