Ιωάννης Τρωγλίτης
Ιωάννης Τρωγλίτης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 6ος αιώνας |
Θάνατος | Δεκαετία του 550[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιώτης |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Βανδαλικός Πόλεμος |
Ο Ιωάννης Τρωγλίτης (λατινικά: Ioannes Troglita) ήταν Βυζαντινός στρατηγός του 6ου αι. Συμμετείχε στον Βανδαλικό Πόλεμο και υπηρέτησε στη Βόρεια Αφρική ως περιφερειακός στρατιωτικός κυβερνήτης κατά τα έτη 533–538, προτού σταλεί ανατολικά στους πολέμους με τους Σασσανίδες Πέρσες. Ως δουξ Μεσοποταμίας, ο Τρωγλίτης διακρίθηκε σε πολλές μάχες και έγινε αντιληπτός από πράκτορες του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' (β. 527–565). Το καλοκαίρι του 546, ο Ιουστινιανός Α΄ επέλεξε τον Ιωάννη Τρωγλίτα να αναλάβει τη γενική διοίκηση των ρωμαϊκών δυνάμεων στην Αφρική, όπου μία διαδοχή εξεγέρσεων από τις αυτόχθονες μαυριτανικές φυλές και εντός του ίδιου του αυτοκρατορικού στρατού είχε μειώσει σοβαρά τη ρωμαϊκή θέση. Ο Τρωγλίτης εξασφάλισε γρήγορα μία αρχική νίκη τον χειμώνα του 546/547 εναντίον των Μαυριτανών της Βυζακηνής, αλλά ηττήθηκε το καλοκαίρι του 547 από τις φυλές της Τριπολιτανίας, και η Αφρική έμεινε εκτεθημένη για άλλη μία φορά σε καταστροφικές επιδρομές. Ο Τρωγλίτης αναδιοργάνωσε τον στρατό του και εξασφάλισε τη βοήθεια ορισμένων ηγετών των φυλών και αντιμετώπισε και νίκησε αποφασιστικά τον φυλετικό συνασπισμό στα Πεδία του Κάτο το καλοκαίρι του 548. Αυτή η νίκη σήμανε το τέλος της εξέγερσης των Μαυριτανών και προανήγγειλε μία εποχή ειρήνης για την Αφρική. Ο Τρωγλίτης συμμετείχε επίσης στον Γοτθικό Πόλεμο, στέλνοντας δύο φορές μερικά από τα στρατεύματά του στην Ιταλία για να βοηθήσουν κατά των Οστρογότθων.
Τα κατορθώματα του Ιωάννη Τρωγλίτη, ειδικά κατά των Μαυριτανών στην Αφρική, είναι το θέμα του τελευταίου λατινικού επικού ποιήματος της Αρχαιότητας, του Iohannis, seu de Bellis Libycis ("Διήγηση του Ιωάννη, ή περί του Λιβυκού Πολέμου") του Φλάβιου Κρεσκόνιου Κόριπου, που είναι η κύρια πηγή για τη ζωή του.[2]
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ακριβής προέλευση του Ιωάννη Τρωγλίτη είναι ασαφής. Μπορεί να γεννήθηκε στη Θράκη, αλλά το περίεργο επώνυμό του μπορεί να υποδηλώνει καταγωγή από το Τρόγιλο (ελληνικά: Τρώγιλος) στη Μακεδονία.[3] Σύμφωνα με πληροφορίες που παρείχε ο ιστορικός του 6ου αι. Προκόπιος της Καισαρείας και ο υμνητής του Τρωγλίτη Φλάβιος Κρεσκόνιος Κόριππος, ήταν γιος κάποιου Ευάνθη και είχε τουλάχιστον έναν αδελφό, που ονομαζόταν Πάππος. Ο ίδιος ο Τρωγλίτης νυμφεύτηκε μία «κόρη ενός βασιλιά», πιθανότατα ενός βάρβαρου φυλάρχου, και απέκτησε έναν γιο, τον Πέτρο.[3]
