Λίκνο του πολιτισμού
Με τον όρο λίκνο του πολιτισμού χαρακτηρίζεται μια περιοχή της Γης όπου αναπτύχθηκε κατά το παρελθόν, ανεξάρτητα από άλλες, μια σύνθετη κοινωνία ανθρώπων, με δομημένο κράτος, κοινωνική διαστρωμάτωση, ύπαρξη αστικών περιοχών και συμβολικά συστήματα επικοινωνίας πέρα από τον προφορικό λόγο (δηλαδή αναπτύχθηκαν συστήματα γραφής και γραφικές τέχνες).[1][2][3][4][5]
Γενικώς μέχρι σήμερα αναγνωρίζονται 6 λίκνα του πολιτισμού στον λεγόμενο «Παλαιό Κόσμο»: τη Μεσοποταμία, την Αρχαία Αίγυπτο, την αρχαία Ινδία και την αρχαία Κίνα, όπου πιστεύεται ότι αναπτύχθηκαν οι αρχαιότεροι πολιτισμοί στην Αφρο-ευρασία[6][7], ενώ ο πολιτισμός Κάραλ-Σούπε στο παραλιακό Περού και εκείνος των Ολμέκων στο Μεξικό πιστεύεται ότι ήταν οι πρώτοι στην Αμερικανική ήπειρο (τον λεγόμενο Νέο Κόσμο). Τα λίκνα του πολιτισμού εξαρτώνταν όλα από τη γεωργία για την επιβίωσή τους (εκτός ίσως από τον πολιτισμό Κάραλ-Σούπε, που ίσως βασιζόταν αρχικώς κυρίως στην αλιεία), και μάλιστα από γεωργούς που παρήγαν και πλεόνασμα αγαθών, προκειμένου να επιβιώνει η κεντρική εξουσία, η πολιτικοθρησκευτική εξουσία και οι εκτελούντες τα απαραίτητα δημόσια έργα των αστικών κέντρων.
Λιγότερο τυπικά, ο όρος «λίκνο του πολιτισμού» αναφέρεται συχνά και σε άλλους ιστορικούς αρχαίους πολιτισμούς, συγκεκριμένα σε εκείνους που αναπτύχθηκαν στην Αρχαία Ελλάδα και την Αρχαία Ρώμη, που αποκλήθηκαν «λίκνο του Δυτικού πολιτισμού».
Η γένεση του ανθρώπινου πολιτισμού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα πρώτα σημάδια μιας διαδικασίας που οδήγησε σε μη νομαδική διαβίωση ενός συνόλου ανθρώπων έχουν ανιχνευθεί στον Λεβάντε ήδη από το 12000 π.Χ., όταν ο Νατούφιος πολιτισμός πέρασε στη μόνιμη εγκατάσταση σε συγκεκριμένη περιοχή και εξελίχθηκε σε μια γεωργική κοινωνία μέχρι το 10.000 π.Χ..[8] Η σημασία του νερού για την προστασία μιας πλούσιας και σταθερής τροφοδοσίας, λόγω ευνοϊκών συνθηκών για το κυνήγι, την αλιεία και τη συλλογή πόρων, συμπεριλαμβανομένων των σιτηρών, παρείχε μια αρχική οικονομία ευρέος φάσματος, που πυροδότησε τη δημιουργία μόνιμων χωριών.[9]
Οι πρώτοι πρωτο-αστικοί οικισμοί με αρκετούς χιλιάδες κατοίκους εμφανίσθηκαν κατά τη Νεολιθική περίοδο, που ξεκίνησε στη Δυτική Ασία το 10000 π.Χ.. Οι πρώτες πόλεις στην ιστορία που φιλοξένησαν αρκετές δεκάδες χιλιάδες κατοίκους ήταν η Ουρούκ, η Ουρ, η Κις και η Εριντού στη Μεσοποταμία, ακολουθούμενες από τα Σούσα και τη Μέμφιδα στην Αίγυπτο, όλα μέχρι τον 31ο αιώνα π.Χ..
