Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μάχη του Ρονσεβώ (778)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάχη του Ρονσεβώ (778)
Η μάχη του Ρονσεβώ, απεικόνιση του 15ου αιώνα
Τόπος

Η μάχη του Ρονσεβώ (γαλλικά: Bataille de Roncevaux) έλαβε χώρα στις 15 Αυγούστου 778 και ήταν ένα επεισόδιο στους πολέμους ανάμεσα στο βασίλειο των Φράγκων, με επικεφαλής από το 768 τον Καρλομάγνο, και τους Μουσουλμάνους του Εμιράτου της Κόρδοβα, που έλεγχαν μεγάλο μέρος της Ισπανίας, στα πλαίσια της Ρεκονκίστα. Το 778, ο Καρλομάγνος, σπεύδοντας σε βοήθεια εξεγερμένων κατά του εμίρη Μουσουλμάνων, ξεκίνησε μια αποτυχημένη εκστρατεία της οποίας στόχος ήταν να πάρει τον έλεγχο της Σαραγόσα.[1]

Η μάχη του Ρονσεβώ έλαβε χώρα ενώ ο φραγκικός στρατός βρισκόταν στον δρόμο της επιστροφής στη Φραγκία, αφού είχε πραγματοποιήσει λεηλασίες και γκρέμισε τα τείχη της βασκικής πόλης Παμπλόνα. Συγκεκριμένα, ήταν μια ενέδρα στα Πυρηναία που στήθηκε ως αντίποινα από τους Βάσκους. Οδήγησε στην καταστροφή της οπισθοφυλακής του φραγκικού στρατού και προκάλεσε τον θάνατο πολλών ιπποτών, μεταξύ των οποίων του Ρολάνδου, κόμη της μαρκιωνίας της Βρετάνης, διοικητή της οπισθοφυλακής.[2]

Αυτή η ενέδρα, η οποία αναφέρεται γύρω στο 830 από τον χρονικογράφο Άινχαρντ στη Βιογραφία του Καρλομάγνου και σε άλλες πηγές, έγινε διάσημη δύο αιώνες αργότερα με το Άσμα του Ρολάνδου, ένα επικό άσμα που συντάχθηκε τον 11ο  αιώνα: έχει κύριο ήρωα τον ιππότη Ρολάνδο, ανιψιό του Καρλομάγνου, και δίνει μια επική διάσταση στη μάχη του 778, καθιστώντας τη μια σύγκρουση μεταξύ της φραγκικής οπισθοφυλακής και του μουσουλμανικού στρατού του βασιλιά της Σαραγόσα.[3]

Η ακριβής τοποθεσία της πραγματικής μάχης είναι αβέβαιη, αλλά ένα μνημείο που θυμίζει τον θρύλο του Ρολάνδου βρίσκεται στη σημερινή πόλη Ρονθεσβάγιες της Ναβάρρας.

Ιστορικό υπόβαθρο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά από διαφωνίες με τον εμίρη Αμπντ αλ-Ραχμάν Α΄, ιδρυτή του εμιράτου της Κόρδοβας (βασίλευσε 756–788), οι ισλαμιστές ηγέτες στα βόρεια της Ιβηρικής Χερσονήσου αποφάσισαν να γίνουν ανεξάρτητοι, ο καθένας στη δική του επαρχία. Επειδή όμως φοβήθηκαν ότι δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν στον εμίρη, αναζήτησαν βοήθεια βόρεια των Πυρηναίων, από τους Φράγκους.

Το 777, ενώ ο Καρλομάγνος βρισκόταν ακόμη σε πόλεμο με τους Σάξονες, ένας απεσταλμένος των αποστατών ηγετών, Σουλεϊμάν ιμπν αλ-Αράμπι κυβερνήτη της Βαρκελώνης, Χουσεΐν κυβερνήτη της Σαραγόσα και Αμπού Ταούρ κυβερνήτη της Ουέσκα, συναντήθηκε με τον Καρλομάγνο για να εξασφαλίσει τη βοήθεια των Φράγκων εναντίον του εμίρη της Κόρδοβα. Ο Καρλομάγνος αναγνώρισε αμέσως την ευκαιρία να ανακατακτήσει τα μουσουλμανικά εδάφη της ιβηρικής χερσονήσου και να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής του και συμφώνησε.[4]

Η εκστρατεία κατά των Σαρακηνών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μνημείο του Ρολάνδου στην περιοχή της μάχης

Την άνοιξη του 778, δύο χριστιανικοί στρατοί εισέβαλαν στην ελεγχόμενη από τους Σαρακηνούς Ισπανία, Αλ-Άνταλους. Ο μεγαλύτερος στρατός, αποτελούμενος από στρατιώτες από τη Νευστρία και τη Σαξονία, ήταν υπό τη διοίκηση του Καρλομάγνου. Συγκεντρώθηκε κοντά στο Αζέν και διέσχισε ανατολικά τα Πυρηναία στο Σαιν-Ζαν-Πιε-ντε-Πορ, κοντά στον Βισκαϊκό κόλπο, περιοχή της Βασκονίας. Η Παμπλόνα, η Χάκα και η Ουέσκα άνοιξαν τις πύλες τους, ο στρατός διέσχισε τον ποταμό Έβρο και τελικά στρατοπέδευσε έξω από τα τείχη της Σαραγόσα. Ο μικρότερος στρατός, του οποίου οι στρατιώτες ήταν από την Αυστρία, τη Βουργουνδία, την Ιταλία, την Προβηγκία, τη Σεπτιμανία και τη Βαυαρία, διέσχισαν τα Πυρηναία στα δυτικά, εισέβαλαν στην Καταλονία και ενώθηκαν με τον μεγαλύτερο στρατό στη Σαραγόσα.[5]