Πρώιμη καριέρα στην Αφρική και την Ανατολή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ιωάννης Τρωγλίτης αναφέρεται για πρώτη φορά ότι συμμετείχε στον Βανδαλικό Πόλεμο (533–534) υπό τον Βελισάριο και μπορεί να ταυτιστεί με έναν άλλο Ιωάννη, ο οποίος διοικούσε μία μονάδα υπόσπονδων (foederati) στις μάχες Ad Decimum και Tricamarum.[4] Ο Τρωγλίτης παρέμεινε στην Υπαρχία της Αφρικής μετά την αναχώρηση του Βελισάριου το 534 και συμμετείχε στις εκστρατείες του Σολομώντα κατά των Μαυριτανών το 534–535. Εκείνη την εποχή, πιθανότατα ήταν ο τοπικός στρατιωτικός κυβερνήτης (dux) είτε στη Βυζακηνή είτε, πιθανότατα, στην Τριπολιτανία, γιατί αναφέρεται ως επικεφαλής επιτυχημένων εκστρατειών κατά της φυλής των Λευαθών.[4] Ο Τρωγλίτης πολέμησε επίσης εναντίον του στασιαστικού στρατού υπό τον αποστάτη Στότζα, συμμετέχοντας στην πρώτη νίκη υπό τον Βελισάριο στη Μεμπρέσα το 536, και στη συνέχεια, υπό τον διάδοχο του Σολομώντα, Γερμανό, στην αποφασιστική μάχη στο Scalas Veteres την άνοιξη του 537. Στη μάχη αυτή ήταν ένας από τους διοικητές του ιππικού στη δεξιά πτέρυγα του ρωμαϊκού στρατού, ο οποίος -σύμφωνα με τον ιστορικό Προκόπιο- ηττήθηκε και εκδιώχθηκε από τους άνδρες του Στότζα, χάνοντας στην πορεία τα λάβαρά του. Ωστόσο, η μάχη κατέληξε σε μία αυτοκρατορική νίκη.[4] Το 538 ο Τρωγλίτης διακρίθηκε στη μάχη του Αutenti, πιθανότατα στη Βυζακηνή.[5]
Κάποια στιγμή μετά το 538, ο Τρογλίτης στάλθηκε στα ανατολικά σύνορα, όπου το 541 διορίστηκε δούκας Μεσοποταμίας, μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές διοικήσεις της περιοχής. Από τη θέση αυτή συνέλαβε ένα μέλος της πρεσβείας, που έστειλε ο Οστρογότθος βασιλιάς Ουίτιγης στους Πέρσες, για να τους υποκινήσει να επιτεθούν στο Βυζάντιο. Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, σύμφωνα με τον Κόριππο, ο Ιωάννης σημείωσε πολλές επιτυχίες εναντίον του περσικού στρατού: νίκησε τον στρατηγό Ναβέδη κοντά στη Νίσιβη, οδήγησε τον στρατό του σε μία επιτυχημένη νυκτερινή επίθεση κατά της περσικής δύναμης, που πολιορκούσε τη Θεοδοσιούπολη και στη συνέχεια νίκησε έναν άλλο περσικό στρατό, που πολιορκούσε τη Δάρα, συλλαμβάνοντας τον στρατηγό της, Mιρ-Μιρόη. Ο Προκόπιος, ωστόσο, δίνει μία διαφορετική περιγραφή της πρώτης μάχης, υποδεικνύοντας ότι η Τρογλίτης έπρεπε να σωθεί από μία ξαφνική περσική επίθεση από τον Βελισάριο, και δεν αναφέρει καθόλου τα άλλα δύο περιστατικά.[4] Παρ' όλα αυτά, ο Κόριππος υποστηρίζει ότι ο Ουρβίκιος, ένας από τους συμβούλους του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄, ο οποίος είχε σταλεί για να επιβλέπει τον πόλεμο, έδωσε συγχαρητήρια στον Ιωάννη για την απόδοσή του.[3]