Οι λεγόμενοι ιστορικοί χρόνοι διακρίνονται από τους προϊστορικούς από την ύπαρξη «καταγραφών του παρελθόντος που αρχίζουν να διατηρούνται προς όφελος των μελλοντικών γενεών»[10] - σε γραπτή ή και σε προφορική μορφή. Αν η γένεση του πολιτισμού θεωρηθεί ότι συμπίπτει με την ανάπτυξη της γραφής από την πρωτογραφή, τότε η Χαλκολιθική εποχή της Εγγύς Ανατολής (η μεταβατική περίοδος μεταξύ της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού κατά την 4η χιλιετία π.Χ.) και η ανάπτυξη της πρωτογραφής στη Χαράπα, στην Κοιλάδα του Ινδού, γύρω στο 3300 π.Χ. σηματοδοτούν τις πρώτες εμφανίσεις πολιτισμού, ακολουθούμενες από τα κινεζικά πρωτογραφικά σύμβολα που εξελίχθηκαν στη γραφή των χρησμικών οστών, και αργότερα από την ανεξάρτητη εμφάνιση των μεσοαμερικανικών συστημάτων γραφής, από το 900 π.Χ. περίπου.
Χωρίς γραπτές πηγές, οι περισσότερες πτυχές της ανόδου των πρώιμων πολιτισμών περιέχονται σε αρχαιολογικές εκτιμήσεις, που τεκμηριώνουν την ανάπτυξη επίσημων θεσμών και του υλικού πολιτισμού. Ο «πολιτισμένος» τρόπος ζωής συνδέεται τελικά με συνθήκες που προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από την εντατική γεωργία. Ο Βηρ Γκόρντον Τσάιλντ όρισε την ανάπτυξη του πολιτισμού ως το αποτέλεσμα δύο διαδοχικών επαναστάσεων: της νεολιθικής επαναστάσεως της Δυτικής Ασίας, που πυροδότησε την ανάπτυξη των μόνιμων κοινοτήτων, και της αστικής επανάστασης, που επίσης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Δυτική Ασία, η οποία ενίσχυσε τις τάσεις προς πυκνοκατοικημένους οικισμούς, την εξειδίκευση της εργασίας και τη δημιουργία κοινωνικών τάξεων, την εκμετάλλευση των πλεονασμάτων, την ανέγερση μνημειωδών δημόσιων κτηρίων και τη γραφή. Λίγες από αυτές τις συνθήκες, ωστόσο, δεν αμφισβητούνται από τις καταγραφές: πυκνοκατοικημένες πόλεις δεν πιστοποιήθηκαν στο Παλαιό Βασίλειο της Αιγύπτου (σε αντίθεση με τη Μεσοποταμία) και οι πόλεις είχαν διάσπαρτο πληθυσμό στην περιοχή των Μάγια. Οι Ίνκας δεν διέθεταν γραφή, αν και μπορούσαν να κρατήσουν αρχεία με το σύστημα κίπου, που μπορούσε να καταγράψει και αφηγήσεις εκτός των αριθμών. Από την άλλη, η μνημειακή αρχιτεκτονική προηγήθηκε συχνά της μόνιμης εγκαταστάσεως. Για παράδειγμα, στη σημερινή Λουιζιάνα οι ερευνητές έχουν προσδιορίσει ότι πολιτισμοί που ήταν κυρίως νομαδικοί οργανώθηκαν ώστε σε ένα διάστημα αρκετών γενεών να κτίσουν μεγάλους χωμάτινους τύμβους σε εποχικούς οικισμούς ήδη από το 3400 π.Χ.. Αντί για μια σειρά γεγονότων και προϋποθέσεων, η γένεση του πολιτισμού θα μπορούσε εξίσου καλά να θεωρηθεί ως μια επιταχυνόμενη διαδικασία που ξεκίνησε με την αρχική γεωργία και αποκορυφώθηκε στην Εποχή του Χαλκού της Ανατολής.