Ωστόσο, ο Σουλεϊμάν ιμπν αλ-Αράμπι δεν επέτρεψε στους Φράγκους να εισέλθουν στην πόλη του - οι αποστάτες κυβερνήτες άρχισαν να μετανιώνουν για την απόφασή τους μπροστά στη χριστιανική εισβολή, ειδικά όταν ο Καρλομάγνος εγκατέστησε δικούς του Φράγκους και Χριστιανούς κυβερνήτες στις πόλεις που είχαν περιέλθει σε αυτόν. Ο Καρλομάγνος δεν ήταν προετοιμασμένος για πολιορκία, ούτε με υλικά ούτε με προμήθειες. Η τροφοδοσία των στρατιωτών από την άφορη γύρω περιοχή ήταν αδύνατη, οπότε η μόνη επιλογή του ήταν να υποχωρήσει. Κατά τη διάρκεια αυτής της υποχώρησης επιτέθηκε στη βασκική πόλη Παμπλόνα, έβαλε τα στρατεύματά του να τη λεηλατήσουν και κατέστρεψε τα τείχη της πόλης για να μην μπορέσει αυτή η πόλη να ξεσηκωθεί εναντίον του. Κάνοντας αυτό, έκανε εχθρούς τους Βάσκους.

Το κέρας του Ρολάνδου

Στις 15 Αυγούστου 778, ο φραγκικός στρατός υποχωρώντας διέσχισε τα Πυρηναία στο ορεινό πέρασμα του Ρονσεβώ, στα σημερινά σύνορα μεταξύ Γαλλίας και Ισπανίας. Σε αυτό το στενό και δασώδες φαράγγι, κλεισμένο ανάμεσα στα ψηλά βουνά, οι Φράγκοι αναγκάστηκαν να βαδίσουν σε μια μακρά και επομένως ευάλωτη γραμμή με λίγους μόνο άνδρες παραπλεύρως. Οι Βάσκοι, που ήταν σημαντικά πολυπληθέστεροι, περίμεναν απλώς την κατάλληλη ευκαιρία για να επιτεθούν.[6]

Ελαφρά οπλισμένοι και συνηθισμένοι να κινούνται στο απότομο και βραχώδες έδαφος, οι Βάσκοι άφησαν το κύριο σώμα του στρατού υπό τον Καρλομάγνο να περάσει και μετά όρμησαν στην οπισθοφυλακή. Οι Φράγκοι, με δυσκολία κινούμενοι στα άλογά τους και με τις μακριές λόγχες τους, αιφνιδιάστηκαν.

Η οπισθοφυλακή αποκόπηκε από τον υπόλοιπο στρατό και σπρώχτηκε στο πίσω μέρος της κοιλάδας. Ξέσπασε μια απελπισμένη μάχη στην οποία οι Φράγκοι ιππότες αμύνθηκαν ηρωικά και έπεσαν μέχρι τον τελευταίο. Οι Βάσκοι λεηλάτησαν τις αποσκευές και υποχώρησαν στα βουνά. Το κύριο σώμα του στρατού επέστρεψε για βοήθεια στο κάλεσμα του κέρατος του Ρολάνδου, αλλά έφτασε στο πεδίο της μάχης πολύ αργά. Μεταξύ των θυμάτων ήταν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της αυλής του Καρλομάγνου.

Από τη μάχη στον θρύλο του Ρολάνδου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ρολάνδος φυσά το κέρας του για να καλέσει βοήθεια στη μέση της μάχης

Στους επόμενους αιώνες, ο Ρολάνδος έγινε ο πιο δημοφιλής ήρωας της Γαλλίας και αρχέτυπο του γενναίου ιππότη. Στη λαϊκή μνήμη, η σφαγή του Ρονσεβώ έγινε μια γιγαντιαία μάχη σε μια εποχή που οι Χριστιανοί ιππότες της Δύσης ξεκινούσαν σε Σταυροφορίες για να απελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους. Η εκστρατεία του Καρλομάγνου εναντίον των Μουσουλμάνων ηγεμόνων της Ισπανίας χαρακτηρίστηκε ως πρώιμη σταυροφορία - και ο Ρολάνδος ως Χριστιανός μάρτυρας.[1]

Πολλά έργα γράφτηκαν για τη μάχη, μερικά από τα οποία αλλάζουν και μεγαλοποιούν τα γεγονότα. Στα τέλη του 11ου αιώνα, γράφτηκε το Άσμα του Ρολάνδου, ένα επικό άσμα στα παλαιά γαλλικά, το παλαιότερο σωζόμενο μεγάλο έργο της γαλλικής λογοτεχνίας του Μεσαίωνα, ένα από τα αριστουργήματα της επικής ποίησης του Μεσαίωνα, στο οποίο σε μια δεύτερη μάχη, ο Καρλομάγνος όταν επέστρεψε κατέστρεψε το στρατό των Σαρακηνών. Το 1482 ο ποιητής Ματτέο Μαρία Μποϊάρντο συνέθεσε τον Ερωτευμένο Ορλάνδο. Το 1516, Aριόστο έγραψε το ποίημα Μαινόμενος Ορλάνδος, έργα που με τη σειρά τους ενέπνευσαν όπερες.

Στη μάχη του Χέιστινγκς το 1066, οι Νορμανδοί τραγουδούσαν ακόμη το τραγούδι που διαιώνισε την ιστορία του Ρολάνδου.

Οι σύγχρονες αναφορές στη μάχη του Ρονσεβώ περιλαμβάνουν βιβλία, θεατρικά έργα, ταινίες, έργα μυθοπλασίας και μνημεία στα Πυρηναία.