Ανώτερη διοίκηση στην Αφρική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την απουσία του Tρωγλίτη από την Αφρική, η κατάσταση ήταν ταραχώδης. Ο Γερμανός παρέμεινε στην επαρχία μέχρι το 539 και επέτυχε να αποκαταστήσει την πειθαρχία στον στρατό και να ειρηνεύσει τις βασικές περιοχές της Ανθυπατικής Αφρικής και της Βυζακηνής. Τον διαδέχθηκε ο Σολομών, ο οποίος ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία του με μεγάλη επιτυχία, νικώντας τους Μαυριτανούς των βουνών Ωρές και θέτοντας υπό τον έλεγχό του τη Nουμιδία και τη Mauretania Sitifensis. Ωστόσο, η εξέγερση των Μαυριτανών ξεκίνησε ξανά το 543 και ο Σολομών σκοτώθηκε στη μάχη του Κιλλίου το 544. Ο διάδοχός του, ο ανιψιός του Σέργιος, ήταν ανίκανος. Ηττήθηκε από τους Μαυριτανούς, ανακλήθηκε και αντικαταστάθηκε με τον συγκλητικό Αρεόβινδο, ο οποίος δολοφονήθηκε την άνοιξη του 546 σε άλλη στρατιωτική εξέγερση υπό την ηγεσία του στρατηγού Γουνδάριχ. Ο τελευταίος σκόπευε να δηλώσει ανεξάρτητος από την Κωνσταντινούπολη, αλλά σύντομα δολοφονήθηκε από τον Αρμένιο Αρταβάνη. Η ανάγκη για έναν νέο και ικανό ηγέτη στην Αφρική ήταν εμφανής στην Κωνσταντινούπολη.[2] Μετά την υπογραφή ανακωχής με την Περσία το 546, ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄, ίσως -όπως υπονοεί ο Κόριππος- ενεργώντας με τη συμβουλή του Ουρβίκιου, ανακάλεσε τον Τρωγλίτη από την Ανατολή. Αφού τον έβαλε να αναφέρει για την κατάσταση εκεί στην Κωνσταντινούπολη, ο Αυτοκράτορας τον έβαλε επικεφαλής ενός νέου στρατού και τον έστειλε στην Αφρική ως νέο magister militum per Africam στα τέλη του καλοκαιριού 546.[4]
Καταστολή της εξέγερσης των Μαυριτανών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα τέλη του 546, όταν ο Ιωάννης Τρωγλίτης έφτασε στην Καρχηδόνα, η κατάσταση ήταν τραγική: τα αυτοκρατορικά στρατεύματα, υπό τον Μαρκέντιο τον δούκα της Βυζακηνής και τον Γρηγόριο τον Αρμένιο στην Καρχηδόνα, ήταν λίγα σε αριθμό και αποθαρρυμένα. Έμειναν στις παράκτιες πόλεις, αποκλεισμένες από τους Μαυριτανούς της Βυζακηνής υπό τον αρχηγό τους Αντάλα, ενώ οι φυλές Λευάθαι και Aυστούραι από την Τριπολιτανία έκαναν επιδρομές στη Βυζακηνή ατιμώρητα. Οι διπλωματικές προσπάθειες, ωστόσο, εξασφάλισαν την πίστη των Μαυριτανών ηγετών Κουτζινά και Ιφισδαία, οι οποίοι εντάχθηκαν στον αυτοκρατορικό στρατό με αρκετές χιλιάδες άνδρες τους. Επιπλέον, οι φυλές των βουνών Ωρές (Aurès) υπό τον Iαύδα αποσύρθηκαν στη Nουμιδία, όταν έμαθαν την άφιξη του Tρωγλίτη και ακολούθησαν μία πορεία ένοπλης ουδετερότητας.[5]