Ένα ή περισσότερα λίκνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι μελετητές πίστευαν κάποτε ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός γεννήθηκε στην Εύφορη Ημισέληνο και εξαπλώθηκε από εκεί δια της επιρροής.[11] Σήμερα ωστόσο πιστεύεται γενικότερα ότι οι πρώτοι πολιτισμοί γεννήθηκαν ανεξάρτητα σε διάφορα σημεία και των δύο ημισφαιρίων. Έχουν παρατηρήσει ότι κοινωνικοπολιτισμικές εξελίξεις συνέβαιναν κατά τη διάρκεια διαφορετικών χρονικών περιόδων. Οι «εγκατεστημένες» και οι «νομαδικές» κοινότητες συνέχισαν να αλληλεπιδρούν σημαντικά· δεν ήταν αυστηρά διαχωρισμένες ως ριζικά διαφορετικές πολιτιστικές ομάδες. Η έννοια του λίκνου του πολιτισμού έχει επικεντρωθεί στην οικοδόμηση πόλεων, στη δημιουργία συστημάτων γραφής, στον πειραματισμό με τεχνικές για την παραγωγή κεραμικών και τη χρήση μετάλλων, στην εξημέρωση των ζώων και στην ανάπτυξη πολύπλοκων κοινωνικών δομών που περιλαμβάνουν κοινωνικές τάξεις.[12]
Σήμερα η επιστήμη προσδιορίζει γενικώς μια εξάδα περιοχών της Γης όπου ο πολιτισμός εμφανίσθηκε ανεξάρτητα[13][14]:
- την Εύφορη Ημισέληνο, συμπεριλαμβανομένης της Μεσοποταμίας και του Λεβάντε
- την Κοιλάδα του Νείλου
- την Κοιλάδα του Ινδού και του Γάγγη
- την Πεδιάδα της Βόρειας Κίνας
- τις δυτικές πλαγιές των Άνδεων
- τη Μεσοαμερική
Η Εύφορη Ημισέληνος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Εύφορη Ημισέληνος είναι μια προσεγγιστικά ημισεληνοειδής περιοχή της Δυτικής Ασίας που περιλαμβάνει περιοχές της σημερινής Αιγύπτου, της Παλαιστίνης, του Λιβάνου, της Συρίας, της Ιορδανίας, της Τουρκίας και του Ιράκ, που εκτείνεται και στα βουνά του Ζάγρου στο σημερινό Ιράν. Είναι μία από τις πρώτες περιοχές παγκοσμίως όπου εμφανίσθηκε η καλλιέργεια της γης. σηματοδοτώντας την απαρχή των μονίμως εγκατεστημένων αγροτικών κοινοτήτων. Μετά το 10200 π.Χ., πλήρως ανεπτυγμένες νεολιθικές κοινωνίες, που χαρακτηρίζονται από τις φάσεις της Προκεραμικής Νεολιθικής Α (PPNA) και της Νεολιθικής Β (7600 έως 6000 π.Χ.), εμφανίσθηκαν μέσα στην Εύφορη Ημισέληνο. Αυτοί οι πολιτισμοί εξαπλώθηκαν προς τα ανατολικά στη Νότια Ασία και προς τα δυτικά στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική. Μεταξύ των αξιοσημείωτων οικισμών PPNA είναι η Ιεριχώ, που βρίσκεται στην Κοιλάδα του Ιορδάνη και πιστεύεται από πολλούς ότι είναι η αρχαιότερη μόνιμη πόλη ολόκληρου του κόσμου[15][16], με την αρχική κατοίκηση να χρονολογείται από το 9600 π.Χ. και την οχύρωσή της περί το 6800 π.Χ.. Πράγματι, οι σημερινές θεωρίες και αρχαιολογικά ευρήματα ταυτοποιούν την Εύφορη Ημισέληνο ως το πρώτο και αρχαιότερο λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού γενικώς. Παραδείγματα αρχαιότατων κατοικημένων θέσεων σε αυτή την περιοχή είναι ο αρχικός νεολιθικός οικισμός του Γκεμπεκλί Τεπέ (9500-8000 π.Χ.) και εκείνος του Τσαταλχογιούκ (7500-5700 π.Χ.), αμφότεροι στη νότια Τουρκία.