Ήττα του Αντάλα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την άφιξή του στην Καρχηδόνα, ο Τρωγλίτης αναδιοργάνωσε τα στρατεύματά του, ενισχύοντας τις τοπικές δυνάμεις με τους βετεράνους που είχε φέρει μαζί του –κυρίως τοξότες ιππείς και κατάφτακτους– και βγήκε για να συναντήσει τους επαναστάτες. Στην Antonia Castra παρουσιάστηκαν απεσταλμένοι από τον Αντάλα, αλλά ο Tρωγλίτης απέρριψε τους όρους τους και τους φυλάκισε. Ο βυζαντινός στρατός βάδισε στη Βυζακηνή, ανακούφισε τις πολιορκημένες πόλεις και ενώθηκε με τον Μαρκέντιο. Οι Μαυριτανοί, αιφνιδιασμένοι από την ταχεία προέλαση του αυτοκρατορικού στρατού, αποσύρθηκαν ξανά στο ορεινό και δασώδες εσωτερικό, όπου συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους υπό την ηγεσία τού Iέρνα των Λευαθών και τού Αντάλα. Ο Κόριππος προτείνει ότι ήλπιζαν ότι ο Tρωγλίτης δεν θα συνέχιζε την καταδίωξή τους στη μέση του χειμώνα και ότι θα είχαν το πλεονέκτημα έναντι του αυτοκρατορικού στρατού σε αυτό το έδαφος. Ο Τρωγλίτης στρατοπέδευσε κοντά στις μαυριτανικές θέσεις και έστειλε έναν απεσταλμένο, τον Αμάντιο, για να φέρει τους όρους του στον Αντάλα: ο στρατηγός πρόσφερε αμνηστία με αντάλλαγμα να υποταχθεί ξανά στην αυτοκρατορική εξουσία.[4]
Ο Κόριππος αφηγείται εκτενώς τη μάχη που ακολούθησε, αλλά η μίμηση των στίχων του Βιργίλιου παρέχει ελάχιστες συγκεκριμένες λεπτομέρειες: είναι σαφές ότι επρόκειτο για μία μακρά, αναποφάσιστη και αιματηρή σύγκρουση, που πιθανότατα έλαβε χώρα στα νότια ή ανατολικά της Σουφέτουλας στα τέλη του 546 ή στις αρχές. 547. Τελικά οι Βυζαντινοί επικράτησαν και απώθησαν τους Μαυριτανούς, σπάζοντας τις άμυνές τους και εισβάλλοντας στο στρατόπεδό τους. Σύμφωνα με τον Κόριππο, ο Iέρνα -ο οποίος ήταν ο αρχιερέας του θεού Γκουρτζίλ- σκοτώθηκε, ενώ προσπαθούσε να προστατεύσει μία εικόνα του θεού. Πολλοί άλλοι ηγέτες των φυλών έπεσαν και οι υπόλοιποι σκορπίστηκαν. Τα υπολείμματα των τριπολιτανικών φυλών εγκατέλειψαν τη Βυζακηνή και ο Αντάλας αναγκάστηκε να καταθέσει τα όπλα. Επιπλέον, πολλοί αιχμάλωτοι απελευθερώθηκαν από το στρατόπεδο των Μαυριτανών και μεταξύ των θησαυρών που καταλήφθηκαν, υπήρχαν τα στρατιωτικά λάβαρα που έχασε ο Σολομών στο Κίλιο το 544. Αυτά στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ο Τρώγλιτας είχε θριαμβευτική είσοδο στην Καρχηδόνα.[4]