Μεσοποταμία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη Μεσοποταμία (μια περιοχή που περιλαμβάνει το σύγχρονο Ιράκ και τις συνοριακές περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας, της βορειοανατολικής Συρίας και του βορειοδυτικού Ιράν), η σύγκλιση των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη δημιούργησε πλούσιο εύφορο έδαφος και παρείχε νερό για άρδευση. Οι νεολιθικοί πολιτισμοί εμφανίστηκαν στην περιοχή από το 8000 π.Χ. και μετά. Οι πολιτισμοί που εμφανίστηκαν γύρω από αυτά τα ποτάμια είναι οι αρχαιότερες γνωστές μη νομαδικές αγροτικές κοινωνίες. Για τούτο η περιοχή της Εύφορης Ημισελήνου, και ιδίως η Μεσοποταμία, συχνά αναφέρεται ως το λίκνο του πολιτισμού.[17] Η περίοδος που είναι γνωστή ως Περίοδος Ουμπάιντ (περίπου 6500 έως 3800 π.Χ.) είναι η αρχαιότερη γνωστή περίοδος στην προσχωσιγενή πεδιάδα των δύο ποταμών, αν και είναι πιθανό να υπήρξαν και προηγούμενες περίοδοι που κρύβονται κάτω από τις προσχώσεις. Κατά τη διάρκεια της Περιόδου Ουμπάιντ ξεκίνησε η κίνηση προς την αστικοποίηση. Η γεωργία και η κτηνοτροφία ασκούνταν ευρύτατα στις μη νομαδικές κοινότητες, ιδιαίτερα στη βόρεια Μεσοποταμία (τη μετέπειτα Ασσυρία), και η εντατική «ποτιστική» γεωργία άρχισε να ασκείται στον νότο.
Περί το 6000 π.Χ. νεολιθικοί οικισμοί άρχισαν να εμφανίζονται σε όλη την Αίγυπτο.[18] Μελέτες που βασίζονται σε μορφολογικά, γενετικά[19][20][21][22] και αρχαιολογικά δεδομένα έχουν αποδώσει αυτούς τους οικισμούς σε μετανάστες από την Εύφορη Ημισέληνο, που έφθασαν στην Αίγυπτο και τη Βόρεια Αφρική κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής και βορειοαφρικανικής Νεολιθικής Επαναστάσεως και εισήγαγαν τη γεωργία στην περιοχή. Το Τελ ελ-Ουεϊλί είναι η αρχαιότερη σουμεριακή θέση που κατοικήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, περί το 5400 π.Χ., ενώ η ίδρυση της Ουρ χρονολογείται επίσης στο τέλος αυτής της περιόδου. Στον νότο η Περίοδος Ουμπάιντ διήρκεσε από το 6500 έως το 3800 π.Χ. περίπου.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Haviland, William· και άλλοι. (2013). Cultural Anthropology: The Human Challenge. Cengage Learning. σελ. 250. ISBN 978-1-285-67530-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2015.
- ↑ Fernández-Armesto, Felipe (2001). Civilizations: Culture, Ambition, and the Transformation of Nature. Simon & Schuster. ISBN 978-0-7432-1650-0. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Απριλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2015.
- ↑ Boyden, Stephen Vickers (2004). The Biology of Civilisation. UNSW Press. σελίδες 7–8. ISBN 978-0-86840-766-1. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2015.
- ↑ Solms-Laubach, Franz (2007). Nietzsche and Early German and Austrian Sociology. Walter de Gruyter. σελίδες 115, 117, 212. ISBN 978-3-11-018109-8. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2015.
- ↑ Abdel Rahim, Layla (2015). Children's literature, domestication and social foundation: Narratives of civilization and wilderness. Νέα Υόρκη: Routledge. σελ. 8. ISBN 978-0-415-66110-2. OCLC 897810261.
- ↑ Charles Keith Maisels (1993). The Near East: Archaeology in the "Cradle of Civilization. Routledge. ISBN 978-0-415-04742-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Απριλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2020.
- ↑ Cradles of Civilization-China: Ancient Culture, Modern Land, γεν. επιμ. Robert E. Murowchick, University of Oklahoma Press, 1994
- ↑ Ofer Bar-Yosef. «The Natufian Culture in the Levant, Threshold to the Origins of Agriculture» (PDF). www.columbia.edu. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 16 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2016.
- ↑ Jan Lichardus κ.ά.: La protohistoire de l'Europe, Presses Universitaires de France, Παρίσι 1987, ISBN 84-335-9366-8, κεφ. II.2
- ↑ Carr, Edward H. (1961). What is History?. Penguin Books. σελ. 108. ISBN 0-14-020652-3.
- ↑ «The Rise of Civilization in the Middle East And Africa». History-world.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 18 Απριλίου 2009.
- ↑ Mann, Charles C. (2005). 1491. Νέα Υόρκη: Knopf. ISBN 9781400040063.
- ↑ Wright, Henry T. (1990). «Rise of Civilizations: Mesopotamia to Mesoamerica». Archaeology 42 (1): 46-48, 96-100.
- ↑ «AP World History». College Board. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Απριλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2008.