Εξέγερση στην Τριπολιτανία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με αυτή τη νίκη, ο πόλεμος φαινόταν κερδισμένος και η ειρήνη αποκαταστάθηκε στην Αφρική. Λίγους μήνες αργότερα, ωστόσο, οι φυλές της Τριπολιτανίας συγκεντρώθηκαν και σχημάτισαν συνασπισμό υπό τον βασιλιά των Ιφουράκων, Καρκάσαν. Αφού επιτέθηκαν στην Τριπολιτανία, στράφηκαν δυτικά για να επιτεθούν ξανά στη Βυζακηνή. Ειδοποιημένος γι' αυτό από τον Ρουφίνο, τον δούκα της Τριπολιτανίας, ο Τρωγλίτης βγήκε για να τους συναντήσει. Ο βυζαντινός στρατός είχε στο μεταξύ αποδυναμωθεί από την ανάγκη να ενισχύσει τον Βελισάριο εναντίον των Γότθων στην Ιταλία: από τα εννέα συντάγματα που είχε φέρει μαζί του ο Τρωγλίτης από την Κωνσταντινούπολη, τα τρία στάλθηκαν στην Ιταλία. Οι Μαυριτανοί υπό τον Αντάλα παρέμειναν εχθρικοί, αλλά δεν εντάχθηκαν αμέσως στη σύγκρουση προς το παρόν, όμως οι Βυζαντινοί στερήθηκαν τις υπηρεσίες του Ιφισδαία, ο οποίος αρνήθηκε να δεσμεύσει τους άνδρες του. Παρά το καυτό καλοκαίρι, ο Τρωγλίτης βάδισε γρήγορα τους άνδρες του στο νότιο όριο της Βυζακηνής, κατά μήκος της άκρης της ερήμου, ελπίζοντας να συναντήσει τους Μαυριτανούς εκεί και να αποτρέψει την ερήμωση της πολύπαθης επαρχίας ξανά. Οι Μαυριτανοί αρχικά αποσύρθηκαν στο άνυδρο εσωτερικό, ελπίζοντας να τον αποτινάξουν μακριά, αλλά ο στρατός του Τρωγλίτη, συνοδευόμενος από ένα καραβάνι με νερό και προμήθειες, τους ακολούθησε στην έρημο. Και οι δύο στρατοί υπέφεραν από δίψα και πείνα και η δυσαρέσκεια εξαπλώθηκε στους Βυζαντινούς στρατιώτες. Τελικά μία σχεδόν ανταρσία ξέσπασε, όταν μία επιδημία σκότωσε ένα μεγάλο μέρος των αλόγων του στρατού, αναγκάζοντας τον Τρωγλίτη να στρίψει ξανά βόρεια προς την ακτή.[4]
Εκεί, ο Tρωγλίτης τοποθετήθηκε ανάμεσα στο οροπέδιο Mατμάτα και την ακτή, και περίμενε τους Μαυριτανούς. Έστειλε επίσης πλοία για να φέρουν προμήθειες, αλλά οι δυσμενείς άνεμοι το έκαναν αδύνατο. Όταν ο Μαυριτανικός στρατός εμφανίστηκε εκεί κοντά, ήταν εξαντλημένος από την πείνα και έφτιαξε κάποιες πηγές νερού, στις οποίες ο Τρωγλίτης ξεκίνησε να φτάσει πρώτος. Οι Βυζαντινοί στρατοπέδευσαν στη Μάρτα της περιοχής Γκάλλικα, όπου έγινε η μάχη. Ήταν μία καταστροφική ήττα για τους Βυζαντινούς, των οποίων ο στρατός διερράγη και τράπηκε σε φυγή. Ο Κόριππος, πιθανώς σε μία προσπάθεια να αθωώσει τον ήρωά του Τρωγλίτη, αποδίδει την ήττα στην απειθαρχία ορισμένων στρατιωτών, οι οποίοι επιτέθηκαν στον εχθρό πριν να είναι έτοιμος ο στρατός, οδηγώντας σε μία αποδιοργανωμένη, αποσπασματική εμπλοκή. Σύμφωνα με την αφήγηση του Κόριππου, οι Μαυριτανοί σύμμαχοι των Βυζαντινών πανικοβλήθηκαν πρώτοι και υποχώρησαν, προκαλώντας τη διάλυση ολόκληρου του στρατού, παρά την προσωπική παρέμβαση του Τρωγλίτη και των άλλων Βυζαντινών ηγετών.[4]
Ανανέωση της εξέγερσης των Μαυριτανών στη Βυζακηνή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά από αυτή την ήττα, ο Tρωγλίτης κατέφυγε στο Iunci (σύγχρονος Bordj Younga, 9 χλμ νότια του Μαχάρες [6]), όπου άρχισε να ανασυντάσσει τους επιζώντες. Ωστόσο οι απώλειες ήταν τόσο υψηλές και το ηθικό του στρατού τόσο χαμηλό, που σύντομα αναγκάστηκε να αποσυρθεί βορειότερα στο φρούριο Λάριβους (το σύγχρονο χωριό Lorbeus, κοντά στο Λε Κεφ [6]), όπου άρχισε να συγκεντρώνει τον στρατό του. Μαθαίνοντας τη μάχη, ο ΑντάλαςΚΑρκασαν ξεσηκώθηκε και πάλι και ενώθηκε με τις Τριπολιτανικές φυλές, ενώ οι σύμμαχοι των Βυζαντινών, Κουτζίνας και Ιφισδαίας, μάλωναν μεταξύ τους. Καθ' όλη τη διάρκεια του υπόλοιπου 547, οι Μαυριτανοί ήταν ελεύθεροι να επιδράμουν σε όλη την Αφρική, φτάνοντας ακόμη και κοντά στην ίδια την Καρχηδόνα.[5]
Ο Τρωγλίτης δεν έμεινε αδρανής: από την Καρχηδόνα, ο πραιτοριανός έπαρχος Αθανάσιος και ο μικρός γιος του Τρωγλίτη οργάνωσαν ενισχύσεις και προμήθειες για το στρατόπεδο στο Λάριβους, ενώ ο ίδιος ο Τρωγλίτης επέτυχε όχι μόνο να συμφιλιώσει τον Κουτζίνα και τον Ιφισδαία, αλλά και να κερδίσει την πίστη του βασιλιά Ιαύδα και της φυλής του. Την άνοιξη του 548 ο Τρωγλίτης, έχοντας ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του, συναντήθηκε με τους Μαυριτανούς συμμάχους του στην πεδιάδα του Αρσούρις στα βόρεια όρια της Βυζακηνής. Ο Κόριππος δίνει ασυνήθιστους αριθμούς για τα γηγενή σώματα, που διέθετε κάθε αρχηγός: 30.000 ο Κουτζίνας, 100.000 ο Ιφισδαίας και 12.000 ο αδελφός του Ιαύνδα. Όποιοι και αν είναι οι πραγματικοί αριθμοί, φαίνεται ξεκάθαρο ότι τα τακτικά στρατεύματα του Τρωγλίτη αποτελούσαν το μικρότερο τμήμα του αυτοκρατορικού στρατού.[4]
Τελική ήττα της εξέγερσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι φυλές, υπό την ηγεσία του Καρκάσαν και του Αντάλα, είχαν στρατοπεδεύσει στην κεντρική Βυζακηνή, στην πεδιάδα του Μάμμα ή Μαμμές. Ο Καρκάσαν, σίγουρος για τη νίκη του τον προηγούμενο χρόνο, θέλησε να αντιμετωπίσει αμέσως τον αυτοκρατορικό στρατό, αλλά όπως συνέβη έδωσε τη θέση του στον Aντάλα, ο οποίος υποστήριξε την πιο προσεκτική και δοκιμασμένη μαυριτανική τακτική της αποχώρησης και της έλξης των Βυζαντινών στο εσωτερικό, αναγκάζοντας να βαδίσουν μακριά από τις βάσεις ανεφοδιασμού τους και μέσα από μία κατεστραμμένη