«World History Course Description» (PDF). College Board. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 3 Οκτωβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2008.
«Civilization». The Columbia Encyclopedia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2008. Edwin, Eric (27 Φεβρουαρίου 2015). «city». Britannica.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2016.
«Africanafrican.com» (PDF). Africanafrican.com. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 15 Ιουνίου 2020. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2016.Hommon, Robert J. (2013). The Ancient Hawaiian State: Origins of a Political Society. Oxford University Press.
Kennett, Douglas J.· Winterhalder, Bruce (2006). Behavioral Ecology and the Transition to Agriculture. University of California Press. σελ. 121. ISBN 978-0-520-24647-8. - ↑ Akhilesh Pillalamarri (18 Απριλίου 2015). «Exploring the Indus Valley's Secrets». The diplomat. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 18 Απριλίου 2015.
- ↑ «Jericho – Facts & History». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Ιουλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2022.
- ↑ «Ubaid Civilization». Ancientneareast.tripod.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 18 Απριλίου 2009.
- ↑ Redford, Donald B. (1992). Egypt, Canaan, and Israel in Ancient Times. Princeton: University Press. σελ. 6. ISBN 9780691036069.
- ↑ Chicki, L.; Nichols, R.A.; Barbujani, G.; Beaumont, M.A. (2002). «Y genetic data support the Neolithic demic diffusion model». Proc. Natl. Acad. Sci. USA 99 (17): 11008-11013. doi: . PMID 12167671. Bibcode: 2002PNAS...9911008C.
- ↑ «Estimating the Impact of Prehistoric Admixture on the Genome of Europeans, Dupanloup et al., 2004». Mbe.oxfordjournals.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2012.
- ↑ Semino, O.; Magri, C.; Benuzzi, G. (Μάιος 2004). «Origin, Diffusion, and Differentiation of Y-Chromosome Haplogroups E and J: Inferences on the Neolithization of Europe and Later Migratory Events in the Mediterranean Area, 2004». Am. J. Hum. Genet. 74 (5): 1023-1034. doi: . PMID 15069642.
- ↑ Cavalli-Sforza (1997). «Paleolithic and Neolithic lineages in the European mitochondrial gene pool». Am. J. Hum. Genet. 61 (1): 247-254. doi: . PMID 9246011. PMC 1715849. http://www.pubmedcentral.nih.gov/picrender.fcgi?artid=1715849&blobtype=pdf. Ανακτήθηκε στις 1 May 2012.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Chang, Kwang-chih (1986). The Archaeology of Ancient China (4η έκδοση). Yale University Press. ISBN 978-0-300-03782-1.
- Georg Feuerstein (2001). In Search of the Cradle of Civilization. Quest Books. ISBN 978-0-8356-0741-4.
- Ethel Hofflund (2001). The Cradle of Civilization (Lifepac History & Geography Grade 6). Alpha Omega Publications. ISBN 978-0-86717-552-3.
- Samuel Noah Kramer (1969). Cradle of Civilization. Little Brown & Co. ISBN 978-0-316-32617-9.
- Lal, B.B. (2002). The Sarasvati flows on.
- Li, Jinhui (10 Νοεμβρίου 2003). «Stunning Capital of Xia Dynasty Unearthed». China Through a Lens. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2009.
- Liu, Li (2004). The Chinese Neolithic: trajectories to early states. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-81184-2.
- Liu, Li (2006). «Urbanization in China: Erlitou and its hinterland». Στο: Storey, Glenn, επιμ. Urbanism in the Preindustrial World. Tuscaloosa: University of Alabama Press. σελίδες 161-189. ISBN 978-0-8173-5246-2.
- Liu, Li; Xu, Hong (2007). «Rethinking Erlitou: legend, history and Chinese archaeology». Antiquity 81 (314): 886-901. doi:. https://figshare.com/articles/journal_contribution/22200901. Ανακτήθηκε στις 14 April 2023.
- Woods, Christopher (2010), «The earliest Mesopotamian writing», στο: Woods, Christopher, επιμ., Visible language. Inventions of writing in the ancient Middle East and beyond, Oriental Institute Museum Publications, 32, Σικάγο: Πανεπιστήμιο του Σικάγου, σελ. 33-50, ISBN 978-1-885923-76-9, http://oi.uchicago.edu/pdf/oimp32.pdf, ανακτήθηκε στις 13 December 2022