χώρα, εξουθενώνοντάς τους έτσι και αποθαρρύνοντάς τους το ηθικό. Οι εξεγερμένοι έτσι υποχώρησαν νότια και ανατολικά, φτάνοντας στο Ιούνκι μετά από δέκα ημέρες. Ο στρατός του Τρωγλίτη τους καταδίωξε σε κάποια απόσταση, ανταλλάσσοντας μόνο μερικά χτυπήματα με την οπισθοφυλακή των φυλών. Όμως μόλις ο βυζαντινός στρατός έφτασε στην πεδιάδα πριν από το Iούνκι και στρατοπέδευσε, οι Μαυριτανοί αποσύρθηκαν και πάλι στο ορεινό εσωτερικό. Έχοντας ενημερωθεί από έναν κατάσκοπο για τη στρατηγική τού εχθρού του, ο Τρωγλίτης αρνήθηκε να ακολουθήσει και παρέμεινε στρατοπεδευμένος κοντά στο λιμάνι της Λαρίσκου, από όπου μπορούσε εύκολα να ανεφοδιαστεί. Ωστόσο, η δυσαρέσκεια μεγάλωσε μεταξύ των στρατιωτών, οι οποίοι δεν κατάλαβαν την απροθυμία του αρχηγού τους να πολεμήσουν: ο στρατός εξεγέρθηκε και επιτέθηκε στη σκηνή του Τρωγλίτη, ο οποίος μετά βίας κατάφερε να διαφύγει. Χάρη στα συμμαχικά σώματα των Μαυριτανών, που παρέμειναν σταθερά, ο Τρωγλίτης μπόρεσε να επαναφέρει τον έλεγχο στους άνδρες του.[4]
Ο Τρωγλίτης κίνησε τώρα τον στρατό του για να αντιμετωπίσει τον εχθρό, ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει σε μία πεδιάδα, που ονομαζόταν Πεδία του Κάτο. Το στρατόπεδο των Μαυριτανών είχε οχυρωθεί σε μεγάλο βαθμό και ο Τρωγλίτης ήταν απρόθυμος να εξαπολύσει μία άμεση επίθεση. Αυτός, λοιπόν, το απέκλεισε, ελπίζοντας ότι η πείνα θα ανάγκαζε τους Μαυριτανούς να τον πολεμήσουν σε ανοιχτή μάχη. Για να τους ενθαρρύνει περαιτέρω, συγκρατούσε τους άνδρες του, προσποιούμενος την απροθυμία να πολεμήσει. Το σχέδιο του Τρωγλίτη λειτούργησε: ενθαρρυμένοι από θυσίες στους θεούς τους και ελπίζοντας να πιάσουν τον αυτοκρατορικό στρατό απροετοίμαστο, οι Μαυριτανοί επιτέθηκαν στο βυζαντινό στρατόπεδο μία Κυριακή. Η μάχη κράτησε πολύ ώρα, με πολλούς νεκρούς και από τις δύο πλευρές, αλλά τελικά οι Βυζαντινοί κέρδισαν το επάνω χέρι. Σε αυτό το σημείο, ο Καρκάσαν συγκέντρωσε τις δυνάμεις του και εξαπέλυσε μία σφοδρή αντεπίθεση, αλλά σκοτώθηκε από τον ίδιο τον Τρωγλίτη. Βλέποντας τον αρχηγό τους να πέφτει, οι Μαυριτανοί κάμφθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Η μάχη ήταν μία τρομερή επιτυχία για τους Βυζαντινούς: δεκαεπτά από τους κύριους ηγέτες των Μαυριτανών ήταν νεκροί, οι Τριπολιτανικές φυλές αποδεκατίστηκαν και αποσύρθηκαν στην έρημο και ο Αντάλας και οι οπαδοί του υποτάχθηκαν στην Τρωγλίτη. Η Βυζακηνή, η Νουμιδία και η Τριπολιτανία εξασφαλίστηκαν τελικά και εγκαινιάστηκε μία περίοδος ειρήνης, που κράτησε τα επόμενα δεκατέσσερα χρόνια, μέχρι το 562 [4].
Μεταγενέστερες δραστηριότητες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Περίπου αυτή την εποχή, ο Τρώγλιτας φαίνεται να προήχθη στον τιμητικό βαθμό του πατρίκιου, όπως μαρτυρείται από τον ιστορικό Ιορδάνη του 6ου αι. (Romana 385). Παρέμεινε στη διοίκηση της Αφρικής για τουλάχιστον άλλα τέσσερα χρόνια, ξεκινώντας το δύσκολο έργο της ανοικοδόμησης. Ο Τρωγλίτης επανίδρυσε τον πολιτικό διοικητικό μηχανισμό, όπως είχε αρχικά οραματιστεί ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ το 533, μοιράζοντας την εξουσία του με τον έπαρχο Αθανάσιο. Οι επαρχιακές οχυρώσεις που έχτισε ο Σολομών, αποκαταστάθηκαν και οι υποταγμένες μαυριτανικές φυλές επανήλθαν προσεκτικά σε καθεστώς υποτελείας ως αυτοκρατορικοί υπόσπονδοι (foederati). Σύμφωνα με τον μελετητή Τζον Μπ. Μπιούρυ, το ιστορικό του Tρώγλιτα για την αποκατάσταση της τάξης και της ηρεμίας στην ταραγμένη επαρχία τον καθιστά, μαζί με τον Βελισάριο και τον Σολομώντα, «τον τρίτο ήρωα της Αυτοκρατορικής ανακατάληψης της Αφρικής».[7]
Η επιτυχία του Tρβγλίτη στην αποκατάσταση της ειρήνης στην Αφρική μπορεί να φανεί από το γεγονός ότι στα τέλη του 551, όταν ο Toτίλα βασιλιάς των Οστρογότθων κατέλαβε τη Σαρδηνία και την Κορσική, ο Tρωγλίτης μπόρεσε να φυλάξει αρκετές δυνάμεις και να στείλει έναν στόλο για να τις ανακτήσει, αν και χωρίς επιτυχία.[4] Η ακριβής ημερομηνία του τέλους του Τρόγλιτα είναι άγνωστη, αλλά το πιθανότερο είναι ότι απεβίωσε το 552 ή αμέσως μετά.[5]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ανακτήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ 2,0 2,1 Bury 1958.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 Martindale 1992.
- ↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 4,12 Diehl 1896; Martindale 1992.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 Diehl 1896.
- ↑ 6,0 6,1 Pringle 1981.
- ↑ Diehl 1896; Bury 1958; Martindale 1992.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bury, John Bagnell (1958) [1923]. History of the Later Roman Empire: From the Death of Theodosius I to the Death of Justinian, Volume 2. Mineola, New York: Dover Publications, Inc. ISBN 0-486-20399-9.
- Diehl, Charles (1896). L'Afrique Byzantine. Histoire de la Domination Byzantine en Afrique (533–709) (in French). Paris, France: Ernest Leroux.
- Martindale, John R., ed. (1992). The Prosopography of the Later Roman Empire: Volume III, AD 527–641. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 0-521-20160-8.
- Modéran, Yves (2003). "Jean Troglita". Encyclopédie berbère, Vol. 25: Iseqqemâren – Juba (in French). Aix-en-Provence: Edisud. pp. 3866–3870. doi:10.4000/encyclopedieberbere.1490. Retrieved 17 December 2012.
- Pringle, Denys (1981). The Defence of Byzantine Africa from Justinian to the Arab Conquest: An Account of the Military History and Archaeology of the African Provinces in the Sixth and Seventh Century. Oxford, United Kingdom: British Archaeological Reports. ISBN 0-86054-119-3.